Άρθρα

Απόηχοι του φυσιοκρατικού παγανισμού στις εορταστικές εκδηλώσεις

Της Δρ. Αικατερίνης Πολυμέρου – Καμηλάκη*

Δημοσιεύοντας τα τελευταία χρόνια στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο για έθιμα του λαϊκού εορτολογίου στον ετήσιο κύκλο αντιμετωπίζω συχνά ανήσυχα ερωτήματα και παρατηρήσεις αναγνωστών για την παρουσία και προβολή μέσω των δημοσιευμάτων εθίμων με παγανιστικές καταβολές, που ωστόσο έχουν απόλυτα ταυτιστεί με τις θρησκευτικές τελετές.
Τα έθιμα αυτά και οι εκδηλώσεις, όπως επισημαίνεται από όλους όσους έχουν ασχοληθεί με το θέμα -και είναι πάρα πολλοί- αποτελούν κατάλοιπα πρωτόγονης θρησκευτικότητας του λαού. Το ελληνικό κλίμα, το έδαφος από τον αρχαιότητα, το βυζάντιο, την τουρκοκρατία μέχρι σήμερα έχουν συνθέσει τους λατρευτικούς τύπους σε μια ιδιαίτερη μορφή εκδηλώσεων, από τις ατομικές δοξασίες για το θεό, ώς τα ομαδικά προσκυνήματα των πανηγυριών, από τα γραφικά ξωκλήσια ώς τα λατρευτικά αρχιτεκτονήματα των μεγάλων προσκυνημάτων. Τα ίδια στοιχεία έχουν δώσει στον ελληνικό λαό τις πρωτοβουλίες της ελεύθερης αγροτικής λατρείας από την εικονολατρεία του σπιτικού εικονοστασίου και τα μαγικοθρησκευτικά επινοήματα (κεριά του επιταφίου, λαμπάδες, λουλούδια) ώς τα φυσιολατρικά δρώμενα της άνοιξης και από τις αντιλήψεις του για τους ανθρώπινους αγίους του ώς τις δοξασίες για τα δαιμονικά όντα που παρεμβαίνουν στη ζωή του και το Χάρο, τους βρυκόλακες και τις εποχικές σχέσεις του Κάτω Κόσμου με τον Απάνω.

Έτσι τόσο η γενική δοξασιακή λατρεία όσο και η ειδική εθιμική στη λαϊκή λατρεία με την οποία ασχολείται η λαογραφία συνδέονται άρρηκτα με την νεοελληνική εκκλησιαστική παράδοση, αν δεχθούμε ότι η εκκλησία ασχολείται με το σύνολο του πληθυσμού και όχι μόνο με εκείνους που έχουν εντρυφήσει στην δογματική και το Τυπικόν της.
Το σύνολο θρησκευτικών και δεισιδαιμόνων δοξασιών και αντιλήψεων που εκφράζουν το σεβασμό και το φόβο του πρωτόγονου ανθρώπου για δυνάμεις που δεν μπορεί να ελέγξει με τις αισθήσεις του συγκροτούν το σύστημα της λαϊκής πίστης, η οποία εκδηλώνεται με τη λαϊκή λατρεία. Στο σύστημα αυτό ανήκουν αρχέγονες δοξασίες και πράξεις αντίστοιχα αλλά και θρησκευτικές συνήθειες τις οποίες έχουν καθιερώσει οργανωμένες θρησκείες, όπως ο χριστιανισμός σε ένα αρμονικό σύνολο μαγικοθρησκευτικών αντιλήψεων και ενεργειών. Η συνύπαρξη αυτή ήταν απαραίτητη, εφ’ όσον ο λαός δεν ήταν δυνατόν να ερμηνεύσει με τον ίδιο κάθε φορά τρόπο φαινόμενα και περιστατικά της ζωής του σε σχέση με την φύση που τον περιέβαλε.

