Τοπικά

Διαδρομές στους κινηματογράφους της Νέας Ιωνίας Μαγνησίας – Το νέο «Ημερολόγιο 2024» της Πολιτιστικής Εστίας Μικρασιατών «Ίωνες»

Των Αργυρώς Μάμαλη-Κοπάνου,
προέδρου

και Βάσσας Παρασκευά,
γεν. γραμματέως της Εστίας «Ίωνες»

Αφιερωμένο στους κινηματογράφους της Νέας Ιωνίας Μαγνησίας είναι το νέο «Ημερολόγιο 2024» της Εστίας «Ίωνες» που κυκλοφόρησε πρόσφατα και παρουσιάστηκε στην εκδήλωση κοπής της βασιλόπιτας του συλλόγου, στο Domotel Xenia Βόλου. Την παρουσίαση έκανε η γεν. γραμματέας της Εστίας, δρ Βάσσα Παρασκευά, η οποία ανέλαβε την έρευνα, συγγραφή και καλλιτεχνική επιμέλεια του εντύπου, ενώ ο γνωστός ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής Δημήτρης Σούρας συνεπήρε το κοινό με τον παραστατικό λόγο του, περιγράφοντας τις εμπειρίες του από το κινηματοθέατρο «Λυρικόν», στο οποίο ο πατέρας του Γεώργιος Σούρας υπήρξε μέτοχος.

«Μία πολύτιμη ψηφίδα στην τοπική μας ιστορία αποτελεί η πολύμηνη έρευνα για τους κινηματογράφους της Νέας Ιωνίας Μαγνησίας», αναφέρει η πρόεδρος της Εστίας «Ίωνες» Αργυρώ Μάμαλη-Κοπάνου και συνεχίζει: «Ενδιαφέροντα στοιχεία για τη δημιουργία, τη λειτουργία και την εξέλιξη των «σινεμά» στις γειτονιές της Προσφυγούπολης, αλλά και για τις συνήθειες του τότε φιλοθεάμονος κοινού παρουσιάζονται στο παρόν έντυπο. Οι κινηματογραφικές αίθουσες και τα θερινά σινεμά αποτελούσαν τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 μια ανοιχτή αγκαλιά για όλους εμάς που είχαμε την ανάγκη να ονειρευτούμε με ανοιχτά μάτια, να ταυτιστούμε με τους διάσημους ηθοποιούς της εποχής και να ταξιδέψουμε, να μάθουμε, να βουρκώσουμε ή να ξεκαρδιστούμε, να ζήσουμε ατέλειωτες συγκινήσεις και έντονα, μοναδικά συναισθήματα. Ένα φτηνό εισιτήριο για άλλες πραγματικότητες, καθώς γοητευμένοι, παρακολουθούσαμε τόπους, εποχές, συνήθειες.

Σαν φάροι χρωματιστοί τα «σινεμά» στους ελάχιστα φωτισμένους συνοικιακούς δρόμους, που δεν θαμπώνονταν από άλλες διπλανές επιγραφές και φωταψίες, προσήλκυαν το πλήθος. «Μόνον Όρθιοι», έγραφε η ταμπέλα δίπλα στο ταμείο, όταν η φήμη έλεγε ότι το έργο ήταν «καλό» και τότε οι θεατές στήνονταν στην ουρά, ενώ οι επιγραφές «Έγχρωμον» και «Σινεμασκόπ» λειτουργούσαν σαν μαγνήτης στο κοινό. Δεν περίμεναν μάλιστα πότε θα ξεκινήσει το έργο από την αρχή. Εισέρχονταν οποιαδήποτε ώρα στη διάρκεια της προβολής και ύστερα ξεκινούσαν την παρακολούθηση από την αρχή. Με το χαρακτηριστικό «εδώ ήρθαμε», συνήθως σηκώνονταν να φύγουν, όταν το έργο έφτανε στις σκηνές της ώρας προσέλευσής τους, για να τρέξουν αμέσως όσοι όρθιοι το αντιλαμβάνονταν να καταλάβουν τις θέσεις τους.

