Άρθρα

Απρίλης 1941 – Η Εβδομάδα των Παθών στον Βόλο

Του Δημήτρη Τσιλιβίδη

Το Πάσχα του 1941 έπεφτε Απρίλη (20). Τα γερμανικά στρατεύματα πέρασαν στις 6 Απριλίου τα σύνορά μας κατευθυνόμενα στη Θεσσαλονίκη. Ο Βόλος είχε ήδη δεχτεί αρκετούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς από ιταλικά αεροπλάνα τους πέντε προηγούμενους πολεμικούς μήνες. Ο πληθυσμός της πόλης εξοικειώθηκε όσο μπορούσε με την κατάσταση καταφεύγοντας σε υπόγεια πολυώροφων οικοδομών, ναών, αλλά και σε ορύγματα, αρκετοί στα γύρω χωριά. Η εξοικείωση, όμως, αυτή εξανεμίστηκε και μεταβλήθηκε σε πανικό με τους γερμανικούς βομβαρδισμούς.

Η αεροπορική τρομοκρατία των Γερμανών στην πόλη μας έγινε αγριότερη τη Μεγάλη Εβδομάδα των Παθών. Σμήνη αεροπλάνων «Στούκας» με κάθετες εφορμήσεις μέρα και νύχτα πάνω από τον Βόλο, με βόμβες πολύ μεγάλης ισχύος και με ανατριχιαστικές σειρήνες, κατατρομοκράτησαν τον κόσμο. Ο μακαριστός μητροπολίτης Ιωακείμ, που έζησε όλους τους βομβαρδισμούς, το επιβεβαίωσε: «Όσον επροχώρουν τα στρατεύματά των επί τοσούτον επαναλαμβάνοντο ανά πάσαν σχεδόν ώραν, ιδία της νυκτός, αι απαίσιαι φωναί των σειρήνων, ώστε ο λαός μη δυνάμενος να κοιμάται, εκνευριζόμενος και καταφοβισμένος, κατέφευγε ομαδικώς πλέον εις τα πέριξ χωρία, σπήλαια και ελαιώνας, αναμένων το τέλος. Τα αντιαεροπορικά της ξηράς εσίγησαν, ώστε ανεμπόδιστα πλέον τα γερμανικά αεροπλάνα περιίπταντο άνωθεν της κενής κατά το πλείστον πόλεως και έρριπτον τα βόμβας των φονεύσαντα τινάς και καταστρέψαντα οικίας και καπναποθήκας».

Ο Βόλος μέσα σε μία εβδομάδα δέχτηκε εφτά δυνατούς γερμανικούς βομβαρδισμούς. Η τελευταία επιδρομή έγινε το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα, 20 Απριλίου. Τις μέρες της Μ. Εβδομάδας με καθημερινούς βομβαρδισμούς η ζωή και η μορφή της πόλης μας είχε τελείως ανατραπεί, παντού ερημιά και τρόμος. Τα κατεστραμμένα οικήματα χάσκουν με ανοιχτές τις πληγές τους, όλα τα άλλα σπίτια και καταστήματα μένουν παντέρημα και αφύλακτα, ενώ όσα δέχτηκαν την πίεση των αερίων των βομβών βρίσκονται με ορθάνοιχτες πόρτες. Οι Βολιώτες με αγωνία παρακολουθούσαν από τα γύρω χωριά την καταστροφή.

