Τοπικά

Ένωση Καταναλωτών Βόλου: Απροστάτευτοι οι οφειλέτες από τον νέο Πτωχευτικό Νόμο

Η νομοθεσία για τη ρύθμιση χρεών υπερχρεωμένων νοικοκυριών, που άρχισε να ισχύει από το 2010 (3869/2010) και τροποποιήθηκε αρκετές φορές, αποτελούσε την τελευταία «καταφυγή» κάθε καταναλωτή, που αδυνατούσε να αποπληρώσει τα δάνειά του και τα χρέη του και κινδύνευε να χάσει το σπίτι του. Η νομοθεσία αυτή έδινε μια δεύτερη ευκαιρία στους υπερχρεωμένους καταναλωτές, ώστε να μην αποκλειστούν από το οικονομικό και κοινωνικό γίγνεσθαι.
«Δυστυχώς», όπως αναφέρει η Ένωση Καταναλωτών, «μετά την κατάργηση από τις 28.02.2019, της δυνατότητας προστασίας της κύριας κατοικίας που παρείχε ο ως άνω νόμος, η προστασία του νόμου αυτού κατέστη ατελής αφού μπορούσαν μεν να ρυθμιστούν τα χρέη του υπερχρεωμένου πολίτη αλλά αυτός δεν μπορεί να διασώσει την κύρια κατοικία του. Ως υποκατάστατο της ως άνω κατάργησης τέθηκε σε ισχύ ο νόμος 4605/2019 ο οποίος με τις διατάξεις των άρθρων 68 έως 83 καθόρισε τις προϋποθέσεις διάσωσης της κύριας κατοικίας για το περιορισμένο χρονικό διάστημα μέχρι τις 31.12.2019 το οποίο εν συνεχεία παρατάθηκε έως τις 31/04/2020, οπότε έπαυσε οριστικά και η ως άνω δυνατότητα προστασίας της κύριας κατοικίας.

Η σημερινή Κυβέρνηση εξήγγειλε περί τον Φεβρουάριο του 2019 ότι θα αλλάξει το νομοθετικό πλαίσιο, που είχε καταστεί ατελές, λόγω των αλλαγών που επέφερε ο ν. 4605/2019. Οι προτάσεις των Ενώσεων καταναλωτών δεν έγιναν δεκτές και η κυβέρνηση, παρά τις σχετικές εκκλήσεις, προχώρησε στις 26/10/2020 στην ψήφιση του νόμου του υπουργείου Οικονομικών για τη «Ρύθμιση οφειλών και παροχής δεύτερης ευκαιρίας» χωρίς να έχει προηγηθεί ουσιαστικός θεσμικός διάλογος με τους κοινωνικούς φορείς, και χωρίς να συγκροτηθεί Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή με τη συμμετοχή του ΚΕ.Π.ΚΑ. και των πιστοποιημένων Ενώσεων Καταναλωτών.
Με τον ως άνω ψηφισθέντα πλέον νόμο, επήλθαν επιγραμματικά οι παρακάτω νομοθετικές ρυθμίσεις:

Α. Τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά δεν εντάσσονται σε μια ξεχωριστή διαδικασία δικαστικής ρύθμισης χρεών, όπως συμβαίνει στα περισσότερα ευρωπαϊκά δίκαια αφερεγγυότητας, αλλά ταυτίζονται με τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και εντάσσονται ουσιαστικά, με πολύ μικρές διαφοροποιήσεις, στη διαδικασία της πτώχευσης παραβλέποντας ότι ιστορικά και δικαιοπολιτικά άλλους σκοπούς εξυπηρετεί η πτώχευση των επιχειρήσεων και άλλους η ρύθμιση των χρεών των νοικοκυριών.
Β. Με τον ως άνω νόμο επιδιώκεται η μέγιστη συλλογική ικανοποίηση των τραπεζών και όχι η προστασία των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των οφειλετών.
Γ. Δεν υφίσταται πλέον καμία προστασία της πρώτης κατοικίας αντίθετα με το προϋφιστάμενο καθεστώς του αρχικού νόμου 3869/2010, αλλά ακόμη και με τον ν.4605/2019 με τον οποίο επήλθε η κάμψη της προστασίας της πρώτης κατοικίας.
Δ. Τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια που τίθενται για τον χαρακτηρισμό οφειλετών ως ευάλωτων, αφήνουν εκτός προστασίας μεγάλη μερίδα αυτών.

Ε. Συνίσταται ιδιωτικός Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης ακινήτων στον οποίο οι πολύ φτωχοί οφειλέτες θα μπορούν να ζητήσουν, μετά την πτώχευσή τους, να μεταβιβαστεί η πρώτη κατοικία τους και αφού καταβάλλουν μισθώματα για 12 έτη, θα δύνανται να ανακτήσουν την κυριότητα της κατοικίας τους, καταβάλλοντας ως τίμημα επαναγοράς την αξία που θα έχει η κατοικία κατά τον χρόνο άσκησης του ως άνω δικαιώματός τους περί επαναγοράς.
Από όλα τα ανωτέρω συνάγεται ότι με τον ως άνω νόμο ουσιαστικά καταργείται ρητά ο ν. 3869/2010, δηλαδή το νομοθέτημα το οποίο αποτέλεσε την τελευταία δεκαετία τη σημαντικότερη στήριξη και ελπίδα των υπερχρεωμένων νοικοκυριών ότι θα μπορέσουν να εξυπηρετήσουν τα τραπεζικά τους χρέη και να επανενταχθούν στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Και «την επιτυχία» αυτή την πιστώνεται η κυβέρνηση.
Στον ίδιο νόμο περιλαμβάνεται διάταξη, που αφορά στην αύξηση των ασφαλίστρων για ορισμένα παλιά συμβόλαια υγείας».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το