Άρθρα

Ταξιδεύοντας… «με τον τρόπο του Γιώργου Σεφέρη» – Από τον Λαύκο Πηλίου, στη Βικελαία Βιβλιοθήκη Ηρακλείου

Του Δημήτρη Χ. Σάββα,
προϊσταμένου της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ηρακλείου

Ήταν Απρίλης του 1986, μόλις Δευτέρα του μηνός, ημέρα σημαδιακή και καθοριστική της όλης μου πορείας. Ήταν η μέρα, που για πρώτη φορά βρέθηκα στον εργασιακό μου χώρο, σ’ αυτόν της Βικελαίας Βιβλιοθήκης. Πάντα η κάθε αρχή είναι δύσκολη και πάντοτε κάτι καινούργιο μας φαίνεται ακατόρθωτο, άπιαστο ίσως και αβέβαιο, ποτέ όμως απραγματοποίητο. Στη Βικελαία Βιβλιοθήκη συνάντησα την υπεύθυνη εφορεύουσα δεσποινίδα Αργυρώ Καρούζου. Μια πραγματικά Καστρινή αριστοκράτισσα, μια κυρία παλαιάς κοπής με έντονα τα αισθήματα της καλοσύνης, αλλά και της συναδελφικότητας. Ο έφορος της Βικελαίας Βιβλιοθήκης, ο Νίκος Χ. Γιανναδάκης, βρισκόταν στην Αθήνα, προκειμένου να παραλάβει τη δωρεά του Νομπελίστα ποιητή Γιώργου Σεφέρη από το σπίτι του ποιητή, που βρίσκεται στην οδό Άγρας 20. Πιο συγκεκριμένα, την παρέλαβε από τη γυναίκα του, τη Μαρώ Σεφέρη, ως δωρεά Γιώργου και Μαρώς Σεφέρη. Πρόκειται για μια από τις πιο σπάνιες συλλογές, που έχει σήμερα στην κατοχή της η βιβλιοθήκη, μαζί με το διπλωματικό αρχείο του Γιώργου Σεφέρη. Ένα χρόνο αργότερα και συγκεκριμένα τον Μάιο του 1987 έγιναν με κάθε μεγαλοπρέπεια τα εγκαίνια της προαναφερόμενης βιβλιοθήκης με την παρουσία πολλών επωνύμων ανθρώπων του πνεύματος και της τέχνης, καθώς και με την παρουσία δυο προσφιλών προσώπων του ποιητή, της συζύγου του Μαρώς Σεφέρη και του καθηγητή της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γιώργου Σαββίδη, γνωστού και ως «γραμματικού των Σεφέρηδων».

Στη συγκεκριμένη φωτογραφία, που εικονίζονται οι Ζήσιμος Λορεντζάτος, η γυναίκα του Έλενα κι ο Γιώργος Σεφέρης, δίπλα στον ποιητή είναι ο δικηγόρος Ευστάθιος Καραστάθης (εκ Λαύκου ορμώμενος)

Μπορεί ο Γεώργιος Δροσίνης, ένας από τους πιο τρυφερούς λυρικούς μας ποιητές να ύμνησε κατά τον καλύτερο τρόπο το βουνό των Κενταύρων, το Πήλιο, αποκαλώντας το: «Βουνό των βουνών καμάρι», όμως εξίσου μεγάλη αγάπη έδειχνε προς αυτό και ο ποιητής μας Γιώργος Σεφέρης. Πάντοτε δοθείσης ευκαιρίας ήταν ένας από τους αγαπημένους του προορισμούς, πριν και μετά τον πόλεμο. Η αγάπη του, οι εντυπώσεις του, η ηρεμία και η σιγαλιά της νύχτας αποτυπώνεται από τον ίδιο στα ημερολόγιά του: «όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει…» γράφει χαρακτηριστικά ο ίδιος και συνεχίζει: «Εδώ με βασανίζει το πουκάμισο του Νέσσου». Πρέπει να κρατήσει ο ίδιος και να ξαναντυθεί τον εξουθενωτικό χιτώνα του Νέσσου, την παράδοση, προτρέποντας και εμάς να κάνουμε το ίδιο. Πρέπει λοιπόν ο ίδιος να δεχτεί, αλλά και να δεχτούμε να κρατήσουμε στα αδύναμα χέρια μας τη μαρμάρινη κεφαλή, που το βάρος της τσακίζει τους ώμους. Ο ίδιος θα περπατήσει στις ακρωτηριασμένες πέτρες, που είναι γεμάτη η ελληνική γη, αναζητώντας τον χαμένο τόπο, που γεννήθηκε. Το μήνυμα του ποιητή, μας υπενθυμίζει το χρέος, που έχουμε σαν Έλληνες, σαν άνθρωποι, σαν απόγονοι αυτών, που οικοδόμησαν τον Παρθενώνα, μήνυμα ανεξίτηλο και επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε, σε μία Ελλάδα, που ταλανίζεται από αμέτρητους εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους. Το μεγαλείο του Σεφέρη συνίσταται στο ότι αμφιβάλλει και αναρωτιέται αν αξίζει τη μοίρα του, να γεννηθεί δηλαδή σ’ αυτόν τον ευλογημένο τόπο, και αν οι άνθρωποι με το πέρασμα των αιώνων είναι ίδιοι ή λησμόνησαν και έχασαν τις ρίζες και τη συνείδησή τους.
Πήλιο!

