Άρθρα

Η Χαμάς, ο ρόλος του Ιράν και της Τουρκίας

Της Ελενας Αντωνοπουλου

Για το Ισραήλ, η πρωτοφανής σε σχεδιασμό και θηριωδία επίθεση της Χαμάς το περασμένο Σάββατο θεωρείται η δική του «11η Σεπτεμβρίου».
Τόσο λόγω της φρικαλεότητας και του βαρύ φόρου αίματος, όσο και του ξαφνικού τέλους της ψευδαίσθησης -όπως αποδείχθηκε- ασφάλειας σε μια χώρα άρτια εξοπλισμένη και με τις καλύτερες υπηρεσίες πληροφοριών στον κόσμο.
Συμφωνα με το άρθρο της Μαργαρίτας Βεργολιά στο in.gr όσο το παλαιστινιακό ζήτημα δεν λύνεται, η ενδοπαλαιστινιακή διχόνοια και ο τρόμος της Χαμάς συνεχιζονται .
Είναι οικονομικοί και πολιτικοί, οι λόγοι κατά πολλούς δε και πέραν των προφανών.
Σε κάθε περίπτωση, η εμφάνιση και η άνοδος της Χαμάς αποτελεί απότοκο της περίπλοκης αλληλεπίδρασης ιστορικών, πολιτικών και κοινωνικοοικονομικών παραγόντων στη Μέση Ανατολή.
Μια από τις εδώ και δεκαετίες ταραγμένες, ασταθείς και πιο «θερμές» περιοχές του πλανήτη.
Όχι τυχαία, η ιστορία της Χαμάς έχει αφετηρία τα χρόνια της πρώτης Ιντιφάντα, στα τέλη του 1987.
Ιδρύθηκε από τον Σεΐχη Αχμέντ Γιασίν -δολοφονηθέντα το 2004 από τις ισραηλινές δυνάμεις- ως παλαιστινιακό παρακλάδι της εξ Αιγύπτου ορμώμενης Μουσουλμανικής Αδελφότητας, που διατηρεί σήμερα άρρηκτες σχέσεις -μεταξύ άλλων- με την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν.
Τρομοκρατική οργάνωση για τις ΗΠΑ, την ΕΕ και συμμάχων , η Χαμάς καλεί σε καταστροφή του Ισραήλ -την ύπαρξη του οποίου δεν αναγνωρίζει- και στην ίδρυση ανεξάρτητου ισλαμικού κράτους στα εδάφη της ιστορικής Παλαιστίνης.
Εξαπέλυσε την πρώτη επίθεση αυτοκτονίας τον Απρίλιο του 1993, πέντε μήνες πριν από την ιστορική, πλην τελικά ατελέσφορη υπογραφή των Συμφωνιών του Όσλο από τον ηγέτη της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO), Γιάσερ Αραφάτ και τον Ισραηλινό τότε πρωθυπουργό -και λίγο μετά δολοφονηθέντα από εξτρεμιστή ομοεθνή του- Γιτζάκ Ράμπιν.
Αποτελεί de facto αρχή στη Λωρίδα της Γάζας από το 2005, μετά την αποχώρηση του Ισραήλ από τα εδάφη του -έκτοτε υπό ασφυκτικό έλεγχο- θύλακα των 2,5 εκατομμυρίων κατοίκων, αλλά και μια μετέπειτα αιματηρή ρήξη με τη Φατάχ του Γιάσερ Αραφάτ.
Θρυαλλίδα είχε αποτελέσει η νίκη της Χαμάς στις βουλευτικές εκλογές του 2006 στα παλαιστινιακά εδάφη, διακηρύττοντας πως «δεν υπάρχει λύση για το παλαιστινιακό ζήτημα, πέρα από τη τζιχάντ».
Η ενδοπαλαιστινιακή ρήξη και η μετ’ εμποδίων συμφιλίωση, η ορκισμένη εχθρότητα της Χαμάς προς το Ισραήλ, η πολιτική των κυβερνήσεων του Τελ Αβίβ, η απραξία της διεθνούς κοινότητας απέναντι στην ισραηλινή κατοχή στη Δυτική Όχθη και στον «στραγγαλισμό» της Λωρίδας της Γάζας, η σταδιακή απονομιμοποίηση της παλαιστινιακής ηγεσίας -απόρροια του διπλωματικού τέλματος και της απουσίας βουλευτικών εκλογών από το 2006 και προεδρικών από το 2008- και εξωτερικές παρεμβάσεις «έθρεψαν» τον φονταμενταλισμό.
Κάπως έτσι η Χαμάς σήμερα όχι μόνο ασκεί απόλυτο έλεγχο αλλα διευρύνει το έρεισμά της και στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη.

