Πολιτισμός

Πάνος Σκοτινιώτης: Ο Βόλος και ο Νομός Μαγνησίας, ο τόπος για τον οποίο ουδέποτε θα πάψω να συναισθάνομαι το χρέος της οφειλής

 

Ο Πάνος Σκοτινιώτης γεννήθηκε το 1954. Εργάστηκε ως δικηγόρος και έχει υπηρετήσει την Τοπική Αυτοδιοίκηση από τη θέση του νομάρχη, του βουλευτή Μαγνησίας και του δημάρχου Βόλου.
Η μελέτη του, υπόδειγμα τοπικής ιστορίας, με τίτλο «Μαγνησία και Πολιτική εν καμίνω, 1934-1967, Ανατομία της κάλπης και Μετασχηματισμοί», που κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας στάθηκε αφορμή για τη συνέντευξη που ακολουθεί.
Το βιβλίο προλογίζει ο αείμνηστος, ομότιμος καθηγητής, Ηλίας Νικολακόπουλος, ενώ το εξώφυλλο έχει σχεδιάσει ο Βολιώτης εικαστικός-καθηγητής Αλέξανδρος Ψυχούλης.

ΣΥΝΕΝΤΥΞΗ

ΧΑΡΙΤΙΝΗ ΜΑΛΙΣΣΟΒΑ

«Μαγνησία και Πολιτική εν καμίνω, 1934-1967. Ανατομία της κάλπης και Μετασχηματισμοί», το βιβλίο σας που κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας. Θα μας δώσετε κάποια στοιχεία του;
Πρόκειται για μια μελέτη με μεγάλο χρονικό άνοιγμα, το οποίο εκτείνεται από τις τελευταίες δημοτικές εκλογές (1934) και τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές (1936) πριν από τη δικτατορία Μεταξά, έως την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών (1967). Ανάμεσα στις δύο δικτατορίες, μεσολαβούν ο Πόλεμος, η Κατοχή, η Αντίσταση, ο Εμφύλιος, η μετεμφυλιακή χωλή δημοκρατία. Μια περίοδος, δηλαδή, βγαλμένη κυριολεκτικά από το καμίνι της Ιστορίας, που τα είχε όλα. Στο επίκεντρο της μελέτης βρίσκεται η Μαγνησία. Ο διάλογος, ωστόσο, και η διάδραση του τοπικού με το εθνικό είναι διαρκείς. Το βιβλίο διερευνά, πρωτίστως, την πολιτική ιστορία της Μαγνησίας σε μια κομβική, αλλά και σχετικά υποφωτισμένη περίοδο της τοπικής ιστορίας, με άξονα τις βουλευτικές και τις δημοτικές εκλογές. Η συγκρότηση και μετεξέλιξη των ιστορικών πολιτικών παρατάξεων γίνεται σε σύγκριση με τα εθνικά πολιτικά ρεύματα, με τρόπο ώστε να εντοπίζονται ομοιότητες και διαφορές. Η μελέτη δεν μένει όμως μόνο στην πολιτική και εκλογική ιστορία, αλλά σκιαγραφεί και το οικονομικό, κοινωνικό και δημογραφικό πορτρέτο της μεταπολεμικής, κυρίως, Μαγνησίας, σε αντιπαραβολή μάλιστα και με τους άλλους θεσσαλικούς νομούς. Έτσι, ο αναγνώστης αποκτά εικόνα των σοβαρών μεταβολών σε πανθεσσαλικό επίπεδο, αλλά και μπορεί να κάνει χρήσιμες συγκρίσεις. Όλες οι πολιτικές, εκλογικές, οικονομικές και δημογραφικές εξελίξεις παρουσιάζονται με την υποστήριξη 411 πινάκων, που περιέχουν στατιστικά δεδομένα, και 12 διαγραμμάτων, ενώ υπάρχουν και 103 φωτογραφίες (εφημερίδων της εποχής, προσώπων, ντοκουμέντων κ.ά.). Από τις σελίδες του βιβλίου περνούν 1.982 πρόσωπα, περιλαμβανομένων όλων όσοι συμμετείχαν σε συνδυασμούς βουλευτικών και δημοτικών εκλογών, με τους σταυρούς προτίμησης που έλαβαν, καθώς και των πρώτων 123 συλληφθέντων στις 21 Απριλίου 1967 από τη Μαγνησία και εκτοπισθέντων στη Γυάρο. Στο παράρτημα του βιβλίου υπάρχουν σύντομα βιογραφικά των εκλεγέντων κατά την εξεταζόμενη περίοδο βουλευτών και δημάρχων, ευρετήριο των ονομάτων προσώπων, όπως και ευρετήριο των δήμων και κοινοτήτων του Νομού Μαγνησίας.

