Θ Plus

Μια ανασκόπηση της ορειβασίας – Τα βουνά αυτοί ο γίγαντες

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

«Τα όρη εδιασκέλιζε», λέει ο Διγενής, «βουνού κορφές επήδα»…
Διασκελίζω, πηδάω, βαδίζω, περπατώ, πορεύομαι. Κι oι πιο σύγχρονοι ρηματικοί τύποι: Τραβερσάρω, διασχίζω, ορειβατώ. Κοιτάχτε πόσα ρήματα χρησιμοποιεί κανείς για να φτάσει σε μια κορυφή.
Χρησιμοποιούμε τα πόδια, αλλά κανείς δε φαντάζεται πόση φαιά ουσία καταναλώνουμε για να πετύχουμε τον στόχο μας… Επομένως τα πόδια είναι τα κλειδιά. O νους και οι αισθήσεις, τα αντικλείδια…
*
Περπατούσα δέκα χρόνια, κάθε μέρα, στο Πήλιο. Δεν θα μπορούσε να ήταν άλλο βουνό. Έπειτα ήρθε το Βελούχι. Στο κατόπι η Γκιώνα. Ακολούθησαν δέκα κορυφές βουνών σε δυο χρόνια. Τριάντα βουνά πατήθηκαν επάνω στο μυτίκι τους τα επόμενα τρία χρόνια. Ώσπου ήρθε ο Όλυμπος. Το ’95. Με ανεμοβρόχια, κεραυνούς και ομίχλες. Με ή δίχως ευδίες… Δίας μαθές ήταν αυτός. Αλλά ο Όλυμπος με έμαθε να διαχειρίζομαι τους καιρούς. Τις μέρες. Το φως. Και την ψυχή των βουνών. Γιατί κι αυτά έχουν ψυχή.
*
Δεν έμαθα να περπατάω από κανέναν.
Δεν γνώρισα το βουνό παρά βάζοντας κάτω τα ίδια μου τα πόδια, κι από πάνω τους το μυαλό και την ψυχή.
Δε χάθηκα ποτέ, δεν κινδύνευσα ούτε έπεσα θύμα επίθεσης. Από άγρια ζώα ή «πονηρούς» ανθρώπους.
Δοξάζω την τύχη και τον Θεό που είχα πάντοτε για συμπλωτήρα μου την καλή μοίρα.
Έτσι έμαθα να περπατώ, να μη φοβάμαι και κυρίως να μην κινδυνεύω…
Το 1988 πήρα την απόφαση να βγω απ’ το καβούκι μου. Απαραίτητη διευκρίνηση: Μονάχος! Επειδή έτσι μου υπαγόρευε η φύση. Της ατομικής ψυχής. Θα εξηγήσω παρακάτω το γιατί…
Διέθετα, είναι αλήθεια, μια μεγάλη σειρά – σχεδόν ολοκληρωμένη – από τους χάρτες του περιοδικού ΚΟΡΦΕΣ που έβγαζε ο Ορειβατικός των Αχαρνών. Οι χάρτες εκείνοι ήταν αντιγραφές από τη Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού.
Στην κορυφή του Τυμφρηστού και μέσα στην ομίχλη είδα μόλις και μετά βίας έναν ξύλινο σταυρό και τίποτ’ άλλο. Αυτό ήταν όλο. Μα αυτό ήταν και ΟΛΑ…
Ήταν το πρώτο δειλό ανέβασμα, απ’ όπου αρπάχτηκα για να συνεχίσω τις μοναχικές αναβάσεις στα ελληνικά βουνά.
Κάθε βουνό από κει και πέρα αποκάλυπτε έναν κόσμο διαφορετικής «δράσης», «αυταξίας» και «χαρακτήρα». Χαρακτήρα της φύσης που ΚΥΡΙΩΣ τη δραματοποιούσαν.
*
Tα μονοπάτια που οδηγούν στις κορυφές, λειτούργησαν ως δείκτες, ή αν θέλετε ως κλειδιά, αλλά και θωράκια που με εξόπλισαν με τα σύμβολά τους κι έγιναν φάροι και προορισμοί της αέναης οδοιπορίας.
Πάτησα διακόσιες πενήντα, πάνω – κάτω, διαφορετικές κορυφές. Πολλές απ’ αυτές δυο και τρεις φορές.