Ο ρόλος του Ιράν

Το σιιτικό Ιράν θεωρείται ο βασικός παίκτης σε αυτό το φόντο.
Αν και είχε βρεθεί σε αντίπαλα «στρατόπεδα» με τη Χαμάς στα προεόρτια του συριακού εμφυλίου, σήμερα η Τεχεράνη είναι ο κύριος υποστηρικτής της, συνεισφέροντας κεφάλαια, όπλα και εκπαίδευση τους μαχητές της, καθώς και σε άλλες εξτρεμιστικές ισλαμιστικές παλαιστινιακές οργανώσεις στη Λωρίδα της Γάζας, όπως η Ισλαμική Τζιχάντ.
Σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η ιρανική χρηματοδότηση κυμαίνεται στα 100 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, καλύπτοντας έως και το 70% της χρηματοδότησης της Χαμάς.
Ο ίδιος ο πολιτικός ηγέτης της οργάνωσης, Ισμαήλ Χανίγιε, είχε δηλώσει ότι το Ιράνέδωσε μόνο πέρυσι συνολικά 70 εκατομμύρια δολάρια στη Χαμάς για να τη βοηθήσει να αναπτύξει πυραύλους και αμυντικά συστήματα.
Υπήρξε πρόσθετη χρηματοδότηση και από άλλες χώρες, τόνισε.
Και υπάρχει πράγματι ροή χρήματος από ισλαμικές οργανώσεις και εύπορους δωρητές στο εξωτερικό, κυρίως από χώρες του Κόλπου.
Όμως για τη Χαμάς, το Ιράν είναι ο μεγαλύτερος δωρητής.
Ήταν χάρη στη βοήθεια από την Τεχεράνη, ανέφερε ο Χανίγιε, που η οργάνωσή του κατάφερε να έχει μια ολοκληρωμένη αμυντική στρατηγική στην αντιπαράθεσή της με τον ισραηλινό στρατό στη Λωρίδα της Γάζας, το 2021.
Είχε χαρακτηρίσει εκείνη τη σύγκρουση «πρόβα για την απελευθέρωση των παλαιστινιακών εδαφών από την κατοχή».

Η Τουρκία

Έτερος σθεναρός υποστηρικτής της Χαμάς παραμένει -παρά την εσχάτως επιχειρούμενη επαναπροσέγγιση με το Ισραήλ- η Τουρκία επί ηγεμονίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Μονίμως αμφίσημης εξωτερικής πολιτικής, ο Τούρκος πρόεδρος διατηρεί στενούς δεσμούς με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, αξιώνοντας ηγετική θέση στο πολιτικό σουνιτικό Ισλάμ.
Αυτοπροβάλλεται ως ο «προστάτης» των απανταχού μουσουλμάνων και του παλαιστινιακού ζητήματος.
Διεκδικεί μεσολαβητικό ρόλο, παρά το γεγονός ότι ηγείται ο ίδιος μιας κατοχικής δύναμης στην Κύπρο και στη Βόρεια Συρία.
Σε αντίθεση με το PKK, την πολιτοφυλακή YPG των Κούρδων της Συρίας και την οργάνωση FETO των γκιουλενιστών, η Άγκυρα δεν χαρακτηρίζει τρομοκρατική οργάνωση τη Χαμάς.
Αντίθετα, αυτή διατηρεί επίσημα γραφεία στην Κωνσταντινούπολη.
Ανώτερα στελέχη της Χαμάς και μέλη των οικογενειών τους -μεταξύ αυτών και του πολιτικού ηγέτη της οργάνωσης, Ισμαήλ Χανίγιε- ζουν πλέον μόνιμα στην Τουρκία.
Ορισμένοι είναι κάτοχοι τουρκικών διαβατηρίων και έχουν στήσει τις δικές τους επιχειρήσεις, εν μέσω καταγγελιών ότι λειτουργούν ως «βιτρίνα».
Αν και η Άγκυρα επιμένει ότι υποστηρίζει μόνο πολιτικά τη Χαμάς, έχει κατηγορηθεί για έμμεση ή παρασκηνιακήχρηματοδότηση της οργάνωσης, μέσω ιδρυμάτων, οργανώσεων και εράνων, αλλά και της Τουρκικής Υπηρεσίας Συνεργασίας και Συντονισμού .
Παρά την αποχώρηση του Ισραήλ από τη Λωρίδα της Γάζας, το 2005, η περιοχή παρέμεινε υπό ασφυκτικό έλεγχο, συχνά υπό πλήρη αποκλεισμό και ανά διαστήματα υπό ανηλεή βομβαρδισμό.
Πολύ πριν ξεσπάσει η νέα επικίνδυνη κλιμάκωση περιγραφόταν ως η «μεγαλύτερη ανοιχτή φυλακή του κόσμου».
Λόγω της εξτρεμιστικής δράσης της Χαμάς, τόσο το Ισραήλ, όσο και η Αίγυπτος -και δη από την ανάληψη της εξουσίας από τον στρατηγό αλ Σίσι και την ανοιχτή ρήξη του Καΐρου με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα- κρατούν σε μεγάλο βαθμό κλειστά τα σύνορά τους με τη Λωρίδα της Γάζας, περιορίζοντας την κυκλοφορία αγαθών και ανθρώπων.
Όμως η κατάσταση είναι συλλήβδην τραγική για τα 2,1 εκατομμύρια κατοίκους της.
Υπάρχει ακραία φτώχεια, κατεστραμμένες υποδομές και κραυγαλέες ελλείψεις σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες.
Σύμφωνα με UNRWA, την Υπηρεσία Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή, το 81,5% του πληθυσμού ζει σε συνθήκες εξαθλίωσης.
Η ανεργία είναι στο 46,6% (48,1% για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες που ζουν στους καταυλισμούς).
Πάνω από έξι στους δέκα (62,3%) νέους ηλικίας 15-29 ετών δεν έχει εργασία.
Το 63% βιώνει σε επισιτιστική ανασφάλεια και εξαρτάται πλήρως από τη διεθνή ανθρωπιστική βοήθεια.
Αυτή παρέχεται μέσω της Παλαιστινιακής Αρχής και υπηρεσιών του ΟΗΕ, ενώ το Ισραήλ επέτρεψε στο αραβικό εμιράτο του Κατάρ να παρέχει ετησίως στήριξη ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων, μέσω της Χαμάς.
Η δε Αίγυπτος άρχισε να επιτρέπει την είσοδο στη Γάζα ορισμένων εμπορικών αγαθών το 2018.
Από το 2021, η Χαμάς φέρεται ότι εισπράτει πάνω από 12-15 εκατομμύρια δολάρια το μήνα από φόρους.
Στο επόμενο άρθρο μου θα αναφερθώ στις ευθύνες των κυβερνήσεων του Ισραήλ

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το