Από όλα αυτά και άλλα πολλά που αναφέρονται στο έντυπο μας έμειναν κάποια ανεξίτηλα καρέ μνήμης και μια γλυκόπικρη νοσταλγία…

Το Λυρικόν, η Νίκη, η Αργώ και η Νέα Αργώ, ο Αρίων, το Ηρώδειον, (Τα) Οδύσσεια, το Παλλάς αγαπήθηκαν από τους κατοίκους της Νέας Ιωνίας, με μια αγάπη που ανιχνεύεται κάθε φορά στο βλέμμα και στα λόγια καρδιάς των θαμώνων τους, που σήμερα ως πληροφορητές πλέον περιγράφουν τα όσα έζησαν στις σκοτεινές αίθουσες των χειμερινών ή στους μοσχοβολιστούς χώρους από το «αγιόκλημα και γιασεμί» των θερινών σινεμά, αναφέρει η γεν. γραμματέας της Εστίας «Ίωνες» Βάσσα Παρασκευά που έκανε και την έρευνα για το παρόν έντυπο και συνεχίζει:

«Τα κτίσματα, μικρά ή μεγάλα, αποτελούσαν οικογενειακές ή συνεταιριστικές επιχειρήσεις, από ανθρώπους άσχετους από τον χώρο, συγγενείς κάποιες φορές, οι οποίοι ρίσκαραν τα χρήματά τους επενδύοντας με πολλές προσωπικές θυσίες σε ένα είδος επιχείρησης που στη δεκαετία του 1960 αναδεικνυόταν ως αρκετά κερδοφόρος. Ωστόσο κάποια από αυτά είχαν μικρή διάρκεια ζωής, λόγω οικονομικών ή οικογενειακών διαφορών. Έζησαν στιγμές κορύφωσης με πολλές χιλιάδες εισιτήρια, σε κλίμα ανταγωνισμού πολλές φορές, αλλά βίωσαν και το δράμα της παρακμής, όταν η τηλεόραση έδωσε πιο φτηνή και εύκολη λύση σε αυτού του είδους τη διασκέδαση. Είναι σημαντικό επίσης το γεγονός ότι δεκάδες οικογένειες έζησαν από αυτούς τους κινηματογράφους, που απασχολούσαν ταμίες, ταξιθέτες, υπαλλήλους κυλικείου, θυρωρούς, συντηρητές κατά τους κλειστούς μήνες, αλλά και μηχανικούς προβολής. Και φυσικά οι νεαροί μικροπωλητές ξηρών καρπών και παγωμένων αναψυκτικών, αλλά και οι υπαίθριοι μαγαζάτορες έβρισκαν την ευκαιρία να πουλήσουν τη γευστική πραμάτεια τους (μαλλί της γριάς, κοκορέτσι, κ.ά.). Με το κλείσιμο των τοπικών-λαϊκών σινεμά δεν χάθηκαν μόνο οι παραπάνω θέσεις εργασίας, αλλά άλλαξε και ο οικιστικός χαρακτήρας της πόλης, αφού στη θέση τους υψώθηκαν πολυώροφα κτήρια και super market».

«Νίκη» και «Αργώ», οδός Αβέρωφ., αρχ. Ν. Καραγιάννη

Αργώ και Νέα Αργώ

Ανατρέχοντας σε παλαιότερο δημοσίευμα του Αιμίλιου Σουβατζή πληροφορούμαστε ότι: …Η «Αργώ» κάποια στιγμή σε ταινία του Νίκου Ξανθόπουλου έκοψε μεσοβδόμαδα σε δύο προβολές 4.000 εισιτήρια. Οι όρθιοι ήταν πιο πολλοί από τους καθιστούς. Ο Ν. Ξανθόπουλος όποτε ερχόταν φιλοξενούμενος του μουσικο-συνθέτη Γιώργου Μανισαλή στη Ν. Ιωνία και ήταν καλοκαίρι, πάντα έλεγε την καλησπέρα του στους πολυπληθείς θαυμαστές του στο δεύτερο διάλειμμα της προβολής των 8.30 στην Αργώ. Τη δόξα της Αργούς ζήλεψε και θέλησε να ξεπεράσει ένα άλλο θερινό σινεμά της Ν. Ιωνίας κοντά στο παλιό νεκροταφείο, που όταν γεννήθηκε του έδωσαν το όνομα Νέα Αργώ. H Νέα Αργώ, το 1964 φιλοξένησε συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη όπου τραγουδούσε η Μ. Φαραντούρη και οι Δ. Μητροπάνος και Γ. Πουλόπουλος. Είχε μαζευτεί πάρα πολύς κόσμος, άνοιξαν τις πόρτες και έγινε το αδιαχώρητο…

