Τοπικά

Γιάννης Κωστής «Νοσοκομεία μιας πάθησης, κατακλυζόμενα από τον Covid»

Ο κ. Γιάννης Κωστής είναι από τους ανθρώπους που γνωρίζουν καλά όσο ελάχιστοι την πορεία του Νοσοκομείου Βόλου, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν ανέλαβε καθήκοντα, ενώ γνωρίζει τη διαδρομή από τις αρχές του περασμένου αιώνα μέσα από την ιστορική έρευνα, τα αποτελέσματα της οποίας έχουν παρουσιαστεί και σε σχετική έκδοση.

Ο Βολιώτης γιατρός, λάτρης της ποίησης, για τον οποίο η άσκηση της Ιατρικής αλληλοσυμπληρώνεται πλέον με το γράψιμο, μιλά για την φθορά που έχει υποστεί το Νοσοκομείο την τελευταία δεκαετία, αλλά και για τις αυξημένες ανάγκες του σήμερα. Μάλιστα καθώς ο ίδιος έχει μακρόχρονη δράση και μέσα από την Αντικαρκινική Εταιρεία, υποστηρίζει ότι τους αρρώστους με καρκίνο, όπως και αυτούς με άλλες καρδιακές και άλλες παθήσεις, «τα νοσοκομεία με δυσκολία τους αντιμετωπίζουν σήμερα, στο βαθμό που γίνονται νοσοκομεία μιας πάθησης, κατακλυζόμενα από τον Covid». Ωστόσο, ένας ακόμη παράγοντας επιβαρυντικός για την υγεία, ιδιαίτερα αυτή την εποχή, υποστηρίζει ότι είναι και η άρνηση στη γνώση και στην εμπιστοσύνη στους θεράποντες, η μη αποδοχή ή η παραχάραξη της Ιατρικής.

Αποφασίσατε να επικοινωνήσετε με τους συμπολίτες σας μέσω της ποίησης. Στις εκδηλώσεις που οργανώνετε, τι θέλετε να αναδείξετε μέσα από το έργο μεγάλων Ελλήνων ποιητών, αλλά και ποιητών του Βόλου; Από πότε ασχολείστε με την ποίηση; Τι σας συγκινεί σε αυτήν;
Από αρκετά παλιά έγραφα περιστασιακά κάποιους στίχους, όταν βρισκόμουν σε περιόδους χωρίς ένταση, δίχως, όμως, συνέχεια. Αργότερα στη δεκαετία του 2000 με την Αντικαρκινική Εταιρεία θελήσαμε να δώσουμε το έργο ποιητών στο ευρύ κοινό του Βόλου, παρουσιάζοντας τον Γιάννη Ρίτσο, τον Νίκο Καββαδία, τον Πάμπλο Νερούντα. Τότε έσκυψα περισσότερο στον ποιητικό λόγο. Ήταν και εποχές που πιστεύαμε ότι μπορούμε κάτι να αλλάξουμε στον κόσμο, τουλάχιστον την αισθητική του. Σήμερα που δεν το πιστεύουμε πλέον, ασχολήθηκα πάλι με τους ποιητές, σε περίοδο πάλι ηρεμίας, αλλά και εγκλεισμού λόγω κορωνοϊού. Περισσότερο για να καλυτερέψει η δική μου αισθητική, στο πανάσχημο πολιτισμικά περιβάλλον μας. Η συμπύκνωση υψηλών νοημάτων σε λίγες λέξεις, κάνει τον ποιητικό λόγο ελκτικό και απογειώνει τον αναγνώστη του. Βεβαίως το περιεχόμενο του λόγου αυτού και η διαχείρισή του από τον ποιητή, είναι το παν.

Ως γιατρός ποια θα λέγατε ότι είναι η θεραπευτική αξία της ποίησης;
Δεν ξέρω αν η ποίηση έχει μια άμεση θεραπευτική ιδιότητα. Μερικοί υποστηρίζουν ότι έχει η μουσική, που την έχουν εντάξει μάλιστα και στα θεραπευτικά όπλα κάποιων ΜΕΘ. Η εντρύφηση τώρα σε σπουδαίο ποιητικό λόγο μπορεί να απογειώσει το νου και την ψυχή του αναγνώστη, πράγμα που μπορεί να ευοδώσει την όλη υγεία του, μέσω της αγωγής της ψυχής του.