Ένας αγαπημένος προορισμός του Γιώργου Σεφέρη. Κάτω από τα πλατάνια της πλατείας προφανώς εννοεί τη Ζαγορά, πίνοντας τσίπουρο, κουβεντιάζοντας αδιαφόρετα για πολιτικά, σ’ ένα υψόμετρο 501 μέτρων, με τη θάλασσα να υψώνεται ώς τα μάτια, καθισμένος στη βεράντα, έχοντας μπροστά του τον Παγασητικό κόλπο, τα ανάγλυφα βουνά στο βάθος, τη γαληνεμένη θάλασσα και αραιά ή και συχνότερα ένα κάτασπρο καραβάκι ν’ αρμενίζει. Με την πνοή να κόβεται μόνη της και τίποτα να μη γίνεται χωρίς τη θέληση. Εκεί μέσα στις καστανιές και στα έλατα, πιο ψηλότερα μέσα στις οξιές, που ανεβαίνοντας την ανηφόρα, η θάλασσα και το κάλλος της φύσης σε ακολουθεί. Συχνός επισκέπτης του Σανατορίου, όπως το οραματίστηκε ο ιατρός Γιώργος Καραμάνης, ο οποίος είχε ένα όραμα γι’ αυτόν τον τόπο και παρείχε υψηλού επιπέδου υπηρεσίες. Ξεχωριστό το φαγητό, σουηδική γυμναστική, ηλιοθεραπεία, αεροθεραπεία, αναγνωστήριο, βιβλιοθήκη και χώρος παραστάσεων και δεξιώσεων. Ένας χώρος, που προσέφερε ποιοτική ζωή και φυσικά ιατρική φροντίδα, ένας χώρος περιτριγυρισμένος με πλατάνια, λεύκες, καστανιές, οξιές και τρεχούμενο γάργαρο νερό. Από εκεί δεν παρέλειψαν να περάσουν ο Σικελιανός, ο Βάρναλης, ο Παλαμάς, ο Τριανταφυλλίδης, ο Δελμούζος και πολλοί άνθρωποι της πολιτικής και του πνεύματος. Τόπος ερώτων και έντονων συναισθημάτων σε καιρούς χαλεπούς, στα χρόνια, που η φυματίωση και πολλές άλλες επιδημικές αρρώστιες ήταν σε έξαρση. Το Σανατόριο λειτούργησε από το 1909 μέχρι το 1963. Βέβαια επειδή η φυματίωση ήταν μια ασθένεια με …ρομαντική θεραπεία, οι έρωτες ήταν «αγιάτρευτοι» και το Σανατόριο έμελλε να γεννήσει πολλούς!!!
Λαύκος, 1964.

