Τοπικά

Στα 60 εκατ. ευρώ εκτιμάται το κόστος αποκατάστασης του οδικού δικτύου Πηλίου

Σύμφωνα με τεχνική έκθεση που υποβλήθηκε στην Περιφέρεια Θεσσαλίας


Προσδιορίστηκαν 49 σημεία μεσαίας και μεγάλης επικινδυνότητας

 

 

Περίπου 60 εκατομμύρια ευρώ χρειάζονται αυτή τη στιγμή για την αποκατάσταση του οδικού δικτύου του Πηλίου σύμφωνα με το υπηρεσιακό σημείωμα που έχουν καταθέσει οι αρμόδιες Τεχνικές Υπηρεσίες της Περιφερειακής Ενότητας Μαγνησίας στον Περιφερειάρχη Θεσσαλίας κ. Κων. Αγοραστό.

Ένα οδικό κύκλωμα παλιό με 49 επικίνδυνα σημεία, χωρίς να έχουν γίνει αποκαταστάσεις τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και νέες αιτίες που οξύνουν σήμερα το πρόβλημα, όπως καταγράφονται στην Τεχνική Έκθεση που έχει κατατεθεί στην Περιφέρεια Θεσσαλίας.

 

 

Ρεπορτάζ: ΘΑΝΑΣΗΣ Κ. ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ

 

Με έρευνα – μελέτη που εκπονήθηκε με στόχο τη βελτίωση της ασφάλειας στο εθνικό δίκτυο της περιοχής Πηλίου, προσδιορίστηκαν 49 θέσεις μεσαίας και μεγάλης επικινδυνότητας που ταξινομήθηκαν με κριτήρια την επικινδυνότητα, την αμεσότητα και τη βατότητα του δρόμου.

Οι 15 θέσεις χαρακτηρίστηκαν σύμφωνα με τη μελέτη με τα παραπάνω τρία κριτήρια με κόστος μελέτης 1.520.000 ευρώ και κόστος κατασκευής 8.200.000 ευρώ, δηλαδή χρειάζεται μία συνολική δαπάνη 9.720.000 ευρώ.

Οι υπόλοιπες 33 θέσεις αξιολογήθηκαν με βάση τη βατότητα και διαιρούνται σε δύο ομάδες: Για τις 10 θέσεις με υψηλό κίνδυνο βατότητας εκτιμάται συνολικά δαπάνη κατασκευής περίπου 5.080.000 ευρώ. Για τις υπόλοιπες 23 θέσεις εκτιμάται συνολικά δαπάνη περίπου 11.2000.000 ευρώ. Επίσης για την αποκατάσταση των ανωτέρων αξόνων εκτιμάται δαπάνη σύμφωνα με τη μελέτη 26.000.000 ευρώ. Ακόμη για την παράκαμψη της Ζαγοράς, ένα έργο που καρκινοβατεί χρόνια τώρα και που όλοι το θεωρούν απαραίτητο, εκτιμάται δαπάνη 34.5000.000 ευρώ.

Επίσης είναι γνωστά τα προβλήματα που υπήρξαν στο οδικό κύκλωμα του Πηλίου μετά τις κατολισθήσεις που έγιναν στην περιοχή του Ξουριχτίου και όπου χρειάστηκε να γίνουν σημαντικές παρεμβάσεις το προηγούμενο διάστημα. Από την άλλη, το πρόβλημα αυτό ανέδειξε και τη συνολική ανάγκη για παρεμβάσεις στο οδικό κύκλωμα του Πηλίου που για χρόνια παραμένει στην ίδια κατάσταση. Εξάλλου, όπως έγινε γνωστό από τις Τεχνικές Υπηρεσίες της Περιφέρειας Θεσσαλίας «οι εργασίες στην περιοχή Ξουριχτίου ολοκληρώνονται τις αμέσως προσεχείς ημέρες μετά την κατασκευή και κάποιων τεχνικών έργων που χρειάστηκαν να γίνουν, για τη διοχέτευση των νερών σε χειμάρρους».

 

Τα επικίνδυνα σημεία

Η ομάδα μελέτης που συνέταξε την Τεχνική Έκθεση που δόθηκε στον περιφερειάρχη Θεσσαλίας κ. Κων. Αγοραστό αποτελούνταν από τον κ. Νίκο Χατζηνικολάου πολιτικό μηχανικό-Γεωτεχνικό μηχανικό, Αθανασία Παναγιωτακοπούλου πολιτικό μηχανικό-γεωτεχνικό μηχανικό και Αθανάσιο Καρίνα, μεταλλειολόγο μηχανικό του ΕΜΠ-Γεωτεχνικό.

Τα 49 επικίνδυνα σημεία, σύμφωνα με τη μελέτη, εντοπίστηκαν στα παρακάτω σημεία: Στη διαδρομή Χάνια-Καράβωμα, στην διαδρομή Καράβωμα-Ζαγορά-Πουρί, στη διαδρομή Ζαγορά-Χορευτό, στη διαδρομή Ξουρίχτι-Τσαγκαράδα- Μούρεσι-Ανήλιο-Μακρυρράχη-Καράβωμα.

