Τοπικά

Κωνσταντίνος Λάμπρος: Η ρομποτική αλλάζει τον γεωργικό τομέα

Η εμπλοκή της τεχνολογίας στον γεωργικό τομέα είναι πλέον κάτι παραπάνω από εμφανής. Η πρόσφατη ανάρτηση του προέδρου του Γεωπονικού Συλλόγου Μαγνησίας κ. Κωνσταντίνου Λάμπρου, στον λογαριασμό του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η κοινοποίηση της είδησης που είδε το φως της δημοσιότητας και αφορούσε τα ρομπότ που κατασκεύασε μία βρετανική startup εταιρεία για να βρίσκουν και να εξαλείφουν τα ζιζάνια πριν τη σπορά με τη χρήση ηλεκτρισμού, επιβεβαιώνει την ολοένα αυξανόμενη εμπλοκή νέων μέσων στις γεωργικές διαδικασίες.

Η ρομποτική τίθεται στη διάθεση των αγροτών στη «μάχη» του καθαρισμού των χωραφιών, αν και ο Βολιώτης γεωπόνος κατέστησε σαφές πως απαιτείται χρόνος μέχρι να εδραιωθούν παρόμοιες πρακτικές. «Η ρομποτική τεχνολογία δεν χρησιμοποιείται ακόμη σε ευρεία κλίμακα. Ανάλογες προσπάθειες, όπως η συγκεκριμένη που καταγράφηκε στη Βρετανία, δεν βρίσκονται ακόμη σε στάδιο μαζικής βιομηχανικής παραγωγής, ώστε να είναι διαθέσιμες αυτές οι τεχνολογίες και σε χαμηλό κόστος», ήταν το πρώτο σχόλιο που έκανε.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η αναζήτηση νέων τρόπων καταπολέμησης των ανεπιθύμητων αγριόχορτων στις καλλιέργειες, υπενθυμίζει – πέρα των άλλων – την τάση για παραγωγή τροφίμων, τα οποία θα είναι απαλλαγμένα από χημικές ουσίες. Κάτι που γίνεται στους βιολογικούς οπωρώνες και για τους συμβατικούς ή τις καλλιέργειες ολοκληρωμένης διαχείρισης, όπου η παραγωγή σε πρώτη φάση ισοδυναμεί με μείωση της χρήσης φυτοπροστατευτικών προϊόντων και ψεκασμών με χημικά σκευάσματα υψηλής δραστικότητας. «Δεν είναι λίγα τα επικίνδυνα ζιζανιοκτόνα, τα οποία έπαψαν να έχουν, πλέον, στην φαρέτρα τους οι αγρότες και αποσύρθηκαν από το εμπόριο, ενώ δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι είναι υποχρεωτική η συνταγογράφηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων από εμάς τους επιστήμονες γεωπόνους», πρόσθεσε με νόημα και υπενθύμισε ότι τα τελευταία χρόνια έχουν αποσυρθεί πολλά σκευάσματα που χρησιμοποιούνταν εντατικά στο παρελθόν.
Αυτό φυσικά δεν προέκυψε τυχαία, αφού η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υιοθετήσει πιο αυστηρές πρακτικές σε ό,τι έχει να κάνει όχι μόνο με τα ζιζανιοκτόνα, αλλά και με κάθε είδους φυτοπροστατευτικό προϊόν που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί στα κράτη – μέλη της.
Ο τρόπος διακίνησης των φρούτων και των λαχανικών έχει αλλάξει και η κρίσιμη μάζα των φρούτων και των λαχανικών διακινείται μέσω των γνωστών αλυσίδων τροφίμων, γεγονός στο οποίο συνετέλεσε και η πανδημία του κορωνοϊού. Εκεί οι προμηθευτές είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν ισχυρά και αδιάβλητα συστήματα πιστοποίησης και ιχνηλάτησης με αυστηρά ευρωπαϊκά και παγκόσμια πρότυπα. «Κανείς ιδιοκτήτης αυτών των αλυσίδων τροφίμων δεν επιτρέπει λάθη. Όπως, κανείς δεν παίζει με την ασφάλεια των πολιτών. Άλλωστε τα διοικητικά πρόστιμα είναι δυσβάσταχτα και τα standards πολύ υψηλά», τόνισε.
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία στο πλαίσιο της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής εφαρμόζει πιο αυστηρούς κανόνες για τις γεωργικές δραστηριότητες. Ο κανονισμός 2021/2115, που ψηφίστηκε από το Κοινοβούλιο μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο, κινείται προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. «Ο συντονισμός της προσπάθειας της Ε.Ε. για την εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα για τους αγρότες, οριοθετείται πλέον μέσα από τη σειρά μέτρων που περιλαμβάνει ο καινούργιος κανονισμός, ώστε τα επόμενα χρόνια να εξασφαλιστεί η περιβαλλοντική και κλιματική βιωσιμότητα του γεωργικού και δασοκομικού τομέα. Η Κοινή Γεωργική Πολιτική (ΚΓΠ), που θα κληθούν να εφαρμόσουν οι Ευρωπαίοι εταίροι και έχει υψηλή περιβαλλοντική φιλοδοξία, αποσκοπεί στην πρόσβαση ανά πάσα στιγμή σε επαρκή, ασφαλή και πιο θρεπτικά τρόφιμα, ταυτόχρονα με τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στο κλίμα και το περιβάλλον», είπε ο κ. Λάμπρος, επισημαίνοντας τη σημασία των κανόνων που θεσπίστηκαν πριν από λίγες, μόλις, εβδομάδες από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
«Η ενίσχυση και η βελτίωση της περιβαλλοντικής προστασίας και της δράσης για το κλίμα και η συμβολή στην επίτευξη των περιβαλλοντικών και κλιματικών στόχων της Ένωσης αποτελούν ιδιαίτερα υψηλή προτεραιότητα για το μέλλον. Η ΚΓΠ θα πρέπει να διαδραματίσει ρόλο τόσο στη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον και το κλίμα, συμπεριλαμβανομένης της βιοποικιλότητας, όσο και στην αύξηση της παροχής περιβαλλοντικών δημόσιων αγαθών. Επιπλέον, θα πρέπει να συμβάλει στη βελτίωση της ανταπόκρισης της γεωργίας της Ένωσης στις νέες κοινωνικές απαιτήσεις όσον αφορά στα τρόφιμα και την υγεία, συμπεριλαμβανομένων και της βιώσιμης γεωργικής παραγωγής, της υγιεινότερης διατροφής, της καλής διαβίωσης των ζώων και της μείωσης της σπατάλης τροφίμων», κατέληξε.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το