Θ Plus

Παρανέστι – Ορμένιο με το τρένο

Tου Κυριάκου Παπαγεωργίου

Είναι παραμονή της Παναγίας και βρίσκομαι στο Παρανέστι για τις εκδηλώσεις που γίνονται στο ποτάμι του Νέστου.
Όταν η χώρα παραδέρνει μες στη χαύνωση της παραμονής, σοφίζομαι ένα αλλιώτικο ταξίδι, με το τρένο, από το Παρανέστι μέχρι το τέλος του σιδηροδρομικού της δικτύου.
Έχω ενημερωθεί ότι το τρένο γι’ Αλεξανδρούπολη, που περνάει εκεί γύρω στις εννιάμιση, δεν σταματάει αν δεν κουνήσεις μαντίλι για να σταθμεύσει.
Στην τζαμαρία του σταθμού είναι καρφιτσωμένο ένα χαρτάκι που γράφει ότι το τρένο από Δράμα για Αλεξανδρούπολη περνάει στις 9 και 47.
Παρανέστι 9 και 57. Καταφτάνει η ταχεία «Θεσσαλονίκη – Αλεξανδρούπολη». Κόβει ταχύτητα, τρίζουν οι ράγες, ανοίγουν οι πόρτες, ανεβαίνω. Πάω κατευθείαν στο καφε-μπαρ. Πιάνω τζάμι και βγάζω το μπλοκάκι μου. Το τρένο τρέχει δίπλα από το παρακείμενο δάσος του Νέστου.
Περνάμε την καταργημένη στάση Στέρνα και την Πασχαλιά. Ολόγυρα καπνά και λιβάδια. Ο συρμός φτάνει στο Νεοχώρι. Έρχονται και φεύγουν λιβάδια, χλοεροί λειμώνες.
Μπαραμπαμπούμ, οι ράγες κάθε δύο τρίτα. Διαδοχικά και διακεκομμένα. Ποτίστρες, στύλοι και θερμοκήπια παντού με νάιλον.
Σταυρούπολη στις 10 και 35. Σταθμεύει, παίρνει επιβάτες, αφήνει εμπορεύματα κι εφημερίδες και ξεκινά για τα Στενά του Νέστου.
Η βλάστηση πυκνώνει. Γίνεται ζούγκλα. Το τρένο διασχίζει τη ζούγκλα κι οι επιβάτες ούτε που παίρνουν χαμπάρι. Όλοι είναι βυθισμένοι στις οθόνες των κινητών παρακολουθώντας με αγωνία τις εξελίξεις από το Survivor.

Έξω ωστόσο η ζωή αποτυπώνει το πιο ωραίο σκηνικό που θα μπορούσε να αντιγράψει ο ρυθμιστής του υπολογιστή σου, το πιο ενδιαφέρον κύτταρο του επιζώντος φυσικού πολιτισμού.
Λιβερά! Καμία στάση. Τοξότες, το ίδιο! Από δω και πέρα αρχίζει η διάσχιση του ξανθιώτικου κάμπου. Καπνώνες και βιομηχανίες. Μπαίνουμε στην Ξάνθη στις 11 και 10. Πανδαιμόνιο. Μικροπωλητές, γιάπηδες, δεσποινίδες με μαντίλες, σαρίκια και φέσια, κουλουρτζήδες και σιδηροδρομικοί. Και αρκετοί Πομάκοι.
Επόμενος σταθμός ο Ίασμος. Μονόροφος, μικρός σταθμός, παλαιού τύπου. Καθώς το τρένο πλευρίζει τον ποταμό Κομψάτο καπάκι εμφανίζεται ο Πολύσιτος. Δεν κάνει στάση. Ούτε στον Πολύανθο. Ωστόσο περνώντας τον Πολύσιτο διακρίνω ένα εντυπωσιακό κουφάρι σταθμού έξω από τη γραμμή. Ακολουθεί η θαλασσάχνη της Βιστωνίδας κι αμέσως μετά διασχίζουμε τα Θρακικά Μετέωρα.

