Ελλάδα

Φρένο ΣτΕ στα πρόστιμα για τα… αδήλωτα

Πέφτουν τα τσουχτερά πρόστιμα που βάζει η Εφορία σε ελεύθερους επαγγελματίες και επιτηδευματίες όταν ανακαλύπτει σημαντικές οικονομικές διαφορές ανάμεσα στα δηλωθέντα εισοδήματα και στις τραπεζικές καταθέσεις του ελεγχόμενου θεωρώντας τες αυτόματα ως προσαύξηση περιουσίας από άγνωστη αιτία και συνεπώς ως αποκρυβείσα αμοιβή, χωρίς σχετική τεκμηριωμένη κρίση.

Η νομολογία των δικαστηρίων προκαλεί ένα ακόμα πλήγμα στην πρακτική των αρχών, που θεωρώντας τις διαφορές των τραπεζικών λογαριασμών ως αδήλωτο εισόδημα, προχωρούν κατόπιν στην επιβολή υψηλών προστίμων επειδή δεν εκδόθηκαν τα απαραίτητα φορολογικά στοιχεία.
Ανατρέποντας αντίθετη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε μη νόμιμη τη σχετική πρακτική, υπογραμμίζοντας ότι η Εφορία φέρει το βάρος να αποδείξει ότι τα ποσά αυτά εισέπραξε ο ελεύθερος επαγγελματίας ή επιτηδευματίας ως αμοιβή για παροχή υπηρεσιών.
Παράλληλα το ΣτΕ ακύρωσε τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν μη νόμιμα (στη συγκεκριμένη περίπτωση τουλάχιστον 600.000 ευρώ), ανοίγοντας ουσιαστικά τον δρόμο για να βρεθούν «στον αέρα» πολλά παρεμφερή πρόστιμα που έχουν μπει στο πλαίσιο φορολογικών ελέγχων και έχουν προσβληθεί με πληθώρα αγωγών στα διοικητικά δικαστήρια της χώρας.
Λόγω «μείζονος σπουδαιότητας» η υπόθεση απασχόλησε μεγάλη σύνθεση του φορολογικού τμήματος ΣτΕ, καθώς θα είχε συνέπειες για ευρύτατο κύκλο προσώπων και με δεδομένο ότι η νομολογία έχει ήδη «προειδοποιήσει» εκδίδοντας ακυρωτικές αποφάσεις για πρόσθετους φόρους και πρόστιμα που σχετίζονται με «ανοίγματα» τραπεζικών καταθέσεων, ενώ έχει βάλει στο τραπέζι και το πρόβλημα των παράνομων αλλεπάλληλων παρατάσεων του χρόνου παραγραφής των φοροελέγχων.
Στο πλαίσιο ελέγχων σε λογαριασμούς, οι φορολογικές αρχές εντοπίζοντας μεγάλες καταθέσεις που δεν δικαιολογούνταν από τα δηλωθέντα εισοδήματα έβαζαν υψηλούς φόρους για αδήλωτα εισοδήματα και πρόστιμα γιατί δεν εκδόθηκαν παραστατικά για τις αποκρυβείσες αμοιβές, χωρίς όμως να αποδεικνύουν οι ίδιες ότι πράγματι εισπράχθηκαν τα ποσά αυτά για επαγγελματική δραστηριότητα.

 
Η υπόθεση
Στη συγκεκριμένη υπόθεση, κατόπιν καταγγελιών σε βάρος δικηγόρου ότι δεν εξέδιδε φορολογικά στοιχεία και διέπραξε οικονομικά παραπτώματα, το ΣΔΟΕ έλεγξε το 2012 σε βάθος 10ετίας, και ανοίγοντας τους τραπεζικούς λογαριασμούς του διαπιστώθηκε ότι οι καταθέσεις υπερέβαιναν τα συνολικά δηλωθέντα εισοδήματα.
Οι φορολογικές αρχές ζήτησαν εξηγήσεις, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι υπέπεσε σε φορολογικές παραβάσεις επί 7ετία (μη έκδοση αποδείξεων παροχής υπηρεσιών κ.λπ.) και επέβαλαν συνολικά πρόστιμα 632.178 ευρώ θεωρώντας ότι κάποιες από τις τραπεζικές καταθέσεις προέρχονταν από αμοιβές που δεν δηλώθηκαν.
Ο δικηγόρος προσέφυγε στο Δ. Εφετείο, διαμαρτυρόμενος ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί με συλλογιστικά άλματα θεώρησαν κάθε κατάθεση ως σχετιζόμενη με την επαγγελματική του δραστηριότητα χωρίς στοιχεία και τεκμηρίωση.

 
Το Δ. Εφετείο έκρινε ότι η Εφορία εντοπίζοντας τις διαφορές με τους τραπεζικούς λογαριασμούς σωστά θεώρησε ότι υπάρχει προσαύξηση περιουσίας από άγνωστη αιτία, ότι ο φορολογούμενος είχε το βάρος να αποδείξει την πραγματική πηγή ή αιτία προέλευσης των χρηματικών διαφορών από τις καταθέσεις, ότι ορθά θεωρήθηκαν αδήλωτο εισόδημα από παροχή υπηρεσιών και συνεπώς σωστά επιβλήθηκαν τα πρόστιμα, που μειώθηκαν σε 316.554 ευρώ.
Το ΣτΕ κάνοντας δεκτή την αναίρεσή του ακύρωσε τα πρόστιμα, τονίζοντας ότι σε μια τέτοια υπόθεση οι φορολογικές αρχές φέρουν κατ’ αρχάς το βάρος να αποδείξουν τα στοιχεία που συγκροτούν τη φορολογική παράβαση και τη μη έκδοση αποδείξεων παροχής υπηρεσιών από τον επαγγελματία.

 
Προσέθεσε ότι αφού του αποδίδονται παραβάσεις με τα ποσά που βρέθηκαν στον τραπεζικό λογαριασμό, οι φορολογικές αρχές όφειλαν να διαπιστώσουν τεκμηριωμένα (και με έμμεσες αποδείξεις) ότι ο επιτηδευματίας εισέπραξε τα ποσά ως αμοιβή της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Ομως δεν ανταποκρίνονται οι φορολογικές αρχές στην υποχρέωση τεκμηριωμένης κρίσης όταν απλά θεωρούν τις χρηματικές διαφορές ως περιουσιακή προσαύξηση άγνωστης προέλευσης και συνακόλουθα ως εισόδημα από υπηρεσίες και αποκρυβείσα αμοιβή.
Ετσι, κρίθηκε λανθασμένη η φορολογική εκτίμηση ότι κάθε αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας άγνωστης προέλευσης, που φορολογείται «πλασματικά» ως εισόδημα από ελεύθερο επάγγελμα, συνεπάγεται και επιβολή προστίμου για μη έκδοση φορολογικών στοιχείων χωρίς να αποδεικνύεται κάτι τέτοιο από την Εφορία.

Πηγή: Έθνος

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το