Τοπικά

Στη Σκιάθο το αλεώριο του Ξέρξη – Θετική η Ναυτική Διοίκηση Αιγαίου για μεταφορά του στο νησί

Θετική κατ’ αρχήν ήταν η ανταπόκριση της Ναυτικής Διοίκησης Αιγαίου, στο αίτημα που υπέβαλε ο Πολιτιστικός – Περιβαλλοντικός Σύλλογος Σκιαθιτών «Οι Δύο Αλέξανδροι», για τη μεταφορά σε δεσπόζουσα θέση στο λιμάνι της Σκιάθου, του αλεώριου του Ξέρξη.

Ο Ξέρξης κατά την κάθοδό του λίγο πριν από τη ναυμαχία του Αρτεμισίου και της Σαλαμίνας, το 480 π.Χ., επειδή τα πλοία του πλέοντας στο Μπουγάζι της Σκιάθου, έπεφταν πάνω στον επικίνδυνο ύφαλο Μύρμηκα (σήμερα λέγεται Λευτέρης) και βυθίζονταν, κατασκεύασε μία πέτρινη στήλη από μεγάλους ογκόλιθους και τη τοποθέτησε για σήμανση. Αυτή ήταν και το πρώτο γνωστό μέσο σήμανσης για την ασφάλεια των πλοίων. Η αρχαία ονομασία είναι αλεώριο.
Στους αιώνες που πέρασαν, η στήλη κατέρρευσε, ώσπου το 1928 δύτες του Πολεμικού Ναυτικού, με την ηγεσία του ναυάρχου Στυλιανού Λυκούδη, του πρωτοπόρου του Φαρικού Δικτύου στην Ελλάδα, ανέσυραν από το βυθό οκτώ ογκόλιθους, βάρους ενός τόνου περίπου ο καθένας. Τοποθετήθηκαν στο προαύλιο της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων, κοντά στο άγαλμα του Θεμιστοκλή, που με τη φωτεινή του ηγεσία οι Έλληνες διέλυσαν το ναυτικό του Ξέρξη, στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας.

Στα μετέπειτα χρόνια η ιστορία του αλεώριου ξεχάστηκε. Η ύπαρξη και η τύχη του αναδείχθηκε προ δύο ετών, μέσα από την έρευνα που δημοσιεύτηκε στο ιστορικό βιβλίο της Κατερίνας Κουρκούμπα – Δελακουβία «Σκιάθος. Από την προϊστορία στον 21ο αιώνα».
Αυτό που ιστορούσε ο Ηρόδοτος, θρυλούσε η λαϊκή παράδοση και διηγούνταν ο Παπαδιαμάντης, είχε διασωθεί στους αιώνες, είχε ανασυρθεί από τα βάθη της θάλασσας από το Πολεμικό Ναυτικό και βρισκόταν στο προαύλιο της Ναυτικής Διοίκησης Αιγαίου, στον Πειραιά. Η πληροφορία αυτή προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση και εκδηλώθηκε από όλους η ευχή, να μπορούσε να μεταφερθεί στο λιμάνι της Σκιάθου, όπου είναι και η πλέον κατάλληλη θέση.

Με τη μεταφορά του μνημειακού αυτού κτίσματος στο λιμάνι του κοσμοπολίτικου νησιού, με τη διεθνή επισκεψιμότητα, θα αναδειχθεί και θα προβληθεί το αρχαιότερο έργο, σχετικά με την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, 2,5 αιώνες προγενέστερο του Φάρου της Αλεξάνδρειας. Αλλά θα είναι κι ένα σημαντικό αξιοθέατο και για τη Σκιάθο και για τον ελληνικό τουρισμό, αφού στη θέση που τώρα βρίσκεται, δεν είναι γνωστό, ούτε μπορεί να είναι επισκέψιμο. Η μεταφορά του μνημείου στο λιμάνι που βρίσκεται στην κοντινότερη απόσταση από την αρχική του θέση, θα καταστήσει ευρέως γνωστό το θαυμαστό αυτό έργο του Πολεμικού Ναυτικού, που το 1928 δύτες του ανέσυραν από το βυθό τους τεράστιους ογκόλιθους βόρεια της Σκιάθου.

