Πολιτισμός

Εύα Στάμου: Η οδός της ειλικρίνειας, ο μόνος τρόπος για να κατακτήσουμε την αυτογνωσία

Η Εύα Στάμου είναι πεζογράφος και δρ. ψυχολογίας. Κείμενά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, αραβικά, γαλλικά, δανικά, ιταλικά, λιθουανικά. Έχει γράψει τέσσερα μυθιστορήματα, τις συλλογές Τα κορίτσια που γελούν και Μεσημβρινές συνευρέσεις (υποψ. βραβείου «Διαβάζω»), τα δοκίμια H επέλαση της ροζ λογοτεχνίας (Gutenberg) και Ageing and Female Identity in Midlife (London: Scholars’ Press). Αρθρογραφεί στην Athens Review of Books, την Athens Voice, την Book Press και το fractal. Η επίσκεψη είναι το ένατο βιβλίο της.

Συνέντευξη ΧΑΡΙΤΙΝΗ ΜΑΛΙΣΣΟΒΑ

«Η επίσκεψη», ο τίτλος του ένατου βιβλίου σας, συλλογή διηγημάτων, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός. Τι θα διαβάσουμε στο ανά χείρας βιβλίο;
Η συλλογή μου αναδεικνύει όψεις της κοινωνικής, εθνικής, σεξουαλικής διαφορετικότητας – ο ψυχικά ευάλωτος, ο άπατρις, ο αποκλεισμένος, ο κακοποιημένος, ο ήρωας που υποφέρει εξαιτίας της δυσκολίας του να ενσωματωθεί στο περιβάλλον. Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη, το κάθε μέρος αποτελείται από οκτώ διηγήματα γραμμένα είτε σε πρωτοπρόσωπη είτε σε τριτοπρόσωπη αφήγηση. Οι ιστορίες εκτυλίσσονται σε διαφορετικά μέρη της Ελλάδας – Ιωάννινα, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, κάποιο νησί του Αιγαίου που δεν κατονομάζω – καθώς και στο εξωτερικό, στην Αγγλία, την Κοπεγχάγη, τη Δαμασκό. Οι ήρωές μου αντιμετωπίζουν διλήμματα πανανθρώπινα που πιστεύω ότι αφορούν ένα διεθνές κοινό.
Τα διηγήματα του πρώτου μέρους είναι εξ ολοκλήρου απόρροια της συγγραφικής μου φαντασίας. Στο δεύτερο μέρος αν και όλοι οι χαρακτήρες είναι επινοημένοι, το πλαίσιο είναι υπαρκτό καθώς έχω αντλήσει από την εμπειρία της εργασίας μου ως ψυχοθεραπεύτριας με διασωστικά πληρώματα σε αιγαιοπελαγίτικα νησιά. Πρόκειται σαφώς για μυθοπλασία, ωστόσο, έχω προσπαθήσει να μεταφέρω στις ιστορίες μου την ατμόσφαιρα που επικρατεί σε ένα διασωστικό πλοίο, σε ένα στρατόπεδο φύλαξης προσφύγων, σε ένα νησί που δέχεται αθρόες προσφυγικές ροές.
Να προσθέσω ότι στα διηγήματα που είναι γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο, έχω επιλέξει μια γλώσσα άμεση, καθημερινή, προσαρμοσμένη στην προσωπικότητα του ήρωα-αφηγητή, ώστε να αποδοθούν με ενάργεια τόσο οι κοινωνικές συνθήκες, όσο και οι ιδιαιτερότητες του εκάστοτε χαρακτήρα.

Τα δύο προηγούμενα βιβλία σας ήταν μυθιστορήματα. Γιατί στραφήκατε στη συγγραφή κειμένων μικρότερης λογοτεχνικής φόρμας;
Μέχρι σήμερα έχω γράψει τέσσερα μυθιστορήματα, δύο δοκίμια και τρεις συλλογές διηγημάτων. Μου αρέσει η μικρή φόρμα της νουβέλας και του διηγήματος, τη βρίσκω ιδιαίτερα απαιτητική, αλλά θεωρώ ότι προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες στον λογοτέχνη να ξεδιπλώσει τις πτυχές του ταλέντου του. Αποτελεί στοίχημα για τον συγγραφέα σε λίγες μόνο σελίδες να κατασκευάσει πειστικούς χαρακτήρες και να αφηγηθεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία που δεν θα χαρίζει απλώς αναγνωστική απόλαυση, αλλά θα προκαλεί επίσης στον αναγνώστη μια σειρά από καίριους συλλογισμούς και έντονα συναισθήματα.