Περ. «εν Βόλω», τεύχ. 19ο, 2005

Αρίων

Ο κινηματογράφος «Αρίων» 26 βρισκόταν μεταξύ των σημερινών οδών Φιλαδελφείας και Αδριανουπόλεως, διασχίζοντας τη γέφυρα του Κραυσίδωνα προς τη Νέα Ιωνία (περνώντας την Παπαδιαμάντη στη γωνία δεξιά, όπου πλέον βρίσκεται το ζαχαροπλαστείο Mon Ami). Αποτελούσε ιδιοκτησία των αδελφών Αλέξανδρου και Νίκης Τσιτσιγιάννη-Παρδάλη. Ως οικογενειακή επιχείρηση ήταν εύκολο για τα παιδιά της οικογένειας να κερδίζουν το χαρτζιλίκι τους πουλώντας αναψυκτικά και ξηρούς καρπούς. Ο μικρός Βασίλης Τσιτσιγιάννης πουλούσε ξηρούς καρπούς, ενώ ο αδελφός του, ο Αθανάσιος, πουλούσε πορτοκαλάδες και μπυράλ. Στο ταμείο εργαζόταν η θεία τους Νίκη Τσιτσιγιάννη. Κλασικά στα διαλείμματα ακούγονταν τα γνωστά λαϊκά τραγούδια της εποχής.

Ο Λάμπρος Παρασκευάς, μπροστά στον οικογενειακό κινηματογράφο. Αρχ. οικογ. Παρασκευά

Ηρώδειον

Το «Ηρώδειον» ξεχώριζε από τους άλλους συνοικιακούς κινηματογράφους για τη μεγάλη του έκταση, καθώς χτίστηκε σε επικλινές οικόπεδο, ιδιοκτησίας της Νασάκη – Σφυάκη, σε συνολική έκταση 2.400 πήχεων. Ο κινηματογράφος σχεδιάστηκε έτσι ώστε η οθόνη (ξύλινη αρχικά με κατίκια, που όμως ύστερα από κάποιο δυνατό άνεμο έπεσε και έτσι χτίστηκε η μεγάλων διαστάσεων οθόνη από τσιμέντο) να βρίσκεται στο νότιο τμήμα, ενώ το μηχανοστάσιο στο βόρειο. Είχε τέσσερα μεγάλα ανοίγματα: Δύο εισόδους στη νότια πλευρά και από μία ευρύχωρη έξοδο στις δύο πλαϊνές. Το πιο ελκυστικό ίσως σημείο του, πέρα από τις αναρριχώμενες τριανταφυλλιές και τις μπουκαμβίλιες που επιμελούνταν αποκλειστικά η «κόνα Λαμπρινή» σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, ήταν το μικρό τσιπουράδικο με τα δώδεκα αμφιθεατρικά τραπεζάκια στο ψηλότερο επίπεδο του κινηματογράφου, κάτω ακριβώς από το μηχανοστάσιο, για τα οποία γινόταν μάχη κατά τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του.

Λυρικόν

«Ήταν σημαντικό να έχει η Νέα Ιωνία πολύ καλό κινηματογράφο», αναφέρει ο κ. Δημήτρης Σούρας, απόγονος ενός εκ των ιδιοκτητών. Κατά τη δεκαετία του 1950 τρία άτομα άσχετα μεταξύ τους επαγγελματικά αποφάσισαν να «προσφέρουν» έναν κινηματογράφο «κόσμημα» στη Νέα Ιωνία που αγαπούσαν, ισάξιο με τους λαμπρούς κινηματογράφους των μεγάλων αστικών κέντρων. Πρόκειται για τους: Λευτέρη Καραγιάννη, έμπορο ξυλείας, Γεώργιο Σούρα, γιατρό παθολόγο, και τον ζαχαροπλάστη Θανάση Ξάνθη. Οι τρεις συνέταιροι κατέθεσαν την ψυχή τους και 30.000 χρυσές λίρες (για τις οποίες χρεώθηκαν και ποτέ δεν τις έκαναν απόσβεση από τις εισπράξεις), προκειμένου να δημιουργήσουν τον κινηματογράφο των ονείρων τους για τους συντοπίτες τους. Η καινοτομία δε της κινητής οροφής που καθιστούσε το σινεμά χειμερινό και θερινό κατέπληξε την προσφυγούπολη.

