Πολιτισμός

Ο πρόεδρος του Ναυτικού Μουσείου Γιάννης Παρίσης μιλά στη “Θ” για ένα έργο ζωής- Ζωντανεύει την παράδοση της Σκιάθου

parisis

Στο εμβληματικό Μπούρτζι από το περσινό καλοκαίρι άρχισε να λειτουργεί το Μουσείο Ναυτικής και Πολιτιστικής Παράδοσης Σκιάθου. Σε μία αίθουσα του παλαιού δημοτικού σχολείου του νησιού, το οποίο πλέον λειτουργεί ως Πολιτιστικό Κέντρο, εκθέματα της πλούσιας ναυτικής παράδοσης της Σκιάθου «ζωντανεύουν» την αγάπη των ντόπιων για τη θάλασσα και συμπληρώνουν μοναδικά το ατμοσφαιρικό σκηνικό του Μπούρτζι. Χάρη στην πρωτοβουλία της Ένωσης Συνταξιούχων Ναυτικών Σκιάθου, η διαχρονική παρουσία των Σκιαθιτών στις θάλασσες του κόσμου επιβεβαιώνεται μέσα από τα κειμήλια που συγκεντρώθηκαν για πολλά χρόνια με περίσσιο μεράκι κι επιμονή.

Ο κ. Γιάννης Παρίσης, συνταξιούχος πλοίαρχος του Εμπορικού Ναυτικού, 76 ετών σήμερα, αλλά με νεανική ψυχή και μεγάλη αγάπη για τον τόπο του, είναι πρόεδρος του Ναυτικού Μουσείου, στο οποίο εκτίθενται αντικείμενα που επιβεβαιώνουν την άρρηκτη σχέση της Σκιάθου με τη ναυτοσύνη. Μαζί με παλιούς συναδέλφους του πρωτοστάτησε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 για την ίδρυση της Ένωσης Συνταξιούχων Ναυτικών, η οποία μεταξύ άλλων είχε θέσει δύο σκοπούς: Την ανέγερση ενός μνημείου που θα ήταν αφιερωμένο στον αφανή Σκιαθίτη ναυτικό και την ίδρυση ενός μουσείου.

«Μας αξίωσε η τύχη να κάνουμε και τα δύο. Το μνημείο εγκαινιάστηκε τον Νοέμβριο του 2006. Είχαμε την ευτυχία να μας βοηθήσει ένας εκλεκτός άνθρωπος, ο αείμνηστος καπετάν Βασίλης Κωνσταντακόπουλος. Καμία σχέση με τη Σκιάθο, από το Διαβολίτσι καταγόταν, ένα ορεινό χωριό της Μεσσηνίας. Ήταν τόσο άξιος που έγινε από τους πιο μεγάλους Έλληνες εφοπλιστές και μαθαίνοντας για εμάς θέλησε να βοηθήσει», σημείωσε ο κ. Παρίσης, για να αναφερθεί στη συνέχεια στις ενέργειες που έγιναν για τη δημιουργία του Ναυτικού Μουσείου: «Η ιδέα για το μουσείο υπήρχε πάντοτε. Ωστόσο τροχοπέδη αποτελούσε η έλλειψη χώρου. Ο σύλλογός μας δεν είχε έσοδα για να πληρώνει ενοίκιο κάθε μήνα. Πέρυσι ο Δήμος Σκιάθου κατόπιν αιτήματός μας, μας παραχώρησε μία αίθουσα στο Μπούρτζι. Τα εγκαίνια έγιναν πριν από ένα χρόνο περίπου, τον περασμένο Ιούλιο για την ακρίβεια».

Προσεχώς το νησί του Παπαδιαμάντη θα φιλοξενήσει την έκθεση του φορέα «Μαγνήτων Κιβωτός» με τίτλο «Ναυτική Παράδοση στο Αιγαίο: Ταρσανάδες και Σκαριά», για την οποία ο κ. Παρίσης τόνισε: «Για τρεις μήνες θα έχουμε την έκθεση στη Σκιάθο. Κι εάν στον Βόλο πήγαν αρκετοί, στη Σκιάθο θα τη δούνε άνθρωποι που θα βγουν από την Ελλάδα και θα τη διαφημίσουν σε όλον τον κόσμο, θα δείξουμε ότι έχει μία ιστορία αυτός ο τόπος».