Πόσο η ιδιότητα της ψυχιάτρου συνυπάρχει στη συγγραφή των βιβλίων σας;
Λόγω της επαγγελματικής μου ιδιότητας έχω μάθει να ακούω με προσοχή, να αντιλαμβάνομαι εύκολα τις αλλαγές στη διάθεση των άλλων, να εναρμονίζομαι με τα συναισθήματά τους. Αντιμετωπίζω τους επινοημένους ήρωές μου με την ευαισθησία και τον σεβασμό που αντιμετωπίζω και τους θεραπευόμενούς μου, χωρίς ηθικολογίες και επιθυμία διδακτισμού. Εντάσσω στις ιστορίες μου θέματα σύγχρονα που μας απασχολούν όλους, όπως τα ζητήματα της κοινωνικής, σεξουαλικής, εθνικής ταυτότητας, αλλά τα προσεγγίζω πάντα μέσα από το πρίσμα της μυθοπλασίας, αποφεύγοντας τον στεγνό λόγο της επιστημονικής μελέτης.

Πόσο οι χαρακτήρες των ασθενών σας αποτελούν έμπνευση για τους χαρακτήρες των ηρώων σας;
Δεν έχει συμβεί ποτέ να εμπνευστώ από χαρακτήρες ασθενών μου, ίσως επειδή διαχωρίζω αυστηρά τις δύο ιδιότητές μου. Η συγγραφή λογοτεχνικών βιβλίων και η εργασία μου ως ψυχοθεραπεύτρια λειτουργούν με εντελώς διαφορετικό τρόπο – άλλο η τέχνη και άλλο η επιστήμη που διέπεται από συγκεκριμένους νόμους και κανόνες. Η δουλειά μου ως ψυχοθεραπεύτρια επιβάλει μια σειρά από περιορισμούς που απαιτούν να καταστέλλω τη φαντασία μου, να στηρίζομαι στη συλλογή στοιχείων, αποφεύγοντας τις αυθαίρετες υποθέσεις και τις προβολές. Η συγγραφή αντίθετα απελευθερώνει τη φαντασία μου, μπορώ να πλάθω χαρακτήρες και ιστορίες, μπορώ ακόμα και να «παίζω» με τα συναισθήματα του αναγνώστη προσπαθώντας να διατηρήσω το σασπένς μιας ιστορίας, ειδικά όταν έχει στοιχεία αστυνομικού θρίλερ.

Ποιο εκτιμάτε πως είναι το πιο ισχυρό αποτύπωμα που μας άφησε η πανδημία;
Νομίζω ότι συνειδητοποιήσαμε πόση ανάγκη έχουμε τους άλλους ανθρώπους, πόσο πιο πλούσια και ενδιαφέρουσα είναι η ζωή μας όταν η εμπειρία μας μοιράζεται με τους αγαπημένους μας, τους φίλους, τους συναδέλφους, ακόμα και με αγνώστους που έχουν κοινά με εμάς ενδιαφέροντα, ανθρώπους που μπορεί να συναντήσουμε τυχαία μια βραδιά στο θέατρο ή σε μία παρουσίαση βιβλίου.

Ήταν για εσάς η διετία της πανδημίας γόνιμη αναγνωστικά και συγγραφικά;
Ναι, όπως και πολλοί άλλοι συμπολίτες μας – συγγραφείς ή μη – διάβασα πολύ κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού. Έγραψα επίσης αρκετά κείμενα, και όχι μόνο λογοτεχνικά. Περισσότερο ασχολήθηκα με τη συγγραφή επιστημονικών άρθρων που αφορούσαν την εμπειρία της πανδημίας, τις επιπτώσεις της καραντίνας στον ψυχισμό μας, την πρωτοφανή αύξηση της βίας και μια σειρά από άλλα κοινωνικά ζητήματα. Ορισμένα από τα λογοτεχνικά κείμενα που έγραψα, εντάχθηκαν στην συλλογή «Η Επίσκεψη», κάποια άλλα βρίσκονται ακόμα στον υπολογιστή μου.

