Τοπικά

Συνέδριο ιστορικών οικονομικής σκέψης στον Βόλο – Πιο σφιχτά δημοσιονομικά περιθώρια από το 2024

Η απουσία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου που να ενδυναμώνει την οικονομική θέση της χώρας, επισημάνθηκε στο 23ο Συνέδριο Ελλήνων Ιστορικών Οικονομικής Σκέψης το οποίο πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
Στον Βόλο βρέθηκαν οικονομολόγοι που μεταξύ άλλων ασχολήθηκαν και με την οικονομική κατάσταση της χώρας.
Ο καθηγητής Οικονομικών του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κ. Μιχάλης Ζουμπουλάκης ανέφερε πως στο διήμερο συνέδριο αναφέρθηκαν μεταξύ άλλων τα αίτια που οδήγησαν στην οικονομική κρίση το 2010, τι διαφορετικό θα μπορούσε να γίνει, αλλά και τι πρέπει να κάνουμε για να μην βρεθούμε ξανά στην ίδια θέση.
Ουσιαστικά αυτή την περίοδο γίνεται η αποτίμηση της βαθιάς οικονομικής ύφεσης από την οποία η χώρα έχασε το 25% του ΑΕΠ με τους οικονομολόγους να προβαίνουν σε πρώτα συμπεράσματα.
«Η Ελλάδα οδηγήθηκε στα μνημόνια, γιατί είχε υπερβολική έκθεση στο εξωτερικό χρέος. Τα κονδύλια που είχε λάβει δεν αξιοποιήθηκαν για αναπτυξιακούς σκοπούς, αλλά για πρόσκαιρες δαπάνες» ανέφερε ο κ. Ζουμπουλάκης και συμπλήρωσε πως για να μην οδηγηθούμε ξανά σε παρόμοια κατάσταση, θα πρέπει να αλλάξουμε το παραγωγικό μας μοντέλο το οποίο δεν θα βασίζεται αποκλειστικά στην κατανάλωση, αλλά στις εξαγωγές των προϊόντων και των υπηρεσιών μας. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένει αρνητικό. Μπορεί να αυξήθηκαν τα τελευταία χρόνια οι εξαγωγές, αλλά έχουν αυξηθεί και οι εισαγωγές αγαθών. Επίσης να αντιμετωπιστεί η υψηλή φοροδιαφυγή που σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας αγγίζει τα 60 δισεκατομμύρια ευρώ. Λόγω της φοροδιαφυγής έχουμε τους υψηλούς φόρους. Το κράτος συνεχίζει να αυξάνει τα φορολογικά του έσοδα παρά τη φοροδιαφυγή, γιατί φορολογεί προϊόντα και υπηρεσίες, όπως για παράδειγμα στις τηλεπικοινωνίες. Δυστυχώς στην προεκλογική περίοδο που διανύουμε, δεν ακούσαμε για το νέο παραγωγικό μοντέλο που χρειάζεται η χώρα. Παράλληλα στο συνέδριο αναφερθήκαμε και στο σύμφωνο σταθερότητας που θα ισχύει από το 2024. Ούτε γι’ αυτό γίνεται ιδιαίτερη συζήτηση προεκλογικά. Από το 2024 η δημοσιονομική χαλαρότητα που υπήρχε λόγω της πανδημίας, παύει να υπάρχει. Θα υπάρχουν πιο στενά και απαιτητικά δημοσιονομικά όρια, όπως το πρωτογενές πλεόνασμα του 2,5% του ΑΕΠ, όταν μάλιστα τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα παρουσιάζει ελλείμματα».
Επομένως μπορεί η Ελλάδα να σημειώνει ρυθμούς ανάπτυξης που για φέτος εκτιμώνται γύρω στο 4-5%, ωστόσο, τα δύσκολα είναι μάλλον μπροστά.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το