Η χαράδρα του Νέστου από το παράθυρο του τρένου

Ώρα 11 και 30. Το τρένο διαγράφοντας μια καμπύλη εισέρχεται στον ωραίο σταθμό τρίτης κατηγορίας της Κομοτηνής.
Κουλουροπώλες, σιδηροδρομικοί, μαντίλες, άνθρωποι του μόχθου. Αλλά και αγρότες, υπάλληλοι και φοιτητές.
Στις 11 και 48 το τρένο αναχωρεί για Αλεξανδρούπολη. Θα διασχίσει τον κάμπο με τα καλαμπόκια, τα καπνοχώραφα, πομώνες, τρακτέρ, παλιά εργοστάσια και μερικά άχρωμα χωριουδάκια. Θα περάσει τον Λισσό ποταμό και μετά θα στριμωχτεί στην εύφορη λεκάνη της ροδοπαίας κοιλάδας.
Μετά από ένα ακόμη λεπτό το τρένο «πιάνει» τη Βέννα. Το τρένο κόβει ταχύτητα κι είναι σα να θέλει να υποβάλει τα σέβη του σε έναν αρχοντικό σταθμό με σφραγισμένες τις πόρτες, αφού δεν έχει ούτε επιβάτες ούτε ζωή. Απ’ τους παλιούς σταθμούς η Βέννα διατηρεί μιαν εμφάνιση φορμαλιστικού νεοκλασικισμού.
Στις 12 και 10 το τρένο περνάει από τον διώροφο σταθμό της Μέστης, που μοιάζει σαν ένας πύργος αλλοτινής εποχής.
Μετά τη Μέστη αρχίζει ένας βασανιστικός για το τρένο ανήφορος. Διασχίζει βαθιές χαράδρες και πυργώματα με πολεμίστρες για να προβάλει ο σταθμός σωτηρίας σε ένα πάλαι ποτέ σαρακατσάνικο χωριό, τη Συκοράχη.
Ώρα 12 και 19. Το τρένο πλησιάζει τον σταθμό διαγράφοντας μια τεράστια καμπύλη και μπαίνει στο ορεινό χωριό που τότε άκουγε στο όνομα Συκαράγη.
Περίμενα να ιδώ έναν σταθμό περιποιημένο, αλλά δε βρήκα παρά ένα στασίδι με πέτρινους κυβόλιθους, μια κεκλιμένη τσιμεντένια στέγη κι ένα μαύρο ψηφιακό πλαίσιο γραμμάτων με το όνομα του χωριού.

Μια Σαρακατσάνα ντυμένη στα φανταχτερά χρώματα της φυλής, φασκιωμένη μες στα κεντίδια, στέλνει φιλιά στον κόσμο του τρένου.
Από δω ώς την κοιλάδα με το σπήλαιο των Αγίων Θεοδώρων και το εντυπωσιακό κάστρο του Άβαντα το τοπίο θα ντυθεί με τα ωραιότερα χρώματα της φύσης.
Τυπικά το τρένο χρειάζεται 25 λεπτά για να καλύψει την απόσταση από τη Συκοράχη ώς τον Άβαντα.
Το τρένο περνάει από παλιά κάστρα, πύργους, πολεμίστρες και μια στενή δασωμένη χαράδρα.
Φτάνει ύστερα από λίγο στον σταθμό της Κίρκης. Μάγισσα ή όχι, η Κίρκη αποτελεί έναν σπουδαίο σταθμό β’ κατηγορίας μέσα στο πανέρημο και θαυμάσιο φυσικό τοπίο του Νομού Έβρου.
Εδώ είναι μια υψωμένη κοιλάδα, διασωληνωμένη από πλατάνια, φλαμουριές και γάβρους.
Στην Αλεξανδρούπολη θα φτάσουμε σε δύο ώρες και δέκα λεπτά από το Παρανέστι.
Εκεί θα μείνω το βράδυ για να ξεκινήσω με άλλο τρένο το επόμενο πρωί που θα με πάει ώς τα Δίκαια του Έβρου.
*