Γράφετε στίχους, όπως αυτοί που ακούστηκαν μελοποιημένοι από τη φωνή του Ν. Παρθένη. Ποιοι στίχοι σας εκφράζουν περισσότερο από άλλους αυτήν την εποχή;
Αυτόν τον χρόνο άρχισα κάπως πιο συνειδητά να σκαρώνω κάποιους στίχους στα πλαίσια κάποιων θεατρικών έργων που γράφω. Έτσι είχαν την καλοσύνη να μελοποιήσουν και να ερμηνεύσουν οι φίλοι μου ο Θανάσης ο Κατεργάρης και ο Νίκος ο Παρθένης, ένα στιχούργημά μου. Το περιεχόμενο που πάντα με ενδιέφερε, ήταν τα κοινωνικοπολιτικά και ψυχολογικά προβλήματα των ανθρώπων και τέτοια πραγματεύομαι και στα θεατρικά που γράφω.

Αυτές οι πρωτοβουλίες σας είναι πλευρές της ανάγκης σας για αναζήτηση, για έκφραση; Η ενασχόλησή σας με την ιατρική σας στέρησε ή σας ενίσχυσε την ανάγκη αυτή;
Όλες οι πράξεις του ανθρώπου αποσκοπούν στο να εκφράσει αυτός τις σκέψεις, απόψεις και συναισθήματά του. Ιδίως όταν δεν είναι πολύ εκδηλωτικός και λαλίστατος στην καθημερινότητά του. Έτσι και τα γραφτά μου σ’ αυτό αποσκοπούν είτε είναι δοκίμια είτε θεατρικά, είτε στίχοι. Άλλη οδός έκφρασής μου όλα τα χρόνια είναι και η Ιατρική, που πάντοτε την είδα και την αντιμετώπισα σαν ολόπλευρη αντιμετώπιση του άρρωστου ανθρώπου και όχι σαν τεχνική διαχείριση μιας αρρώστιας. Η καθημερινή αυτή έκφραση σαν γιατρός αποτυπώνεται και στα δοκιμιακά βιβλία μου, όπως και στα θεατρικά μου έργα. Έτσι η ανάγκη μου για έκφραση νομίζω ότι αλληλοσυμπληρώνεται με το γράψιμο και με την άσκηση της Ιατρικής.