Ο Γιώργος Σεφέρης με τον Ζήσιμο Λορεντζάτο, τη γυναίκα του Έλενα και τον λαογράφο Κίτσο Μακρή, επισκέπτονται το χωριό μου, τον Λαύκο στο Νότιο Πήλιο. Ο Γιώργος Σεφέρης συνδεόταν φιλικά με τον Κίτσο Μακρή, έναν άνθρωπο, που αφιερώθηκε στην έρευνα της πηλιορείτικης λαϊκής τέχνης και την υπηρέτησε με πάθος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Την ανέλυσε μάλιστα με ιδιαίτερη κριτική ευαισθησία και η έρευνά του αυτή ξεπέρασε τα Θεσσαλικά όρια. Ο Κίτσος Μακρής ήταν αδελφικός φίλος του τότε προέδρου του χωριού μου, του Δημητρίου Πατρή, ενός πεφωτισμένου και προοδευτικού, πέραν των ορίων της εποχής, ανθρώπου.
Ο ίδιος βέβαια εξετοπίσθη εξαιτίας της εθνοσωτηρίου επαναστάσεως της 21ης Απριλίου. Όλη αυτή η παρέα λοιπόν συνευρέθη στο χωριό μου τη χρονιά, που σας προανέφερα. Σύμφωνα με μαρτυρίες χωριανών, αλλά και μεγαλύτερων συμμαθητριών μου, εγώ τότε ήμουν μόλις τεσσάρων ετών, κάθισαν στο κοινοτικό καφενείο του χωριού και οι χωριανοί μου έσπευσαν να τους πλαισιώσουν με περισσό ενθουσιασμό και θαυμασμό! Δεν ήταν και μικρό πράγμα! Το καφενείο το έκανε ο Ευστάθιος Κουκουβίνος με τον γιο του, τον Παρίση. Προηγουμένως βέβαια είχαν περάσει από το σπίτι του προέδρου Δημητρίου Πατρή, για το καθιερωμένο πηλιορείτικο τρατάρισμα, όπως ορίζουν οι εθιμικοί κανόνες της γενέθλιας γης μου. Το απόγευμα της ίδιας μέρας επισκέφθηκαν το Δημοτικό Σχολείο Λαύκου. Τότε γίνονταν μαθήματα πρωί και απόγευμα, όλες τις μέρες της εβδομάδος, εκτός Τετάρτης και Σάββατο απόγευμα και Κυριακή. Όλη η παρέα ξεναγήθηκε στους χώρους του σχολείου, στις αυλές του και φυσικά αποζημιώθηκε από την απέραντη γαλάζια θέα του Παγασητικού. Οι δάσκαλοι του σχολείου εκείνη την εποχή ήταν ο Νικόλαος Σπανός και η σύζυγός του Καλλιόπη Ζερβού. Όλοι τους έμειναν ικανοποιημένοι από την εικόνα του σχολείου, των δασκάλων, των μαθητών, αλλά και γενικότερα του χωριού μου. Στον ποιητή προσέφερε ανθοδέσμη η μαθήτρια της πρώτης τάξης του Δημοτικού, Μάγδα Καραστάθη. Αποχαιρετώντας το σχολείο μου και δι’ αυτού το χωριό μου, ο Γιώργος Σεφέρης έγραψε με κιμωλία στον πίνακα της τάξης τη λέξη «ευχαριστώ».

Δυστυχώς όμως «σβήστηκε εκείνη η γραφή» σύμφωνα με το περιεχόμενο του γνωστού ποιήματος του ποιητή, που φέρει τον τίτλο «Η άρνηση». «Στο περιγιάλι το κρυφό κι άσπρο σαν περιστέρι διψάσαμε το μεσημέρι, μα το νερό γλυφό. Πάνω στην άμμο την ξανθή, γράψαμε τ’ όνομά της, ωραία που φύσηξεν ο μπάτης και σβήστηκε η γραφή»! Τι μεγαλύτερη τιμή και ευλογία για έναν τόπο να δέχεται αυτούς τους ανθρώπους!
Και ειδικά τον χαρισματικό αυτόν ποιητή, που η Σουηδική Ακαδημία επέλεξε να τιμήσει με το Νόμπελ Λογοτεχνίας!

