Τοπικά

Οι εκτιμήσεις τριών οικονομολόγων για το 2023 στη “Θ” – Η χρονιά της οικονομικής επιβράδυνσης και των πολλών αβεβαιοτήτων

 

Χρονιά των αβεβαιοτήτων θα είναι το 2023, καθώς ο πληθωρισμός θα παραμείνει το μείζον πρόβλημα, ενώ και η ανάπτυξη της οικονομίας από το 5,6% του 2022, θα προσγειωθεί στο 1%-2%, τη στιγμή μάλιστα που η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Παράλληλα οι εξωγενείς παράγοντες, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση, δεν δημιουργούν συνθήκες ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας.

Ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και συγγραφέας κ. Νίκος Κυριαζής, ο καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Μιχάλης Ζουμπουλάκης και ο κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Διοικητικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Χρήστος Κόλλιας σκιαγραφούν όλα όσα θα φέρει το 2023 στην ελληνική οικονομία.

Παράλληλα σημειώνουν τις συνέπειες που θα έχουν οι συνεχείς εκλογές για τη φετινή χρονιά.

Το μείζον πρόβλημα είναι ο πληθωρισμός
«Το μείζον οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα του 2023 είναι ο πληθωρισμός» τονίζει ο κ. Μιχάλης Ζουμπουλάκης και συμπληρώνει πως «ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2023 εκτιμά πληθωρισμό ύψους 5%, αντί 9,7% πέρσι. Αντιθέτως, όσον αφορά στην ανάπτυξη, η ελληνική οικονομία αντέχει, έστω και αν ο ρυθμός της αναμένεται να πέσει κάτω από το 2% (αντί 5,6% το 2022). Η ανεργία παραμένει υψηλή και σχεδόν παγιωμένη (12,6%) παρά τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων και παρά την αύξηση ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων (+15,5%).
Στην Ελλάδα η κυβέρνηση αποφάσισε να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό με επιδοτήσεις και εκπτώσεις σε επιλεγμένα προϊόντα. Η επιδοματική πολιτική έχει τη λογική τής υποστήριξης των πιο αδύναμων. Αυτό όμως προϋποθέτει ακριβείς φορολογικές δηλώσεις, ώστε οι αδύναμοι να είναι αντικειμενικά αναγνωρίσιμοι. Από την άλλη, η πολιτική αυτή είναι αναποτελεσματική γιατί αντί να μειώνει, τρέφει τον πληθωρισμό! Μπορεί να βοηθά κάποια ευάλωτα νοικοκυριά, αλλά αφενός δεν επαρκεί και αφετέρου υπονομεύει τη δράση των άλλων μέτρων εξημέρωσης του πληθωριστικού τέρατος, όπως η αύξηση των επιτοκίων. Οι κεντρικοί τραπεζίτες της ΕΕ και των ΗΠΑ αυξάνουν συνεχώς τα επιτόκια ώστε να αυξήσουν το κόστος δανεισμού του χρήματος και να μειώσουν τις καταναλωτικές δυνατότητες, πιέζοντας εμμέσως τις επιχειρήσεις να συγκρατήσουν τις τιμές. Η δική μας κυβέρνηση κάνει το αντίθετο: Καλύπτει (για λίγους) το κόστος των ανατιμήσεων και στηρίζει τη ζήτηση, τρέφοντας τον πληθωρισμό! Γιατί να πέσουν οι τιμές στο ράφι, όταν κάποιος καλύπτει τη διαφορά κόστους;
Η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και του ΕΦΚ στα πετρελαιοειδή ωφελεί άμεσα την κατανάλωση, αλλά και τις ελληνικές επιχειρήσεις. Αν θέλουμε να μην εξαρτόμαστε μόνον από τον τουρισμό, πρέπει να ενισχύσουμε τα προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως αυτά της μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας, των οποίων το μερίδιο στο σύνολο των εξαγωγών της μεταποίησης υποχωρεί σταθερά τα τελευταία 15 χρόνια. Αυτό όμως απαιτεί βαθιές αλλαγές στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Σε μια εκλογική χρονιά, αυτές πρέπει να είναι το πρώτο θέμα στην ατζέντα».

