Πολιτισμός

Δημήτρης Καρακίτσος: Η λογοτεχνία είναι η Σφίγγα που κάνει τις πιο παράξενες ερωτήσεις για την πραγματικότητα

Ο Δημήτρης Καρακίτσος γεννήθηκε στον Βόλο το 1979. Έχει εκδώσει τα βιβλία «Οι γάτες του ποιητή Δ.Ι. Αντωνίου» (Το Ροδακιό, 2012), «Βένουσμπεργκ» (αντίποδες, 2015), «Παλαιστές» (Ποταμός, 2016), «Ιστορίες του Βαρθολομαίου Ολίβιε» (Ποταμός 2017), «Ζαχαρίας Σκριπ» (Ποταμός, 2019), «Ιστορίες της Μάντσας» (Θράκα, 2020), «Ο δον υπαστυνόμος» (αντίποδες, 2020), «Για να μην αποτύχουμε όπως οι Μπιόρλινγκ και Καλστένιους» (Ποταμός, 2022). Εργάζεται ως επιμελητής λογοτεχνικών κειμένων και μεταφραστής.

Συνέντευξη
ΧΑΡΙΤΙΝΗ ΜΑΛΙΣΣΟΒΑ

Αυτο-κοινωνιο-παραμυθία, ο τίτλος του βιβλίου σας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ποταμός. Θα μας δώσετε κάποια στοιχεία του;
Ξεκινώ με αυτό που πιστεύω ότι θα ενδιαφέρει περισσότερο τους αναγνώστες μας: Ότι η ιστορία εκτυλίσσεται στον Βόλο. Ο Βόλος είναι μια όμορφη πόλη, ακόμη κι αν είναι νυσταγμένος, χειμωνιάτικος και άδειος – όπως είναι μέσα στο βιβλίο. Και λίγο παραμυθένιος, υπό την έννοια ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να πάρουμε τοις μετρητοίς ό,τι συμβαίνει εκεί μέσα. Και συμβαίνουν ορισμένα παράλογα πράγματα. Υπάρχουν ζώα που μιλούν, για παράδειγμα. Που ξέρουν ό,τι συμβαίνει στην πόλη – από τους γάμους που καταρρέουν μέχρι τα όνειρα που βλέπει ο καθένας μας. Τα πάντα. Κι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας αυτής, που δεν είναι άλλος από τον ίδιο μου τον εαυτό – είναι πολύ της μόδας η αυτομυθοπλασία, καθώς γνωρίζετε – μπλέκεται σε μια νυχτερινή περιπέτεια με την όμορφη Αμάντα, την ηρωίδα της ιστορίας. Αυτό είναι το περίγραμμα της Αυτο-κοινωνιο-παραμυθίας. Ακούγεται παράξενη αυτή η λέξη, και ξέρω γιατί. Φταίνε τα ενωτικά που, σαν κομμάτια σελοτέιπ, προσπαθούν να κρατήσουν ενωμένες λέξεις που ίσως δεν είναι γραφτό τους να ταιριάξουν.

Στο βιβλίο εμπλέκονται σε μια απίθανη ιστορία το φαντασιακό-ονειρικό με την πραγματικότητα. Είναι η ζωή μια συνύπαρξη ανάλογων καταστάσεων;
Η ζωή είναι λίγο σαν όνειρο, δεν νομίζετε; Θέλω να πω, από εκεί που είμαστε ένα τίποτα, παίρνουμε την πρώτη μας ανάσα και αρχίζουμε να είμαστε αυτό που θα γίνουμε. Δηλαδή ένα πλάσμα που νομίζει ότι ξέρει τα πάντα. Η λογοτεχνία όμως είναι η Σφίγγα που κάνει τις πιο παράξενες ερωτήσεις για την πραγματικότητα. Και για να σε βοηθήσει, σου παρέχει εργαλεία. Ένα από αυτά είναι η φαντασία (και το παράλογο). Η σύγχρονη λογοτεχνία περιφρονεί τη φαντασία. Την έχει εξοστρακίσει για να αφοσιωθεί σε απλούστερα υλικά, λες και η επαφή μας με την πραγματικότητα είναι θέμα πρόσφυσης. Η Σφίγγα όμως δεν νοιάζεται για τη μέθοδο, αλλά για το αποτέλεσμα. Κι εμένα, δεν με νοιάζει η μέθοδος, αλλά το αποτέλεσμα. Στη δε Αυτο-κοινωνιο-παραμυθία, δεν με ένοιαξε καθόλου η μέθοδος. Ή, μάλλον, για να το πω αλλιώς, στην Αυτο-κοινωνιο-παραμυθία έκανα χρήση κάθε διαθέσιμου εργαλείου. Από τον ρεαλισμό, για παράδειγμα, περνούσα ευθύς στο παραμύθι. Σαν παίρνεις ό,τι κομμάτι ύφασμα βρίσκεις για να ντύσεις έναν γυμνό άνθρωπο. Αυτή τη συρραφή επιχείρησα να κάνω.

Σημείο αναφοράς της ιστορίας σας αποτελεί και ο Βόλος. Τι αντιπροσωπεύει για εσάς η πόλη του Βόλου;
Είναι η δεύτερη φορά που επιστρέφω στον Βόλο – αυτή τη φορά μέσω της λογοτεχνίας. Η πρώτη ήταν όταν ήμουν τετάρτη δημοτικού, και ήταν δύσκολα στην αρχή. Δεν είναι ψέματα αυτά που περιγράφω στην Αυτο-κοινωνιο-παραμυθία. Αυτή είναι η τάξη των πραγμάτων, καθώς φαίνεται: Φεύγεις από τον τόπο σου, κι όταν επιστρέφεις είσαι ένας ξένος – κάπως έτσι αισθάνεσαι ότι σε αντιμετωπίζουν. Αλλά το ξεπερνάς – μεγαλώνεις. Και καταλαβαίνεις ότι για κανέναν δεν είναι εύκολα εκεί έξω. Και τότε αρχίζεις να αγαπάς, και πάλι, τον τόπο σου. Συνειδητοποιείς ότι δεν έφταιξε σε τίποτα.