Ονομάστηκε «Λυρικόν» και το σήμα κατατεθέν του ήταν η χρυσή λύρα που κοσμούσε την είσοδο στα χρόνια της λειτουργίας του. Στο νέο επιβλητικό κτήριο των 850 άνετων θέσεων απολάμβανε ο θεατής τις «καλές» ταινίες που επιλεκτικά νοικιάζονταν από τις μεγάλες κινηματογραφικές εταιρίες. Τη μεγάλη σε μήκος σκηνή στόλιζαν βαριές βελούδινες κουρτίνες, ενώ το μπλε βελούδινο σιρίτι που περιέτρεχε το πανί της οθόνης της προσέδιδε μεγαλύτερο βάθος. Η σκηνή διέθετε στο μέσον της  υποβολείο, κουίντες για να ανεβοκατεβαίνουν οι ηθοποιοί και ειδική πόρτα για να μεταφέρονται τα σκηνικά των θεατρικών παραστάσεων. Επιπλέον διέθετε επτά καμαρίνια και τουαλέτες με μπάνιο για τους ηθοποιούς. Στο ψηλό κτήριο διαμορφώθηκε εξώστης και θεωρεία αριστερά και δεξιά.

Νίκη

Ο κινηματογράφος «Νίκη» βρισκόταν λίγο πιο πάνω από το «Λυρικόν» δίπλα από τον πρώτο κινηματογράφο «Αργώ», στην οδό Αβέρωφ με Σμύρνης (η είσοδος βρισκόταν στην Αβέρωφ). Χτίστηκε στην περιοχή «Καραγιαννέικα», ονομασία που προέρχεται από τους ιδιοκτήτες των οικοπέδων, και ήταν κατ’ εξοχήν χειμερινός. Είχε ωστόσο τη δυνατότητα να λειτουργεί και ως θερινός ανοίγοντας τα πλαϊνά παράθυρα. Ο πρώτος μηχανικός κινηματογράφου της «Νίκης», ο Ερμόλαος Γεωργίου, χειριζόταν μια πολύ καλή γερμανική μηχανή, τύπου «Έρνεμαν» με σύστημα «ντόλμπυ» που αγοράστηκε 270.000 δρχ. Ο ίδιος θυμόταν το ρεκόρ εισιτηρίων μιας ημέρας που έφτασε στις 4.000 με την προβολή της ταινίας «Ο Μήτρος και ο Μητρούσης στην Αθήνα» με πρωταγωνιστές τον Θανάση Βέγγο και Φραγκίσκο Μανέλη. Η ταινία παιζόταν από τις 10 το πρωί έως τα μεσάνυχτα. Χιλιάδες ήταν επίσης οι θεατές, όταν επισκέφθηκε τον κινηματογράφο το δίδυμο «Ξανθόπουλος – Μάρθα Βούρτση».

Δεκαπέντε περίπου χρόνια από το κλείσιμο του σινεμά η νέα Δημοτική Αρχή της Νέας Ιωνίας επί δημαρχίας Παύλου Μαβίδη αποφάσισε να «ξαναζωντανέψει» το κουφάρι της οδού Αβέρωφ, καθώς οι κληρονόμοι του για συναισθηματικούς λόγους, αρνήθηκαν την αντιπαροχή και το κτήριο έμενε κλειστό και ανεκμετάλλευτο. Ο κινηματογράφος αγοράστηκε από τον Δ.Ν.Ι. με σκοπό να αξιοποιηθεί ως χώρος πολιτισμού και από τότε περιμένει…

«Τα Οδύσσεια» πριν την κατεδάφιση. Φωτ. Λ. Μουρτζούκος, περ. «Εν Βόλω» τεύχ. 19ο, 2005

