Πολιτική, Τοπικά

Ανεξέλεγκτες οι διαστάσεις της επαιτείας στο Βόλο

Ανήμπορες μητέρες από τη Βουλγαρία  ζητούν βοήθεια ακόμη και στο πάρκο

του Αγ. Κωνσταντίνου, όπου «στρατοπεδεύουν» ολόκληρες οικογένειες

Τα θύματα αρνούνται να καταγγείλουν τους δουλεμπόρους, επειδή φοβούνται

τις συνέπειες…


Ανεξέλεγκτες διαστάσεις έχει λάβει το φαινόμενο της επαιτείας στον Βόλο, με ανήμπορες μητέρες από τη Βουλγαρία να ζητούν βοήθεια ακόμη και στο πάρκο του Αγίου Κωνσταντίνου, όπου άρχισαν να «στρατοπεδεύουν» ολόκληρες οικογένειες.

Στις λαϊκές αγορές, στα μαγαζιά, στις εκκλησίες, στα φανάρια των δρόμων, ακόμη και στα δημόσια γραφεία, ικετευτικά χέρια απλώνονται και ζητούν βοήθεια.

Οι περισσότεροι, θύματα εκμετάλλευσης κυκλωμάτων, κυκλοφορούν ανενόχλητοι, δημιουργώντας στο κέντρο της πόλης την εικόνα της υποβάθμισης.

Μητέρες με τα νεογέννητα στα χέρια να «ψήνονται» από τον πυρετό ζητιανεύουν μέσα στην παγωνιά και κανείς δεν ενδιαφέρεται για την τύχη των παιδιών.

Στο Βόλο δραστηριοποιείται μεγάλο κύκλωμα επαιτείας από Βούλγαρους και Ρουμάνους αθίγγανους, που εκμεταλλεύονται ανήλικα, ενώ η εικόνα με τις μητέρες να κρατούν τα μωρά στην αγκαλιά είναι σοκαριστική.

Στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι ζητιάνοι είναι μετανάστες, κομμάτι ενός παζλ εμπορίας ανθρώπων.

Ανθρώπινα ράκη, σωριασμένα έξω από τράπεζες και δημόσιους χώρους, απόκληρα παιδιά να εκλιπαρούν για να πουλήσουν χαρτομάντηλα στα φανάρια.

Κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει στην πόλη το ποσοστό των πραγματικών αναξιοπαθούντων, των, κατ’ επάγγελμα, ζητιάνων, όσων είναι υποκείμενα εκμετάλλευσης από κυκλώματα, συχνά διεθνή, όσων έχουν τη δική τους «πιάτσα» με ωράριο και καλό μεροκάματο.

Η εξάπλωση των κυκλωμάτων προβληματίζει την αστυνομία η οποία πάντως περιορίζεται σε τυπικούς ελέγχους και επεμβαίνει μόνο όταν κληθεί από καταστηματάρχες και πολίτες. Εξάλλου, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις συλλήψεων επαιτών, τα θύματα αρνούνται να καταγγείλουν τους δουλεμπόρους, επειδή φοβούνται τις συνέπειες. Επιπλέον, η αστυνομία δεν μπορεί να τους απελάσει εφόσον προέρχονται από χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η υπόθεση λήγει συνήθως με την επιβολή συμβολικού προστίμου το οποίο δεν πληρώνεται ποτέ.
Στο σύνολό τους οι επαίτες είναι θύματα βουλγαρικών και ρουμανικών συμμοριών, οι οποίοι έρχονται στη χώρα μας με την υπόσχεση να βρουν αξιοπρεπή εργασία. Τα «αφεντικά» κρατούν τα χαρτιά τους και τους ξεκαθαρίζουν ότι μόνο εφόσον ζητιανεύουν θα έχουν τροφή, αρπάζοντας μάλιστα τα χρήματα που κερδίζουν.

Το μεροκάματο ενός επαίτη αρχίζει από μερικές δεκάδες ευρώ και μπορεί να φτάσει έως και τα 200 ευρώ.
Πρόκειται για τεράστια ποσά, αν αναλογιστεί κανείς ότι στις περιοχές της Νοτιοανατολικής Βουλγαρίας από όπου προέρχονται οι περισσότεροι ζητιάνοι οι  μισθοί δεν ξεπερνούν τα 200 ευρώ μηνιαίως.

Το κύκλωμα των Βούλγαρων κυριαρχεί στην «αγορά» αλλά σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις Έλληνες είναι αυτοί που καθημερινά εκμεταλλεύονται τα παιδιά τους και τα οδηγούν στην επαιτεία.

Για τα κυκλώματα των Βούλγαρων, στα οποία εμπλέκονται και Έλληνες, η επαιτεία έχει εξελιχθεί στο πιο προσοδοφόρο επάγγελμα.

Κανείς όμως δεν έχει κινητοποιηθεί για να προστατέψει τα παιδιά τους, αλλά είναι και πολλά ελληνόπουλα που επαιτούν σε καφετέριες.

Η έλλειψη συνεργασίας μεταξύ των κοινωνικών υπηρεσιών και της αστυνομικής διεύθυνσης είναι κάτι παραπάνω από εμφανής γεγονός που επιτείνει το φαινόμενο, εφόσον κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη περιορισμού του.

Πίσω από την καθημερινή επαιτεία κρύβεται τζίρος χιλιάδων ευρώ.

