Τοπικά

Απορρίφθηκαν αγωγές της ΚΕΚΠΑ ΔΙΕΚ Βόλου κατά υπαλλήλων της

 

Απορρίφθηκαν με αποφάσεις του Ειρηνοδικείου Βόλου οι αγωγές που κατέθεσε η κοινωφελής επιχείρηση ΚΕΚΠΑ ΔΙΕΚ του Δήμου Βόλου κατά υπαλλήλων της, με τις οποίες ζητούσε να της επιστραφούν αχρεωστήτως καταβληθέντα χρηματικά ποσά, λόγω λανθασμένης κατάταξης των εν λόγω υπαλλήλων στα βαθμολογικά κλιμάκια.
Οι υποθέσεις χρονολογούνταν από το 2014, 2015 και 2016 και τα ποσά τα οποία ζητούνταν να επιστραφούν, κυμαίνονταν από 100 μέχρι 2.500 ευρώ κατά περίπτωση. Σύμφωνα με το σκεπτικό μιας εκ των αποφάσεων του Ειρηνοδικείου Βόλου (αριθμός 257/2022, διαδικασία ειδική-εργατική), που αφορούσε δύο υπαλλήλους της επιχείρησης, «η ενάγουσα δημοτική κοινωφελής επιχείρηση του Δήμου Βόλου εκθέτει, ότι οι εναγόμενες προσλήφθηκαν από τον Δημοτικό Οργανισμό Υγείας και Κοινωνικών Θεμάτων του Δήμου Βόλου (Δ.Ο.Υ.Κ., του οποίου η ενάγουσα αποτελεί καθολική διάδοχο) με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν μεταξύ των ιδίων και του Δ.Ο.Υ.Κ. την 1-5-2006… Ότι η πρώτη εναγομένη εσφαλμένα κατετάγη στο 2ο κλιμάκιο (αντί του 1ου) του βαθμού Δ’, ενώ η δεύτερη εναγομένη εσφαλμένα κατετάγη στον βαθμό Δ’ (αντί του βαθμού Ε’). Ότι οι εναγόμενες κατά το επίδικο έτος (2014), ενώ δικαιούνταν να λάβουν μόνον τα ποσά των 16.470,72 ευρώ (η πρώτη) και των 14.898,10 ευρώ (η δεύτερη), έλαβαν αχρεώστητα, λόγω της εσφαλμένης κατάταξης στο 2ο κλιμάκιο (η πρώτη) και στο βαθμό Δ’ (η δεύτερη), τα ποσά των 183,66 ευρώ και των 1.054,32 ευρώ αντίστοιχα. Ενόψει των ανωτέρω και επικαλούμενη: α) ως κύρια βάση της αγωγής, την αθέτηση των επίδικων συμβάσεων εργασίας με υπαιτιότητα (δόλο) των εναγομένων και β) ως επικουρική, τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, αιτείται να υποχρεωθούν οι αντίδικες να καταβάλλουν σ’ αυτήν τα ως άνω οφειλόμενα χρηματικά ποσά, νομιμότοκα από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η παρούσα απόφαση. Και να καταδικαστούν οι αντίδικες στο σύνολο των δικαστικών της εξόδων. Με το περιεχόμενο και το αίτημα αυτό, η αγωγή, με την οποία δεν ζητείται ν’ ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 231/2019 απόφαση του Δ.Σ. της ενάγουσας, με την οποία αποφασίστηκε η βεβαίωση των αχρεωστήτως καταβληθεισών αποδοχών των εναγομένων για το έτος 2014, αλλά να υποχρεωθούν οι εναγόμενες στην καταβολή των αιτουμένων αποζημιώσεων, και εναντίον της οποίας η δεύτερη εναγομένη έχει ασκήσει ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου την από 20-11-2019 έφεσή της, που κατατέθηκε την επομένη ημέρα παραδεκτά υπάγεται στη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου, καθόσον αφορά σε συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, πρόκειται, δηλαδή, για ιδιωτικές διαφορές, οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, απορριπτομένου του σχετικού ισχυρισμού των εναγόμενων ως αβάσιμου. Περαιτέρω, υλικά και τοπικά αρμόδια εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών (άρθρα 591, 614 αριθμ. 3 και 621 – 622 του ΚΠολΔ). Όμως, κρίνεται απορριπτέα, ως αόριστη (ως προς την κύρια βάση της αγωγής), καθόσον, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του δικογράφου της ένδικης αγωγής, αυτή δεν περιέχει όλα τα απαιτούμενα για το κατά το άρθρο 216 ΚΠολΔ ορισμένο της στοιχεία. Ειδικότερα η ένδικη αγωγή, που επιχειρείται να στηριχθεί στο άρθρο 652 ΑΚ, δεν περιλαμβάνει την παράβαση της υποχρέωσης των εναγομένων μισθωτών και τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της παράβασης και της ζημίας. Περαιτέρω, με το περιεχόμενο αυτό η αγωγή, κατά την επικουρική βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού, είναι μη νόμιμη, δεδομένου ότι αυτή στηρίζεται στα ίδια περιστατικά, στα οποία θεμελιώνεται η κύρια βάση της αγωγής από τις συμβάσεις, ενώ δεν γίνεται σ’ αυτήν έστω και απλή επίκληση της ακυρότητας των συμβάσεων. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ τους και στο σύνολό τους, λόγω του δυσερμήνευτου των διατάξεων που εφαρμόσθηκαν (άρθρο 179 ΚΠολΔ)».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το