Ο παλιός σταθμός του Πολύσιτου Ξάνθης

Εννιά παρά δέκα το πρωί, είμαι στημένος στο παγκάκι του σταθμού, καρτερώντας το τρένο που θάρθει από τη «Διαλογή».
Η δηζελομηχανή σέρνοντας τρία βαγόνια χρωματιστά θάρθει με ένα τέταρτο καθυστέρηση για να φύγει ύστερα από δέκα λεπτά με προορισμό τα «Δίκαια» των συνόρων.
Θα επιβιβαστώ φορτωμένος τη μηχανή και το μπλοκάκι μου, καθώς και μια μονογραφία για τα τρένα που θα με συντροφέψει δυόμιση ώρες στο δρομολόγιο της συνοριακής ζώνης. Μιας ζώνης που ατενίζει την εβρίτικη λεκάνη με τη σπάνια υγρογενετική ποικιλία.
Δίπλα μου θα καθίσουν άνθρωποι καθημερινοί και όχι. Μια μαραμένη όψη καθηγητή, ο λεπτός γυάλινος σκελετός μιας φοιτήτριας, ένας νεαρός αγρότης με λάγνα μάτια και μια συμπαθέστατη γριούλα με μπόλια που ανακρατάει ένα κοφίνι χόρτα εποχής.
Από την Αλεξανδρούπολη θα περάσουμε ένα ανοιχτό πεδίο παλιών κτηρίων, ατμομηχανών, σκουριασμένων βαγονιών και σκόρπιου σιδηροδρομικού υλικού που είναι διάσπαρτο σε μια τεράστια πεδινή αλάνα.
Ατενίζοντας την αχανή αυτή εδαφική πλατφόρμα του Έβρου προσπαθώ ν’ απομονώσω την πλουτοφόρα ζώνη που ποικίλει από στολίδια νεροκάναλων, υγρολίβαδων και αιθέριων πτερωμάτων.
Σε λίγο μπαίνουμε σε ένα αχανές υγρολίβαδο που αποτελεί τον προθάλαμο του λιμναίου συστήματος των εκβολών του Έβρου.
Ύστερα θ’ αποχαιρετήσουμε τον περιαστικό θύλακα της Αλεξανδρούπολης για να πάρουμε βορεινή κατεύθυνση φτάνοντας στον πρώτο σταθμό της πορείας μας, στις Φέρες.
Εκεί θ’ αποβιβάσει φαντάρους και ύστερα από λιγόλεπτη αναμονή το τρένο θα συνεχίσει ακολουθώντας τη συνοριακή γραμμή και τα σκέρτσα του ποταμού.
Σε κάθε σταθμό ο συρμός θα ενδίδει σε ένα βιαστικό πέρασμα, στο οποίο θ’ αντιστοιχεί κι από ένας ιδιώνυμος θύλακας, ο οποίος θα διανθίζει τη παρέβρια κοιλάδα με τις μικρές πολιτείες και τα χωριουδάκια των συνόρων.

Τα απέναντι
Η Θράκη είναι, ιστορικά, μια και η αυτή και κακώς η γεωπολιτική διπλωματία τη χώρισε σε ανατολική και δυτική.
Απέναντι λοιπόν από τις Φέρες βρίσκουμε το Γενικαρπουζλού (Yenikarpouzlu), απέναντι από το Τυχερό το Μπαλαμπαντσίκ (Balabangik), απέναντι από τη Δαδιά το Κουπλού (Κuplu), απέναντι από το Σουφλί το Καντιντοντουρμά (Kadidonturma), απέναντι από τα Λάβαρα το Αλίμπεη (Alibey) κι απέναντι από το Διδυμότειχο το Σερέμ και το Ακσαντάν (Serem και Akcadam)
Ανηφορίζοντας φτάνουμε στο Θούριο, απέναντι από το οποίο βρίσκεται το Σακιμονσελίμ (Sacimonselim), απέναντι από το Νέο Χειμώνιο το Ελσιτί (Elciti), απέναντι από την Ορεστειάδα το Ντοϋράν (Doyran) και το Καρακασίμ (Karakasim), απέναντι από την Καβύλη το Ουγιουκλουτατάρ (Uyuklutatar), απέναντι από τις Καστανιές, όπου και το τελωνείο Ελλάδας – Τουρκίας, η Αδριανούπολη (Edirne), απέναντι από το Δίλοφο, λίγο πριν φτάσει η γραμμή στα απώτατα βορειοανατολικά όρια του ελληνοτουρκικού κράτους, βρίσκεται το Κεμάλ (Κemal), σημαδιακό όνομα του τελευταίου χωριού πάνω στο λεγόμενο Τριεθνές.
Από το Τελωνείο των Καστανιών μέχρι το πέρασμα στη Βουλγαρία, για το Σβίλενγκραντ, μεσολαβούν τρεις μόνον αντιπαραθέσεις ανάμεσα στην ελληνική και βουλγάρικη επικράτεια, εκτός από το Δίλοφο, κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής.
Τα Δίκαια έχουν απέναντί τους το Καπιτάν Αντρέεβο (Kapitan Andreevo), όμως προηγείται η Πτελέα που έχει απέναντί της το Τσερνοντάμπ (Chernondab) και τελευταία έρχεται η στάση του Ορμένιου απέναντι από το Σβίλενγκραντ (Svilengrand).

