Τοπικά

Νικήτριες στη μάχη με τον καρκίνο – Μηνύματα ζωής από δύο εργαζόμενες στο Νοσοκομείο Βόλου 

Μητέρες, νέες, δημιουργικές, όμορφες. Γυναίκες με καρκίνο. Γυναίκες με ογκοκτομή και διπλή μαστεκτομή. Γυναίκες που εργάζονται στον ευαίσθητο τομέα της υγείας. Χαμογελούν συνεχώς, λες και το χαμόγελο έγινε τατουάζ στο πρόσωπό τους. Δακρύζουν, όχι όταν σκέφτονται τη μάχη επιβίωσης, αλλά τους γονείς και τα παιδιά τους. Γυναίκες που εργάζονται στον ίδιο χώρο, αλλά η αφορμή για τη γνωριμία τους ήταν η απόφασή τους να μοιραστούν μαζί μας το σημαντικότερο κομμάτι της ζωής τους. Γυναίκες που ξαναγεννήθηκαν μέσα από τα σκοτάδια των χημειοθεραπειών, γυναίκες μοναδικές.
Η 38χρονη μικροβιολόγος Κλέλια Αθανασοπούλου και η συνομήλική της νοσηλεύτρια Μαρία Ακρίβου ζουν με τον καρκίνο.
Είναι οι αληθινές γυναίκες που ξέρουν τι θα πει μάχη, μάχη για να ζήσεις.
Με κατεστραμμένες φλέβες, με διπλή μαστεκτομή, με οδυνηρά χειρουργεία, αλλά το ταμείο της ζωής τους είναι γεμάτο.
Στον μεγάλο χώρο του Αχιλλοπούλειου άγνωστες μέχρι χθες, αλλά τόσο όμοιες.
Διαφορετικές ιστορίες, αλλά και τόσο ίδιες.
Η Μαρία και η Κλέλια μας λένε πως όταν ένας άνθρωπος διαγνωστεί με καρκίνο και περάσει τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ της υγείας και της ασθένειας πρέπει να αποφασίσει να προχωρήσει μπροστά βλέποντας μόνο τα σημαντικά πράγματα της ζωής του.
«Από την ώρα που η επιστήμη μας δίνει τα όπλα, από την ώρα που έχουμε τα όπλα, θα πολεμήσουμε».
Οι δύο γυναίκες συμφωνούν σε ένα πράγμα. Ότι ο καρκίνος τις «αναγέννησε».
«Τελειώνει αυτό που ήσουν πριν και είσαι κάτι άλλο. Είσαι ένας νέος άνθρωπος. Ο καρκίνος σου καίει τα πάντα και εσύ παραμένεις ζωντανός αναγεννημένος από τις στάχτες».

Η «σταύρωση»

Ένα πράγμα θυμούνται και οι δύο έντονα.
Την ώρα του χειρουργείου. Εκεί που το σώμα πρέπει να πάρει τη στάση του σταυρού. Εκεί που ξεκινά όντως η «σταύρωση».
Καμία δεν νοιάστηκε για τα χαμένα μαλλιά, τα φρύδια, τα βλέφαρα.
«Ό,τι βγαίνει ξανά δεν το πενθείς» λέει η Κλέλια και η Μαρία συμπληρώνει πως όταν αποφάσισε να ξυρίσει το κεφάλι της ανακουφίστηκε.
«Κάθε γυναίκα που σέβεται και αγαπάει τον εαυτό της, την οικογένεια και τα παιδιά της πρέπει κάθε χρόνο να κάνει τεστ Παπανικολάου, έναν υπέρηχο, μια μαστογραφία και ψηλάφηση. Απλά πράγματα που δεν πονάνε. Δεν σημαίνει ότι επειδή δεν πονάς κάπου δεν πας και στον γιατρό».
Περιγράφουν τις στιγμές του εφιάλτη, του μεγάλου πόνου, αλλά… χαμογελούν.
«Πονάς, πονάς σαν να περνά νταλίκα από πάνω σου. Προσπαθείς να δώσεις κουράγιο στους δικούς σου, ένα κουράγιο που πήρες από τους ίδιους μαζί με πολύ αγάπη».