Σύμφωνα με το βιβλίο του Νίκου Νέζη «Τα Ελληνικά Βουνά», οι κορυφές και τα βουνά ξεπερνούν τις δέκα χιλιάδες. Βουνά και βουναλάκια. Ψηλοβούνια, χαμηλοβούνια. Ποτέ δεν υποτίμησα ένα βουνό, επειδή δεν είχε ελκυστικό – θέλω να πω μεγάλο – υψόμετρο. Όλα τα βουνά – κάθε βουνό – που ανέβηκα, το περιέβαλα από την αρχή με λατρεία και σεβασμό απέναντι στην ιδιαιτερότητά του. Το καθένα από τα ελληνικά βουνά είχε και έχει τη δική του ομορφιά, την ξεχωριστή δική του οντότητα κι αξία. Αξία εξωτερική (θεαματική), αλλά και εσωτερική…
*
Τις δυο πρώτες κορυφές ακολούθησαν εκατοντάδες αναβάσεις, πεζοπορίες και διαδρομές σε ολόκληρο το γεωλογικό υπόβαθρο της χώρας και κάλυψαν μεγάλες, μέτριες ή μικρές κορυφές βουνών, αρκετές από τις οποίες ήταν: Ιστορικές τοποθεσίες, Ιερά κορυφών, αρχαίοι ναοί. Προφητηλίες νησιών, μετεωρολογικοί σταθμοί, να και μνημεία. Κανένα δεν υποτίμησα.
Όλα τα βουνά για μένα υπήρξαν και θεωρήθηκαν τεμένη της φυσικής ψηφίδας της ελληνίδας γης…
Οι κορυφές των ελληνικών βουνών κρύβουν μια ποιητική δύναμη και ποιότητα που δε συναντά εύκολα ο περιπατητής σε άλλα εδαφικά συγκροτήματα.
Η όψη των κορυφών, η θέση, η θέα κι η ουράνια διάθεση αποκαλύπτουν το εσώψυχο ένδυμα του ανθρώπου, υπερακοντίζουν σε στιλπνότητα, ενώ υπερχειλίζει ο κρατήρας της μεγαλοσύνης τους.
Στις κορυφές των βουνών είναι που καταλαβαίνει κανείς πως η αιτία της νόσου των ανθρώπων είναι το δηλητήριο που σταλάζει μέσα τους η καθιστική νοοτροπία…
*
Η πορεία προς την κορυφή έχει τρεις διαβαθμίσεις: Tο γρήγορο βηματισμό, τη μέτρια κίνηση και την αργή, αλλά σταθερή πορεία προς την κορυφή. Η κίνηση προς το βουνό κατά την άποψή μου πρέπει να είναι σταθερή, όχι σπασμωδική και γρήγορη, μια κίνηση που προαλείφει τη νωχέλεια και τον μαγνητισμό. Κι επιτρέπει τη σταδιακή εξοικείωση με το βουνό και όλες τις παραμέτρους που αποκαλύπτει…
Κόντρα σε όλες τις συμβουλές, τους κανόνες και τις νόρμες της ορειβατικής εθιμοταξίας είναι πολύ σημαντικό, αναφορικά με όποιον θέλει να απολαύσει μια διαδρομή με τα πόδια, να είναι μόνος.
Μπορεί να θυμώσουν οι νουνεχείς. Αλλά:
Ο πεζοπόρος οφείλει να βαδίζει χωρίς συντροφιά. Γιατί;
1. Η συμπόρευση οδηγεί σε συγκρούσεις…
2. Αλλοιώνει τον βηματισμό…
3. Το σώμα καλείται να επιταχύνει ή να επιβραδύνει για να προσαρμοστεί στον ρυθμό κάποιου άλλου…
4. Όταν οι οδοιπόροι είναι περισσότεροι από τρεις δεν πρόκειται για συντροφιά, αλλά για στρατιά που προελαύνει…
5. Η κοινωνία έχει μεταφερθεί σύσσωμη στο βουνό…
Εάν αυτό είναι το ζητούμενο πάω πάσο…

