Τοπικά

Η ιστορία ενός νυφικού που κρατά μισό αιώνα στο Μουσείο της Πόλης

Ένα οικογενειακό κειμήλιο μισού περίπου αιώνα εκτίθεται εδώ και λίγες ημέρες στο Μουσείο της Πόλης του Βόλου. Ο λόγος για ένα χειροποίητο νυφικό από μετάξι και δαντέλα. Το ξεχωριστό, ετούτο έκθεμα, που δώρισε η κ. Σοφία Στυλιανίδου-Βολιώτη, αναδεικνύει την κομψότητα μίας άλλης εποχής, όταν τα νυφικά ενδύματα ράβονταν ακόμη στο χέρι από έμπειρες μοδίστρες.

Παράλληλα όμως το νυφικό ξεκλειδώνει το κουτί των αναμνήσεων για τη Βολιώτισσα δωρήτρια, καθώς πριν από 47 χρόνια νυμφεύθηκε τον άνθρωπο με τον οποίον πορεύεται μέχρι και σήμερα. Το ημερολόγιο έδειχνε 9 Σεπτεμβρίου 1972, όταν ο Άρης Βολιώτης και η Σοφία Στυλιανίδου ανέβηκαν τα σκαλιά της εκκλησίας, αποφασίζοντας να ενώσουν τις ζωές τους με τα ιερά δεσμά του γάμου. Μία τρυφερή ιστορία δύο ανθρώπων που κρατά δεκαετίες ολόκληρες και επισφραγίστηκε με τη δημιουργία μίας ευτυχισμένης οικογένειας. Τρία χρόνια προτού γιορτάσουν τον «χρυσό ιωβηλαίο» του γάμου τους, η κ. Βολιώτου πήρε την απόφαση να δωρίσει το νυφικό της στο Μουσείο της Πόλης, με αφορμή τη μόνιμη έκθεση «Βόλος, 10 + ιστορίες» που εγκαινιάστηκε μόλις την περασμένη Παρασκευή.

Σαράντα επτά χρόνια χωρίζουν τις δύο φωτογραφίες. Αριστερά το ζεύγος Βολιώτη την ημέρα του γάμου του, ενώ δεξιά διακρίνεται η κ. Σοφία Βολιώτου πλάι στο νυφικό που δώρισε στο Μουσείο της Πόλης

Κάθε γυναίκα την ημέρα του γάμου της ονειρεύεται να είναι όμορφη και λαμπερή και όπως είναι φυσικό η επιλογή του κατάλληλου νυφικού αποτελεί την πιο δύσκολη απόφαση για τη νύφη. «Το νυφικό είναι το πιο σημαντικό φόρεμα στη ζωή μιας γυναίκας», έσπευσε να πει η κ. Σοφία Βολιώτου, ενώ στη συνέχεια θυμήθηκε το πώς κατέληξε στο συγκεκριμένο σχέδιο για το νυφικό που επέλεξε να φορέσει στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου το φθινόπωρο του 1972: «Ξεκίνησα να δω ένα περιοδικό μόδας, το «Burda» για την ακρίβεια. Μου έδειξε η μοδίστρα το εξώφυλλο και το επέλεξα. «Αυτό θέλω, γίνεται;», ρώτησα κι αφού μου απάντησε «ναι», έπειτα άρχισε ο αγώνας να βρούμε τα υλικά, τα οποία τελικά πήγα στην Αθήνα για να τα αγοράσω. Τότε εκτός από το πατρόν, το περιοδικό έδινε και οδηγίες για τα υλικά που έπρεπε να χρησιμοποιήσεις».

Η ποιότητα του υφάσματος ήταν από τα πιο σημαντικά πράγματα που πρόσεχαν στο παρελθόν. «Έπαιζε ρόλο, σίγουρα. Το συγκεκριμένο νυφικό ήταν από soie sauvage, δηλαδή άγριο μετάξι. Δεν είναι πολύ λεπτό. Είχε επίσης δαντέλα φλαμανδική και το έραψε η Τούλα Ταμπάκη. Καρτάλη και Αναλήψεως είχε το ατελιέ της. Χρειάστηκαν δύο-τρεις πρόβες μέχρι να το ολοκληρώσει, αλλά ήταν ένα κομμάτι που άξιζε τον κόπο. Ήταν με μακριά μανίκια, τότε δεν υπήρχαν «ξώπλατα» νυφικά. Στην εκκλησία όφειλες να εμφανίζεσαι σεμνά, είπε η κ. Βολιώτου, ενώ ο σύζυγός της έσπευσε να συμπληρώσει: «Η νυφική εσθήτα έχει έναν συμβολισμό, ας μη το λησμονούμε».
Στα εγκαίνια της έκθεσης, το ζεύγος Βολιώτη έδωσε το «παρών» και η γυναίκα βρέθηκε πλάι στο νυφικό που φόρεσε στα νιάτα της, νιώθοντας μεγάλη νοσταλγία. «Μας θύμισε το ξεκίνημα της κοινής μας ζωής», εξομολογήθηκε με χαμόγελο, για να προσθέσει: «Το φύλαξα στη ντουλάπα τόσα χρόνια, αν και τα χρόνια εκείνα, πολλές γυναίκες μεταποιούσαν τα νυφικά και τα έκαναν φορέματα. Εν τέλει, πήρα την απόφαση να το δώσω στο Μουσείο της Πόλης, γιατί την εποχή εκείνη όλα γίνονταν στο χέρι. Και η μοδίστρα που το έφτιαξε, έβαλε κόπο και μεράκι, που αξίζει να δούνε οι νέοι».

Οι δωρεές της οικογένειας Βολιώτη δεν περιορίστηκαν στο νυφικό ένδυμα. Ο κ. Άρης Βολιώτης, ο οποίος χρημάτισε επί 30 και πλέον χρόνια διευθυντής στο Επιμελητήριο Μαγνησίας, είναι ιδρυτικό μέλος του πολιτιστικού σωματείου «Πολίτες για το Μουσείο της Πόλης του Βόλου» και σκοπό έχει την υποστήριξη της λειτουργείας και δράσης του Μουσείου. «Έχουμε δώσει πολλά πράγματα. Δύο από τα παλαιότερα ραδιόφωνα που εκτίθενται, είναι δικά μας. Πιο παλιά ο Βόλος είχε και βιοτεχνία που κατασκεύαζε ραδιόφωνα, τη «Στέντωρ Ράδιο» του Γιώργου Κοντογεωργίου», ανέφερε συγκεκριμένα, για να καταλήξει με την εξής προτροπή: «Ο κόσμος ας καταλάβει ότι πρέπει να ανοίξει τα μπαούλα του. Το παλιό δεν αγαπιέται από τους νέους πλέον. Οι καινούριες γενιές είναι μεγαλωμένες αλλιώς, δεν έχουν τα ίδια βιώματα. Αντί λοιπόν τα παλιά αντικείμενα να πετάγονται άδικα, ας τα δίνουν στο Μουσείο της Πόλης».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το