«Δεν τους είπα ότι θα πεθάνω, αλλά θα δώσω μια μάχη δύσκολη…»

Η Μαρία Ακρίβου είναι 38 ετών, μητέρα δύο μικρών κοριτσιών και διαγνώστηκε με καρκίνο στον μαστό πριν πέντε χρόνια.
Με ψηλάφηση εντόπισε ένα ογκίδιο σε μέγεθος αρακά και δεν του έδωσε σημασία πιστεύοντας πως είναι μια απλή κύστη. Με την πάροδο έξι μηνών το ογκίδιο άρχισε να μεγαλώνει και μια ημέρα που ένιωσε πόνο, αποφάσισε με την επιμονή του συντρόφου της, να προχωρήσει στις αναγκαίες εξετάσεις.
«Παρότι νοσηλεύτρια έκανα μόνο τις απαραίτητες αιματολογικές εξετάσεις. Σήμερα δεν μπορώ να σκεφτώ ότι μια νέα γυναίκα δεν θα κάνει κάθε χρόνο προληπτικές εξετάσεις, έστω έναν υπέρηχο και τη μαστογραφία»
Νοσηλεύτρια τότε στη Χαλκίδα, που πάλευε για τη μετάθεσή της στον Βόλο, έφυγε για τον Άγιο Σάββα, για τυπικές εξετάσεις.
«Αμέσως μόλις εντόπισα τον πόνο και έκανα την ψηλάφηση αντιλαμβανόμενη πως είχε δημιουργηθεί ένα καρύδι, την επόμενη μέρα, Παρασκευή, πήγα στον Άγιο Σάββα σε μαστολόγο. Μου ζήτησε μαστογραφία και υπέρηχο μόλις με εξέτασε. Είχε ήδη καταλάβει πως είχα καρκίνο και έπρεπε να χειρουργηθώ. Όταν έκανα τη μαστογραφία είδα την ακτινολόγο που έχασε το χρώμα της και δεν θα ξεχάσω ποτέ το βλέμμα της. Μου είπε πως πρέπει να μπω αμέσως χειρουργείο. Άρχισαν να τρέχουν τα μάτια μου δάκρυα. Γελούσα και έκλαιγα συγχρόνως όταν επέστρεψα στον μαστολόγο. Έχω καρκίνο, έλεγα γελώντας και κλαίγοντας από ανεξήγητα συναισθήματα αλλά δεν φοβήθηκα ότι θα πεθάνω. Μου είπανε πως πρέπει να χειρουργηθώ αμέσως και τους ζήτησα λίγες ημέρες να επιστρέψω στον Βόλο, να διαχειριστώ τα παιδιά και τους γονείς μου. Όταν τηλεφώνησα στη μητέρα μου και της είπα πως έχω καρκίνο, έκλεισε το τηλέφωνο, της έπεσε από τα χέρια. Εγώ δεν μπορούσα να κλάψω ή να πανικοβληθώ. Δεν θα άλλαζε κάτι.
Χειρουργήθηκα Τρίτη 9 Ιουλίου. Η μητέρα μου, μου κρατούσε το χέρι και έτρεχε δίπλα από το φορείο. Της ζητούσα να μην ανησυχεί και εκείνη μου απάντησε πως κανείς δεν μπορεί να καταλάβει μια μητέρα. Της οφείλω τόσα πολλά…
Έγινε ογκοκτομή σε όγκο τρίτου σταδίου και αφαίρεση 10 λεμφαδένων. Πλέον πηγαίνω συχνά στο πανεπιστημιακό της Λάρισας γιατί εκεί υπάρχει κέντρο για την παρακολούθηση του λεμφηδοίματος». Μετά ξεκίνησαν οι χημειοθεραπείες. Πόνοι αφόρητοι.
«Το μετά ήταν οδυνηρό. Πόνοι, πόνοι, χανόμουνα. Αλλά η ψυχολογία ήταν τα πάντα και στον καρκίνο ήταν το Α και το Ω. Εξήγησα στα παιδάκια μου ότι η μαμά είναι άρρωστη και δεν έκρυψα τίποτα. Δεν τους είπα ότι θα πεθάνω αλλά θα δώσω μια μάχη δύσκολη. Τα παιδιά μου ήταν 5 και 8 χρόνων». Η Μαρία χανόταν στους πόνους και ως μια περίεργη στιγμή περιγράφει εκείνη που άρχισαν να χάνονται τα μαλλιά.
«Θα τα ξυρίσω αμέσως και όταν έγινε αισθάνθηκα ανακούφιση» είπε. Στις φωτογραφίες από την εποχή των χημειοθεραπειών είναι πανέμορφη όσο σήμερα και πάντα χαμογελαστή.
«Βάζεις στο περιθώριο το σκοτάδι ακόμα και στις φωτογραφίες από την εποχή των χημειοθεραπειών».
Σήμερα όταν στηρίζει στο Νοσοκομείο του Βόλου γυναίκες με καρκίνο στον μαστό, είναι όλα διαφορετικά και την πενταετία από την ημέρα του χειρουργείου τη γιόρτασε με ένα πάρτι με τα παιδιά της, μια φίλη της από το νεφρολογικό τμήμα και τους δικούς της ανθρώπους.