Γιώργος Σεφέρης, Ζήσιμος Λορεντζάτος, Κίτσος Μακρής… και όχι μόνο… ένας αέναος πνευματικός κύκλος, μια ατελείωτη σειρά, πολύ μεγάλων, μοναδικών μορφών του πολιτισμού μας, της Τέχνης και της Επιστήμης. Είχα την τύχη να ’ρθω κοντά στις αιώνιες αυτές μορφές, αφού η Βικελαία Βιβλιοθήκη, την οποία υπηρετώ εδώ και τριάντα πέντε συναπτά χρόνια έχει στην κατοχή της, τη βιβλιοθήκη και το διπλωματικό αρχείο του Γιώργου και της Μαρώς Σεφέρη. Κατά τα εγκαίνια της δωρεάς είχα γνωρίσει τη σύζυγο του ποιητή Μαρώ Σεφέρη και στη συνέχεια την κόρη της Άννα Λόντου, η οποία πρόσφατα μας ξαναεπισκέφθηκε. Επίσης είχα την τύχη, εξαιτίας του αείμνηστου Εφόρου της Βικελαίας και προκατόχου μου Νίκου Γιανναδάκη, να γνωρίσω τον Ζήσιμο Λορεντζάτο, όπως και εξαιτίας της αείμνηστης καθηγήτριάς μου Μαρίας Καραβολάνη-Χουρμουζιάδη, ως μαθητής του εξατάξιου Β’ Γυμνασίου του Βόλου, να επισκεφθούμε το Λαογραφικό Μουσείο του Κίτσου Μακρή στον Βόλο το 1976. Ας αποτελέσει αυτή η ταπεινή μου αναφορά, ένα μνημόσυνο σ’ όλους αυτούς που έχουν φύγει, αλλά και μια υπόκλιση ευχαρίστησης και αγάπης στους εν ζωή. Κλείνοντας επίσης θέλω να ευχαριστήσω τις φίλες και συγχωριανές μου Μάγδα Καραστάθη και Μαργέττα Πατρή-Χαρανά για την αμέριστη βοήθειά τους, ως προς την καταγραφή των διαφόρων και τόσο ενδιαφερόντων στοιχείων, καθώς επίσης και τον εμπειρικό χωριανό μου ιστοριοδίφη,Νίκο Μαργιανό, συνταξιούχο υποδηματοποιό κατά το επάγγελμα. Ο τελευταίος λόγος βέβαια ανήκει στον Αδαμάντιο Διαμαντή.

«Είναι να μη γοητευτείς με τον Σεφέρη, τον πλούσιο αυτό άνθρωπο και ποιητή, που γεύεται, οσφραίνεται, αισθάνεται και απαθανατίζει (δεν μου αρέσει η λέξη, δεν βρίσκω άλλη), πρόσωπα, πράγματα, τόπους και καταστάσεις σαν κι αυτή, αιώνια σύμβολα, αδρές ανάγκες, ουσία και ζωή του ανθρώπου!».
Κλείνουν εφέτος πενήντα χρόνια από τον θάνατο του Γιώργου Σεφέρη! Την 20ή Σεπτεμβρίου του 1971, στα μέσα της επτάχρονης δικτατορίας περίπου, ο ποιητής έφυγε για το μεγάλο του ταξίδι, περνώντας στη σφαίρα της αιωνιότητας! Η Ελλάδα δεν μπορούσε άλλο πια να τον πληγώσει, αλλά οι Έλληνες που τον αποχαιρέτησαν στην κηδεία του, δυο μέρες αργότερα ήταν πολλές χιλιάδες, τόσο πολλοί που έγινε ένα αυθόρμητο αντιδικτατορικό συλλαλητήριο, τραγουδώντας πολλά μελοποιημένα ποιήματά του, καθώς και τον εθνικό μας ύμνο. Θα κλείσω το σημερινό κείμενό μου με ένα απόσπασμα της δήλωσης του ποιητή κατά της χούντας των συνταγματαρχών: «…Στις δικτατορικές καταστάσεις η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία παραμένει αναπότρεπτη στο τέλος». Και πράγματι προφητικά εννοούσε την τραγωδία της Κύπρου!

1. Ο τίτλος παραπέμπει στο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη «Με τον τρόπο του Γ.Σ.», που φέρει τα αρχικά του ονόματός του και αναπτύσσεται με τη μορφή περιδιάβασης σε τουριστικούς και αρχαιολογικούς τόπους της μεσοπολεμικής Ελλάδας.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το