Τοπικά

Ελληνικά παιχνίδια ετών 70… Ο συλλέκτης Χρήστος Χάγιας θέλει να δημιουργήσει μουσείο παιχνιδιών στον Βόλο 

Μια «παραμυθούπολη», φτιαγμένη από παιχνίδια της δεκαετίας του 1950 έως και τη δεκαετία του ’80, έχει δημιουργήσει ο συλλέκτης ελληνικών παιχνιδιών Χρήστος Χάγιας. Εκατοντάδες παιχνίδια από Έλληνες κατασκευαστές, μια παραγωγή που σταμάτησε από τη δεκαετία του ’80. Σκοπός του 44χρονου συλλέκτη είναι η δημιουργία ενός μουσείου για να αναδείξει την ιστορία των ελληνικών παιχνιδιών και των Ελλήνων βιοτεχνών και κατασκευαστών.

Ο Χρήστος Χάγιας είναι συλλέκτης παιχνιδιών 20ετίας και άνω, ο οποίος μαζεύει παιχνίδια από Έλληνες κατασκευαστές, οι οποίοι δεν υπάρχουν πλέον. «Συλλέγω ελληνικά παιχνίδια, η παραγωγή των οποίων σταμάτησε τη δεκαετία του ’80. Από τότε μέχρι σήμερα η πλειονότητα των παιχνιδιών είναι κινέζικα, αν και δειλά-δειλά άρχισαν ελληνικές εταιρείες τα τελευταία χρόνια να κατασκευάζουν» εξηγεί ο 44χρονος.


Σύμφωνα με τον ίδιο, το κάθε παιχνίδι έχει τη δική του ιστορία. «Τα παιχνίδια είναι από τη δεκαετία του ’50, κατασκευασμένα και από Μικρασιάτες, οι οποίοι για να ζήσουν πήγαιναν σε εργοστάσια, έπαιρναν τσίγκους και κατασκεύαζαν παιχνίδια, τα οποία τα έβαζαν σε πάγκους. Ήταν τα λεγόμενα πανηγυριώτικα παιχνίδια» σημείωσε για να προσθέσει: «Οι Έλληνες κατασκευαστές τα πουλούσαν στην οδό Αιόλου του Πειραιά, όπου εκεί ήταν συνήθως το μέρος που ανέπτυσσαν τους πάγκους τους, πουλώντας τα παιχνίδια, κατασκευασμένα από τσίγκο. Τη δεκαετία του ’60 άρχισαν να γεννιούνται οι βιοτεχνίες ελληνικών παιχνιδιών».
Ο ίδιος πήρε στα χέρια του ένα από τα τσίγκινα παιχνίδια, κατασκευασμένο το 1950 από τον Ανανία Ανανιάδη, με την ονομασία «Η Οδύσσεια του διαστήματος», το αποσυναρμολόγησε και έδειξε τον τσίγκινο πάτο από το παιχνίδι με τη φίρμα της «Σουρωτής».

Ελληνικά παιδικά παιχνίδια, τσίγκινα, πλαστικά, πάνινες κούκλες κ.λπ.

Ο 44χρονος ανέφερε κι άλλο παράδειγμα από τα αμέτρητα που υπάρχουν για τους Έλληνες κατασκευαστές: «Ο Δημήτρης Κολλάρος με την εταιρεία ΕΛΒΙΠ, ήταν ένας πάμφτωχος άνθρωπος από τη Μικρά Ασία και άρχισε φτιάχνοντας τα πανηγυριώτικα παιχνίδια. Έπαιρνε τους τσίγκους από τα σκουπίδια των εργοστασίων και τα κατασκεύαζε για να τα πουλήσει στους πάγκους της Αιόλου». Σύμφωνα με τον ίδιο, ο τελευταίος κατασκευαστής ελληνικών παιχνιδιών ήταν η εταιρεία «Ελ Γκρέκο», του κ. Βακάκη, που έχει τα Jumpo.

