Τοπικά

Μουσείο Ραδιοφώνου στο Λαύκο με 10.000 επισκέπτες

 

 MOYSEIO ΡΑΔΙΟΦΩΝΟΥ

Το Μουσείο Ραδιοφώνου «Αντώνης Ταβάνης» βρίσκεται στο Λαύκο και είναι ένα από τα δύο που υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα, με εκθέματα αποκλειστικά ραδιόφωνα. Το άλλο βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη. Στους χώρους του Μουσείου εκτίθενται περίπου 130 ραδιόφωνα, η πλειονότητα των οποίων δωρίστηκε από ένα Γερμανό καθηγητή πανεπιστημίου της Ελβετίας, ηλεκτρολόγο μηχανολόγο, φιλέλληνα, ο οποίος αγάπησε το Λαύκο ως δεύτερη πατρίδα του, τον Βίλφρεντ Σεπς. Η λειτουργία του Μουσείου οφείλεται στο μεράκι, την αγάπη και την επιστημονική δουλειά ανθρώπων του Συλλόγου Λαυκιωτών Μαγνησίας «Η Δράση», ένας εκ των οποίων είναι ο κ. Στάθης Σφονδυλιάς, που και έδωσε όλα τα στοιχεία στη «Θ», με αφορμή το ρεπορτάζ.

Το Μουσείο Ραδιοφώνου «Αντώνης Ταβάνης» εγκαινιάστηκε στις 26 Οκτωβρίου του 2008, όμως η προσπάθεια υλοποίησης και δημιουργίας του αρχίζει πολύ παλιότερα. Τα ραδιόφωνα που εκτίθενται είναι περίπου 130, από τα οποία τα 100 έχουν δωριστεί από τον Βίλφρεντ Σεπς, Γερμανό καθηγητή πανεπιστημίου της Ελβετίας, φιλέλληνα, ηλεκτρολόγο μηχανολόγο με ειδίκευση στην πυρηνική ενέργεια, ο οποίος «ερωτεύτηκε» το Νότιο Πήλιο και ιδιαίτερα το Λαύκο, όταν το επισκέφτηκε την πρώτη φορά. Τα υπόλοιπα 30 ραδιόφωνα προέρχονται από δωρεές ανθρώπων, μεταξύ άλλων, από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, την Αθήνα, τα Τρίκαλα, το Βόλο, την Κοζάνη, την Ξάνθη. Το Μουσείο Ραδιοφώνου σήμερα στεγάζεται στην παλιά αποθήκη του Συνεταιρισμού, όπου είναι επισκέψιμο κάποιες ώρες της ημέρας, αλλά κυρίως κατόπιν συνεννόησης με τον κ. Στάθη Σφονδυλιά στο τηλέφωνο 6970374922. Οι επισκέπτες που έχουν περάσει την πόρτα του Μουσείου, υπολογίζεται ότι έχουν ξεπεράσει τους 10.000. Ο κ. Στάθης Σφονδυλιάς αναλαμβάνει εθελοντικά από μεράκι την παρουσίαση της ιστορίας του ραδιοφώνου και την «ξενάγηση» στο χώρο του Μουσείου και όπως ο ίδιος τονίζει, «παρουσιάζουμε, μεταξύ άλλων, την ιστορία του ραδιοφώνου, το ρόλο που έπαιξε τοπικά, αλλά και παγκόσμια, ενώ συνδέουμε το Λαύκο με το χθες, το σήμερα και το αύριο, παρουσιάζοντας και το μεγάλο Σερβοαμερικανό Νίκολα Τέσλα, ο οποίος είναι υπεύθυνος για 700 εφευρέσεις, μεταξύ των οποίων και το πρώτο ραδιοκύμα».