Η αδυναμία του ανθρώπου να αντιμετωπίσει, χωρίς τη συνδρομή των υπερφυσικών δυνάμεων, θεών ή δαιμόνων, τις αντιξοότητες και να εξηγήσει τα φυσικά φαινόμενα τον οδήγησαν στην αναζήτηση τρόπων επικοινωνίας με τις δυνάμεις αυτές, τις οποίες θέλει να έχει βοηθούς στο έργο του και ασπίδα για κάθε επιβουλή εκ μέρους του κακού. Έτσι καταφεύγει στη λατρεία, ένα σύνολο ενεργειών που στόχο έχουν να τιμήσουν, να εξευμενίσουν και να ευχαριστήσουν τις αγαθοποιούς δυνάμεις. Η σχέση του do ut des στη λαϊκή λατρεία είναι εμφανής. Προσφέρει θυσία ή προσευχή στο Θεό ή τους αγίους- αυτό ίσχυε και για τους αρχαίους Έλληνες- με σκοπό να εξασφαλίσει τη βοήθειά τους ή να τους ευχαριστήσει για κάποιο καλό. Έτσι δεν είναι ανεξήγητη η προσφορά, στον άγιο Γεώργιο για παράδειγμα, ομελέτας (σφογγάτο) για τη βοήθεια που προσέφερε σε κάποιον.

Διαμορφώνεται, λοιπόν, ένα σύνολο εθιμικών εκδηλώσεων και πράξεων στον κύκλο του χρόνου, με παγανιστικό (ειδωλολατρικό) και χριστιανικό περιεχόμενο που διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή και από πληθυσμιακή ομάδα σε άλλη, αλλά και από εποχή σε εποχή. Πρόκειται για τα πολύ ενδιαφέροντα έθιμα του λατρευτικού κύκλου, μέσα στα οποία ξεχωριστή θέση κατέχουν οι μεγάλες γιορτές της χριστιανοσύνης τα Χριστούγεννα και το Πάσχα καθώς και οι πανάρχαιες αναπαραστάσεις της ζωής και του θανάτου μέσα από τα μαγικοθρησκευτικά δρώμενα του εθιμικού κύκλου και γύρω από τις δύο αυτές κεντρικές γιορτές πλέκονται και τα μαγικοθρησκευτικά, αρχέγονα και κατά βάσιν παγανιστικά έθιμα της αποκριάς και των υπολοίπων δρωμένων του χειμώνα και της άνοιξης.
O Χρυσόστομος ένας από τους χαρακτηριστικότερους εκπροσώπους της πάλης μεταξύ του αρχαίου ειδωλολατρικού κόσμου και της νέας θρησκευτικής ζωής, με βαθιά γνώση και των δύο, αγωνίζεται από το βήμα της Εκκλησίας να καθαρίσει την χριστιανισμό από τις «θύραθεν» επιδράσεις. Στον αγώνα του αυτό αντιδιαστέλλει με απόλυτο τρόπο τις τάσεις, τον χαρακτήρα και την ηθική των δύο κόσμων .

Παρά τις προσπάθειες των Πατέρων της εκκλησίας να εξαλείψουν τις συνήθειες αυτές που συνδέονταν με λαϊκές αρχέγονες λατρείες σήμερα ακόμη δοξασίες επικρατούσαν στο μεγαλύτερο μέρος του αγροτικού χώρου.
Η Εκκλησία αφού έκανε τον αγώνα της με τους κορυφαίους δογματικούς της εκπροσώπους, τους Πατέρες, συμβιβάστηκε σοφά με τη συνύπαρξη ορισμένων από τις συνήθειες αυτές που συνδέονταν με τον κύκλο του χρόνου, το θάνατο και τις αντιλήψεις του λαού γι’ αυτόν και προσπάθησε να διευκολύνει την αφομοίωση μέσω της παιδείας των νέων χριστιανικών αξιών.