Ποια ήταν η αφορμή για τη συγγραφή του;
Το βιβλίο αυτό είναι για μένα μια κατάθεση ψυχής για τη Μαγνησία και τους πολίτες της. Ο Βόλος και συνολικά ο Νομός Μαγνησίας, που «άλλοι τον παρομοιάζουν με δαγκάνα και άλλοι με μισάνοιχτη αγκαλιά», όπως έχει γράψει ο Κώστας Ακρίβος, είναι ο τόπος για τον οποίο ουδέποτε θα πάψω να συναισθάνομαι το χρέος της οφειλής. Από ’κει και πέρα, βασικό ερέθισμα αποτέλεσε το κλασικό πια βιβλίο του Ηλία Νικολακόπουλου, «Η καχεκτική δημοκρατία. Κόμματα και εκλογές, 1946-1967» (εκδ. Πατάκη). Το βιβλίο αυτό υπήρξε και το βασικό επιστημονικό μου στήριγμα. Για να πω τα πράγματα με το όνομά τους, χωρίς την ενθάρρυνση του αξέχαστου φίλου Ηλία Νικολακόπουλου, δεν θα είχα αποτολμήσει να γράψω αυτό το βιβλίο. Να σημειωθεί ότι ο κορυφαίος αυτός πολιτικός επιστήμονας, ο οποίος έγραψε και τον πρόλογο του βιβλίου, είχε αυξημένο ενδιαφέρον για τις ιστορικές και πολιτικές ιδιαιτερότητες της Μαγνησίας.

Σε ποιους απευθύνεται το βιβλίο σας;
Το βιβλίο απευθύνεται κυρίως στο ευρύ κοινό. Όπως εκτιμήθηκε, όμως, και από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας, που μου επιφύλαξαν την εξαιρετική τιμή να αναλάβουν την έκδοση του βιβλίου, η μελέτη ενδιαφέρει, παράλληλα, τους πολιτικούς επιστήμονες, τους ιστορικούς της σύγχρονης Ιστορίας και τους φοιτητές πολιτικής επιστήμης και Ιστορίας, προσφέροντας πολύτιμο υλικό και ερεθίσματα σε νέους ερευνητές.

Πόσος χρόνος χρειάστηκε για τη συλλογή του υλικού και ποιο κομμάτι της έρευνάς σας ήταν το πιο επίπονο;
Ήταν μια ιδιαιτέρως απαιτητική έρευνα. Χρειάστηκαν τουλάχιστον δύο χρόνια πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης για τη συλλογή του υλικού και άλλα τόσα για την ταξινόμηση, την επεξεργασία του και το γράψιμο του βιβλίου. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, κοντολογίς, η ζωή μου κινήθηκε ουσιαστικά γύρω απ’ αυτό το βιβλίο. Το πιο επίπονο μέρος της έρευνας ήταν η αποδελτίωση του τοπικού Τύπου όλης αυτής της περιόδου. Είναι ατέλειωτες οι ώρες που πέρασα στον φιλόξενο χώρο του συλλόγου των «Τριών Ιεραρχών», «σκαλίζοντας» το πολύτιμο αρχείο του τοπικού Τύπου που διαθέτει. Από τον τοπικό Τύπο άντλησα άφθονο πρωτογενές υλικό.