Πανσέληνος στους Πύργους της Αστράκας

Επτά αρχές βαδίσματος
Ο πεζοπόρος οφείλει:
1. Να ανατρέπει την έννοια της μοναξιάς, της ταχύτητας και της κατανάλωσης.
2. Να βάζει τα θεμέλια του παρατηρητή και γίνεται ποιητής καθώς διαπιστώνει πως κανείς δε βλέπει όσα και όπως αυτός κοιτάζει.
3. Να διαχωρίζεται από την ανώνυμη μάζα, να γίνεται μοναδικός.
4. Είναι ελεύθερος να χασομερήσει και να περιεργαστεί πρόσωπα, λεπτομέρειες και πράγματα.
5. Δεν είναι βιαστικός, γιατί η βιασύνη του αδειάζει το μυαλό.
6. Δε σταματάει να μετατρέπει σε ποιητικές εικόνες το υλικό που συλλέγει στα σταυροδρόμια.
7. Ούτε καταναλώνει ούτε αναλώνεται.
Η ανάβαση στην κορυφή δίνει στον πεζοπόρο την ευκαιρία να αναμετρηθεί, αλλά και να λογαριαστεί με τον εαυτό του…
Το βάδισμα προς την κορυφή δεν έχει καμία σχέση με τις πράξεις εντυπωσιασμού, τους άθλους και τα υψηλά ιδανικά και κατορθώματα…
Οδοιπορώ με στόχο την κορυφή δε σημαίνει πως κάνω τίποτα σπουδαίο μα ούτε και κάτι το ξεχωριστό. Παρά μόνο το αυτονόητο. Να εκμεταλλεύομαι τα πόδια, το μυαλό και τις αισθήσεις που μου χάρισαν η Φύση κι ο Θεός.
Οδοιπορώ λοιπόν! Προς την αιώνια Οφειλή, το Χρέος και την Ανάγκη, ν’ ανταμώσω τον εαυτό μου.
Οδοιπορώ προς την κορυφή έχοντας πάντα στον νου μου τον Αριστοτέλη, που αποζητούσε έναν περίπατο ύστερα από κάθε μελέτη. Είχε την αίσθηση πως οι πευκοβελόνες και τα κουκουνάρια που ψιλοπατούσε ήταν απευθείας απόγονοι ενός Ορισμού και μιας Επαγωγής…
Οδοιπορώ προς την κορυφή σημαίνει διασχίζω τη μεγάλη Έρημο που γίνεται δίολκος προς την Αγία Κορυφή…
Η κατάκτηση μιας κορυφής δεν έχει ιδιαίτερο νόημα. Το νόημα βρίσκεται στη διαδρομή και στην προσδοκία της κατάκτησης, μεσ’ από διαλογισμούς και αισθητικές απολαύσεις…
Ίσως έτσι καταφέρουμε να φτάσουμε κάποτε στην κορφή της Ηλιούπολης (οποιασδήποτε Ηλιούπολης, πλατωνικής ή μη), μεσ’ από σωρείτες, λιθάρια, βροχές, βροντές κι εκλάμψεις, του νου και της καρδιάς…

Στην κορυφή ασφαλώς τα ξεχνάς όλα καθώς σου αποκαλύπτεται η αληθινή φύση του εαυτού σου, αυτό δηλαδή που οι αρχαίοι ονόμασαν ΑΓΑΘΟ…
Τι γίνεται όμως όταν φτάσουμε σε μια κορυφή όπου απότομα αντικρίζουμε το σύμπαν και μας αποκαλύπτεται μια ολοκληρωμένη εικόνα του κόσμου;
Φτερουγίζει η ψυχή, έτοιμη να πετάξει στο επουράνιο τόξο…
Βγαίνοντας στην κορυφή βγαίνουμε από το σκοτάδι κι αντικρίζουμε το αληθινό ΦΩΣ…
Η κατάκτηση της κορυφής δηλαδή της ομορφιάς και της γνώσης νά το μυστικό, μα και το ζητούμενο της κάθε ανάβασης, όποιες κι αν είναι οι δυσκολίες. Ανεξάρτητα από το μικρό ή μεγάλο υψόμετρο, πράγμα που δεν έχει και καμιά ιδιαίτερη σημασία, ΜΙΑ πλέον είναι η απόσταση από τον ουρανό της αλήθειας, καθώς λέει κι ο Πλάτων στον «Τίμαιο». Κι αυτή θα είναι πάντοτε η ίδια…
Διευκρίνιση: Το αφιέρωμα αυτό αποτελεί το περιεχόμενο της παρουσίασης με τίτλο «178 κορυφές ελληνικών βουνών» που έκαμα στις 27-2-2019 στη Λαϊκή Βιβλιοθήκη για λογαριασμό του Φυσιολατρικού Ομίλου ΠΑΝ.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το