«Όταν νοσήσει ο γιατρός, ό,τι πίστευε δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα…»

Η Κλέλια Αθανασοπούλου βρίσκεται στον τρίτο χρόνο από την ημέρα που εκδηλώθηκε η περιπέτειά της.
Δεν φόρεσε ποτέ περούκα. Ανάμεσα στις χημειοθεραπείες την κάλεσαν να αναλάβει υπηρεσία στο ΠΕΔΥ της Νέας Ιωνίας και η γιατρός εμφανίστηκε με την μπαντάνα της.
«Όταν κατάλαβα τι μου συνέβη μετά την πρώτη εξέταση σκέφθηκα να ρωτήσω πόση ζωή έχω…
Το ρώτησα γιατί όταν ένας άνθρωπος περνά σε αυτό το επίπεδο πρέπει να ολοκληρώσει αυτά που πρέπει να κάνει να μην αφήσει εκκρεμότητες για τα παιδιά του». Η Κλέλια όταν διαγνώστηκε με καρκίνο τα παιδιά της ήταν πέντε και δυόμιση ετών.
Μιλάει για τους γονείς της και τον αδερφό της με μεγάλη αγάπη. Στη μητέρα της πιστώνει την ίδια της την επιβίωση.
«Στην αρχή σκέφτεσαι και αναρωτιέσαι πόσα πράγματα έχεις να ρυθμίσεις και πως θα ζήσουν τα παιδιά σου χωρίς μάνα. Μετά λες, πρέπει να ζήσω και για μένα. Είμαι νέα, έχω τόσα να κάνω και να ζήσω. Και δίπλα μου είχα τον «βράχο», τη μητέρα μου».
Η Κλέλια συνεργάστηκε με γιατρό από τη Σουηδία και για να μην καταστρέψει τις φλέβες της τοποθέτησε «portal» κάτω από τον λαιμό της.
Πέρασε δύο μεγάλα χειρουργεία. Στο πρώτο αφαιρέθηκαν τρεις όγκοι και στο δεύτερο έγινε διπλή μαστεκτομή, με τοποθέτηση επιθεμάτων σιλικόνης.
Πως είναι να νοσεί ο γιατρός;
«Είναι πιο σκληρό να είναι ο ασθενής γιατί ο γιατρός ξέρει. Ξέρει τα στατιστικά, τις πιθανότητες, ξέρει τα πάντα, έχει τη γνώση. Όταν ωστόσο νοσήσει ο γιατρός που πιστεύει πως ξέρει τι σημαίνει καρκίνος, τότε αντιλαμβάνεται ότι αυτό που πίστευε δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Αν δεν το ζήσεις , δεν έχεις ιδέα».
Η Κλέλια ανακάλυψε τρεις όγκους σε έναν καθιερωμένο προληπτικό έλεγχο, αλλά είχε κάνει και ψηλάφηση. Μόνη της εντόπισε ογκίδιο πέντε χιλιοστών και μετά τους υπερήχους ανακάλυψε ακόμα δύο 9 και 12 χιλιοστών. Εννοείται πως δεν… έψαξε στο ίντερνετ να δει τι συμβαίνει, καθώς όπως λέει ο κάθε καρκίνος είναι ξεχωριστός όπως και ο κάθε άνθρωπος.
Ο πρώτος άνθρωπος που ενημέρωσε ήταν ο αδελφός της, ο οποίος τη συνόδευε στις εξετάσεις.
«Μούδιασα όταν το έμαθα. Μετά ο γιατρός μου ζήτησε να μπω αμέσως χειρουργείο. Μετά το χειρουργείο μου ζήτησε ο γιατρός να φύγω από το σπίτι για έξι μήνες κατά τη διάρκεια των χημειοθεραπειών για να μην παίρνω μικρόβια από τα παιδιά. Ήταν το μόνο που δεν έκανα και ζούσα με μάσκα. Στα παιδιά είχα πει ότι είχα πρόβλημα υγείας, αλλά η μαμά είναι πολεμίστρια. Όταν έπεσαν τα μαλλιά… χάρηκα γιατί έμοιαζα με τον αδελφό μου. Ο πόνος όμως με καθήλωνε και έμαθα να τον περιμένω και να τον υπομένω, γιατί ήξερα πως είναι για το καλό μου».
Η τελευταία της χημειοθεραπεία ήταν τον Ιανουάριο του 2017.
«Έκτοτε έδωσα ένα σάλτο και ανέβηκα στην επιφάνεια. Με ενημέρωσαν όμως οι γιατροί πως εάν δεν θέλω να αρρωστήσω ξανά πρέπει να κάνω αφαίρεση μαστών για να ελαχιστοποιήσουμε κάθε πιθανότητα. Και έγινε τον Απρίλιο του 2017.
Το έκανα… χωρίς να με νοιάζει. Για να ζήσω. Οφείλω να ζήσω».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το