Αν και τα τετραγωνικά μέτρα που στεγάζουν το Ναυτικό Μουσείο Σκιάθου είναι λιγοστά, περικλείουν τη μακραίωνη ιστορία του τόπου, με τον 76χρονο Σκιαθίτη να υπογραμμίζει: «Υπάρχουν δύο βασικές ενότητες. Η ναυπηγική και η ναυτική. Η ιστορία του νησιού μας είναι μεγάλη. Πριν ακόμη την Επανάσταση του 1821 και μέχρι το 1950 τα ναυπηγεία της Σκιάθου έφτιαξαν αμέτρητα σκαριά. Αυτό αποδεικνύεται και ιστορικά. Υπάρχει ένα τρίτομο έργο της Τζελίνας Χαρλαύτη, καθηγήτριας στο Τμήμα Ιστορίας του Ιόνιου Πανεπιστημίου, η οποία μετά από εντατική έρευνα εντόπισε πάρα πολλά σκιαθίτικα ιστιοφόρα σε κάθε γωνιά της Ευρώπης. Σε άλλο σημείο του Μουσείου έχουμε μία αναπαράσταση της κοπής του κορμού ενός δέντρου, πεύκου για την ακρίβεια. Πίσω ακριβώς υπάρχει μία φωτογραφία με το ίδιο πράγμα, από την παραλία της Σκιάθου που απεικονίζει δύο ναυπηγούς, που κόβουν το ξύλο. Για το κάθε σκαρί που γινόταν παραγγελία, ο ναυπηγός είχε την υποχρέωση να φτιάξει ένα ομοίωμα και να το δείξει στον καραβοκύρη. Μισό όμως, χωρίς κατάρτια, ακριβώς κομμένο στη μέση. Μισομόντελο το λέγανε οι καραβομαραγκοί. Έχουμε όργανα από τα ναυπηγεία, μικρά και μεγάλα. Διασώσαμε και έγγραφα. Έχουμε ένα κατάστιχο, από έναν ναυπηγό τον Μυτιληναίο. Ήταν μία οικογένεια τρεις γενιές, τώρα χάθηκε, ούτε το όνομα δεν υπάρχει πια στη Σκιάθο. Κατέγραφε όλες τις παραγγελίες, είναι στο χέρι γραμμένο. Μας δίνει πολλές πληροφορίες».

Μάλιστα, ο συνταξιούχος καπετάνιος θυμήθηκε την εποχή που ο ίδιος ήταν παιδί και πρόλαβε σε λειτουργία τα σκιαθίτικα ναυπηγεία: «Γεννήθηκα 12 Νοεμβρίου 1940, ακριβώς λίγο μετά την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου. Έχω εικόνες από τους παλιούς ταρσανάδες. Τα έζησα αυτά. Μέχρι το 1960 περίπου γίνονταν καράβια στη Σκιάθο. Θυμάμαι πως οι μητέρες μας για να μας αφήσουν να πάμε για μπάνιο, μας έδιναν το κοφίνι και μας έλεγαν: Να φέρεις πέντε τέτοια κοφίνια από τον ταρσανά με τα πελεκούδια, τα ξύλα που πετάγανε οι ναυπηγοί. Τα μαζεύαμε για τον χειμώνα. Αυτά που έβγαζε η σκεπαρνιά, και ήταν άχρηστα, τα πετάγανε. Τώρα δυστυχώς στη Σκιάθο δεν υπάρχει κανένας ταρσανάς. Ένας που υπήρχε κάτω από το νεκροταφείο, τον σάρωσε ο προηγούμενος δήμαρχος, ο Πλωμαρίτης για να γίνει πάρκιν. Οι καιροί αλλάζουν και οι άνθρωποι έχουν μυαλά μοντέρνα, αλλά χωρίς το παλιό δεν μπορείς να ζήσεις το καινούριο. Μακάρι κάποτε να το καταλάβουμε».

Κατά τη συλλογή των αντικειμένων, ο πρόεδρος του Ναυτικού Μουσείου θυμήθηκε τη βοήθεια που είχε από μια μουσειολόγο, αλλά και τη συνεργασία που επιδιώκει με το Μουσείο Μπενάκη: «Εμείς μαζεύαμε για χρόνια όλα αυτά τα κειμήλια και κάποια στιγμή φωνάξαμε τη μουσειολόγο Αυγή Τζάκου, η οποία μας έδωσε κατευθυντήριες γραμμές. Τον χειμώνα που μας πέρασε, καλέσαμε δύο ειδικούς από το Μουσείο Μπενάκη, για να φτιάξουμε από την αρχή του Μουσείο. Να διαμορφώσουμε και πάλι τον χώρο. Τώρα πρέπει να γίνει η μελέτη και μετά να υλοποιηθεί το έργο. Το κόστος είναι μεγάλο. Πάνω από 10.000 ευρώ η πιο οικονομική λύση».

Όσο για τη σημασία που έχει για το νησί η ύπαρξη του Ναυτικού Μουσείου; Η απάντηση του κ. Γιάννη Παρίση ήταν κατηγορηματική: «Διατηρούμε τη μνήμη του τόπου, άσχετα αν έχει εκλείψει ο ναυτικός κόσμος και δεν κατασκευάζονται πια πλοία στο νησί. Για ορισμένους ανθρώπους ήταν όνειρο ζωής, το οποίο πραγματοποιήθηκε. Δεν αφορά μόνο για τους ντόπιους, αλλά και τους επισκέπτες. Έλληνες και ξένους. Δείχνουμε την ταυτότητά μας σε όλον τον κόσμο».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το