Υπηρετήσατε για δεκαετίες στο Νοσοκομείο Βόλου. Έχετε ζήσει μια μεγάλη του διαδρομή. Ποιο είναι το σχόλιό σας για τις ανάγκες του σήμερα; Πού και πώς χρειάζεται να ενισχυθεί;
Έχω υπάρξει στο Νοσοκομείο από το 1980. Εποχή δηλαδή και πριν το ΕΣΥ. Παρ’ όλη την τότε υποβάθμισή του, καθώς υπήρχε το γενικότερο κλίμα υπέρ των ιδιωτικών κλινικών, γινόταν ένα έργο, που όπως εγώ το γνώρισα, το διαπερνούσε μια ειλικρίνεια και μια αγωνία για τη θεραπεία του αρρώστου. Αυτό το κλίμα γιγαντώθηκε στην προσπάθεια των περισσοτέρων υγειονομικών με την αρχή του Εθνικού Συστήματος Υγείας, με τις υποδομές και τις στελεχώσεις που δεν είχαν ξαναγίνει στην Ελλάδα. Στα χρόνια μετά το 1985 και για 20-25 χρόνια το Νοσοκομείο μεγαλούργησε. Όχι μόνον στο νοσηλευτικό του έργο, που με αριθμούς αποτυπώνεται στο βιβλίο «Διερευνώντας το Νοσοκομείο Βόλου», που με τον Βασίλη τον Ντακούμη γράψαμε το 2014, αλλά και στην ανάδειξη των στελεχών του, σε ικανούς, αποφασιστικούς και αποτελεσματικούς θεραπευτές, εκπαιδευτές και συνεργάτες. Από το 2010 και μετά, με πρόσχημα την λεγόμενη οικονομική κρίση και αμέσως μετά με την επέλαση του κορωνοϊού, το Νοσοκομείο φθίνει. Η φθορά βέβαια είχε αρχίσει να επιχειρείται κάποια χρόνια πριν την κρίση, όταν οι νεοφιλελεύθερες επιλογές επικράτησαν και στην Ελλάδα. Έτσι αισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε σε μια συνειδητή κυβερνητική τακτική αποδυνάμωσης του Νοσοκομείου, το οποίο από τη μια αδυνατεί να αντιμετωπίσει τον κορωνοϊό, από την άλλη δεν στελεχώνεται και δεν χρηματοδοτείται. Επικοινωνιακά επιχειρείται πότε χάιδεμα του προσωπικού με χειροκροτήματα, πότε αναποτελεσματικά μπαλώματα με μετακινήσεις ακατάλληλων γιατρών στις κλινικές Covid, πότε θεαματικές δήθεν βοήθειες ιδιωτών γιατρών, κλινικών, βουλευτών, εθελοντών, δωρητών – επιχειρήσεων κ. ά. Πρακτικά ο σκοπός είναι η επικοινωνιακή διαχείριση των πολιτών – τηλεθεατών. Στην ουσία το Νοσοκομείο παραμένει με παθολογικές κλινικές με τους μισούς γιατρούς και από τους προβλεπόμενους σε ήσυχες εποχές, με χειρουργική με 2-3 γιατρούς από τους 9 προβλεπόμενους, χωρίς πνευμονολόγους, κ.λπ. κ.λπ., ενώ η κυβέρνηση αναγγέλλει ανύπαρκτους διορισμούς. Οδηγούμαστε λοιπόν σε κατάσταση που συνηθίζουμε 50-100 θανάτους καθημερινά να τους θεωρούμε παραδεκτό φαινόμενο. Οδηγούμαστε να ζούμε με το φόβο μόνον, να μην είμαστε κι εμείς ο καθένας μας, μέσα σ’ αυτούς. Οδηγούμαστε να συνηθίζουμε το Νοσοκομείο να μην επαρκεί και να χρειάζεται μόνον για Covid. Οδηγούμαστε να αναζητούμε στη Λάρισα υγειονομικές υπηρεσίες, που τις βρίσκαμε στο Νοσοκομείο μας. Οδηγούμαστε επίσης στην προσφυγή στον ιδιωτικό τομέα. Σε λίγο θα δεχθούμε και σαν σωτήρια λύση τη διείσδυση ιδιωτικών εταιρειών στο δημόσιο νοσοκομείο, όπως πρόσφατα εξήγγειλε και προγραμματίζει ο πρωθυπουργός.

Έχετε γράψει βιβλίο για την ιστορία του. Τι διδάσκει η Ιστορία για τις πανδημίες;
Τους πρώτους μήνες του 1923 ενέσκηψαν επιδημίες τριών παθήσεων το νοσοκομείο του Βόλου, της ευλογιάς, της ιλαράς και του τύφου. Ο αριθμός των νοσούντων ήταν το 10% όλων των αρρώστων όλου του χρόνου. Η θνητότητα επίσης 10% των νοσηλευθέντων από ευλογιά και τύφο. Οι επιδημίες αφορούσαν τους πληθυσμούς των προσφύγων, που είχαν μεταναστεύσει στην Ελλάδα, μετά την μικρασιατική καταστροφή και ζούσαν σε όχι καλές συνθήκες. Το Νοσοκομείο συνίστατο τότε σε κτίσμα με 28 κρεβάτια, ενώ δεν υπήρχαν τα αντιβιοτικά για τον τύφο, ούτε τα εμβόλια για την ιλαρά και ευλογιά, που εφευρέθηκαν αργότερα και εξάλειψαν τις παθήσεις αυτές. Η ελονοσία, που βεβαίως υπήρχε όλα τα χρόνια μέχρι το 1950, στο 20% των αρρώστων που νοσηλεύονταν, πήρε επιδημικό χαρακτήρα το 1920-1921, ανεβαίνοντας στο 45%. Είχε πάλι μεγάλη επίπτωση στους πρόσφυγες (76%), είχε 11 μέρες νοσηλείας κατά μέσον όρο και θνητότητα 3,7%. Η θεραπεία ήταν πάλι υγιεινοδιαιτητικοί κανόνες, αλλά υπήρχε και το κινίνο.