Κυρίαρχη η αβεβαιότητα
Από την πλευρά του ο κ. Νίκος Κυριαζής σημειώνει πως «οι εκτιμήσεις για το 2023 φαίνεται να υπόκεινται στον κανόνα της αβεβαιότητας της κβαντικής φυσικής, όπως τη διατύπωσαν ο Νιλς Μπορ, ο Βέρνερ Χάιζενμπεργκ και άλλοι. Για να πάρουμε ως παράδειγμα το περίφημο νοητικό πείραμα του Έρβιν Σρέντινγκερ, ώσπου να κάνουμε τη συγκεκριμένη παρατήρηση, δεν γνωρίζουμε αν η γάτα είναι ξύπνια ή ναρκωμένη. Έτσι και για την οικονομία του 2023, ώσπου να κυλήσει ο χρόνος και να παρατηρήσουμε την πραγματικότητα, δεν μπορούμε να κάνουμε εκτιμήσεις.
Οι αβεβαιότητες είναι πολλές για τον κόσμο, πρώτον πόσο θα βαστάξει ο πόλεμος στην Ουκρανία, με τις συνέπειες στις τιμές των καυσίμων, αλλά και των σιτηρών κ.λπ., όπως και για το μέλλον της πράσινης οικονομίας. Τα σχέδια για απεξάρτηση από ρυπογόνα καύσιμα μεταδίδονται για το μέλλον. Στην Ελλάδα π.χ. λειτουργούν ξανά μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη. Το τέλος του πολέμου δεν είναι ορατό.
Δεύτερη ομάδα αβεβαιοτήτων είναι άλλες πιθανές εστίες τριβής και αντιπαραθέσεων από τη θάλασσα της Κίνας ώς το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν με πιθανό πλήγμα από ΗΠΑ – Ισραήλ, αλλά και η γενικότερη συνεχιζόμενη αναταραχή και επανάσταση, πτώση του σημερινού καθεστώτος. Πιθανόν να έχουμε νέες συγκρούσεις σε ορισμένες ασταθείς χώρες της Αφρικής όπως Αιθιοπία και όχι μόνο.
Τρίτη αβεβαιότητα, είναι ο Covid που ξαναφουντώνει στην Κίνα και ίσως άλλοι ιοί, που μπορούν να διαταράζουν ξανά, όπως το 2020 την ανεφοδιαστική αλυσίδα.
Για την Ελλάδα υπάρχουν δυο επιπλέον αβεβαιότητες, η πολιτική, με τις διπλές εκλογές, που για δυο περίπου μήνες θα αναστέλλουν οικονομικές αποφάσεις τόσο του δημοσίου, όσο και του ιδιωτικού τομέα, των Ελλήνων, αλλά και των ξένων δυνητικών επενδυτών. Η δεύτερη είναι η γεωπολιτική με την Τουρκία όπου και εκεί το 2023 είναι έτος εκλογών, με τον Ερντογάν ίσως να εντείνει ακόμα την αντιπαράθεση, αν θεωρεί πως μπορεί να του φέρει εκλογικό πλεονέκτημα.
Έτσι δεν τολμώ να κάνω εκτιμήσεις για ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, πληθωρισμό και ανεργία για το 2023. Οι εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών, τραπεζών και του υπουργείου Οικονομικών δίνουν ένα εύρος 1% ώς 3% και για τον πληθωρισμό, υψηλό, αλλά κατώτερο του 2022, ίσως 5% – 7%.
Η Ελλάδα το 2022 έδειξε αξιοσημείωτα οικονομικά αποτελέσματα που ίσως με ένα είδος κεκτημένης ταχύτητας, να την κρατήσουν (χάρη και στα ευρωπαϊκά κονδύλια) εκτός ύφεσης το 2023.
Ας ελπίσουμε πως όταν ολοκληρωθεί ο χρόνος, η γάτα – οικονομία της Ελλάδας θα παραμένει ξύπνια και όχι ναρκωμένη».