Μέσα στην πόλη λειτουργούσαν πέντε Στρατιωτικά Νοσοκομεία, καθώς και το «Αχιλλοπούλειο» γεμάτα τραυματίες, ανάπηρους στρατιώτες και άρρωστους πολίτες. Τα νοσοκομεία αυτά ήταν τελείως απροστάτευτα από βομβαρδισμούς. Ευτυχώς δεν έπεσε βόμβα σε κανένα, γιατί οι συνέπειες θα ήταν τραγικές. Οι γιατροί, οι νοσηλευτές, το λοιπό προσωπικό, οι αδελφές εθελόντριες του Ερυθρού Σταυρού, έμειναν κοντά στους νοσηλευόμενους. Στην πόλη, γενικά, έμειναν οι φτωχοί, ηλικιωμένοι ή άρρωστοι συμπολίτες μας. Την εβδομάδα εκείνη των Παθών ο κρατικός ιστός έχει καταρρεύσει. Η Εκκλησία συμμερίζεται την αγωνία μας. Ορθάνοιχτες οι θύρες των ναών όλες τις ώρες και μέρες. Ο μητροπολίτης Ιωακείμ το επιβεβαιώνει: «Καθ’ όλους τους βομβαρδισμούς ουδείς εκ του κλήρου απεμακρύνθη εκ της πόλεως, καίτοι δεν υπήρχον καταφύγια, αλλά εμείναμεν πάντες πλησίον του δοκιμαζομένου ποιμνίου μας. Οι βομβαρδισμοί των Ιταλών έπληξαν τους ιερούς ναούς της Μεταμορφώσεως και Αναλήψεως, που ωστόσο παρέμειναν ανοικτοί. Συνολικά, γράφει ο Ιωακείμ, «εβλάβησαν από τους βομβαρδισμούς της πόλεως 575 οικίαι, εφονεύθησαν άνω των δεκαπέντε και ετραυματίσθησαν περί τα τριάκοντα άτομα».

Τη Μ. Εβδομάδα οι ιερές ακολουθίες τελέστηκαν στους ναούς του Βόλου βεβιασμένα με λίγους εκκλησιαζόμενους και όλες πάντοτε μέρα. Καμπάνες δεν ακούστηκαν, κανένας επιτάφιος δεν στολίστηκε. Πάσχα χωρίς κόκκινα αυγά, κουλούρες και αμνούς, χωρίς στολίδια, δώρα και γιορταστικά τραπέζια. Μόνο ο ολόξανθος Απρίλης, γεμάτος ανοιξιάτικες χαρές με την ανάσταση της φύσης φάνταζε αμέτοχος στη δυστυχία και τις μαύρες σκέψεις των ανθρώπων, που χάνονταν στο αβέβαιο σήμερα και το απειλητικό αύριο. Το Πάσχα και η Ανάσταση τελέστηκαν το πρωί της Κυριακής μέσα στους ναούς της πόλης. Ο μητροπολίτης Ιωακείμ με δραματική εγκύκλιο προσπαθεί να κρατήσει όρθιο το ηθικό του λαού. Παραμένει μέσα στη βομβαρδισμένη πόλη μέχρι το βράδυ της Μ. Πέμπτης και με μεγάλη δυσκολία δέχθηκε τις συστάσεις των αρμοδίων να μη διακινδυνεύσει την πολύτιμη για τον λαό ζωή του, όπως αποδείχθηκε στην κατοχή. Δεν πήγε μακριά. Στον Αγ. Γεώργιο τέλεσε το Πάσχα. Ο ίδιος γράφει: «Εκείθεν παρακολουθών τας τελευταίας γερμανικάς επιδρομάς ενόμισα ότι εκαίετο ολόκληρος ο Σιδηροδρομικός Σταθμός. Ο βομβαρδισμός αυτός ήτο ο τελευταίος».

Ο Βόλος και ολόκληρη η Θεσσαλία ζούσε το τελευταίο ελεύθερο Πάσχα. Σε λίγες ώρες έφταναν στην πόλη οι γερμανικές προφυλακές. Ο μητροπολίτης Ιωακείμ πικραμένος γράφει: «Ούτω πλέον η πόλις και ολόκληρος η περιφέρεια απηλλάγησαν μεν των αεροπορικών βομβαρδισμών, αλλά ετέθησαν υπό κατοχήν ασπόνδων εχθρών υφ ών έπαθον πλην της ταπεινώσεως και υποδουλώσεως χείρονα των βομβαρδισμών».
Η κατοχική νύχτα, αμείλικτη θα σκεπάσει την πατρίδα μας και θα πληγώνει τέσσερα ατέλειωτα χρόνια τον λαό μας, που, όμως, στάθηκε όρθιος με αταλάντευτη πίστη πως ο Γολγοθάς θα φέρει την Ανάσταση.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το