Έχετε επίσης μακρά και σημαντική δράση με την Αντικαρκινική Εταιρεία. Με τον κορωνοϊό η αντιμετώπιση του καρκίνου έχει περάσει σε δεύτερη μοίρα; Τι πρέπει να γίνει για να κερδηθεί το χαμένο έδαφος στην αντιμετώπιση της νόσου; Η θεραπεία του καρκίνου μπορεί να βοηθηθεί από την εξέλιξη των εμβολίων, όπως υποστηρίζουν μερικοί;

-Σε πανηγυρική ομιλία του στην Ακαδημία το 2019, ο πρόεδρός της καθηγητής Γεώργιος Κοντόπουλος είπε μεταξύ άλλων: «Ανάμεσα σε μια έρευνα για τον καρκίνο και σε μια έρευνα για την αστρονομία, η κυβέρνηση των ΗΠΑ, σε ποια θα έδινε προτεραιότητα για χρηματοδότηση; Η απάντηση είναι σε καμία.! Θα χρηματοδοτούσε έρευνα της πολεμικής βιομηχανίας για νέα όπλα…» Το 1990 σε συνέδριο εγώ ο ίδιος άκουσα από χείλη ερευνητών, ότι σε 5 χρόνια για τον καρκίνο θα διαθέτουμε γονιδιακές θεραπείες. Μέχρι τώρα αυτές οι υποσχέσεις δεν ευοδώθηκαν σε βαθμό ικανοποιητικό και αποτελεσματικό. Φέτος η έρευνα για τον κορωνοϊό, με γρήγορους ρυθμούς, έφερε για εφαρμογή εμβόλια και σε λίγο και φάρμακο για την αντιμετώπιση της εξάπλωσής του, δείχνοντας ότι οι ρυθμοί των ερευνών, μπορούν και να αυξάνονται κατά το δοκούν. Το αν η επιτάχυνση των ερευνών για τον κορωνοϊό επιβράδυνε την έρευνα για τον καρκίνο, δεν το γνωρίζω. Σήμερα όλη η έρευνα περνά μέσα από μεγάλες εταιρείες φαρμάκων και εξοπλισμού, που οι προτεραιότητες και τα κριτήριά τους μπορεί να είναι διαφορετικά από αυτά των θεραπευτών γιατρών και των απλών ανθρώπων. Όσον αφορά τώρα την αντιμετώπιση των αρρώστων με καρκίνο, όπως και αυτούς με άλλες καρδιακές και άλλες παθήσεις, τα νοσοκομεία με δυσκολία τους αντιμετωπίζουν σήμερα, στο βαθμό που γίνονται νοσοκομεία μιας πάθησης, κατακλυζόμενα από τον Covid.

Τι σας δίδαξε η επικοινωνία σας με τους ασθενείς και ιδιαίτερα τους πιο αδύναμους, τους πιο ανήμπορους όλα αυτά τα χρόνια;
Η υγεία του ανθρώπου έχει τρεις πυλώνες. Τη σωματική υγεία, την ψυχική και την κοινωνική. Έτσι όταν πάσχει ο ένας από αυτούς, πλήττεται όλη η υγεία του ανθρώπου. Η κοινωνική απομόνωση και η οικονομική αδυναμία και φτώχεια είναι ουσιαστικός παράγοντας που χειροτερεύει την υγεία. Η άγνοια, η άρνηση στη γνώση και στην εμπιστοσύνη στους θεράποντες, η μη αποδοχή ή η παραχάραξη της Ιατρικής, όπως επίσης αντίθετα η εύκολη αποδοχή δεισιδαιμονιών, μαγικών θεραπειών, πάσης φύσης συμβουλών και πρακτικών με το πρόσχημα της ομορφιάς και του life style, είναι επίσης παράγοντας χειροτέρευσης της υγείας, ίσως με πιο αφανή και πολύπλοκο τρόπο.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το