Άρθρα

Η ίδρυση του Δήμου Νέας Ιωνίας Μαγνησίας εφαλτήριο προόδου για την πόλη

Του Νίκου Διαμαντάκου

Ο Δημήτρης Κωνσταντάρας – Σταθαράς έχει πετύχει, παράλληλα με την αύξηση της ηλικίας του, ν’ αυξάνει συνεχώς και τη συγγραφή βιβλίων. Αυτή η επιτυχία τού δίνει πνευματική ακμαιότητα, όπως η καθημερινή πρωινή του πορεία του χαρίζει σωματική υγεία. Του εύχομαι να έχει αυτή την «κατ’ άμφω» ευρωστία για πολλά ακόμη χρόνια.
Τον περασμένο Δεκέμβριο κυκλοφόρησε το βιβλίο του με τίτλο «Δήμος Νέας Ιωνίας Μαγνησίας του (1947-2010)» και πρόσφατα εκδόθηκε νέο βιβλίο του με τίτλο «Η Νέα Ιωνία Μαγνησίας του 1947» και υπότιτλο «Η αφετηρία της σύγχρονης πόλης». Πρόκειται για δυο καλαίσθητα βιβλία, παρόμοια σε εμφάνιση, σε διαστάσεις και αριθμό σελίδων (24Χ17 εκ., 330 περίπου σελίδες).

Από τους τίτλους τους γίνεται αντιληπτό ότι τα δύο βιβλία αναφέρονται στην ίδρυση του Δήμου Νέας Ιωνίας Μαγνησίας και στην εξέλιξή του. Διαβάζοντάς τα βλέπουμε ότι υπάρχει μερική επικάλυψη των περιεχομένων τους. Όμως το μεγαλύτερο κομμάτι τους εμφανίζει διαφορετικές όψεις της ιστορίας της πόλης, στα πρώτα 26 χρόνια ως συνοικισμού του Δήμου Βόλου (πρώην Παγασών) και από το 1947 ως αυθυπόστατου δήμου, με σφρίγος και όραμα για πρόοδο και ευημερία.

Σχετικά ο συγγραφέας στο εισαγωγικό του σημείωμα γράφει ότι «κατά την πορεία της εργασίας μου (εννοεί τη γραφή του πρώτου βιβλίου του) ανέκυψαν και άλλοι τομείς, που έπρεπε να αναφερθούν, ώστε ο αναγνώστης να έχει μια πληρέστερη εικόνα του κομβικού για τη Νέα Ιωνία έτους 1947». Επίσης η πρόεδρος της Εστίας «Ίωνες» κ. Άννα Πετσιάβα – Παπανικολάου βεβαιώνει στον χαιρετισμό της ότι «ο ακαταπόνητος συγγραφέας αποτυπώνει την καθημερινότητα των κατοίκων εκείνης της εποχής, προσφέροντας μια πολύτιμη πηγή ιστορικής πληροφόρησης στον μελλοντικό ερευνητή».

Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε εφτά κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο αναφέρεται στο ιστορικό της ίδρυσης του Δήμου Νέας Ιωνίας το 1947, με πρώτο δήμαρχο τον Ευάγγελο Καραμπατζάκη.
Στο δεύτερο κεφάλαιο ο συγγραφέας θεώρησε πρέπον να κάνει γνωστή μια έρευνα του δημοσιογράφου Ιωάννη Καζαντζάκη, που δημοσιεύτηκε σε εφτά συνεχόμενες μέρες στη «Θεσσαλία» (5 έως 12 Οκτωβρίου 1947), προϊόν άμεσης γνώσης των γεγονότων της περιόδου από την εγκατάσταση των προσφύγων μέχρι το 1947. Επιγραμματικά σημειώνει για τους πρώτους προσφυγές: «Δουλειά, προκοπή και εθνικό όνειρο ήταν η ζωή τους! Είναι ψέμα να πεις κάτι άλλο».

