Άρθρα

Παραβίαση ανθρωπίνων και εργασιακών δικαιωμάτων στα χρόνια του κορωνοϊού

Της Ιουλίας Παλαριούτη

Η περίοδος που διανύουμε, είναι τρομερά δύσκολη και πολύ μακριά από την πραγματικότητα που γνωρίζαμε μέχρι πριν λίγο καιρό. Τα οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα αυξάνονται κατακόρυφα. Επιπλέον, ως αποτέλεσμα της ανυπαρξίας κοινωνικού κράτους, τα ανθρώπινα και εργασιακά δικαιώματα πλήττονται σε πολύ μεγάλο βαθμό. Από τον Μάρτιο του 2020 ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων μπήκε σε αναστολή. Αρκετά μεγάλο μέρος των εποχικά απασχολούμενων δεν εργάστηκε καθόλου, αφού η τουριστική περίοδος διήρκησε λιγότερο και ο αριθμός των εισερχόμενων τουριστών στη χώρα μας εμφάνισε μείωση της τάξης του 76%, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας. Όσον αφορά αυτούς που συνέχισαν να εργάζονται, σε αρκετές περιπτώσεις, οι συνθήκες είναι δύσκολες. Μιλάω για καταστάσεις, στις οποίες οι εργαζόμενοι είναι αναγκασμένοι να υποστούν κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων τους, αρκεί να μη χάσουν τη θέση εργασίας τους. Από τη στιγμή που οι περισσότερες επιχειρήσεις έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα, είναι βέβαιο ότι θα την πληρώσει η εργατική τάξη. Από τον Απρίλιο ή Μάιο του 2021, που αναμένεται να επαναλειτουργήσουν όλες οι επιχειρήσεις, πιθανόν να ξεκινήσει «νέο ξεκαθάρισμα». Προβλέπεται ότι πολλοί εργαζόμενοι θα απολυθούν.

Η εκμετάλλευση του εργαζόμενου στον ιδιωτικό τομέα και η παραβίαση των δικαιωμάτων του δεν είναι κάτι καινούργιο. Ωστόσο, τον τελευταίο χρόνο, το φαινόμενο έχει πάρει πολύ μεγάλες διαστάσεις. Ο εργαζόμενος βιώνει δύσκολες καταστάσεις, στις οποίες παραβιάζονται θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια, στην ίση μεταχείριση, στην ελευθερία του λόγου, το δικαίωμα στο να εργάζεται σε ένα ασφαλές και ανθρώπινο περιβάλλον. Σε αρκετές περιπτώσεις, ο εργαζόμενος μπαίνει στο περιθώριο, αισθάνεται απομονωμένος, μη χρήσιμος και εξαναγκάζεται να παραιτηθεί χάνοντας το δικαίωμα στην αποζημίωσή του. Σε διαφορετική περίπτωση κλείνει τα αυτιά και τα μάτια του, κάνει πως δεν ακούει τις προσβολές, πως δεν αντιλαμβάνεται την υποτιμητική και απαξιωτική συμπεριφορά του εργοδότη, δέχεται τη μείωση μισθού, δέχεται τη μείωση ωραρίου, αρκεί να μη χάσει έστω και αυτά τα λίγα που του δίνονται και να μη βιώσει την ανασφάλεια της ανεργίας. Όπως δηλώνουν οι ψυχολόγοι και οι ιατροί εργασίας το mobing θεωρείται πλέον επαγγελματική ασθένεια, καθώς ο εργαζόμενος βιώνει έντονο εργασιακό στρες, το οποίο βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα οδηγεί σε ψυχικές και σωματικές ασθένειες.

Στο πλαίσιο της εργοδοτικής τρομοκρατίας, τέτοιου είδους φαινόμενα μπορεί να είναι μεμονωμένα ή να αφορούν το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων. Στις επιχειρήσεις, που έχουν σημειώσει κατακόρυφη πτώση στον κύκλο εργασιών τους, εξωθούνται σε παραίτηση οι εργαζόμενοι, οι οποίοι δικαιούνται τη μεγαλύτερη αποζημίωση λόγω μακρόχρονης προϋπηρεσίας. Το δυσάρεστο είναι ότι ο καθοριστικός ρόλος της Επιθεώρησης Εργασίας στο πλευρό του εργαζόμενου τείνει να εκλείψει. Τις περισσότερες φορές το ΣΕΠΕ δέχεται πιέσεις από τους εργοδότες και λειτουργεί προς όφελος αυτών. Άρα ο εργαζόμενος καλείται να παλέψει μόνος του. Και πρέπει να το κάνει. Ο κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα να εργάζεται μέσα σε ένα αξιοπρεπές περιβάλλον, να απολαμβάνει πλήρη σεβασμό από τους συναδέλφους και τους ανωτέρους του, να έχει ελευθερία έκφρασης και λόγου και να λαμβάνει ως αντάλλαγμα, για την παροχή της εργασίας του, αυτά που ο νόμος προβλέπει. Όμως, με τις κυβερνήσεις και τα διεφθαρμένα πολιτικά πρόσωπα που εκλέγουμε στη χώρα μας, κάτι τόσο αυτονόητο και νομικά κατοχυρωμένο, φαντάζει ουτοπικό.

