Τοπικά

Δάσος 70.000 στρέμματα λιβαδιών στη Μαγνησία – Σε απόγνωση οι ιδιοκτήτες που κινδυνεύουν να χάσουν δικαιώματα

Στη Μαγνησία περισσότερα από 70.000 στρέμματα λιβαδιών, χαρακτηρίζονται δασικές εκτάσεις στους δασικούς χάρτες, γεγονός που οδηγεί στους ιδιοκτήτες τους σε απόγνωση. Πρόκειται για κτηνοτροφικές εκτάσεις, όπου έγινε αναγκαστική απαλλοτρίωση για αποκατάσταση ακτημόνων με το Σύνταγμα της 1.1.1952 ώστε να δοθούν κτηνοτροφικοί κλήροι σε δικαιούχους.
Για τους κτηνοτροφικούς κλήρους που Επιτροπές Απαλλοτριώσεων χαρακτήρισαν χερσολίβαδα το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι ισχύει ο χαρακτηρισμός της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από άλλο όργανο, τόνισε ο δασολόγος κ. Γίτσης. Σημείωσε πως ο δασικός χάρτης στη Μαγνησία παραλείπει να εμφανίσει τις εκτάσεις με τις επιπλέον πληροφορίες, ότι πρόκειται δηλαδή για κλήρους του εποικισμού, αλλά τις χαρακτηρίζει δασικές εκτάσεις παρά το γεγονός ότι στο Σύνταγμα του 1975 υπάρχει ειδική πρόνοια για τα λιβάδια αυτά.
Όπως σημείωσε, ο χαρακτηρισμός των εκτάσεων αυτών, ως εκτάσεις μη δασικές, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί σύμφωνα με την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, που είναι το κατά νόμο ανώτατο αρμόδιο δικαστήριο το οποίο αποφάνθηκε για τις διατάξεις που ίσχυαν τότε και τι σήμαιναν αυτές και το άρθρο 117 παρ. 5 του Συντάγματος του 1975. Γι’ αυτό επί πολλές δεκαετίες μέχρι τώρα οι εκτάσεις αυτές χαρακτηρίζονταν μη δασικές και δεν κηρύσσονταν αναδασωτέες όταν καίγονταν.

Στην περίπτωση που παραμείνει ο χαρακτηρισμός δασικές εκτάσεις τότε αυτές, θα είναι απλές δημόσιες δασικές εκτάσεις και θα περιέλθουν στη διαχείριση της Δασικής Υπηρεσίας παρά το γεγονός ότι αυτές αποτελούν κτηνοτροφικούς κλήρους. Τότε τα δικαιώματα βοσκής θα έχουν οι δημότες των ΟΤΑ που ανήκουν οι εκτάσεις, αφού τους έχουν παραχωρηθεί τα δικαιώματα βοσκής.
Στην περίπτωση αυτή οι ίδιοι οι κληρούχοι δεν θα έχουν δικαιώματα, αφού δεν είναι δημότες του Δήμου στον οποίο υπάγονται διοικητικά οι εκτάσεις (π.χ. απαλλοτρίωση Χατζηλαζάρου στις Γλαφυρές). Όπως σημείωσε ο κ. Γίτσης, κληρούχοι θα χάσουν κατοχυρωμένα από το Σύνταγμα δικαιώματα και δεν θα έχει τηρηθεί το άρθρο 117 που θέλει ο χαρακτηρισμός των εκτάσεων να γίνεται με τις διατάξεις που ίσχυαν όταν έγιναν οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις (μερικώς δασοσκεπή λιβάδια Ν. 4173/1929 αρθ. 45 παρ. 2) και όχι με τις σημερινές διατάξεις.
«Σίγουρα στην περίπτωση αυτή θα έχουμε εμπλοκή σε δικαστικούς αγώνες για πολλά χρόνια μεταξύ μη δημοτών κληρούχων εναντίον δημοτών κτηνοτρόφων και Δήμων, προφανώς και των εμπλεκομένων Υπηρεσιών», ανέφερε.