Διαβάζετε και γράφετε κριτικές για βιβλία. Πώς κρίνετε τη μεγάλη παραγωγή βιβλίων σε σχέση με την ποιότητά τους;
Το γεγονός ότι ο χώρος του βιβλίου είναι τόσο ανοιχτός σε νέες φωνές είναι πρώτα από όλα θετικό, καθώς υπάρχει πάντα η πιθανότητα να εμφανιστούν νέοι δημιουργοί που θα έχουν κάτι ενδιαφέρον ή σημαντικό να συνεισφέρουν στη λογοτεχνία. Ωστόσο, η κατάσταση με αρκετούς εκδοτικούς οίκους που για ένα ορισμένο χρηματικό ποσό αναλαμβάνουν να εκδώσουν σχεδόν οποιοδήποτε χειρόγραφο, άσχετα από τη λογοτεχνική του ποιότητα, δεν ωφελεί ούτε την ελληνική λογοτεχνία ούτε το αναγνωστικό κοινό που ορισμένες φορές δεν καταφέρνει μέσα από όλη αυτή την υπερπροσφορά να διακρίνει σε ποια βιβλία αξίζει πραγματικά να επενδύσει τα χρήματα και τον χρόνο του. Για αυτό έχει μεγάλη σημασία ο ρόλος της κριτικής που μπορεί να εντοπίσει τα αξιόλογα βιβλία, και στη συνέχεια να επισημάνει και να αναλύσει τις αρετές τους προς όφελος του αναγνωστικού κοινού, αλλά και των ίδιων των δημιουργών.

Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας εντυπωσίασε;
Διαβάζω αυτές τις μέρες το βιβλίο Έρωτας και Εξορία (ΔΩΜΑ) το πρώτο μέρος της αυτοβιογραφικής τριλογίας του Ισαάκ Μπασέβιτς Σίνγκερ, όπου ο συγγραφέας αναμιγνύει με εξαιρετικό τρόπο αληθινά συμβάντα και μυθοπλασία.

Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;
Την ειλικρίνεια απέναντι στους άλλους μα και απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό. Αναγνωρίζω ότι δεν είναι πάντα εύκολο να αντιμετωπίσει κανείς την αλήθεια, χρειάζεται γενναιότητα για να αποδεχθούμε κάποια «σκοτεινά» σημεία που εντοπίζουμε στον εαυτό μας ή στους άλλους ειδικά όταν επηρεάζουν και τη δική μας ζωή. Η οδός της ειλικρίνειας αποτελεί, ωστόσο, τον μόνο τρόπο για να κατακτήσουμε την αυτογνωσία και να έχουμε βαθιές, ουσιαστικές σχέσεις. Μην ξεχνάμε, όμως, ότι μπορεί το φως της αλήθειας να εξαγνίζει και να επιφέρει την κάθαρση, ωστόσο, υπάρχει πάντα μια κατάλληλη στιγμή για να ειπωθούν δύσκολες αλήθειες, αλλιώς το αποτέλεσμα αντί για λυτρωτικό θα είναι μάλλον τραυματικό.

Ασχολείστε με τη συγγραφή ή έκδοση κάποιου νέου βιβλίου;
Αυτή την περίοδο διαβάζω δοκίμια και λογοτεχνικά κείμενα, ενώ παράλληλα επεξεργάζομαι κάποια θέματα που θα μπορούσαν να γίνουν η βάση για το επόμενο μυθιστόρημα ή την επόμενη νουβέλα μου. Ίσως φανεί περίεργο σε κάποιους, αλλά αυτό είναι για μένα το πρωταρχικό στάδιο συγγραφής ενός βιβλίου και οφείλω να πω ότι είναι διανοητικά ιδιαίτερα γόνιμο.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το