Ο Δεκέμβριος μήνας, που συμπίπτει με τον Ποσειδώνα των αρχαίων Ελλήνων, είναι ο μήνας με τις άγριες θάλασσες. Έτσι δεν είναι τυχαίο ότι ο αρχαίος θεός των θαλασσών, ο Ποσειδών, αντικαθίσταται από ένα εξ ίσου σημαντικό στη συνείδηση του λαού άγιο της χριστιανικής λατρείας, τον άγιο Νικόλαο. Όπως ο άγιος Γεώργιος και ο άγιος Δημήτριος είναι συνδεδεμένοι με τον γεωργικό και ποιμενικό νομαδικό βίο των στεργιανών, ο Προφήτης Ηλίας εποπτεύει από τις κορυφές, όπου βρίσκονται τα εξωκκλήσια του, τους ανέμους, ο άγιος Νικόλαος είναι ο άγιος των θαλασσών, παρά το γεγονός ότι η μεγάλη του δημοτικότητα τον χαρακτηρίζει φύλακα «της γης και του πελάου».
Ο Δεκέμβριος είναι ο μήνας των τροπών του ήλιου, των μεγάλων και επικίνδυνων αλλαγών του καιρού που επηρεάζουν τη γεωργική καλλιέργεια, τον ποιμενικό βίο, και τον θαλασσινό. Είναι ο μήνας κατά τη διάρκεια του οποίου οι ναυτικοί πρέπει να αποφεύγουν τα ταξίδια και να συγκεντρώνονται στα σπίτια τους. Το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων αντικατέστησε πιθανότατα αρχαιοελληνικές ή ρωμαϊκές γιορτές, συνδεδεμένες με τις χειμερινές τροπές του ήλιου (22 Δεκεμβρίου), όπως τα Σατουρνάλια, τα Κρόνια κ.ά. Περιλαμβάνει τις ημέρες από την παραμονή των Χριστουγέννων (24 Δεκ.) μέχρι την παραμονή των Θεοφανείων (5 Ιαν.). Έτσι, είναι φυσικό, οι χριστιανικές γιορτές, όπως είναι η Γέννηση του Χριστού, η εορτή του Αγίου Βασιλείου, η Περιτομή και η Βάπτιση να έχουν συνδεθεί με ειδωλολατρικές συνήθειες που αποσκοπούσαν στον εξευμενισμό των δαιμονικών όντων και στην ευετηρία (καλοχρονιά).

Ακόμη, ο λαός, όπως συμβαίνει συχνά και με άλλες γιορτές στον κύκλο του χρόνου, από άγνοια θεώρησε, για παράδειγμα, την αγία Αναστασία ταυτόσημη με την Ανάσταση. Ανάλογη σύγχυση παρατηρείται, όπως είναι γνωστό, με τη γιορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, η οποία συχνά αναφέρεται ως Αγιά Σωτήρα (Αγία Σώτειρα), και Αη Σωτήρης, την Υπαπαντή του Χριστού η οποία θεωρείται ως εορτή της Παναγίας και αναφέρεται ως Παναγία η Παπαντή, την Αγία Κυριακή, συγχεόμενη με την ημέρα της εβδομάδας, την Αγία Σοφία με την του Θεού Σοφίαν κ.ά.
Αυτή η σύγχυση δίνει την αφορμή στον Παπαδιαμάντη να συνδέσει τη φαρμακολύτρια χριστιανή αγία Αναστασία με την αρχαία Κόρη, την Περσεφόνη ή την «φαρμακίδα Εκάτη», την οποία για τους ίδιους και πιθανώς και πολλούς άλλους λόγους λάτρευαν οι πρόγονοι των σημερινών κατοίκων της ίδιας περιοχής, προσφέροντας αναίμακτες θυσίες και προσφορές. Η αναγνώριση της συνέχειας των συνηθειών των αρχαίων Ελλήνων στην καθημερινή ζωή των νεοελλήνων-χριστιανών, ένα θέμα που στήριξε σε εποχές δύσκολες την ιδέα της εθνικής ταυτότητας αποτελεί για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη αυτονόητη πραγματικότητα: «Αγία Αναστασιά εκαλείτο. Ίσως το πάλαι να ήτο ναός της Κόρης της εξ Άδου η της Εκάτης της φαρμακίδος, και οι χριστιανοί, οι φυσικοί κληρονόμοι της θανούσης ειδωλολατρίας, τον εβάπτισαν μετονομάσαντες ναόν της Φαρμακολυτρίας, κατ’ αντίφασιν, ή της Ρωμαίας, απλώς κατά σχέσιν ετυμολογικήν».

