Άρθρα

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ – Προς έναν νέο ευρωπαϊκό δυτικό μεσαίωνα…

ήτοι
Αχ, Ευρώπη, … εσύ μας μάρανες
(στίχος του Τζίμη Πανούση με τις Μουσικές του Ταξιαρχίες)

Του Κωνσταντίνου Ακριβόπουλου

Editorial
Κεντρικό ερώτημα που τίθεται σε νουνεχείς πολίτες αφορά στη διαμόρφωση της προσωπικής μας ταυτότητας. Μέσα στην παραζάλη των καιρών ό,τι ελληνικό τίθεται στο περιθώριο κι ό,τι ευρωπαϊκό, αναμφίβολα «πεπολιτισμένο» και «προοδευτικό» επιβάλλεται ως modus vivendi. Οι πολιτικές ηγεσίες επιχειρούν να καταπολεμήσουν τα ιδεολογικά κριτήρια αντίληψης για παράδειγμα της γλώσσας και της ιστορίας, χρησιμοποιώντας άλλα δικά τους ιδεολογικά μέσα που βαφτίζουν «εκσυγχρονισμό», «εξευρωπαϊσμό» με μια ανείπωτη ειρωνεία. Δε διστάζουν μάλιστα να θρησκειοποιούν την Ευρωπαϊκή Ένωση, θεωρώντας τη ως μια νέα ειδωλολατρική θεότητα, την οποία πρέπει να προσκυνήσουμε. Και σε επίπεδο ηγεσίας η προσκύνηση αυτή είναι δεδομένη. Όμως, για ποια Ευρώπη μιλάμε;

Όταν μας ανακοίνωσαν ότι θα είμαστε στην Ευρώπη των λαών ενεργά και ισότιμα μέλη, άλλα φανταζόμασταν. Μιλούσαμε με ενθουσιασμό για την Ευρώπη του πνεύματος. Για τον Χάιντεγκερ και τον Βίτεγκσταιν, για τον Ντοστογιέφσκι και τον Ουγκώ. Ενθουσιαζόμασταν με την ιδέα πως τα παιδιά μας στα σχολεία θα γνώριζαν τον Παπαδιαμάντη, αλλά και τον Σαίξπηρ, όπως και οι συνομήλικοί τους στη Μεγάλη Βρετανία. Είμασταν χαρούμενοι γιατί θα γνωρίζαμε ο ένας την κουλτούρα του άλλου. Με προγράμματα πολιτιστικών ανταλλαγών οι πολίτες της μιας χώρας θα επικοινωνούσαν με άλλες κουλτούρες και λαούς. Πιστεύαμε ότι η ισότητα και η δικαιοσύνη θα έφερναν πίσω τους κλεμμένους αρχαίους και βυζαντινούς θησαυρούς με τους οποίους πλουτίζουν τα μουσεία της Ευρώπης. Θα γνωρίζαμε, επίσης, την Τέχνη σε όλες τις εκφάνσεις της. Θα προσεγγίζαμε τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο, τη ζωγραφική, θα καταλαβαίναμε καλύτερα την Αναγέννηση, θα συζητούσαμε για τον διαφωτισμό και άλλα κινήματα. Η εκπαίδευση θα ένωνε μαθητές και φοιτητές, οι επιστήμονες της Ευρώπης με αγαστή συνεργασία θα προωθούσαν ο καθένας από το μετερίζι του τη γνώση, υπηρετώντας την ανθρωπότητα.