Η Παναγιά η Κοσμοσώτειρα στις Φέρες

*
Το ταξίδι με το τρένο δεν έχει απρόοπτα. Συνεχώς εναλλάσσονται οι επιβάτες, ανακατεύονται με στρατιώτες ή φοιτητές και ντόπιους και μουσουλμάνους – Έλληνες πάντως.
Οι περισσότεροι σταθμοί πια δε λειτουργούν – σπουδαίοι σταθμοί, με τη γαλλική στόφα – όπως εκείνοι του Πυθίου και του Διδυμότειχου, που έχουν εγκαταλειφθεί και μένουν σκέτα ξύλινα κουφάρια.
Το ταξίδι αποκαλύπτει λιβάδια και θαλασσινούς λειμώνες, ανθρώπους και στρατόπεδα, κρυμμένα πολυβολεία και καπνοχώραφα, δάση λεύκας ποτίστρες, θερμοκήπια, κανάλια κι αναχώματα που εμφανίζονται αναπάντεχα.
Δεκατέσσερις σταθμούς θα καταγράψει το μπλοκάκι μου που όμως το τρένο θα τους προσπεράσει δίχως στάση, με μειωμένη ταχύτητα. Θα σταθεί μετά βίας στις Φέρες, στο Σουφλί και στην Ορεστειάδα. Ούτε στο Διδυμότειχο δεν κάνει στάση.
Παρ’ όλα αυτά θα σημειώσω εν τάχει περάσματα από Πέπλο, Τυχερό, Κορνοφωλιά, Λάβαρα, Διδυμότειχο, Πύθιο, Νέο Χειμώνιο Καβύλη, Καστανιές και Δίκαια. Με μια παρατήρηση: Ότι ο κάθε σταθμός του Έβρου αρχιτεκτονικά είναι διαφορετικός από τον προηγούμενο ή τον επόμενο.
Το τρένο και η γραμμή δεν θα περάσουν από στενά, λόγγους, ριζοβούνια ή οροπέδια. Χαράζει μιαν ευθεία γραμμή, κατά τεκμήριο πλάι ή πλησίον της κοίτης του ποταμού διαγράφοντας στο τελικό της στάδιο μια καμπύλη τόξου, για να εισβάλει στο πανέμορφο υγροσύστημα του Άρδα, ένα από τα ομορφότερα οικοσυστήματα της Βαλκανικής.
Ολόκληρο αυτό το τόξο της σιδηροδρομικής γραμμής πέρα από τα πολλά και πρωτόγνωρα φυσικά τοπία του Έβρου, έχει να επιδείξει πληθώρα ιστορικών και πολιτιστικών μνημείων. Στη διαδρομή που διανύουμε υπάρχει η εντυπωσιακή Τραϊανούπολη, με τα σπουδαία Λουτρά, ο εκπληκτικός ναός της μονής Κοσμοσώτειρας των Φερών, τα αρχοντικά κουκουλόσπιτα του Σουφλίου, το δάσος της Δαδιάς, το περίφημο τέμενος Βαγιαζήτ στο Διδυμότειχο, αλλά και ένα από τα συγκλονιστικότερα ψηφιδωτά δάπεδα του 2ου μεταχριστιανικού αιώνα, ο εντυπωσιακός «Αναδυόμενος Έβρος», στην αρχαία Πλωτινόπολη, έξω από το Διδυμότειχο.
Τέλος υπάρχουν και αυτοί οι ποικιλότυποι σιδηροδρομικοί σταθμοί που έπαιξαν στην εποχή τους τεράστιο ρόλο στην επικοινωνία των ανθρώπων σε δύσκολες για τον τόπο εποχές…
*
Θα σταματήσει το τρένο οριστικά στα Δίκαια του Έβρου, τελευταίο σταθμό επί ελληνικού εδάφους, θα προειδοποιήσει τους επιβάτες ότι είναι οριακός ο σταθμός και ότι εντός ολίγου θα ενεργήσει αναστροφή για να ξαναγυρίσει στην Αλεξανδρούπολη…
Θα ξαναμπώ στο ίδιο βαγόνι με μέτωπο τις εκβολές του Έβρου, για να φτάσω σε δυόμιση ώρες στην πύλη του Αλέξανδρου ή στο Δεδέ-Αγάτς, όπως αποκαλούσαν την Αλεξανδρούπολη μέχρι τον πρώτο πόλεμο οι υπό τουρκική κατοχή πληθυσμοί…

Αύγουστος 2018

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το