 

Ο μεγάλος δωρητής Βίλφρεντ Σεπς

Η δημιουργία του Μουσείου Ραδιοφώνου στο Λαύκο οφείλεται κυρίως σε ένα Γερμανό καθηγητή πανεπιστημίου της Ελβετίας, τον Βίλφρεντ Σεπς. Ο Σεπς επισκέπτεται την Ελλάδα για πρώτη φορά στις αρχές του 1960 και όταν πατά το πόδι του στο Νότιο Πήλιο, ερωτεύεται «κεραυνοβόλα» το Λαύκο. Ο ίδιος έχει αγοράσει σπίτι στο Λαύκο, ενώ λέγεται ότι έχει αγοράσει και σπίτι στο Βόλο. Πού αλλού; Απέναντι από το Ραδιοφωνικό Σταθμό Βόλου, ο οποίος είναι ο πρώτος περιφερειακός σταθμός, που δημιουργείται σε όλη την Ελλάδα. Ο Βίλφρεντ Σεπς είναι ηλεκτρολόγος μηχανολόγος με ειδίκευση στην πυρηνική ενέργεια και πήρε μέρος στο πείραμα CERN, ενώ είναι αυτός που δώρισε περίπου 100 ραδιόφωνα στο Λαύκο για τη δημιουργία του Μουσείου. Έχει στην κατοχή του πάνω από 2.000 ραδιόφωνα.

 

LAFKO_Μουσείο_Ραδιοφώνου

Πώς άρχισε η ιδέα

δημιουργίας του Μουσείου

Ο Βίλφρεντ Σεπς στην αρχή απευθύνθηκε σε διάφορα ιδρύματα και μουσεία στην Ελλάδα για να δωρίσει τα ραδιόφωνα, όμως πήρε αρνητική απάντηση. Όπου και να απευθύνθηκε, δεν είχε αίσιο τέλος η δωρεά του. Μια μέρα, παρέα με ανθρώπους του Συλλόγου Λαυκιωτών Μαγνησίας «Η Δράση» έπεσε η ιδέα δημιουργίας μουσείου στο Λαύκο. Στη συνέχεια ο Δημήτρης Πιατάς, ηθοποιός, που έχει σπίτι στο Λαύκο, ως δημοτικός σύμβουλος του τότε Δήμου Αθηναίων με δήμαρχο την Ντόρα Μπακογιάννη, προτείνει τη συμβολή του Δήμου Αθηναίων οικονομικά και τεχνογνωσιακά στη δημιουργία του Μουσείου Ραδιοφώνου στο Λαύκο, αλλά η απόφαση καθυστερεί για διάφορους λόγους να υλοποιηθεί 5 χρόνια. Τελικά αυτό γίνεται και το Μουσείο Ραδιοφώνου παίρνει σάρκα και οστά επί ημερών στο δημαρχιακό θώκο του Νικήτα Κακλαμάνη. Σε συνεργασία με την Νέλη Κυριαζή, τότε διευθύντρια της Πινακοθήκης και των Μουσείων του Δήμου Αθηναίων, και με συνεργάτες της που έχουν την επιμέλεια σχεδίων, προθηκών, οριοθέτησης, διακόσμησης κ.ά., δημιουργείται το Μουσείο Ραδιοφώνου στο Λαύκο, στο διώροφο νεοκλασικό σπίτι, που παραχωρήθηκε δωρεάν για αυτό το λόγο, της Μάγδας Καραστάθη, εικαστικού, αποφοίτου της Σχολής Καλών Τεχνών Αθηνών. Σήμερα το Μουσείο Ραδιοφώνου «Αντώνης Ταβάνης» στεγάζεται στην παλιά αποθήκη του Συνεταιρισμού.

 

Πώς πήρε το όνομα

«Αντώνης Ταβάνης»

Ο Αντώνης Ταβάνης, αυτοδίδακτος γλύπτης και εικαστικός, «εραστής» του ραδιοφώνου, είχε αναλάβει τη διαπραγμάτευση με το Δήμο Αθηναίων για την υλοποίηση της δημιουργίας του Μουσείου Ραδιοφώνου. Δυστυχώς, όμως, δύο μέρες πριν τη συνάντηση με τους ανθρώπους του Δήμου Αθηναίων, το 2006, υπέστη καρδιακή ανακοπή και πεθαίνει. Ο Βίλφρεντ Σεπς δεν το σκέφτηκε καθόλου και αποφάσισε, κάτι που έγινε αποδεκτό, το Μουσείο Ραδιοφώνου να ονοματιστεί «Αντώνης Ταβάνης» στη μνήμη του.

