Τοπικά

Έτος οικονομικής ανασύνταξης το 2021 – Οι ευκαιρίες και οι προκλήσεις σύμφωνα με οικονομολόγους του Π.Θ.

Έτος οικονομικής αναγέννησης, μετά την κατάρρευση που προκάλεσε η πανδημία, εκτιμούν ότι θα αποτελέσει το 2021 για την ελληνική οικονομία, καθηγητές του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, αξιολογώντας τα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα αρχίσουν να εφαρμόζονται σε λίγους μήνες. Πρόκειται για το Ταμείο Ανάκαμψης, το νέο ΕΣΠΑ, αλλά και τη νέα ΚΑΠ, τρεις σημαντικοί πυλώνες οικονομικής τόνωσης της οικονομίας με συνολικά ποσά πάνω από 70 δισεκατομμύρια ευρώ. Ουσιαστικά η Ελλάδα μετά την ύφεση -10,5% του ΑΕΠ που κατέγραψε το 2020 λόγω της πανδημίας, μπορεί να επιστρέψει για το 2021 σε μια ανάπτυξη γύρω στο 5%.

Ο δρόμος προς την ελευθερία
Ο καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών κ. Μιχάλης Ζουμπουλάκης επισήμανε πως «είναι βέβαιο ότι το ’21 τα πράγματα θα πάνε καλύτερα, αφού το 2020 η ελληνική οικονομία γνώρισε τη μεγαλύτερη ύφεση μεταπολεμικά, μεγαλύτερη και από τη χειρότερη χρονιά των μνημονίων, ειδικότερα το 2011, με τότε ύφεση -10,3%. Δεν πρόκειται για ευφυολόγημα, ούτε για φυσικό φαινόμενο. Είναι πρόβλεψη με βάση τη δυναμική του τελευταίου τριμήνου και των μέτρων που έχουν ληφθεί. Η Ελλάδα δαπάνησε ήδη €24 δισ. για τη στήριξη 418.000 επιχειρήσεων, την αποζημίωση ειδικού σκοπού, τη στήριξη εργαζομένων και ανέργων κ.λπ. και για έκτακτες δαπάνες υγείας, εκ των οποίων €16 δισ. προέρχονται από εξωτερικό δανεισμό. Το 2021 η Ελλάδα δικαιούται άτοκα δάνεια από τον Μηχανισμό Ποσοτικής Χαλάρωσης της ΕΚΤ, ενώ το ολοκαίνουργιο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης & Ανόρθωσης προβλέπει €32 δισ. για την Ελλάδα, επιχορηγήσεις και δάνεια, χαμηλότοκα και μακροχρόνια. Το μεγαλύτερο μέρος (70%) θα γίνει δημόσιες επενδύσεις, ενώ θα υπάρξει και απευθείας στήριξη του εισοδήματος των καταναλωτών, ώστε να ανακάμψει η εσωτερική ζήτηση».

Στοίχημα η ανάκαμψη των παραγωγικών φορέων
Ο ίδιος πρόσθεσε πως «η ευρωπαϊκή στήριξη δίνει μια μοναδική ευκαιρία να εφαρμοστεί ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας με άξονες την ενίσχυση των επενδύσεων, της πράσινης οικονομίας, της εξωστρέφειας, και την αναβάθμιση των υποδομών στους τομείς υγείας, παιδείας και επικοινωνιών. Επιπλέον, τα επόμενα πέντε χρόνια η Ελλάδα δικαιούται €18 δισ. από την ΚΑΠ και €24 δισ. για τη χρηματοδότηση του ΕΣΠΑ 2021-2026. Για να πιάσουν τόπο αυτά τα δισεκατομμύρια, απαιτείται αποτελεσματική και πλήρης αξιοποίηση, αλλά και περιορισμός των εισαγωγών, ώστε να μη διαρρεύσουν εκτός χώρας.