Το βέβαιο όμως είναι ότι αν εκδηλωθεί πυρκαγιά η έκταση πρέπει υποχρεωτικά να κηρυχθεί αναδασωτέα και να απαγορευτεί η βοσκή. Θα πρέπει δηλαδή να εγκαταλείψουν τις σταυλικές εγκαταστάσεις οι κληρούχοι κτηνοτρόφοι.
«Αυτό, όπως αντιλαμβάνεται ο καθένας είναι αστείο, αφού οι εκτάσεις βρίσκονται σε περιοχή χωρίς χειμαρικά φαινόμενα, κυριαρχούνται από χορτολίβαδα και φέρουν αραιά βλάστηση από πουρνάρι, και μόνο στις βόρειες εκθέσεις υπάρχουν μικρές ομάδες, επίσης πουρνάρι, που δε συνιστούν δασοβιοκοινότητα, αλλά δημιουργούν περιβάλλον κτηνοτροφικού λιβαδιού. Σε μεγάλο βαθμό είναι βραχώδεις ασβεστόλιθοι και ξέρουν όλοι ότι οι πόες και γράστεις αποκαθίστανται αμέσως μετά την πρώτη φθινοπωρινή βροχή. Ενώ ξέρουμε επίσης ότι αν έκταση κηρυχθεί αναδασωτέα, δεν ανακαλείται πότε η απόφαση, παρόλο που θεωρητικά μπορεί», δήλωσε.

Αν θεωρηθούν απλές δημοσιές δασικές εκτάσεις και περιέλθουν στη διαχείριση της Δασικής Υπηρεσίας θα έχουμε μια παγιωμένη στην περίπτωση αυτή κατάσταση, όπου θα δημιουργηθεί χάος.
Όταν το Σ.τ.Ε έχει αποφασίσει «… έκταση… μη δασική… δεκτική μόνο κτηνοτροφικής εκμεταλλεύσεως», ο δασικός Χάρτης θα την έχει χαρακτηρίσει «δασική έκταση», ο δασάρχης θα μιλάει για «αναδασωτέα έκταση και θα απαγορεύεται σ’ αυτήν η βοσκή», ο δασοφύλακας θα κάνει «μήνυση για παράνομη βοσκή σε αναδασωτέα έκταση» και ο αποκατασταθείς κληρούχος κτηνοτρόφος θα είναι κατηγορούμενος. Αυτά θα συμβαίνουν, ενώ το Σύνταγμα είναι ξεκάθαρο και αναφέρει ότι «οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις… διέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν κατά τον χρόνο που κηρύσσονται». Και οι ισχύουσες τότε διατάξεις, Ν. 2185/1952 και Ν. 4173/1929 αρθ. 45 παρ. 2, δεν προβλέπουν κήρυξη μερικώς δασοσκεπών λιβαδίων ως αναδασωτέων.
Δηλαδή στην περίπτωση αυτή, η έκταση δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί, για τον σκοπό που έγινε η αναγκαστική απαλλοτρίωση, με τις ισχύουσες τότε διατάξεις και χαρακτηρίστηκε χερσολίβαδο από την Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Βόλου.

«Σε κάθε περίπτωση οι κληρούχοι κτηνοτρόφοι θα χάσουν κατοχυρωμένα από το Σύνταγμα δικαιώματα. Η πολιτεία πρέπει να προλάβει να μη δημιουργηθούν αυτές οι ανεπίλυτες μετά την επικύρωση των χαρτών καταστάσεις. Είναι άδικο να πληρώσουν οι κτηνοτρόφοι τα λάθη της Δημόσιας Διοίκησης, με το κόστος των αντιρρήσεων που μόνο για την περίπτωση των Γλαφυρών εκτιμάται σε 40.000 έως 50.000 ευρώ», κατέληξε.

 

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το