Το τρίτο κεφάλαιο είναι το πιο πολυσέλιδο (σελ. 50 έως 136) και περιέχει εικόνες από τον προσφυγικό συνοικισμό. Είναι συναισθηματικά πολύ φορτισμένο και αποκαλυπτικό των συνθηκών της ζωής, αλλά και του χαρακτήρα των κατοίκων. Ο συγγραφέας σκέφτηκε, πολύ σωστά, να ζητήσει από επώνυμους συμπολίτες του της δεύτερης προσφυγικής γενιάς να γράψουν τις παιδικές τους αναμνήσεις από τη δεκαετία του 1940-1950, η οποία, εκτός από το σημαντικότατο γεγονός της προαγωγής του οικισμού σε ιδιαίτερο δήμο, σημαδεύθηκε από τον φόβο, τον πόνο, την πείνα και τις κακουχίες, λόγω του εξωτερικού πολέμου και της κατοχής, αλλά και από μίση και τα δεινά της εμφύλιας διαμάχης, που υπέβοσκε στη διάρκεια της κατοχής, αλλά πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις μετά από αυτή και μέχρι το τέλος του 1949.

Αυτοί οι συγγραφείς είναι με αλφαβητική σειρά οι: Γιασιράνη – Κυρίτση Βασιλεία, Δήμου Δέσποινα, Κυριακοπούλου – Χαϊδούλη Γεωργία, Κονταξής Γιάννης, Μητσάκης Βασίλης, Παντελόπουλος Αρχοντής (Τάκης), Παρασκευάς Μανώλης και Τσίλογλου Λευτέρης, ευρισκόμενοι στην ηλικία των «τιμημένων γηρατειών», με κοινωνική και πολιτιστική προσφορά.

Πριν από τις διηγήσεις τους ο συγγραφέας κάνει τιμητικό αφιέρωμα στον αείμνηστο συγγραφέα Παναγιώτη Κατσιρέλο (1915-2007), θυμίζοντάς μας τους τελευταίους στίχους από ένα συγκινητικό του ποίημα για την προσφυγιά:
«Έπεσες στη δουλειά και στη δημιουργία.
Σ’ είδα:
Μια νέα έφτιαξες πατρίδα!
Την πόλη μας,
Τη Νέα Ιωνία!».

Στις τελευταίες είκοσι περίπου σελίδες του κεφαλαίου αυτού ο Δημήτρης Κωνσταντάρας – Σταθαράς προσθέτει και τις δικές του μνήμες από τα δίσεκτα εκείνα χρόνια, γράφοντας για το μικρό προσφυγικό τους σπίτι, για τη στοργή της μάνας του και για τα πολλά και απλά παιγνίδια στη γειτονιά, το μόνο αντίδοτο στις στερήσεις και τις οδύνες.
Στο τέταρτο κεφάλαιο δίνονται πληροφορίες για τον Εμφύλιο Πόλεμο, που αποτελεί ενδημικό φαινόμενο στην πορεία του έθνους μας, με πολύ επώδυνες συνέπειες. Γράφει: «Η αβεβαιότητα, η ανασφάλεια και η καχυποψία σκέπαζαν σαν ένα πέπλο όλες τις εκφάνσεις της ζωής τους». Δημοσιεύονται πολλά αποσπάσματα από δημοσιεύματα στις τοπικές εφημερίδες, που συνθέτουν τη σκοτεινή και απεχθή εικόνα εκείνων των χρόνων.

Το πέμπτο κεφάλαιο έχει τον γενικό τίτλο «Η εκπαίδευση στη Νέα Ιωνία το 1947». Ο συγγραφέας ερεύνησε όλα τα σχολικά αρχεία και άντλησε πολλά στοιχεία. Βρήκε ονόματα δασκάλων και μαθητών, αριθμούς μαθητών, στοιχεία φοίτησης και προόδου, μαθητικές εκδηλώσεις. Τα σπουδαιότερα ευρήματα είναι: Το 1947 η Νέα Ιωνία, με πληθυσμό 15.000 κάτοικοι, είχε τρία πολυδύναμα δημοτικά σχολεία, με συνολικό αριθμό μαθητών-τριών 1.660. Τα τμήματα ήταν πληθωρικά με 50 έως 80 παιδιά, που κάθονταν στα θρανία ανά τρία ή σε πάγκους. Και τα τρία σχολεία, καθώς και το νηπιαγωγείο, στεγάζονταν στο μοναδικό μεγάλο διδακτήριο που κτίστηκε το 1932. Γυμνάσιο δεν υπήρχε, όμως αρκετά παιδιά πήγαιναν πεζοπορώντας στα Γυμνάσια του Βόλου. Το σχολικό έτος 1947-48 γράφτηκαν στο Α’ Αρρένων 86, σε σύνολο 791, στο Β’ Αρρένων 10, σε σύνολο 799, και στο Γυμνάσιο Θηλέων 20, σε σύνολο 791. Διερωτάται ο συγγραφέας: «Δεν ξέρω για ποιον λόγο οι περισσότεροι μαθητές από τη Νέα Ιωνία πηγαίναμε στο Α’ Γυμνάσιο». Είναι και δική μου απορία. Θυμάται με ευγνωμοσύνη όλους τους δασκάλους του, αλλά εκείνη που έχει βαθιά στην ψυχή του, είναι η νηπιαγωγός Ζηνοβία Κορδάτου, καταγόμενη από τη Ζαγορά, για την οποία γράφει εκτενή βιογραφία.