Στην εγκυκλοπαίδεια του Ηλίου (1948), ο ναύαρχος Στυλιανός Λυκούδης, που χάρη στις ενέργειές του έγινε κατορθωτή αυτή η διεθνούς σημασίας ανακάλυψη, γράφει:
«Το αλεώριο του Ξέρξη στον ύφαλο Λευτέρης του διαύλου της Σκιάθου.
Στον δίαυλο της Σκιάθου (μεταξύ αυτής και της Θεσσαλίας) υπάρχει ένας από τους πιο επικίνδυνους υφάλους, ο ύφαλος Λευτέρης ή Λευθέρης ή Μύρμηξ, με βάθη νερού 1-2 μέτρα. Το στενό της Σκιάθου, παρόλο που έχει πλάτος περίπου 2,5 μίλια, στην πραγματικότητα είναι πολύ στενότερο, καθώς προς την μεριά της Σκιάθου υπάρχουν πολλά ρηχά, τα λεγόμενα «Έλενα», και στη μέση ο Λευτέρης με μήκος (από Β προς Ν) περίπου 170-180 μ. και πλάτος περ. 80 μ. Το αποτέλεσμα είναι το στενό της Σκιάθου να είναι από τα πιο επικίνδυνα για την ναυσιπλοΐα…και πολλά καράβια είτε έπεσαν στον Λευτέρη, είτε έκατσαν στα ρηχά της Έλενας.

Επειδή στον 19ο αιώνα μια από τις βασικές γραμμές ήταν και η γραμμή Πειραιά – Βόλου – Θεσσαλονίκης, υπήρχε η αναγκαιότητα της επισήμανσης του Λευτέρη. Όμως, την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν ακόμη οι αυτόματοι φάροι και θα έπρεπε να κτισθεί μεγάλος επιτηρούμενος φάρος. Το κόστος όμως για μια τέτοια κατασκευή ήταν απαγορευτικό για την τότε Ελλάδα και προτιμήθηκε η έμμεση επισήμανση του διαύλου, η οποία μπορεί να μην έλυνε πλήρως το πρόβλημα, αλλά ήταν μια κάποια λύση. Έτσι λοιπόν κατασκευάσθηκε ο μεγάλος φάρος στο Ποντικονήσι, Βόρεια της Εύβοιας και απέναντι από το στενό. Ο φάρος αυτός φώτιζε τον δίαυλο κατά τομείς. Ο ένας τομέας έδειχνε τον ασφαλή διάπλου, ο άλλος ότι πηγαίνεις προς τα ρηχά της Έλενας και ο τρίτος ότι πας καταπάνω στον Λευτέρη. Όμως στα 1915, και την ώρα που πέρναγε, νύχτα το στενό, μια Γαλλική νηοπομπή, έσβησε ο φάρος στο Ποντικονήσι και κάποιο καράβι έπεσε στον Λευτέρη, ενώ ένα άλλο, που περνούσε ημέρα, έπεσε στα ρηχά της Έλενας, στην προσπάθειά του να φυλαχτεί από τον Λευτέρη.