Ρομαντισμός και ουτοπία, όπως θα έλεγε και Τόμας Μορ. Σήμερα για ποια Ευρώπη μιλάμε;
α) Για την Ευρώπη του ατομοκεντρικού οικονομικού φονταμενταλισμού, της οποίας η κυρίαρχη αξία είναι ο πρωτογονισμός της καταναλωτικής υστερίας;
β) Για την Ευρώπη της φτωχοποίησης των μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων, που ξεκίνησε από το μεγάλο πειραματόζωο, την πατρίδα μας, κι επεκτείνεται στις χώρες της Μεσογείου οι οποίες αποκαλούνται από τα γεράκια της οικονομίας με το χλευαστικό όρο PIGS (τα αρχικά των κρατών της Πορτογαλίας, της Ιταλίας, της Ελλάδας, της Ισπανίας);
γ) Για την Ευρώπη στην οποία ενσκήπτει ως σύμπτωμα πολιτικής και κοινωνικής παρακμής το δηλητήριο του διχασμού των πολιτών; (Θυμηθείτε το πρωτοσέλιδο του Spiegel με την απρεπή χειρονομία της Αφροδίτης της Μήλου).
δ) Για την Ευρώπη του ρατσισμού και του νεοναζισμού, της καταστροφής του περιβάλλοντος, των υπερσύγχρονων οπλικών συστημάτων ή για την Ευρώπη της κατάθλιψης και της ανίας, της βίας, του εγκλήματος και της τρομοκρατίας;
ε) Για την Ευρώπη του άγριου διεθνισμού, που αρνείται την ιστορική της ταυτότητα και διαδρομή, που αποκηρύσσει τον χριστιανισμό, το ρωμαϊκό δίκαιο και που ρίχνει στον Καιάδα της ιστορικής αδιαφορίας το ένδοξο βυζαντινό της αποτύπωμα για να αποθεώσει χωρίς αντίλογο τις διαφωτιστικές της καταβολές;
Σκεπτόμενοι όλα τα παραπάνω μάς κυριεύει μία θλίψη κι ενδεχομένως μία απόγνωση όταν συνειδητοποιούμε πως η Ευρώπη από χώρος πολιτισμού και ουσιαστικού συγχωτισμού οδηγήθηκε σε μία μαζική λογική αριθμολογίας των οικονομικών αναλώσιμων τοκοχρεολυσιακών μονάδων.
Οι κηπουροί λένε πως όταν παρουσιαστεί λευκή μούχλα στην τριανταφυλλιά απαιτείται αυστηρό κλάδεμα και θειάφι προληπτικά για να σωθεί το φυτό. Όλοι μπορούμε να καταλάβουμε ότι αν θέλουμε να σώσουμε την ιδέα της Ευρώπης χρειάζεται αυστηρό κλάδεμα του ατομοκεντρικού υλισμού που παρεισέφρησε στο πολιτικό πεδίο, απόρριψη της προτεσταντικής ηθικής της εκδίκησης και του αυστηρού θεοποιημένου πολιτικού συστήματος και τέλος το θειάφισμα με το ιστορικό ήθος που περνά μέσα από την αρχαιότητα, το Βυζάντιο και τα κατοπινά χρόνια του παρακμιακού ευρωπαϊκού δυτικού μεσαίωνα. Αλλιώς το ευρωπαϊκό δέντρο δε σώζεται.

Ποίηση
Η σκωπτική ποίηση του Γεωργίου Σουρή μας υπενθυμίζει πως τίποτε δεν άλλαξε από τότε έως σήμερα. «Όλα τριγύρω αλλάζουμε κι όλα τα ίδια μένουν» κατά τον Ρασούλη. Απολαύστε τον:

Στην Ευρώπη
Απόστασε το χέρι μου από το να μουντζώνω
και σάλιο δεν μου έμεινε από το φτύσε φτύσε,
αλλ’ έως τώρα τίποτε μ’ αυτά δεν κατορθώνω,
και σύ, Ευρώπη, μας γελάς και πάντα ίδια είσαι.
Και απορώ, μα τον σταυρό, πώς ώς αυτή την ώρα
και άλλα δεν μας έστειλες εδώ Θωρακοφόρα.

Προθύμως σας εκάμαμεν εκείνο που ζητείτε
και άν δεν μας πιστεύετε, κοπιάσετε να δήτε
ποία ειρήνη κατ’ αυτάς στο κράτος βασιλεύει
και πώς καθένας ήσυχα γλεντά και χουζουρεύει.
Ήλθε το άντε στάτους κβο με τόσας αναπαύσεις

και άρχισαν να γίνονται διορισμοί και παύσεις.

Λοιπόν, τι άλλο από μας, Ευρώπη, απαιτείς
κι ακόμη από τον λαιμό πιασμένους μας κρατείς;
Θέλεις λοιπόν να ζήσωμε χωρίς πολιτικήν
και ως στρατόν να έχωμε τη χωροφυλακήν
κι ουδέ ο ρήτωρ Κωνσταντής ν’ ακούγεται παρλάρων
διά το πραξικόπημα εκείνο των Βουλγάρων;

Εσύ, βρε καγκελλάριε των σαχλο-Γερμανών
σύ εναντίον μας κινείς και γην και ουρανόν
εσύ, διαόλου αλεπού, που ψόφος δεν σε πιάνει
εσύ κρατάς κατάκλειστο το κάθε μας λιμάνι,
και όλα τα καράβια σου εις τα νερά μας στέλλεις,
διότι έτσι αγαπάς, διότι έτσι θέλεις.

Εσύ, βρε καγκελλάριε, εσύ, βρε Μαμελούκε,
εσύ, πανευγενέστατε της Δύσεως Τραμπούκε,
παίζεις και πάλι πρόστυχο και βρώμικο παιχνίδι
και του κυρίου Γλάδστωνος του πάει ριπιπίδι
κι αισθάνεται το βάρος σου ο σβέρκος κάθε ράχης…
αλλ’ έστι δίκης οφθαλμός, που κακό ψόφο νάχεις.
Γ. Σουρή 1886
(ΑΠΑΝΤΑ ΣΟΥΡΗ εκδ. Γιοβάνη Δ’ Τόμος)

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το