Τοπικά

Η αγάπη για το χωριό τους έγινε βιβλίο…

Η αναζήτηση της ιστορικής συνέχειας του τόπου τους αποτέλεσε το σημαντικότερο, ίσως, κίνητρο, για τα δραστήρια μέλη του Λαογραφικού-Μορφωτικού Ομίλου Πτελεού. Τελικά η αγάπη για το χωριό τους έγινε βιβλίο, το οποίο τιτλοφορείται «Πτελεός Μαγνησίας: Φωτογραφία και συλλογική μνήμη» και θα παρουσιαστεί την προσεχή Κυριακή 13 Αυγούστου στον προαύλειο χώρο του Δημοτικού Σχολείου Πτελεού. Η τριμελής συγγραφική ομάδα είχε άρωμα… θηλυκού, αφού οι συντελεστές του βιβλίου των 400 σελίδων ήταν οι Γεωργία Παππά-Φούντα, η Λένα Καραφέρη-Κεχαγιά και η Ράνια Θεοδωρογιάννη-Χατζηπλή. Η τελευταία μίλησε για το φιλόδοξο εγχείρημα που απαίτησε τέσσερα χρόνια επίπονης δουλειάς, αλλά σε κάθε περίπτωση, το τελικό αποτέλεσμα που διανθίστηκε από 1.000 περίπου μοναδικές φωτογραφίες, αποζημίωσε όλους όσοι μόχθησαν, μέχρι το βιβλίο να πάρει τον δρόμο για το τυπογραφείο.

Η 36χρονη απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας εργάστηκε επί μία τετραετία για την ολοκλήρωση του βιβλίου

Η 36χρονη γυναίκα, απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας δεν κατάγεται από τον Πτελεό. Υπήρξε μάλιστα από τους πρώτους φοιτητές που πέρασαν την πόρτα του ΙΑΚΑ το 1998. Η Ράνια Θεοδωρογιάννη-Χατζηπλή γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά λόγω του γάμου της πριν από εννέα έτη βρέθηκε σ’ αυτή τη γωνιά της νοτιοδυτικής Μαγνησίας. Αυτό βέβαια δεν την εμπόδισε διόλου να αγαπήσει τον Πτελεό. Από το 2009 είναι μέλος του Λαογραφικού Ομίλου και μέχρι πέρυσι υπήρξε επικεφαλής της θεατρικής ομάδας, έχοντας στο ενεργητικό της το ανέβασμα αρκετών παραστάσεων. Μόνο τον τελευταίο χρόνο έκανε μία ανάπαυλα από την ενασχόλησή της με το θέατρο, ώστε να αφοσιωθεί μαζί με τις άλλες δύο συγγραφείς στην ολοκλήρωση του συλλογικού έργου. «Εμείς οι τρεις δουλέψαμε για λογαριασμό του Λαογραφικού-Μορφωτικού Ομίλου Πτελεού. Τα τρία πρώτα χρόνια ασχοληθήκαμε μαζί με την κ. Παππά, η οποία είναι γέννημα-θρέμμα του χωριού. Όπως και η κ. Καραφέρη που πέρυσι τέτοιο καιρό προστέθηκε στη συγγραφική ομάδα. Ξεκίνησε από την επιμέλεια του βιβλίου, αλλά τελικά βοήθησε κι εκείνη στη συγγραφή», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Θεοδωρογιάννη-Χατζηπλή, ενώ στη συνέχεια μίλησε για τη μέθοδο που ακολουθήθηκε τόσο για τη συγκέντρωση, όσο και την τεκμηρίωση του υλικού που συμπεριλήφθηκε στο βιβλίο:

«Ο τίτλος που επιλέχθηκε, αν μη τι άλλο, προδιαθέτει για το περιεχόμενο. Το βιβλίο συνδυάζει φωτογραφίες και μαρτυρίες. Οποιαδήποτε πληροφορία σχετίζεται με την κάθε φωτογραφία που παραθέτουμε, διασταυρώθηκε από 2-3 άτομα τουλάχιστον. Συγκεντρώσαμε φωτογραφίες από 156 οικογένειες. Είτε έμεναν στο χωριό, είτε από ομογενείς. Μας έστειλαν φωτογραφίες μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μέχρι και Φτελιανοί της Αυστραλίας. Συγκεντρώσαμε 1.300 φωτογραφίες και δημοσιεύτηκαν στο βιβλίο περίπου χίλιες. Για την ακρίβεια επιλέξαμε 970 φωτογραφίες, οι οποίες αρχικά σκαναρίστηκαν κι έπειτα αρχειοθετήθηκαν με το όνομά τους, ανάλογα με το θέμα που αντιπροσώπευαν. Γυρνούσαμε τον Πτελεό από άκρη σε άκρη με το δημοσιογραφικό μας μαγνητόφωνο και ηχογραφούσαμε όσα είχαν να μας πούνε οι συγχωριανοί μας. Μιλήσαμε με πολύ κόσμο, βγαίνοντας στην πλατεία ή πηγαίνοντας στα σπίτια τους. Όλοι τους πάντως θυμήθηκαν τα παλιά και βοήθησαν πάρα πολύ».

