Πολιτισμός

Ρούλα Γεωργακοπούλου:«Μητέρες είναι πολλές. Αυτές που γεννούν, θέτουν όρια, επιτρέπουν. Ιδίως οι τελευταίες ή όλες μαζί»

Τη γνωρίζουμε από τη δημοσιογραφική της ιδιότητα στα περιοδικά Ένα, Ταχυδρόμος, Marie Claire και τις εφημερίδες το Ποντίκι και Το Βήμα.Αρθρογραφεί στην Athens Voice και στα ΝΕΑ. Έχει γράψει πέντε θεατρικά έργα, τα οποία έχουν ανεβεί σε αθηναϊκές σκηνές. Στον χώρο του βιβλίου τη συναντάμε στη συλλογή χρονογραφημάτων της «Γυναίκα μετρίου αναστήματος» (εκδ. Πατάκη) και σε δύο θεατρικά της έργα σε ενιαία έκδοση με τον τίτλο «Καρφίτσες στα γόνατα» (εκδ. Το Ροδακιό). Τα τελευταία χρόνια κάνει μεταφράσεις για τις εκδόσεις Πόλις.
Το «Δέντρα, πολλά δέντρα» (εκδ.Πόλις) με κεντρική ηρωίδα την πρόσφατα εκλιπούσα μητέρα της,είναι η πρώτη της πεζογραφική απόπειρα και η αφορμή για τη συνομιλία μας με τη Ρούλα Γεωργακοπούλου .

«Δέντρα, πολλά δέντρα», ένα βιβλίο αυτοαναφορικό, με κεντρικό πρόσωπο την πρόσφατα εκλιπούσα μητέρα σας. Είναι ένας φόρος τιμής στο σημαντικό πρόσωπο της ζωής σας ή εκπληρώνετε κάποια εσωτερική σας ανάγκη;
Με τρομάζει η ιδέα της αυτοαναφορικότητας. Σαν μομφή μου ακούγεται. Δεν έχω να προτείνω τίποτα στην ανθρωπότητα. Απλώς ήθελα να πω μια ιστορία με τον τρόπο που την άκουγα μέσα μου. Για να με ρωτάτε αν το βιβλίο είναι φόρος τιμής στην ηρωίδα του ή αν εκπλήρωσε κάποια ψυχική μου ανάγκη, πάει να πει πως ό,τι ήταν να ειπωθεί ειπώθηκε, κι αυτό μου δίνει μεγάλη χαρά.

Πόσο σημαντικό ρόλο θεωρείτε ότι παίζει η μητέρα στη συνοχή της οικογένειας;
Η «συνοχή» για μένα είναι κάπως ασφυκτικός σαν όρος. Αντί για συνοχή θα προτιμούσα να παίζει ο καθένας τον ρόλο του διατηρώντας ταυτόχρονα μεγάλα περιθώρια προσωπικού χώρου. Δεν ξέρω ποια είναι τα ακριβή ποσοστά που θα έκαναν μια οικογένεια ευτυχισμένη και λειτουργική. Ξέρω όμως ότι όσο ο «ρόλος» επεκτείνεται εις βάρος του προσωπικού χώρου τόσο το χειρότερο για όλους. Και το αντίθετο, εννοείται.

Είναι η μητέρα το πρόσωπο εκείνο στο οποίο, ιδιαίτερα οι κόρες, οφείλουμε τα θετικά και τα αρνητικά πρόσημα της ζωής μας;
Έτσι λέγεται και έτσι φαίνεται να είναι. Ευτυχώς αυτή η συνειδητοποίηση έρχεται αργά στη ζωή της καθεμίας , έτσι ώστε να έχουμε προλάβει να εμπεδώσουμε το καλό, να έχουμε διαχειριστεί το όποιο αρνητικό και να το έχουμε συγχωρήσει.

Θίγετε το προσωπικό πρόβλημα της άνοιας από την οποία έπασχε η δική σας μητέρα. Πόσο δύσκολο είναι να γινόμαστε γονείς των γονιών μας;
Ακούγεται ακατόρθωτο, αλλά όταν έρθει εκείνη η στιγμή γίνεται σχεδόν αυτόματα. Ο κύκλος της ζωής του καθενός κλείνει όπως άνοιξε και ευλογημένος όποιος καταφέρει να τον ολοκληρώσει με τέτοια πληρότητα. Ευλογημένος κι εκείνος που μπορεί να ανταποδώσει αυτά που δέχτηκε.

Σας γνωρίζουμε ως δημοσιογράφο, κριτικογράφο και μεταφράστρια. Έχετε γράψει και πέντε θεατρικά έργα. Είναι στα σχέδιά σας η συγγραφή βιβλίων μεγαλύτερης φόρμας;
Δεν το έχω σκεφτεί καθόλου. Μπορεί να το σκεφτώ αργότερα, όταν θα ξαναξυπνήσει μέσα μου η επιθυμία για παιχνίδι. Δεν ξέρω αν θα είναι σε μεγάλο γήπεδο ή σε μικρό. Πάντως στην πεζογραφία, το μέγεθος μετράει, θέτει διαφορετικούς όρους ανάλογα με τα τετραγωνικά κι εγώ, αν δεν αισθανθώ ότι έχω καταλάβει επαρκώς τους όρους του παιχνιδιού, δεν μπαίνω στο γήπεδο για να καταστρέψω το παιχνίδι και να με σφυρίξει ο διαιτητής. Θα δούμε…