Εν τω μεταξύ τα χρόνια πέρασαν και ανακαλύφθηκαν και οι αυτόματοι φάροι ασετυλίνης, οπότε αποφασίσθηκε η κατασκευή αλεωρίου με αυτόματο φάρο AGA επάνω στον Λευτέρη. Όταν λοιπόν το πλοίο «Πηνειός» της Υπηρεσίας Φάρων ξεκίνησε τις εργασίες για την κατασκευή του αλεωρίου, διαπιστώθηκε ότι είχαν προηγηθεί κάποιοι άλλοι. Επάνω στον Λευτέρη βρέθηκαν ογκόλιθοι, διαμορφωμένοι από ανθρώπινο χέρι και οι οποίοι αποτελούσαν την βάση κάποιας κατασκευής. Στα αρχεία δεν βρέθηκε κανένα στοιχείο, που να δείχνει, ότι είχε υπάρξει παλαιότερα απόπειρα κατασκευής αλεωρίου, ούτε επί Τουρκοκρατίας και Ρωμαιοκρατίας. Ο Λυκούδης, λοιπόν, άρχισε να ψάχνει στους αρχαίους γεωγράφους και ιστορικούς, μήπως βρει κάποια αναφορά σχετική. Και η αναζήτηση τελικά τον οδήγησε στον Ηρόδοτο, ο οποίος ανέφερε ότι τρεις περσικές τριήρεις του Ξέρξη έπεσαν επάνω στον ύφαλο Μύρμηξ (όπως λεγόταν τότε ο Λευτέρης) και στην συνέχεια οι Πέρσες έκτισαν μια πέτρινη στήλη επάνω στον ύφαλο, για να τον επισημάνουν. Μετά από αυτό πέρασε ασφαλώς τον δίαυλο όλος ο στόλος του Ξέρξη προς τον Ευβοϊκό. Στη συνέχεια, όταν στα 1928 ο «Πηνειός» πήγε για συντήρηση του φάρου, ο Λυκούδης έστειλε δύτες, για να ανασύρουν μερικές από τις πέτρες του Ξέρξη. Οι δύτες ανέσυραν 8 μεγάλους ογκόλιθους, διαμορφωμένους με χτένι, βάρους 700-1200 κιλών ο κάθε ένας. Το δε υλικό τους ήταν δολομίτης από την κοντινή Σηπιάδα, στην οποία υπήρχαν και ίχνη αρχαίου λατομείου. Και καθώς η χρονολογία ήταν βεβαιωμένη από τον Ηρόδοτο (480 πχ), θεωρήθηκε το αρχαιότερο έργο (στην Ελλάδα) σχετικά με την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας… κατά 2,5 αιώνες προγενέστερο του φάρου της Αλεξάνδρειας.

Οι καταδύσεις γύρω από τον ύφαλο προσφέρουν μια μοναδική εμπειρία. Κάθετοι τοίχοι που χάνονται στο μπλε, λιβάδια από αμέτρητες γοργονίες, σύγχρονα ναυάγια και έντονη υποβρύχια ζωή συνθέτουν ένα υποβλητικό υποβρύχιο σκηνικό, ικανό να συγκινήσει και τον πλέον έμπειρο αυτοδύτη.»
Στην ιστορία του Ηροδότου διαβάζουμε:
Ηρόδοτος Ιστορίαι, Βιβλίο Η’. Πολύμνια (7.183.2). Και τρία απ᾽ τα δέκα καράβια των βαρβάρων προχώρησαν ως το σκόπελο που βρίσκεται ανάμεσα στη Σκιάθο και τη Μαγνησία και λέγεται Μύρμηκας. Τότε οι βάρβαροι, αφού κουβάλησαν κι έστησαν πάνω στον σκόπελο μια πέτρινη στήλη -κι έτσι έλειψε το εμπόδιο από μπροστά τους – όλος τους ο στόλος άνοιξε πανιά από τη Θέρμη κι αρμένιζε, αφού είχαν αφήσει να περάσουν έντεκα μέρες από την αναχώρηση του βασιλιά από τη Θέρμη.

Ο Αλ. Παπαδιαμάντης στο διήγημά του «Ο φτωχός Άγιος» γράφει: «… ὁ Λευτέρης η ἡ περίφημος αύτη ύφαλος, ην η Ηρόδοτος ονομάζει Μύρμηκα και ιστορεί ότι ο Ξέρξης διέταξε να κτισθή υψηλόν σήμα επ’ αυτλης – όσους, λέγομεν ο Λευτέρης, ηλευθέρωνε κατά καιρούς, απαλλάττων τε μεν πλοία του βάρους του φορτίου, τους δε ναυβάτας του προσκαίρου άχθους της ζωής».
Πιστεύουμε ότι οι αρμόδιοι φορείς και οι υπεύθυνες υπηρεσίες θα στηρίξουν το αίτημα του Συλλόγου, για την προβολή ενός ιστορικού μνημείου, με παγκόσμια πολιτιστική σημασία.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το