Οδύσσεια

Βρισκόταν σε γωνιακό οικόπεδο στην οδό Φιλαδελφείας με Σαγγαρίου. Ο κινηματογράφος ήταν θερινός, σχετικά μικρός με 500-600 σιδερένιες θέσεις «ωραίες», βιδωμένες στο έδαφος, που όταν σταμάτησε η λειτουργία του πουλήθηκαν. Διέθετε κυλικείο με αναψυκτικά δεξιά από την οθόνη, αν και εισχωρούσαν και εδώ οι νεαροί μικροπωλητές που πουλούσαν ξηρούς καρπούς. Ήταν λιτός, χωρίς λουλούδια, ωστόσο «όμορφος και περιποιημένος με ψηλούς καλοβαμμένους τοίχους» κατά την κ. Χρυσάνθη Χατζάρα, κόρη του συνιδιοκτήτη Αναστασίου Χατζάρα, με τσιμεντένια επίστρωση στο πάτωμα. Όταν παιζόταν οι τουρκικές ταινίες γινόταν «πάταγος λόγω προσφυγιάς» μας περιγράφει ο κ. Μαυρογιάννης και ο ίδιος συνεχίζοντας τονίζει ότι: «…Υπήρχε ανταγωνισμός με τον κινηματογράφο «Ηρώδειον» σχετικά με το ποιος θα φέρει την καλύτερη τουρκική ταινία… Η επιτυχία των τούρκικων προβολών οφειλόταν στο γεγονός ότι οι περισσότερες γειτόνισσες μιλούσαν τούρκικα». Οι θαμώνες ήταν βασικά πρόσφυγες της περιοχής (Δυτική Ν. Ιωνία), που εκείνη την περίοδο ήταν αραιοκατοικημένη, με περισσότερα χωράφια και λιγοστά σπίτια».

Παλλάς

Πολλοί είναι αυτοί που θυμούνται τον χειμερινό κινηματογράφο «Παλλάς», ο οποίος βρισκόταν απέναντι και διαγώνια από τον κινηματογράφο «Ηρώδειον». Επρόκειτο για ένα ωραίο και επιβλητικό κτήριο, ψηλό, αλλά σκοτεινό με την είσοδό του στη συμβολή των οδών Εθνικών Αγώνων (σήμερα) και Τραπεζούντος. Εμποροπλοίαρχος ο Δ. Σκούρας, έμπορος ξυλείας ο Α. Αθηναίος και φαρμακοποιός ο Μίμης Λάμπρου αποφάσισαν να ιδρύσουν μία επιχείρηση που ήταν αρκετά προσφιλής κατά τη δεκαετία του 1960. Ο δε Απόστολος Αθηναίος, ευθυτενής και καλοντυμένος, στεκόταν σχεδόν καθημερινά στην είσοδο και υποδεχόταν το φιλοθεάμον κοινό. Ο ίδιος και επειδή οι άλλοι συνέταιροι δεν είχαν τη δυνατότητα λόγω των επαγγελματικών υποχρεώσεών τους, ήταν υπεύθυνος για τον κινηματογράφο από τη θεμελίωσή του και για δύο περίπου δεκαετίες της λειτουργίας του (1960-1980). Ήταν εκείνος επίσης που κατέβαινε συχνά στην Αθήνα, παρέα με τον Κώστα Κλημεντόπουλο (του «Lido»), για να «νοικιάσει» ταινίες. Κλασικά επιλέγονταν τούρκικες ταινίες, «καουμπόικα» και ελληνικές ταινίες, ενώ δεν έλειπαν και οι ακατάλληλες προβολές αργά το βράδυ. Όμως την Κυριακή το πρωί είχε «παιδικά» και καουμπόικα, ενώ πριν την έναρξη παιζόταν «Ο θείος George», που μάλλον φόβιζε παρά διασκέδαζε. Και στη συνέχεια πάντα πριν την προβολή παίζονταν τα «Επίκαιρα» με ενημερωτικό και πολιτικό περιεχόμενο.

Η Εστία «Ίωνες» ευχαριστεί θερμά τους βασικούς πληροφορητές: Μαρία Αθηναίου, Νικόλαο Καραγιάννη, Στέφανο Μαυρογιάννη, οικ. Παρασκευά, Δημήτρη Σούρα, Βασίλειο Τσιτσιγιάννη. Επίσης την Κέλυ Παρασκευά, φιλόλογο, για τη γλωσσική επιμέλεια του εντύπου και τις εκδόσεις Graphicart, Ηλίας Καρκαλέτσος.

Προηγούμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το