Η μονιμότητα της κρίσης
«Permacrisis είναι η λέξη που επέλεξε το βρετανικό λεξικό Collins ως λέξη της χρονιάς για το 2022» τόνισε ο κ. Χρήστος Κόλλιας και συμπλήρωσε πως «στα ελληνικά θα μπορούσε να αποδοθεί ως μονιμοκρίση, δηλαδή μόνιμη κρίση ή μονιμότητα της κρίσης. Αν και ο νεολογισμός αποδίδεται στην Κριστίν Λαγκάρντ, την επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στην πραγματικότητα χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τους Zuleeg, Emmanouilidis και Borges de Castro του European Policy Centre σε ένα άρθρο τους το 2021 με τίτλο «Europe in the age of permacrisis». Η λέξη περιγράφει εύστοχα και περιεκτικά την εποχή μας, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας για μία και πλέον δεκαετία είναι οι συνεχείς κρίσεις, η αβεβαιότητα και η αναταραχή που προκαλούν: Διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση και οικονομική ύφεση, κρίση χρέους, πανδημία, ρωσική εισβολή και πόλεμος στην Ουκρανία, ενεργειακή κρίση και ο πρωτοφανής εδώ και δεκαετίες πληθωρισμός που πλήττει τις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Η εκτόξευση του πληθωρισμού επέφερε μεγάλη και ταχεία σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη με συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων, οι οποίες, όπως προειδοποίησε η Λαγκάρντ, αναμένεται να συνεχιστούν για αρκετό διάστημα. Οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες, το ενεργειακό κόστος, η περιοριστική νομισματική πολιτική ήδη προκαλούν απότομη επιβράδυνση και ύφεση στην ευρωπαϊκή οικονομία. Για το 2023 προβλέπεται ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα παραμείνει ουσιαστικά στάσιμο με μηδενική ανάπτυξη. Ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα περιοριστεί στο αναιμικό 0,3% από το 3,2% του 2022.
Αντίστοιχη επιβράδυνση θα καταγράψει το 2023 και η ελληνική οικονομία, καθώς και αυτή επηρεάζεται από το διεθνές οικονομικό περιβάλλον, το ενεργειακό κόστος, την ακρίβεια που πλήττει τα νοικοκυριά, τις αυξήσεις των επιτοκίων που επιβαρύνουν δυσβάσταχτα τους δανειολήπτες, αλλά και επιδρούν αρνητικά στην επενδυτική δραστηριότητα. Ο ρυθμός μεγέθυνσης του ελληνικού ΑΕΠ το 2023 προβλέπεται στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού ότι θα περιορισθεί από το περίπου 5,6% το 2022 στο ισχνό 1,8%, επίδοση που όμως είναι σημαντικά καλύτερη σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (0,3%). Ούτως ή άλλως «οι προβλέψεις είναι πολύ δύσκολες, ειδικά όταν αφορούν το μέλλον» μας προειδοποιεί ο Δανός φυσικός Niels Henrik David Bohr (1885-1962). Πόσο μάλλον όταν στην ιστορική εποχή που διανύουμε κυριαρχεί το στοιχείο της permacrisis και των απρόβλεπτων εξωγενών διαταρακτικών παραγόντων».