Μακριά από θρησκευτικούς δογματισμούς επιχειρεί να δώσει τη δική του εξήγηση για τη διαδοχή της αρχαίας λατρείας από τη χριστιανική. Ο λαός πάντοτε ευσεβής και δεισιδαίμων μέσα στην άγνοιά του – μήπως σήμερα γνωρίζει θεωρητικά περισσότερα;- λίγα αντιλαμβάνεται από τις θεολογικές απόψεις και θεωρίες. Θέλει να έχει τη βοήθεια του θεού και αυτή την εξασφαλίζει όταν ευρίσκεται σε μικρή απόσταση από Αυτόν. Έτσι κτίζει ναούς, εικονοστάσια, προσφέρει προσφορές και επικαλείται την παρουσία του σε κάθε δύσκολη στιγμή.
Η Αγία Αναστασία η φαρμακολύτρια, ο άη Γιώργης, ο δρακοντοκτόνος καβαλλάρης, Απόλλων και Περσέας μαζί στην φιλανθρωπική απελευθερωτική του δραστηριότητα, ο άγιος Νικόλαος «της γης και του πελάου», η αγία Βαρβάρα, ο άγιος Σπυρίδων, προστάτες από επιδημικές θανατηφόρες ασθένειες, ο άγιος Μόδεστος προστάτης των ζώων του γεωργού, ο άγιος Ελευθέριος προστάτης των εγκύων γυναικών, ως άλλη Ελευθώ ή Ειλίθεια και πάνω από όλους η Παναγία, Μητέρα, Καταφυγή, Δήμητρα, Θαλασσίστρα, Υπερμάχω, όπως και οι τόσοι άλλοι άγιοι στη θέση αρχαίων θεαινών και θεών καταδεικνύουν την ανάγκη του ανθρώπου να εξασφαλίσει τη συμπαράσταση δυνάμεων πέρα από τον ίδιο στον αγώνα του απέναντι στη φύση, τις ασθένειες, τα κακοποιά πνεύματα που θεωρεί ότι επιβουλεύονται την ευτυχία και την προκοπή του. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας και οι δυνατότητες να αντιμετωπίζει ποικίλα προβλήματα με τη βοήθειά της έχουν ενισχύσει την αυτοπεποίθησή του και έχουν δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι πλέον είναι αυτάρκης.

Ωστόσο ο πυρήνας των εθίμων που είναι η αναγέννηση της φύσης μέσα από το μεγάλωμα της ημέρας και της νίκης του φωτός-ήλιου πάνω στο σκοτάδι και η αναγέννηση της ψυχής μέσα από τη γέννηση του Χριστού, του ηλίου της δικαιοσύνης ευρίσκεται κάτω από τα έθιμα όλων των χριστιανικών λαών.
Οι εορτές, όπως ήδη τονίσαμε, συνδέονται με την αναγέννηση της φύσης και της ζωής και έχουν άμεση σχέση με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε περιοχή και απηχούν τις προσπάθειες του παλαιότερου ανθρώπου να εξευμενίσει τα στοιχεία της φύσης, να εξασφαλίσει την καλή σοδειά, να φέρει την ευτυχία στο σπίτι του. Έτσι στις περιοχές με τα κρύα, τα χιόνια και τον βαρύ χειμώνα η είσοδος στο σπίτι πράσινου κλαδιού δέντρου σήμαινε ευφορία και καλή υγεία. Επίσης με τις μεταμφιέσεις και τα έντονα χτυπήματα της γης, τα κουδουνίσματα, το τάισμα της αρκούδας την πρωτοχρονιά επιδιώκεται στο Βόρειο ελληνικό χώρο ο εξευμενισμός ή η αποπομπή των όντων που επιβουλεύονται τη ζωή και τη σοδειά. Γενικότερα τα φυσιολατρικά έθιμα του Δωδεκαημέρου είναι πιο έντονα στη Βόρεια Ελλάδα με τις μεγάλες βαρυχειμωνιές από ότι στη νησιωτική και νότια.