Το έκτο κεφάλαιο έχει ως μοναδικό θέμα τον ιερό ναό της Ευαγγελίστριας, τον μοναδικό τότε στη Νέα Ιωνία. Ο πρώτος ναός ανεγέρθηκε το 1926. Γρήγορα όμως κρίθηκε ανεπαρκής για τον εκκλησιασμό των πολυάριθμων ενοριτών. Τον Απρίλιο του 1947 συστήθηκε επιτροπή ανέγερσης νέου, πολύ μεγαλύτερου ναού. Το σχέδιο του ναού εκπόνησε ο αρχιτέκτονας Αριστοτέλης Ζάχος, που είχε κάνει και τα σχέδια των εκκλησιών του Αγίου Νικολάου, του Αγίου Κωνσταντίνου και της Μεταμορφώσεως Βόλου. Η έναρξη της εκσκαφής των θεμελίων έγινε στις 2 Απριλίου 1949 και η τελετή των εγκαινίων στις 15 Μαΐου του ίδιου χρόνου. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 άρχισε να λειτουργεί ο νέος ναός, η «μεγάλη Ευαγγελίστρια». Ο πρώτος ναός κατεδαφίστηκε τον Δεκέμβριο του 1959.
Ο συγγραφέας, έχοντας άλυτους συναισθηματικούς δεσμούς με τον πρώτο και τον δεύτερο ναό της Ευαγγελιστρίας θυμάται πάντα τους τέσσερις ιερείς που υπηρέτησαν για πολλά χρόνια στα μέσα της περασμένης εκατονταετίας. Αυτοί είναι: Ο παπα-Νικόλας Καραπαπαδάκης, από το 1928 έως το 1956, ο παπα-Δημήτρης Δημητριάδης, από το 1933 έως το 1966, ο παπα-Σωτήρης Σιδηρόπουλος, από το 1936 έως το 1941 και πάλι από το 1943 έως το 1955 και ο παπα-Κώστας Γεραμπίνης, από το 1945 έως το 1972 και πάλι από το 1982 έως το 1994. Οι τρεις πρώτοι ήταν Μικρασιάτες πρόσφυγες, ενώ ο τελευταίος καταγόταν από τη Ζαγορά.

Το έβδομο και τελευταίο κεφάλαιο επιγράφεται «Ο Γυμναστικός Σύλλογος Βόλου η «Νίκη» το 1947. Γράφει: «Η «Νίκη», σε μικρούς και μεγάλους, στην οικογένειά τους και στην κλειστή τότε κοινωνία τους, έδινε ζωή, ενθουσιασμό, όνειρα». Παρακολουθούσαν όλους τους αγώνες της με ιαχές και τραγούδια. Συνήθως έφευγαν χαρούμενοι από το γήπεδο, γιατί η ομάδα τους τούς αντάμειβε με τη νίκη. Ήταν από τις καλύτερες ομάδες της επαρχίας και ισάξια με πολλές αθηναϊκές, με πανελλήνιες διακρίσεις.

Το πόνημα του αγαπητού μου φίλου Δημήτρη Κωνσταντάρα – Σταθαρά διαβάζεται ευχάριστα. Μας θυμίζει γνωστά γεγονότα και πρόσωπα που τα βίωσαν με ψυχικό σθένος, με αισιοδοξία και με το όραμα μιας σύγχρονης πόλης, που τη χαίρονται τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Θερμά συγχαρητήρια! Συγχαίρω και τον αγαπημένο παιδικό του φίλο Γιάννη Κονταξή, για τις καλλιτεχνικές σκιτσογραφίες του, τέσσερις ολοσέλιδες (η εκκλησία με την πλατεία, μια βόλτα στο «Φαρδύ», γλέντι σε καπηλειό, ποδόσφαιρο στις αλάνες) και άλλες τόσες μικρότερες προσφυγική γειτονιά, η βρύση, κοινόχρηστο πλυσταριό και η εκκλησία), που καθιστούν πιο έντονο και αποκαλυπτικό το κείμενο.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το