Στο βιβλίο σας μιλάτε και για τα διαφορετικού ύφους αναγνωστικά ενδιαφέροντα των γονιών σας. Τα νέα παιδιά και οι νέοι γονείς δεν διαβάζουν πολύ. Θέλετε να σχολιάσετε;
Τι να σχολιάσει κανείς; Μερικά πράγματα είναι ασχολίαστα. Να ακούς φερ’ ειπείν γονείς που δεν έχουν μπάσει σπίτι τους, όχι βιβλίο αλλά ούτε καν εφημερίδα, να παραπονιούνται που τα παιδιά τους δεν αγαπούν το διάβασμα και να τα κατηγορούν γι’ αυτό. Από την άλλη , υπάρχουν αυτές οι τρομακτικές, οι ψηλές σαν τα Ιμαλάια βιβλιοθήκες σε ορισμένα σπίτια με παιδιά. Καλύτερα να χαμηλώνει λίγο κανείς το μπόι του αν θέλει να διευκολύνει το παιδί του να δεχτεί την πρόκληση και να σκαρφαλώσει.

Η κοινωνική δικτύωση θεωρείτε ότι έχει βοηθήσει στην προσέλκυση αναγνωστικού κοινού;
Και ναι και όχι. Θα σας πω για το «ναι», γιατί μ’ αρέσει να βλέπω τα πράγματα από τη θετική τους πλευρά. Βλέπω τους βιβλιόφιλους να κατεβαίνουν σ’ αυτό το ανθρωποφάγο τερέν με μεγάλη αυτοπεποίθηση, με φανατισμό σχεδόν. Να μιλούν για τα βιβλία που διαβάζουν, να τα προτείνουν, να τα προβάλουν, να τα υπερασπίζονται και αυτό – δεν μπορεί – όλο και κάποιον καινούργιο αναγνώστη θα προσθέσει στη γενική σούμα. Από την άλλη, δεν περιμένω από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να διαμορφώσουν λογοτεχνικά κριτήρια. Το κριτήριο είναι κάτι που το αποκτάς δουλεύοντας κατά μόνας κι όχι κάτω από την πίεση των like και των προπαγανδιστικών αναρτήσεων.

Γενικότερα,έλκεστε από την κοινωνική δικτύωση; Νομίζετε ότι άλλαξε τη ζωή μας προς το καλύτερο; Σε ποια σημεία;
Παλιά οι άνθρωποι υποψιάζονταν το τηλέφωνο και αντιμετώπιζαν με επιφυλακτικότητα τα τυποποιημένα ποτά και τρόφιμα, τον ηλεκτρισμό, το αεροπλάνο, τα ταξίδια στο διάστημα, τον ηλεκτρικό αποχυμωτή. Δεν έχω να φοβηθώ τίποτα από τη μεγάλη αυτή τεχνολογική επανάσταση που εκμηδένισε τις αποστάσεις, περιόρισε τη μοναξιά και την ακαταληψία μεταξύ ανθρώπων και πολιτισμών. Αντιθέτως έχω να αποφύγω ορισμένες κακοτοπιές που κάνουν μπαμ από μακριά. Με ένα απλό κλικ, ένα delete, ένα escape. Απλά πράγματα.

Το χιούμορ είναι χαρακτηριστικό της γραφής σας. Πιστεύετε ότι τα πιο σοβαρά αποδίδονται καλύτερα με δόσεις χιούμορ;
Μου είναι πολύ δύσκολο να σας απαντήσω. Το μόνο που ξέρω είναι ότι αυτός είναι ο τρόπος μου. Ότι δεν έχω άλλον, ακόμα κι όταν δεν γράφω αλλά όταν μένω αμίλητη, μόνη κι απελπισμένη. Εκεί βρίσκει χώρο να πάει να φωλιάσει αυτό που λέτε «χιούμορ». Είναι θυμός; Είναι μετουσιωμένη επιθετικότητα; Δεν ξέρω. Ό,τι και να είναι το χρειάζομαι απεγνωσμένα γιατί , αν ψαχτώ, δεν έχω και τίποτε άλλο.

Μπορείτε με λίγες λέξεις να αποδώσετε τι σημαίνει «μητέρα» για εσάς;
Δεν μπορώ να το πω με λίγες λέξεις. Χρειάζομαι σελίδες επί σελίδων και μια ζωή ολόκληρη. Να ξεσκαρτάρω την έννοια από ιδεολογικές επενδύσεις και αλλότριες σκοπιμότητες, να την απαλλάξω από την αγιοποίηση, αλλά και από τη δαιμονοποίηση, αναλόγως από ποια θεωρητική σκοπιά στέκεται κανείς. Αντί για τη «σημασία» που με καλείτε να της αποδώσω, προτιμώ να της αποδώσω τον σωστό της αριθμό: Τον πληθυντικό. Μητέρες είναι πολλές. Αυτές που γεννούν, ή αυτές που αγαπούν, ή αυτές που φροντίζουν, ή αυτές που θέτουν όρια, ή αυτές που επιτρέπουν. Ιδίως οι τελευταίες ή όλες αυτές μαζί.

Συνέντευξη:
Χαριτίνη Μαλισσόβα

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το