Επειδή τα έθιμα συνδέονται με την καθημερινή ζωή των πληθυσμών που τα ακολουθούν και εξυπηρετούν τις ανάγκες τους σε παλιότερες περιόδους, κατά τις οποίες οι αλλαγές στην καθημερινή ζωή με την ήρεμη στασιμότητα ή αργή κίνηση της τεχνολογίας και την έλλειψη επικοινωνίας ήταν μικρές και τα έθιμα διαφοροποιούνταν με αργό ρυθμό. Σήμερα εποχή της πληροφορίας και επικοινωνίας είναι εξαιρετικά δύσκολο να διατηρήσουν τη μορφή και προπάντων τη σημασία τους. Έτσι αλλάζουν ραγδαία και παρασύρουν μαζί το αληθινό νόημα που είναι ο σεβασμός στη φύση και τις βασικές αξίες της ζωής, η αγάπη, η αλληλεγγύη, η επικοινωνία. Ιδιαίτερα οι χριστουγεννιάτικες και πρωτοχρονιάτικες γιορτές αποκτούν νόημα επικοινωνιακό στον μοναχικό δρόμο του καθενός μας στον γυάλινο ψυχρό κόσμο του διαδικτύου.

Οπωσδήποτε η ανάπτυξη της τεχνολογίας με βάση την επιστημονική γνώση έχει συντελέσει στην δημιουργία νέων αντιλήψεων περί των περισσοτέρων φυσικών φαινομένων και ασθενειών και έχει συμβάλει στην αντιμετώπισή τους και στον περιορισμό των προλήψεων και δεισιδαιμονιών. Ωστόσο η υπερβολική αισιοδοξία όσον αφορά στην αποκρυπτογράφηση των ποικίλων ακόμη μυστικών λειτουργίας των μηχανισμών του σύμπαντος αλλά και της ζωής των έμβιων όντων οδηγεί συχνά σε λάθη που μπορεί να αποβούν και μοιραία στην πορεία του ανθρώπου στη γη. Η εξάντληση των φυσικών πόρων, η έλλειψη σεβασμού προς τη φύση και τις εκδηλώσεις της, που πηγάζουν από την υπερβολική αυτοπεποίθηση για την κυριαρχία του ανθρώπου, έχουν ήδη παραγάγει φαινόμενα ανησυχητικά. Στη θέση των αγίων και των δυνάμεων πέρα και πάνω από αυτόν τοποθέτησε τον εαυτό του και τις επιδιώξεις του. Έτσι για πρώτη φορά στην ιστορία του πάνω στη γη παρουσιάζεται ελάχιστα θεοσεβής, περίεργα δεισιδαίμων και μετά από τα επανειλημμένα λάθη του εις βάρος της επιβίωσής του προβληματισμένος για τις δυνατότητές του. Η αμφισβήτηση της παντοδυναμίας του ίσως τον οδηγήσει στην επιλογή λύσεων για τα προβλήματά του με σεβασμό προς τη φύση και τους κανόνες λειτουργίας της και σεβασμό προς ό,τι δεν μπορεί να πλησιάσει με την πεπερασμένη λογική του

•Η Δρ. Αικατερίνη Πολυμέρου – Καμηλάκη είναι τ. διευθύντρια, επιστ. συνεργάτις Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το