 

«Η Δράση»

Στο έργο υλοποίησης του Μουσείου Ραδιοφώνου καταλυτικό ρόλο έπαιξε και ο Σύλλογος Λαυκιωτών Μαγνησίας «Η Δράση», μέλη της οποίας ανέλαβαν την εποπτεία, μεταφορά, το βάψιμο και τον καθαρισμό του χώρου κ.ά. Επίσης μέσα από το Μουσείο Ραδιοφώνου μέλη του Συλλόγου κάνουν αναφορά στο «Αθανασάκειο» Μουσείο, στο Λαογραφικό Μουσείο Λαύκου, στο Φάμπειο. Επίσης οι επισκέπτες του Μουσείου ενημερώνονται και για σημαντικούς ανθρώπους, όπως οι Βάρναλης, Δελμούζος, Γληνός, Παπαδιαμάντης κ.ά.

 

Τα ραδιόφωνα

Όπως προαναφέρθηκε, τα ραδιόφωνα που εκτίθενται, είναι περίπου 130, από τα οποία τα 100 περίπου ήταν από τη δωρεά του Βίλφρεντ Σεπς, ενώ τα υπόλοιπα από δωρεές ανθρώπων από όλη την Ελλάδα και όχι μόνο. Τα ραδιόφωνα χρονολογούνται από το 1924 έως και τη δεκαετία του 2000, τα οποία όλα μπορούν να λειτουργήσουν. Αυτή τη στιγμή, για ευνόητους λόγους, αφού δεν είναι εφικτό να είναι όλα σε λειτουργία, λειτουργούν δύο ραδιόφωνα, ένα Philips του 1965 και ένα αντίγραφο αμερικανικού μοντέρνου ραδιοφώνου του 1933, ενώ ο αρχικός σχεδιασμός έγινε το 1925. Μεταξύ των ραδιοφώνων του Μουσείου υπάρχουν και τρία ραδιόφωνα κρυστάλλου (γαληνίτη). Ο γαληνίτης είναι ημιαγωγός και μπορεί να χρησιμοποιηθεί, σε συνδυασμό με ένα λεπτό σύρμα, για να σχηματιστεί μία δίοδος επαφής σημείου. Η ιδιότητά του αυτή είναι χρήσιμη για τη φώραση των ραδιοφωνικών κυμάτων και την κατασκευή απλών ραδιοφωνικών δεκτών, των λεγόμενων ραδιοφώνων κρυστάλλου. Πρόκειται για πολύ απλά κυκλώματα, τόσο στο σχεδιασμό, όσο και στην υλοποίηση, που επιτρέπουν, ωστόσο, ακρόαση ραδιοφωνικών σταθμών στις περισσότερες κυματικές ζώνες (bands) και μάλιστα χωρίς τη χρήση ηλεκτρικού ρεύματος, καθώς ο δέκτης αντλεί την ενέργεια που χρειάζεται από τα ραδιοφωνικά κύματα. Τέτοιοι δέκτες κατασκευάστηκαν ευρέως στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, ενώ συνεχίζουν να κατασκευάζονται έως σήμερα από ραδιοερασιτέχνες. Κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αποτέλεσαν, λόγω της απλότητας της κατασκευής τους και της δυνατότητας χρήσης τους οπουδήποτε, τρόπο ακρόασης ραδιοφωνικών σταθμών σε περιοχές ή περιστάσεις που η χρήση άλλων ραδιοφώνων ήταν απαγορευμένη ή αδύνατη. Όλα τα ραδιόφωνα που εκτίθενται στο Μουσείο στο Λαύκο, έχουν καρτέλες, οι οποίες ενημερώνουν τους επισκέπτες για τη χρονολογία κατασκευής, τον τύπο, τη μάρκα και τη χώρα προέλευσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι το 1920 η δημιουργία ραδιοφώνων γινόταν κυρίως ερασιτεχνικά. Από τη δεκαετία του 1920 και μετά υπάρχει ένας «οργασμός» και μια μαζική παραγωγή.

 

Και το Πανεπιστήμιο

Θεσσαλίας

Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας στο πλαίσιο δύο εργασιών έχει πραγματοποιήσει τέσσερις επισκέψεις το 2009 και το 2010 στο Μουσείο Ραδιοφώνου «Αντώνης Ταβάνης» με επικεφαλής καθηγητή τον κ. Δ. Μπιλάλη. Ήταν η πρώτη φορά που έγινε μάθημα εκτός των «τειχών» του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μετά από 15 χρόνια λειτουργίας του, όπου φοιτητές παρέδωσαν μάθημα σε συμφοιτητές τους.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το