Η τουρκική προκλητικότητα
Ο κ. Κόλλιας πρόσθεσε πως «όλες οι προβλέψεις για το 2023 είναι ιδιαιτέρως επισφαλείς, καθώς είναι πολλές οι παράμετροι που δεν μπορούν εύκολα να σταθμισθούν και η επίδρασή τους να συνεκτιμηθεί στις οικονομικές επιδόσεις για την καινούργια χρονιά. Όχι τυχαία, οι λέξεις αβεβαιότητα και κίνδυνοι επαναλαμβάνονται και τονίζονται συνεχώς στο κείμενο της Εισηγητικής Εκθέσεως του Προϋπολογισμού.
Οι παράγοντες αβεβαιότητας για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας το 2023 μπορούν να ομαδοποιηθούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: Εξωγενείς και ενδογενείς. Οι πρώτοι αφορούν στους κινδύνους που απορρέουν από το ευρύτερο γεωπολιτικό περιβάλλον, την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία, τις εντάσεις και τα σύννεφα που φαίνεται ότι συσσωρεύονται στα Βαλκάνια και φυσικά τις εντάσεις στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, όπου στους επόμενους μήνες δεν μπορεί να αποκλεισθεί περαιτέρω κλιμάκωση της επιθετικής, πολεμικής ρητορικής. Τουναντίον. Μάλλον πρέπει να αναμένεται. Για τον πιεζόμενο εκλογικά Ερντογάν, ο πειρασμός δημιουργίας εξωτερικών αντιπερισπασμών είναι ισχυρός, αν και στο διπλωματικό παρασκήνιο διαφαίνονται, με τη διαμεσολάβηση του διεθνούς παράγοντα, προσπάθειες διάνοιξης διαύλων εκτόνωσης του συσσωρευμένου από το 2020 χαμηλού βαρομετρικού φορτίου στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το γεγονός πάντως ότι τόσο η Ελλάδα, όσο και η Τουρκία έχουν τεθεί σε προεκλογική τροχιά, μάλλον αποκλείει την πιθανότητα βημάτων ουσιαστικής αποκλιμάκωσης. Εξάλλου, το σύνολο της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας, της συμπολίτευσης, αλλά και της αντιπολίτευσης, διαγωνίζεται σε οξύτητα προκλητικών επιθετικών δηλώσεων εναντίον της Ελλάδας. Το αφήγημα της Γαλάζιας Πατρίδας είναι βαθιά ριζωμένο στη στρατηγική αντίληψη και τις μακροχρόνιες γεωπολιτικές επιδιώξεις της Τουρκίας. Βεβαίως, αν και τίποτα δεν πρέπει να αποκλείεται κατηγορηματικά, λόγω της ευρύτερης γεωπολιτικής συγκυρίας, πολύ δύσκολα η πολεμοχαρής ρητορική μπορεί τους επόμενους μήνες να μετουσιωθεί σε πράξεις. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε τεράστιο, στρατηγικής εμβέλειας πλήγμα για τη συνοχή της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ σε μία περίοδο που η Συμμαχία έχει ανάγκη συνοχής έναντι της επίσης αναθεωρητικής Ρωσίας».

Ο ρόλος των εκλογών
«Οι άλλοι παράγοντες αβεβαιότητας, οι ενδογενείς, αφορούν πρωτίστως στην εγχώρια πολιτική σκηνή. Το 2023 είναι έτος εκλογών και δη διπλής εκλογικής αναμέτρησης. Η παρατεταμένη διπλή προεκλογική περίοδος, καθώς μάλλον πρέπει να θεωρείται δεδομένη η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης από την κάλπη της απλής αναλογικής, επηρεάζει άμεσα την οικονομία. Λόγου χάρη, στόχος για το 2023 είναι η επίτευξη της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας, η οποία θα προσθέσει ευπρόσδεκτη επιπρόσθετη θωράκιση έναντι πιθανόν μελλοντικών διεθνών οικονομικών αναταράξεων. Η επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας μάλλον πρέπει να θεωρείται ανέφικτη κατά τη διάρκεια της διπλής εκλογικής αναμέτρησης. Θα απομακρυνθεί δε ακόμα περισσότερο αν διαφανεί αδυναμία σχηματισμού ισχυρής και σταθερής κυβέρνησης με μακρύ χρονικό ορίζοντα μετά και από τις δεύτερες εκλογές. Οι δυνητικές οικονομικές επιπτώσεις σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, είναι μία (ακόμα) παράμετρος που πρέπει να σταθμισθεί σοβαρά ενώπιον της κάλπης. Τυχόν κυβερνητική αβεβαιότητα ή ασταθής με βραχύβιες προοπτικές κυβέρνηση μπορεί να έχει καταλυτική αρνητική επίδραση στην ελληνική οικονομία και τις επιδόσεις της τα επόμενα χρόνια. Δεδομένης της ευρύτερης διεθνούς οικονομικής και πολιτικής συγκυρίας και των πολυεπίπεδων προκλήσεων που αντιμετωπίζει η χώρα, ένα τέτοιο σενάριο είναι καταφανώς απευκταίο» κατέληξε ο κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Διοικητικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το