Ο Χρήστος Χάγιας εξήγησε πως τις δεκαετίες ’50 και ’60 κυριαρχούσε το τσίγκινο παιχνίδι, ενώ μετά απαγορεύτηκε, διότι θεωρήθηκε επικίνδυνο για τα παιδιά. Έκτοτε άρχισε η κατασκευή των πλαστικών παιχνιδιών. Τη δεκαετία του ’80 σταμάτησε το ελληνικό παιχνίδι και γίνεται μόνο εισαγωγή από την Κίνα.
Με περηφάνια ο ίδιος έδειξε στον φωτογραφικό φακό και τα βιβλία που έχει με την ιστορία των ελληνικών παιχνιδιών, στα οποία υπάρχουν φωτογραφίες των παιχνιδιών, συνοδευόμενες από στοιχεία, όπως ο κατασκευαστής και το έτος κατασκευής. Πρόκειται για βιβλία σε έκδοση της Εθνικής Τράπεζας, ημερολόγιο των ΕΛΤΑ, από τους Έλληνες συλλέκτες Κωνσταντόπουλο και Γκαλντέμη.

Ο «Σαρλώ», το πιο παλιό παιχνίδι, γερμανικής κατασκευής, του 1916

«Τα παιχνίδια αυτά είναι δυσεύρετα. Μόνο στο Μουσείο Μπενάκη μπορεί κάποιος να τα βρει, αλλά και σε μεγάλους συλλέκτες. Αυτά τα παιχνίδια δεν υπάρχουν πια. Ό,τι μπορεί να υπάρχει είναι πανάκριβο. Τα μόνα που «κυκλοφορούν» είναι τα παιχνίδια της δεκαετίας του ’80. Και αυτά τα βρίσκεις μόνο μέσω αγγελίας, από γνωστούς και συλλέκτες» επισήμανε ο Χρήστος Χάγιας.
Όπως ο ίδιος εξηγεί, ένα τσίγκινο αυτοκινητάκι, κατασκευής του ’50, μπορεί να στοιχίζει 1.000 ευρώ, δείχνοντας παράλληλα και «ξεναγώντας» στα εκατοντάδες ελληνικά παιχνίδια, τσίγκινα, πλαστικά, πάνινες κούκλες κ.λπ. που έχει συλλέξει.

Η συλλογή του περιλαμβάνει ποδοκίνητο αυτοκίνητο, αυτοκινητάκια, πουλμανάκια, τα πρώτα playmobil από την εταιρεία Lyra, μουσικά τσίγκινα όργανα, συρόμενα παιχνίδια, που τα έδεναν τα παιδιά με μία κλωστή και τα έσερναν, κούκλες, στρατιωτάκια κ.λπ.
Πώς όμως άρχισε αυτή η αγάπη για τα ελληνικά παιχνίδια; Ο Χρήστος Χάγιας εξηγεί ότι είχε το «μικρόβιο» από μικρός και εντυπωσιαζόταν με τα τσίγκινα και τα παλιά παιχνίδια. «Κάποια παιχνίδια που είχα στην παιδική μου ηλικία τα κράτησα και εν συνεχεία μεγαλώνοντας συνέχισα το χόμπι της συλλογής» ανέφερε για να συμπληρώσει πως «τα βλέπεις και είναι σαν ένα παραμύθι. Λες και θα ζωντανέψουν να σου μιλήσουν. Παιχνίδια με πολλή φαντασία και τα χρώματα να κυριαρχούν».

Το πιο παλιό παιχνίδι που έχει στη συλλογή του ο Χρήστος Χάγιας, γερμανικής κατασκευής, ο «Σαρλώ», είναι του 1916, το πιο ακριβό έκανε περίπου 1.000 ευρώ, ενώ συνολικά το ποσό που έχει ξοδέψει για τη συλλογή του, έχει ξεπεράσει τις 50.000 ευρώ.
«Σκοπός μου είναι να κρατήσω αυτή την ιστορία των ελληνικών παιχνιδιών και των Ελλήνων βιοτεχνών και κατασκευαστών «ζωντανή». Να δημιουργήσω κάποια στιγμή ένα μουσείο παιχνιδιών, χωρίς οικονομικό όφελος, στον Βόλο και να συνεχίσω την ιστορία αυτή των ελληνικών παιχνιδιών, ώστε να μαθευτούν αυτοί οι κατασκευαστές» κατέληξε.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το