Μέσα από τον τεράστιο όγκο πληροφοριών που συγκεντρώθηκε, οι τρεις συγγραφείς κάλυψαν μία μακρά περίοδο της ιστορίας του Πτελεού. «Καλύψαμε μία διαδρομή επτά δεκαετιών», είπε η κ. Θεοδωρογιάννη-Χατζηπλή και πρόσθεσε: «Η πιο παλιά φωτογραφία που εντοπίσαμε, προέρχεται από έναν Γάλλο περιηγητή. Χρονολογείται από το 1910 και απαθανάτισε τον Πτελεό, σε μία εποχή που οι φωτογράφοι περιηγούνταν ανά τη χώρα και έβγαζαν τοπία. Οι πιο πρόσφατες φωτογραφίες ήταν από το 1980. Το βιβλίο χωρίζεται σε 17 κεφάλαια κι αυτό που πρέπει να επισημάνω είναι πως πρόκειται για το βιβλίο του χωριού. Ο καθένας που μας έδινε μία πληροφορία, έγραψε και μία σελίδα. Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες, συμπεριλάβαμε θεματικές ενότητες, όπως η αρχιτεκτονική, παλιά επαγγέλματα του χωριού, υπάρχει ένα κεφάλαιο για την αγροτική ζωή, τις καλλιέργειες, τον αθλητισμό, την εκπαίδευση, εθνικές επετείους. Στην ουσία πρόκειται για μία μικρογραφία της κοινωνίας του προηγούμενου αιώνα στον τόπο μας».

Ένα από τα πρώτα επιβατικά αυτοκίνητα που κυκλοφόρησαν στον
Πτελεό. Στο τιμόνι διακρίνεται ο Ιωάννης Γρ. Γραμματίκας, ενώ στα αριστερά απεικονίζεται ο Αλέξανδρος Δεληστάθης, ηλεκτρολόγος στο επάγγελμα

Και φυσικά, αυτό το «ταξίδι» αποκάλυψε άγνωστες πτυχές της ιστορίας του Πτελεού, με τη συγγραφέα να εξομολογείται: «Ανακαλύψαμε τόσα πράγματα και συνάμα απίστευτα γοητευτικά. Ορισμένες ιστορίες δεν τις γνώριζαν ούτε οι ντόπιοι. Τα συζητούσα με άτομα της γενιάς μου, αλλά οι γνώσεις των συνομηλίκων μου ήταν περιορισμένες. Πολλά πράγματα τα γνωρίζουν μόνο όσοι τα έζησαν, όμως τώρα θα γίνουν κτήμα όλων. Για παράδειγμα, ο Πτελεός κάποτε θύμιζε… νησί. Η οδική σύνδεση με τον Βόλο έγινε πολύ αργότερα, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέχρι τότε ο κόσμος μετακινούνταν με καράβια. Αναφέρεται κι αυτό μέσα στο βιβλίο. Τότε ήταν διαδεδομένες οι συγκοινωνίες διά θαλάσσης. Ή το 1938, όταν ένας συγχωριανός μας αγόρασε το πρώτο ταξί. Και μετά την Κατοχή πρωτοστάτησε στον συνεταιρισμό των υπεραστικών λεωφορείων Μαγνησίας. Από το χωριό μας ξεπήδησαν άνθρωποι σπουδαίοι. Μελετήσαμε την ευρύτερη ιστορία, αλλά ειλικρινά ψάχνοντας, διαπιστώσαμε ότι ο Πτελεός ήταν πιο πάνω από τα γειτονικά χωριά. Πριν τον πόλεμο είχε ηλεκτρικό ρεύμα. Τότε αυτό ήταν προνόμιο αποκλειστικά του Βόλου, του Αλμυρού και της Στυλίδας. Το 1936 ο γεωργικός συνεταιρισμός είχε προμηθευτεί μία ντιζελομηχανή και φώτισε το χωριό. Έστησαν στύλους κι έδωσαν ρεύμα στον Πτελεό».

Όταν η νεαρή συγγραφέας έπιασε στα χέρια της τα πρώτα αντίτυπα, είχε κάθε λόγο να συγκινηθεί για το αίσιο τέλος της προσπάθειας: «Όλοι νιώσαμε υπερηφάνεια. Αφήνουμε μία παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές. Οι νέοι θα μάθουν για την ιστορία του τόπου μας. Κι αυτό που επαναλαμβάνω συνεχώς είναι το εξής: Κάτι πρέπει να κάνει ο καθένας μας. Να μην τα περιμένουμε όλα από τους άλλους. Προβλήματα και δικαιολογίες, όπως η οικονομική κρίση, δεν πρέπει να εμποδίζουν ανάλογες προσπάθειες. Όταν υπάρχει κίνητρο και κάνεις κάτι μέσα από την ψυχή σου, δεν υπάρχει εμπόδιο. Το πιο σπουδαίο απ’ όλα όμως ήταν η εμψύχωση των κατοίκων του χωριού. Ο κόσμος που μας έβλεπε, μας παρότρυνε να συνεχίσουμε. Συνεχώς μας ρωτούσαν πότε θα κυκλοφορήσει. Η προσμονή των Φτελιανών ήταν πολύ συγκινητική. Το περίμεναν όλοι. Και τώρα έφτασε η στιγμή που θα το δουν και θα το πιάσουν στα χέρια τους».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το