Όπως επισημαίνεται στη μελέτη «οι διαδρομές αυτές είναι οι ελάχιστες για τις οποίες κρίνεται ότι θα πρέπει να υλοποιηθεί πρόγραμμα αποκατάστασης. Η εμφάνιση και νέων αστοχιών σε άλλα νέα σημεία του οδικού δικτύου δεν μπορεί να αποκλειστεί. Από τις ανωτέρω 49 συνολικά θέσεις, έλεγχος πραγματοποιήθηκε σε 16 από αυτές με βάση και τις υποδείξεις της Υπηρεσίας.

Οι αστοχίες στο εθνικό δίκτυο του Πηλίου, αλλά και των παρακαμπτηρίων και δευτερευουσών οδών συμβαίνουν σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα τις παρατεταμένες υγρές περιόδους του έτους και μάλιστα όταν οι βροχοπτώσεις έχουν έντονο χαρακτήρα.

 

Αστοχίες

Στον ορεινό όγκο του ανατολικού Πηλίου όπου αναπτύσσεται το εθνικό δίκτυο (Χάνια- Καράβωμα- Ζαγορά- Πουρί) και (Καράβωμα- Μακρυράχη- Ανήλιο- Μούρεσι- Μούρεσι- Τσαγκαράδα- Ξουρίχτι) η χάραξη διέρχεται από προβληματικούς γεωλογικούς σχηματισμούς (μανδύας αποσάθρωσης σχιστολίθου, άργιλοι, αμμοϊλές, πλευρικά κορρήματα, ποταχειμάρριες αποθέσεις κ.λπ.) με δυσμενείς συνθήκες υπογείων νερών (σχηματισμοί υψηλής και μέτρια διαπεραιότητας) και με ενεργή γεωμορφολογία λόγω διαδικασιών αποσάρθωσης και διάβρωσης. Η κύρια οδική αρτηρία σε πολλά σημεία έχει θεμελιωθεί επάνω σε ασταθή επιφανειακά εδαφικά στρώματα και σε πρανή με μεγάλες κλίσεις.

Η ανωτέρω χάραξη έγινε σε αρκετά παλαιότερες εποχές ακολουθώντας τις υψομετρικές καμπύλες του έντονου γεωτοπογραφικού ανάγλυφου του ανατολικού Πηλίου χωρίς σημαντικά έργα αντιστήριξης διαχείρισης επιφανειακών και υπόγειων υδάτων και κυρίως χωρίς τη γνώση των τοπικών εδαφικών συνθηκών.

Τέλος τελευταία τα κυκλοφοριακά φορτία στο οδικό δίκτυο έχουν αυξηθεί σημαντικά όπως και η έντονη ανοικοδόμηση με κατασκευές κάθετα στη δίαιτα των υπογείων υδάτων. Επίσης υπάρχει ανεξέλεγκτη κατασκευή δευτερευουσών ιδιωτικών οδών που συμβάλλουν στον κύριο άξονα της οδού.

Πολλές από τις αστοχίες του οδικού δικτύου έχουν κοινά προβλήματα και τα αίτιά τους που τις προκαλούν είναι παρόμοια».

Ακολούθως η μελέτη καταγράφει τις αστοχίες που έχουν γίνει κατά την κατασκευή του οδικού κυκλώματος Πηλίου, αλλά και άλλες αιτίες που προστέθηκαν τα επόμενα χρόνια και οξύνουν σήμερα το πρόβλημα και είναι: Παλαιά χάραξη του οδικού δικτύου παράλληλα προς τις υψομετρικές καμπύλες του τοπογραφικού ανάγλυφου με κύριο γνώμονα την ελαχιστοποίηση των τεχνικών και χωματουργικών εργασιών (κακή γεωμετρία χάραξης σε επικλινή πρανή, έλλειψη αντιστηρίξεων, λίγα τεχνικά κ.λπ.). Επίσης μη επαρκή γνώση των τοπικών εδαφικών συνθηκών, γεωτεχνικών και υδρολογικών παραμέτρων των εδαφικών σχηματισμών από τις οποίες διέρχεται ο άξονας του οδικού δικτύου. Η χάραξη της οδού διέρχεται από προβληματικούς εδαφικούς σχηματισμούς, χωρίς τα ανάλογα έργα αντιστήριξης.

Η έλλειψη συστηματικής συντήρησης των υπαρχόντων τεχνικών απορροής των επιφανειακών, αλλά και των υπόγειων υδάτων. Επίσης η ιδιωτική οικοδόμηση εντός των οικισμών από τους οποίους διέρχεται το εθνικό δίκτυο χωρίς τη λήψη απαραίτητων συνολικών μέτρων ευστάθειας.

Η αύξηση του κυκλοφοριακού φόρτου της οδού και σε μέγεθος, αλλά και σε συχνότητα. Η δράση του νερού κατά τους παρατεταμένους υγρούς μήνες του έτους που δίνει το αίτιο για τις αστοχίες (διείσδυση των νερών της βροχής μέσα στο σώμα των επιχωμάτων της οδού, αύξηση πίεσης των πόρων, υδροστατικών πιέσεων, μείωση διατμηματικής αντοχής κ.λπ.)».

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το