Πολιτισμός

Θωμάς Κοροβίνης: Πιστεύω στην μπέσα ανθρώπων παλαιάς κοπής – Πρότυπο η αφοσίωσή τους σε αξίες που πρέσβευαν ισόβια

Με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου την Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου στις 8 μ.μ., στο βιβλιοπωλείο Χάρτα, η «Θ» φιλοξενεί σήμερα συνέντευξη του Θωμά Κοροβίνη. Για το μυθιστόρημά του με τίτλο «Ο θρύλος του Ασλάν Καπλάν», ένα λαϊκό ρομάντζο τον καιρό της φωτιάς του 1917 στη Θεσσαλονίκη, θα μιλήσουν οι Κώστας Μοράρος, σύμβουλος ανάπτυξης, ιστορικός, Εύη Κουτρουμπάκη, φιλόλογος, κριτικός λογοτεχνίας, Μάκης Χριστοφορίδης, δερματολόγος, ενώ ανάγνωση αποσπασμάτων θα κάνει η Κατερίνα Αντωνακάκη με συντονίστρια της εκδήλωσης τη δημοσιογράφο Ρωσσάνα Πώποτα.

Το τελευταίο σας βιβλίο με τίτλο «Ο θρύλος του Ασλάν Καπλάν» είναι ένα γοητευτικό μυθιστόρημα γεμάτο έρωτα και δράση με φυσικό φόντο τη Θεσσαλονίκη του 1917. Τι είναι εκείνο που θέλετε να αναδείξετε από την πόλη που ζείτε και τόσο αγαπάτε;
Ήταν ένα προσωπικό χρέος που με βασάνιζε χρόνια, να αναδείξω τον διαπολιτισμικό, κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της μέσα από ένα μυθιστόρημα εποχής. Οι σημερινοί συγχωριανοί μου δεν έχουν εικόνα εκείνης της διεθνικής πολιτείας πριν από έναν αιώνα, όπου Εβραίοι, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, οι τρεις βασικοί λαοί που συνέθεταν την ταυτότητά της, συνυπήρχαν μαζί με άλλους με τις διαφορές τους βέβαια, αλλά σε μια θαυμαστή συμπόρευση περίπου για μισή χιλιετηρίδα. Η πολυεθνική συνύπαρξη σε συγκεκριμένο χωροχρόνο, βλέπε Σμύρνη, Θεσσαλονίκη κ.λπ., μας έχει διδάξει τη σχετική κοινωνική αρμονία και την ανθρώπινη αλληλεγγύη, ενώ η έξαρση του φανατικού σωβινισμού τι άλλο επιφέρει σήμερα από μιαν ατέρμονη βαρβαρότητα;

Οι δύο κεντρικοί ήρωες δεν είναι Έλληνες. Ο Ασλάν Καπλάν Τουρκαλβανός και η μοιραία Σαλώμη είναι Σεφαραδίτισσα Ισπανοεβραία. Η επιλογή τους στοχεύει στην ανάδειξη της συνύπαρξης λαών και πολιτισμών ή είναι τυχαία;
Οι ήρωες της λογοτεχνίας μου είναι λαϊκοί ή περιθωριακοί άνθρωποι. Ο άντρας είναι Τουρκαλβανός παλικαράς, που απονέμει λαϊκή δικαιοσύνη και η γυναίκα Ισπανοεβραία, διωγμένη από την ομογένειά της. Ενώνονται ερωτικά, παράφορα και μέσα από τις ετερότητές τους. Ήθελα να δείξω τι συμβαίνει μέσα στο χαρμάνι των πολιτισμών και μέσα στην ταραχή της ιστορίας ως παρέκκλιση και όχι ως νόρμα, το αποκλίνον και όχι το επίσημο πρόσωπο της πόλης.