Και τώρα, που – λόγω του κορωνοϊού – η μείωση της διακίνησης χρήματος έχει επιφέρει μεγάλο πλήγμα στην πραγματική οικονομία είναι βέβαιο ότι δεν υπάρχει σχέδιο για μια ομαλή επαναφορά. Τι γίνεται, λοιπόν, με αυτούς τους μικροεπιχειρηματίες και τους εργαζόμενους που πεινάνε, καθώς δεν έχουν καθόλου εισόδημα όλο αυτό το διάστημα που έκλεισαν οι επιχειρήσεις; Θα σωθούν με τα ελάχιστα κρατικά βοηθήματα; Τι γίνεται με αυτούς που δεν έχουν να πληρώσουν το νοίκι του σπιτιού τους; Τι γίνεται με αυτούς που είναι μακροχρόνια άνεργοι; Γιατί για αυτούς τόσα χρόνια δεν ενδιαφέρθηκε κανείς; Τι γίνεται με αυτούς που παίρνουν συντάξεις πείνας; Τι γίνεται με αυτούς που δεν έχουν να πληρώσουν τα δάνεια και κινδυνεύουν με κατάσχεση της περιουσίας τους; Τι γίνεται με τις επιχειρήσεις του τουρισμού και τους εργαζόμενους αυτού του τομέα, που και αυτή τη θερινή περίοδο, δεν θα μπορέσουν να εργαστούν ή θα εργαστούν ελάχιστα;

Η απάντηση των κυβερνώντων βρίσκεται στους ξένους επενδυτές. Είναι η μόνη «σωτήρια λύση». Μπάτε σκύλοι αλέστε. Πουλήστε τις επιχειρήσεις σας, πουλήστε τη γη σας, πουλήστε τα σπίτια σας. Οι ξένοι επενδυτές θα αγοράσουν τις επιχειρήσεις που δεν στάθηκαν βιώσιμες και τα σπίτια μας, αυτά που πιθανόν δεν θα μπορέσουμε να αποπληρώσουμε στις τράπεζες. Τόσα χρόνια ακούμε για μεγάλους ξενοδοχειακούς και άλλους κολοσσούς που έρχονται να επενδύσουν στην Ελλάδα. Τι σημαίνει αυτό για εμάς; Οι ξένες επενδυτικές εταιρείες και οι διαχειριστές τους αγοράζουν τουριστικά συγκροτήματα, παραθαλάσσιες εκτάσεις και μικρά ιδιωτικά νησιά. Αγοράζουν μικρομεσαίες και μικρές τουριστικές μονάδες που έχουν πληγεί, για να τις εκσυγχρονίσουν και να τις εκμεταλλευτούν αποκλειστικά. Πρόσφατα διάβασα ότι οι γερμανικές τράπεζες, για την τόνωση της οικονομίας και των επενδύσεων, έχουν αρχίσει να δανείζουν με πολύ χαμηλά επιτόκια. Οι Γερμανοί ξανάρχονται να αγοράσουν, σε εξευτελιστικές τιμές. Και όχι μόνο αυτοί. Το μέλλον φαντάζει δυσοίωνο. Θα γίνουμε κακοπληρωμένοι υπάλληλοι και εργάτες στις επιχειρήσεις που εμείς οι ίδιοι, με τόσο κόπο, φτιάξαμε. Και μπορεί σε κάποιους να φαντάζει αδύνατο, αλλά γιατί όχι, μπορεί να μένουμε με νοίκι στα σπίτια που εμείς, με τόσο κόπο, χτίσαμε.

Ας μην ξεχνάμε τα λόγια του Ελύτη… «αν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι και ένα καράβι. Που σημαίνει, με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις».

Με μια προϋπόθεση όμως, η ελιά, το αμπέλι και το καράβι… πρέπει να είναι δικά μας.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το