Ποια χρονική περίοδος που συμπεριλάβατε στο βιβλίο, θεωρείτε πως αντιμετώπισε τις περισσότερες ή μεγαλύτερες δυσκολίες;
Περισσότερο με δυσκόλεψε το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου. Στο κεφάλαιο αυτό προσπάθησα να «γεφυρώσω» τη μεσοπολεμική περίοδο με τη μεταπολεμική, ανατρέχοντας μάλιστα και ακόμη πιο πίσω, σε στιγμές του απώτερου παρελθόντος της περιοχής μας, που επικαθόρισαν τις μετέπειτα εξελίξεις. Ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα, πολύ περισσότερο που φιλοδοξία μου ήταν να εμπλουτίσω και με νέα, κατά το δυνατόν, ερμηνευτικά εργαλεία την ήδη πλούσια τοπική ιστοριογραφία της περιόδου αυτής.

Έχετε λάβει το χρίσμα του βουλευτή, του νομάρχη και πιο πρόσφατα του δημάρχου. Τι αποτύπωμα σάς αφήνει κάθε θητεία;
Οι συμπολίτες μου μού επιφύλαξαν το ανεκτίμητο προνόμιο να υπηρετήσω από διάφορες θέσεις υψηλής ευθύνης τον Βόλο και τη Μαγνησία. Τους είμαι ευγνώμων. Διετέλεσα βουλευτής σε μια φορτισμένη περίοδο (1989-1993). Πιστεύω πως τίμησα την εντολή των συμπολιτών μου, αναπτύσσοντας μια πλούσια κοινοβουλευτική δράση, η οποία έχει αναγνωριστεί και πολύ πέραν των τοπικών ορίων. Το 1994, στις πρώτες εκλογές μετά την ίδρυση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, εκλέχθηκα νομάρχης Μαγνησίας. Οι δύο θητείες στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Μαγνησίας (1995-2002) ήταν για μένα και τους συνεργάτες μου μια συναρπαστική οκταετία πολύπλευρης δημιουργίας, κατά την οποία η Μαγνησία πέρασε από τη ραγδαία αποβιομηχάνιση και την οικονομική συρρίκνωση, στην οικονομική ανάκαμψη και στη δρομολόγηση όλων των μεγάλων αναπτυξιακών έργων. Χωρίς να προχωρώ σε αδόκιμες συγκρίσεις, πρέπει να σας πω ότι εξαιρετικά γόνιμη – και σίγουρα η πιο ακανθώδης και μαχητική – ήταν η περίοδος της δημαρχίας. Ήμουν ο πρώτος δήμαρχος του «καλλικρατικού» Δήμου Βόλου, με θητεία που διήρκεσε όλα κι όλα τριάμισι χρόνια (2011-2014). Με τους συνεργάτες μου κληθήκαμε να στήσουμε από την αρχή έναν Δήμο, ο οποίος προήλθε από τη συνένωση οκτώ διαφορετικών ως προς τη φυσιογνωμία τους δήμων και μίας κοινότητας. Και κληθήκαμε να επιτελέσουμε το τιτάνιο αυτό έργο σε συνθήκες εφιαλτικές, έχοντας κληρονομήσει αβάσταχτα χρέη, με την κρατική χρηματοδότηση μειωμένη κατά τουλάχιστον 62%, με υπηρεσίες υποστελεχωμένες, αλλά και με σκάνδαλα και ταμειακά ελλείμματα, με τα οποία μας «φιλοδώρησαν» κάποιοι από τους συνενωθέντες δήμους. Η συγκρότηση του νέου Δήμου αποτέλεσε ένα τεράστιο οργανωτικό και πολιτικό εγχείρημα, το οποίο υλοποιήσαμε με μεγάλη επιτυχία, σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα, εν λειτουργία, χωρίς οι πολίτες να στερηθούν έστω και μία ημέρα τις υπηρεσίες που προσφέρει ο Δήμος, και ταυτόχρονα σχεδιάζοντας ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα έργων και δράσεων, που είτε υλοποιήσαμε, είτε δρομολογήσαμε, είτε προετοιμάσαμε για την επόμενη προγραμματική περίοδο 2014-2020.