Με φόντο τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 οι ήρωες παρουσιάζονται μέσα από την καθημερινότητά τους. Γιατί επιλέξατε αυτή τη συγκεκριμένη – καθοριστική – περίοδο για το μυθιστόρημά σας;
Επέλεξα τις τριάντα δύο ώρες της πυρκαγιάς ως μυθιστορηματικό χρόνο λόγω της πυκνότητάς του, για να βάλω να γίνονται «σημεία και τέρατα» σε πολύ σύντομο διάστημα. Η φωτιά με βόλευε και γιατί μετά από τον όλεθρο που επέφερε, η φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης άλλαξε άρδην και για να πλάσω δύο πυριφλεγή ερωτικώς πρόσωπα που το πάθος τους παραλληλίζεται, αλλά και υπερβαίνει το μένος της καταστροφικής φωτιάς.

Ο κεντρικός ήρωας, ο Ασλάν Καπλάν, είναι ένας σύγχρονος ήρωας, μπεσαλής και μάγκας, Ρομπέν των Δασών, αλάνι και δανδής, πρότυπο που στην ουσία λείπει από τη σύγχρονη Ελλάδα. Με τον τρόπο σας θέλετε να τον αναδείξετε ως ιστορικό πρότυπο ή ως πρόταση – προτροπή;
Ο Ασλάν Καπλάν ακολουθεί στη σειρά λαϊκών ηρώων παλιότερων εποχών όπως ήταν οι Ακρίτες του Βυζαντίου, οι κοινωνικοί ληστές σαν τον Γιαγκούλα ή τον εφέ Τσακιτζή της Μικράς Ασίας. Επίσης εκφράζει μια ήπια, μια «γλυκιά» αλητεία που αντιτίθεται στον τραμπουκισμό, αλλά συνηγορεί στην απονομή αυτοσχέδιας λαϊκής δικαιοσύνης κατά τον τρόπο που σποραδικά μπορεί να εμφανίζεται σε όλες τις εποχές (και σήμερα) αμείλικτης σατραπείας των ισχυρών έναντι των πληβείων. Πιστεύω επίσης στην μπέσα των παλαιάς κοπής ανθρώπων και προτείνω ως πρότυπο την αφοσίωσή τους στο αξιακό σύστημα που πρέσβευαν ισόβια, κάτι που σήμερα ουδόλως ισχύει, καθώς είμαστε λίγο πολύ ενδοτικοί σε θέματα ιδεολογικής πίστης.

Ο έρωτας κυριαρχεί στο μυθιστόρημά μας. Από τον ψευδοκαλόγερο και τις ερωμένες του, τον Ασλάν Καπλάν και τη Σαλώμη, την ετεροθαλή αδελφή και πόσους άλλους. Ήταν και είναι τελικά η Θεσσαλονίκη η πόλη που εγείρει πάθη και ηδονή, είναι η νεφοσκεπής πόλη μικρογραφία της αγαπημένης σας Πόλης (Κωνσταντινούπολης) πόλη ερωτική όπως πολλοί υποστηρίζουν;
Ο αισθησιασμός και η ερωτολογία μου είναι πολύ προσφιλή θέματα. Την εποχή εκείνη ασφαλώς η Θεσσαλονίκη ήταν μια όντως πολυερωτική, «αμαρτωλή» πολιτεία, είχε μετατραπεί σε ένα πολυεθνικό παζάρι του αγοραίου κυρίως έρωτα, λόγω προπαντός της εγκατάστασης εκεί της λεγόμενης «Στρατιάς της Ανατολής» υπό τον Γάλλο στρατηγό Σαράιγ με πλήθος στρατιώτες από τις αποικίες και Ευρωπαίους. Η Σαλονίκη μοιάζει με την Πόλη, ως δευτέρα τη τάξει κοσμόπολη τριών αυτοκρατοριών, λόγω του ιστορικού χαρακτήρα της, με το ισχυρό ρωμαϊκό, βυζαντινό και οθωμανικό παρελθόν της, απ’ αυτή την πλευρά. Όσο για το παραμύθι περί ερωτικής πόλης της Θεσσαλονίκης στις μέρες μας αυτό είναι μια φαντασιακή μπούρδα που κατασκευάστηκε από Αθηναίους κυρίως, μπονβιβέρ πολιτιστικούς τουρίστες, και δεν έχει καμιά απολύτως υπόσταση. Απ’ αυτούς που τους ταΐζουν εκεί «το καλύτερο χιουνκιάρ μπεγεντί» και αν κάνουν κάνα καλό καμάκι το διαφημίζουν ως ξεθεωτική παρτούζα.