Τον τελευταίο καιρό απασχολεί ιδιαίτερα κοινό και κριτικούς η αυτοαναφορικότητα στα λογοτεχνικά βιβλία. Πότε πιστεύετε πως ένα βιβλίο με προσωπικές αναφορές έχει λογοτεχνική αξία;
Αρκεί η αυτοαναφορικότητα για να πούμε ότι κάνουμε λογοτεχνία; Όχι – γιατί είναι σαν να λέμε ότι βρήκαμε κάποιου είδους συνταγή. Είναι δύσκολο να πεις τι προσδίδει αξία σε ένα λογοτεχνικό έργο. Με την απορία αυτή οι συγγραφείς έρχονται αντιμέτωποι σε κάθε τους γραμμή.

Υπάρχει πρωτοτυπία στα μυθιστορήματα που γράφονται; Τι διαπιστώνετε ως αναγνώστης;
Όχι πολλή. Επικροτούμε τη λιτή και απέριττη έκφραση, ή τη χαμηλόφωνη αφήγηση, μα αν κοιτάξουμε καλύτερα, στη λιτή και απέριττη έκφραση δεν θα συναντήσουμε παρά το πιο ξερό και άγονο τοπίο, και στη χαμηλόφωνη αφήγηση την απόλυτη λογοτεχνική ένδεια. Ξεχνάμε ότι είναι άλλο πράγμα το τραγούδι και άλλο η ομιλία. Τέχνη είναι μόνο το πρώτο. Κι όμως: Πολλοί συγγραφείς σήμερα δεν τραγουδούν, κουβεντιάζουν. Λογοτεχνία και σίριαλ στο netflix είναι για αυτούς ταυτόσημα πράγματα. Συνεπώς, αδιαφορούν για τη γλώσσα. Ξέρετε, είναι σκληρός αντίπαλος η γλώσσα. Και για να μην παρεξηγηθώ: Όχι, η πρωτοτυπία δεν λέει από μόνη της τίποτα. Αλλά μια γερή δόση ευρηματικότητας τη χρειάζονται τα γράμματά μας. Και φυσικά, μην ξεχνάμε ποτέ τη γλώσσα – όλο τη γλώσσα ξεχνάμε.

Διαβάσατε πρόσφατα κάποιο βιβλίο που σας εντυπωσίασε;
Την «Αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής» του Ν.Γ. Πεντζίκη – την είχα διαβάσει το 2010, στους Παξούς κι ύστερα την ξέχασα. Ιδού: Σοβαρή (αν και κομμάτι δύσκολη) ελληνική λογοτεχνία που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από την εισαγόμενη. Κρίμα που είναι εξαντλημένο αυτό το βιβλίο. Ίσως θα έπρεπε να μεταφράζουμε λιγότερο, ώστε να δώσουμε χώρο στους αληθινά καλούς μας συγγραφείς. Κι άλλα βιβλία του Πεντζίκη είναι εκτός κυκλοφορίας. Η «Πραγματογνωσία» λόγου χάρη. Ελπίζω να ακούει κάποιος εκδότης. Κυρίως ελπίζω να ακούν οι αναγνώστες.

Υπάρχουν βιβλία που σας έχουν καθορίσει ως συγγραφέα;
Αγαπώ πάρα πολλά βιβλία, αλλά τα βιβλία αυτά ξεθωριάζουν, εξανεμίζονται, μόλις καθίσω να γράψω. Τα ξεχνώ γιατί δεν θέλω να διαβρώσουν τα δικά μου βιβλία. Δεν το θέλω αυτό. Το θέμα είναι – ήταν από την αρχή – να ανακαλύψω τις δικές μου δυνατότητες. Τι μπορώ και τι δεν μπορώ να κάνω. Κι όχι να πορευτώ σαν το αντίγραφο του συγγραφέα που με καθόρισε.

Υπάρχουν συγγραφείς που ξαναδιαβάζετε;
Και που μπορώ να τους διαβάζω για πάντα, όπως τον Σκαρίμπα, στα βιβλία του οποίου επανέρχομαι όχι τόσο συχνά όπως κάποτε, ωστόσο με την ίδια αγάπη.

Ασχολείστε με τη συγγραφή του επόμενου βιβλίου;
Έχω προαναγγείλει το «8 1/2» (τίτλος παρμένος από τον Φελίνι, φυσικά), το μυθιστόρημά μου με ήρωα έναν συγγραφέα σε αδιέξοδο. Πριν όμως από το μυθιστόρημα θα κυκλοφορήσει, από τις εκδόσεις αντίποδες, η νουβέλα μου «Αυτός ο χειμώνας», στην οποία αποτυπώνεται η ιστορία ενός μοναχικού ανθρώπου: Ενός ανθρώπου που ζει ολομόναχος σε ένα χωριό της Πίνδου (κάπου διάβασα ότι συγγραφέας είναι εκείνος που ζει από τα βιβλία του. Εγώ από τα βιβλία μου δεν ζω, αλλά με τόση ενέργεια που σπαταλώ για χάρη τους, δεν έχω να απαντήσω τίποτα άλλο σε όσους με ρωτούν από τι ζω).

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το