Σε ποιο βαθμό η αποτελεσματικότητα ενός πολιτικού ή τοπικού άρχοντα εξαρτάται από τις εκάστοτε συγκυρίες;
Οπωσδήποτε οι συγκυρίες παίζουν σημαντικό ρόλο. Είναι άλλο, για παράδειγμα, να είσαι δήμαρχος την εποχή των «παχέων αγελάδων» για την Αυτοδιοίκηση, και πολύ διαφορετικό να είσαι δήμαρχος στην πρώτη περίοδο εφαρμογής του «Καλλικράτη», σε καθεστώς μνημονίων. Η απάντηση όμως αυτή δεν είναι ολοκληρωμένη. Διότι ο κάθε πολιτικός και ο κάθε τοπικός άρχοντας πρέπει να κρίνεται και από τις προτεραιότητες που θέτει στις δεδομένες συνθήκες, όπως και από την ικανότητά του να αξιοποιήσει αποτελεσματικά όλα τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα. Επειδή είστε εκπαιδευτικός, θα αναφέρω ένα παράδειγμα από τον χώρο της εκπαίδευσης: Να σας πω, λοιπόν, ότι εμείς, στα τριάμισι χρόνια της θητείας μας και με τις συνθήκες που προανέφερα, καταφέραμε να κατασκευάσουμε, με πόρους του ΕΣΠΑ, και να παραδώσουμε πέντε νέα διδακτήρια, που αποτελούν πραγματικό κόσμημα, καθώς και να παραδώσουμε ένα ακόμη με εγκατεστημένο τον εργολάβο. Η τωρινή δημοτική αρχή, στα σχεδόν εννιά χρόνια της θητείας της, σε απείρως πιο ευνοϊκές συνθήκες, δεν κατάφερε ακόμη να παραδώσει ούτε ένα διδακτήριο, που η κατασκευή του να ξεκίνησε από την ίδια.

Ποιο θεωρείτε πως είναι σήμερα το μείζον πρόβλημα στην πόλη μας, αλλά και σε επίπεδο περιφέρειας;
Θα το πω απερίφραστα: Το μείζον πρόβλημα για την πόλη μας είναι η συστηματική διάβρωση που υφίσταται τα τελευταία χρόνια το «οικοσύστημα» της τοπικής κοινωνίας και δημοκρατίας και το συνεχές «ποδοπάτημα» της τοπικής μεταπολιτευτικής μας ιστορίας. Ο Βόλος είναι μια ζηλευτή πόλη, που δεν περίμενε φυσικά το «σωτήριον έτος» 2014 για να κερδίσει δεσπόζουσα θέση, αφού ήδη διέθετε ισχυρές αστικές λειτουργίες και δημόσιες υποδομές, που δύσκολα συναντώνται σε άλλη, αντίστοιχου μεγέθους, ελληνική περιφερειακή πόλη. Το πραγματικά λυπηρό είναι το ότι έχουμε πλέον χαμηλώσει τόσο πολύ τον πήχη, ώστε να θεωρούμε έργο πνοής κάποιους κυκλικούς κόμβους, σαν κι αυτούς που έχει γεμίσει όλη η Ελλάδα. Αλλά και να κομπάζουμε γιατί γεμίζουν τα τσιπουράδικα της παραλίας τις τέσσερις Κυριακές που παίζουν μπάλα στον Βόλο οι μεγάλες ομάδες. Είναι όμως ανάγκη να γίνει κατανοητό ότι ζούμε σε μια εποχή, όπου η χωρική διάσταση της ανάπτυξης αποκτά ολοένα και πιο βαρύνουσα σημασία. Οι πόλεις και οι περιφέρειες που θα πρωταγωνιστήσουν είναι εκείνες που θα υιοθετήσουν νέες μορφές δημοτικής και περιφερειακής διακυβέρνησης και οι οποίες θα συντονιστούν στη συχνότητα της πράσινης μετάβασης και των νέων και αναδυόμενων τεχνολογιών.