Σταθερές «πιάτσες» είναι η οδός Ερμού, σε διάφορα σημεία της, η παραλία, και η οδός Δημητριάδος. Μητέρες με μωρά, ηλικιωμένοι με ακρωτηριασμένα άκρα και ανήλικοι επαίτες, συνθέτουν το σκηνικό στο κέντρο της πόλης.

Καθημερινά διέρχονται πολλοί από καφετέριες και τσιπουράδικα.

Κατά περιόδους γεμάτα από παιδιά είναι τα φανάρια στην οδό Λαρίσης, που πωλούν χαρτομάντηλα, είτε εκλιπαρούν για λίγα σεντς, αφού καθαρίσουν τα παρμπρίζ των αυτοκινήτων.

Σε ταβέρνες, στα καφέ  και στα τσιπουράδικα παιδιά που πωλούν διάφορα αντικείμενα, είναι γνώριμα σε όλους τους θαμώνες και σε αυτή την περίπτωση είναι απορίας άξιο, γιατί κανείς δεν παρεμβαίνει για την προστασία τους.

Η συνηθισμένη δικαιολογία είναι ότι πρόκειται για ανήλικα που τα  «εμπορεύεται» κύκλωμα, το οποίο μετά από καιρό θα τα μεταφέρει σε άλλη πόλη, γι’ αυτό και είναι δύσκολος ο εντοπισμός τους.

Ανάμεσά τους όμως βρίσκονται και ελληνόπουλα, γνωστές περιπτώσεις στις κοινωνικές υπηρεσίες και την αστυνομία. Ωστόσο τα συγκεκριμένα παιδιά, των οποίων οι οικογένειες εύκολα μπορούν να εντοπιστούν,  «εργάζονται» σε καθημερινή βάση.

Η πρόεδρος του Δημοτικού Οργανισμού Υγείας κ. Ντίνα Παπαστεφάνου αφήνει ξεκάθαρα να εννοηθεί πως οι υπηρεσίες του δήμου δεν μπορούν να αναλάβουν καμία ευθύνη.

«Εμείς μπορούμε να προστρέξουμε, όπου μας ζητηθεί αλλά η πάταξη των κυκλωμάτων είναι θέμα της αστυνομίας. Οι άνθρωποι που ζητιανεύουν είναι δύσκολο να εντοπιστούν από εμάς, γιατί είναι μεταφερόμενοι. Κυκλώματα τους μεταφέρουν με κλειστά φορτηγάκια από πόλη σε πόλη», σημειώνει.

Επίσης υπογράμμισε πως πρέπει και οι πολίτες να καταγγέλλουν τις περιπτώσεις όπου παιδιά εκτίθενται σε κίνδυνο και να καλούν την αστυνομία, που πρέπει να κάνει συλλήψεις.

Στο ερώτημα πώς μπορούν να προστατευτούν τα βρέφη και τα ανήλικα παιδιά που χρησιμοποιούνται από το κύκλωμα, η απάντηση από τις κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου Βόλου είναι πως αδυνατούν να παράσχουν βοήθεια και επιρρίπτουν όλες τις ευθύνες στην αστυνομία.

Ο ΔΟΥΚ, σύμφωνα με την ίδια δεν μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω από το να καλέσει τις αστυνομικές αρχές στη περίπτωση που του καταγγελθούν περιστατικά.

Στο Βόλο υπάρχουν και δεκαπέντε άστεγοι καταγεγραμμένοι, που είτε από ψυχολογικά είτε από οικονομικά προβλήματα έφτασαν σε οριακές καταστάσεις και ζητούν βοήθεια από τους περαστικούς.

Πρόκειται για ανθρώπους που δεν έχουν ύφος αναξιοπαθούς, με το οποίο περιγράφονται τερατώδεις ατυχίες και καταστάσεις, ούτε κάποιο ανά χείρας τεκμήριο για να «πείσει» για σπάνια ασθένεια ή πολυμελή οικογένεια «χωρίς ψωμί και γάλα».

Ο Δημοτικός Οργανισμός Υγείας περιθάλπτει πέντε περιπτώσεις αστέγων. Νοικιάζει σπίτια και τους παρέχει ένα ελάχιστο εισόδημα, από το Ταμείο Αλληλεγγύης, αλλά στις υπόλοιπες δέκα περιπτώσεις δεν μπορεί να παρέμβει, γιατί οι ίδιοι οι άστεγοι δεν το επιθυμούν. Κοιμούνται σε παγκάκια, πυλωτές πολυκατοικιών ή και τροχόσπιτα.

Ο μικρότερος άστεγος που φιλοξενείται σε σπίτι που νοίκιασε ο ΔΟΥΚ είναι 28 ετών και οδηγήθηκε με την μητέρα του στον δρόμο, λόγω οικονομικών προβλημάτων.

Επίσης μια ακόμη κατηγορία ανθρώπων με σοβαρά προβλήματα, κυρίως υγείας, έχει καταγραφεί στην πόλη.

Πρόκειται για ανθρώπους που συναθροίζονται σε γωνίες κεντρικών οδών, σπανίως ζητούν χρήματα από περαστικούς, καταναλώνουν αλκοόλ και «χάνονται». Τα κεντρικά σημεία που συναθροίζονται δεν καθαρίζονται από την υπηρεσία καθαριότητας, με αποτέλεσμα η δυσοσμία να κατακλύζει σε συγκεκριμένα τμήματα δρόμους μεγάλης κυκλοφοριακής κίνησης.

Επίσης οι κοινωνικές υπηρεσίες δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για να βοηθήσουν τους συγκεκριμένους ανθρώπους που δείχνουν να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, εφόσον οι ίδιοι δεν ζητούν βοήθεια.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΤΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το