Κατορθώνετε μέσα από το βιβλίο σας να δημιουργήσετε εικόνες, να δώσετε στιγμές αλλοτινές. Προηγήθηκε έρευνα, μελέτη και αναζήτηση στοιχείων;
Το μυθιστόρημα «Ο θρύλος του Ασλάν Καπλάν» είναι θα έλεγα και ιστορικό μυθιστόρημα. Για να γραφτεί προαπαιτούσε μελέτη πολύ εκτενούς βιβλιογραφίας, πράγμα που συνιστά έναν εργασιακό πολύμοχθο και πολύχρονο άθλο. Δεν γίνεται αλλιώς. Δουλεύω «αλά Παπαδιαμάντη», καρφιτσώνοντας στον τοίχο τις επιλεγμένες πληροφορίες, όπως εκείνος μάθαινε τις ξένες γλώσσες. Οι ήρωές μου είναι πλάσματα της φαντασίας του συγγραφέα, αλλά τα πραγματολογικά στοιχεία επαληθεύονται απόλυτα και αντιστοιχούν στο ιστορικό και γεωγραφικό πλαίσιο της εποχής εκείνης.

Κύριε Κοροβίνη ακροβατείτε με άνεση και επιτυχία μεταξύ γραφής, έρευνας, μουσικής και τραγουδιού. Τι σας έλκει περισσότερο και με τι από όλα δεν θα μπορούσατε να ζείτε;
Όλες αυτές οι ιδιότητες που συνοδεύονται από δραστηριότητες, υπαγορεύονται από ανάγκη ζωής. Δεν μπορώ να υπάρχω χωρίς τίποτε απ’ όλα αυτά, απλώς κάθε φορά κάπου βαραίνει παραπάνω η ζυγαριά. Τώρα διασκευάζω το μυθιστόρημα αυτό για το θέατρο, παράλληλα ετοιμάζω ένα καινούριο, έχω στα σκαριά μια μελέτη για το λαϊκό τραγούδι στη Θεσσαλονίκη του 20ού αιώνα, ενώ πολύ συχνά τραγουδώ με τους συνεργάτες μου σε μουσικές σκηνές κυρίως στη Θεσσαλονίκη. Τελευταία, με αφορμή το μυθιστόρημα τούτο, οργανώνω την παράσταση «Καφέ αμάν Σαλόνικα» με πολύ κέφι και ζωντάνια, με τις εξαιρετικές ερμηνεύτριες Λιζέτα Καλημέρη και Σοφία Παπάζογλου.

Η Θεσσαλονίκη πάντα και παντού, γύρω σας και προφανώς μέσα σας κι εσείς ως εμβληματική προσωπικότητα αυτής της πόλης μπορείτε να φανταστείτε τη ζωή σας μακριά της;
Είμαι δεμένος με τις αναμνήσεις μου και με το πρόσφατο και απώτερο παρελθόν της πόλης μου. Η σύγχρονη εικόνα της και η ανθρωποσύνθεσή της με απογοητεύουν πολύ, τις τελευταίες δεκαετίες είχε χαμηλώσει πολύ το ταβάνι της, πέρασε μια «νεομεσαιωνική» περίοδο (ας παραδειγματιστούν κι άλλες πόλεις από αυτόν τον κατήφορο, ασφαλώς και ο Βόλος), με πνίγει λοιπόν και συχνά καταγγέλλω την πνευματική της πτώση και την αδιαφορία των συμπολιτών μου, όμως έχω αποφασίσει να μην την εγκαταλείψω και να παλέψω ως μονάδα για λογαριασμό της με γινάτι και με όλη μου τη δύναμη.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το