Ποια αξία θεωρείτε υπέρτατη;
Το να έχει κανείς ήσυχη τη συνείδησή του.

Ποιο βιβλίο διαβάσατε πρόσφατα και σας εντυπωσίασε;
Το τελευταίο βιβλίο που μόλις ολοκλήρωσα είναι τα «Ψιλά γράμματα». Πρόκειται για ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, γραμμένο με τη χειμαρρώδη γραφή της συνοδοιπόρου μου στα φοιτητικά χρόνια, Ιωάννας Καρυστιάνη (εκδ. Καστανιώτη). Αμέσως πριν απ’ αυτό, διάβασα το τελευταίο βιβλίο του Γιώργου Σούρλα, «Ήθος στην Πολιτική – Νοθευμένη Δημοκρατία. Νομότυπη διαπλοκή, αθέατη απάτη» (εκδ. Παπαζήση). Μακάρι να το διαβάσουν και όσοι – κυρίως από την παράταξη της οποίας ο συγγραφέας αποτελεί ιστορικό στέλεχος, αλλά όχι μόνον – φαίνονται έτοιμοι, «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς αιδώ», να «ξεπλύνουν» πρόσωπα και καταστάσεις και να «ευλογήσουν» το διαζύγιο της πολιτικής με την ηθική.

Είναι στους στόχους σας κάποιο νέο βιβλίο σχετικό με την ανατομία της κάλπης των ετών της δικτατορίας και της περιόδου της μεταπολίτευσης;
Είναι πολύ νωρίς ακόμη να μιλήσω για νέο βιβλίο. Η αλήθεια είναι ότι αρκετοί που διάβασαν το βιβλίο μού διαμήνυσαν ότι περιμένουν τη συνέχεια. Είναι όμως μια πολύ δύσκολη απόφαση. Και βέβαια ο λόγος γίνεται για τη μεταπολιτευτική περίοδο, αφού δεν μπορεί να μιλάμε για κάλπες στη δικτατορία. Τα δύο κίβδηλα δημοψηφίσματα δεν αντέχουν σε καμία «ανατομία».

Ποια είναι η ευχή σας για τις επικείμενες εθνικές, αλλά και τις δημοτικές εκλογές;
Για τις δημοτικές εκλογές, τι να πω: Όποιος έχει μάτια βλέπει ότι η πόλη μας καθημερινά βουλιάζει στον βάλτο, ότι οι ευκαιρίες μάς προσπερνούν, ότι ο Βόλος χάνει διαρκώς έδαφος στον ανταγωνισμό των πόλεων. Η ευχή μου λοιπόν – και η ελπίδα – είναι η τοπική κοινωνία να αναπτύξει τα απαραίτητα αντισώματα και να αναδείξει έναν δήμαρχο και μια δημοτική αρχή που θα έχουν το κοινωνικό εκτόπισμα, το ηθικό φορτίο και τα γνωστικά εφόδια να καταλάβουν πόσο διαφορετικός είναι σήμερα ο κόσμος και τι χρειάζεται μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή πόλη. Όσο για τις εθνικές εκλογές, η απολύτως επιβεβλημένη, κατά τη γνώμη μου, πολιτική αλλαγή προϋποθέτει μια τολμηρή, υπερβατική πρωτοβουλία από την πλευρά της δημοκρατικής αντιπολίτευσης.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το