Το στοίχημα για το 2021 είναι να ανακάμψουν γρήγορα οι παραγωγικοί τομείς, ώστε να αυξήσουν την προσφορά, να

δημιουργήσουν νέο εισόδημα που με τη σειρά του θα τονώσει την ασθμαίνουσα ζήτηση. Συμπερασματικά, ζήσαμε μια εξωγενή κρίση που δεν θεραπεύεται με οικονομικά μέτρα όσα και να υπάρξουν. Ωστόσο, επειδή ακριβώς η κρίση είναι υγειονομική, μόλις ολοκληρωθεί ο εμβολιασμός ενός σημαντικού μέρους του πληθυσμού, αναμένεται οι οικονομίες να ελευθερώσουν τη δυναμική τους σε λίγους μήνες».

Το 2021 ως εφαλτήριο οικονομικής ανασύνταξης
«Η πανδημία του Covid-19 προσέθεσε επιπλέον τεράστιες ζημιές σε αυτές που είχε προκαλέσει η δεκαετής οικονομική κρίση στην Ελληνική οικονομία» τόνισε ο κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Διοικητικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Χρήστος Κόλλιας και πρόσθεσε πως «το 2021 βασίμως προβλέπεται ότι θα αποδειχθεί σε έτος εκκίνησης της δύσκολης πορείας ανάκτησης των οικονομικών απωλειών της πανδημίας αλλά και αυτών της πρόσφατης κρίσης. Εκτιμάται ότι η κατά περίπου -10,5% διψήφια μείωση του ΑΕΠ το 2020 θα μετατραπεί το 2021 σε μία ισχυρή ανάκαμψη της τάξεως του 5%. Εφόσον επιτευχθεί, η συγκεκριμένη επίδοση θα είναι η μεγαλύτερη των τελευταίων δεκαπέντε ετών. Η τελευταία αντίστοιχη είχε καταγραφεί το μακρινό 2006».

Η μεγάλη στήριξη από τους ευρωπαϊκούς πόρους
Ο κ. Κόλλιας συμπλήρωσε πως «σημαντικότατη χρηματοδοτική στήριξη της ανάκαμψής θα παρέχουν οι ευρωπαϊκοί πόροι του προγράμματος Next Generation EU, καθώς και του νέου ευρωπαϊκού προϋπολογισμού που θα αρχίσουν να εισρέουν από το 2021. Αθροιστικά, άνω των €70 δισ. είναι τα κεφάλαια που είναι διαθέσιμα για να αξιοποιήσει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Η χώρα μας σταθερά κατατάσσεται μεταξύ των ουραγών στην Ε.Ε. σε κρίσιμους δείκτες στους οποίους αποτυπώνεται η υστέρηση των ελληνικών οικονομικών και αναπτυξιακών επιδόσεων όπως σε καινοτομία, παραγωγικότητα, ανταγωνιστική εξωστρέφεια, διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, διοικητική αποτελεσματικότητα, ψηφιακή ετοιμότητα. Παραδείγματος χάρη, σύμφωνα με τον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας της Ε.Ε. (Digital Economy & Society Index – DESI) η Ελλάδα κατατάσσεται στην προτελευταία θέση με βαθμολογία 37,3 έναντι ενός μέσου όρου 52,6 για το σύνολο των κρατών-μελών. Επίσης στην προτελευταία θέση μεταξύ των μελών της Ε.Ε. κατατάσσεται με βάση τον δείκτη Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας (στην 79η θέση παγκοσμίως σε σύνολο 190 οικονομιών). Οι ευρωπαϊκοί πόροι που θα είναι διαθέσιμοι τα επόμενα χρόνια πρέπει να επενδυθούν με μακροχρόνια αναπτυξιακή στόχευση. Αποτελούν μία μοναδική ευκαιρία να χρηματοδοτηθεί μία εκ βάθρων ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας ούτως ώστε να εισέλθει η χώρα σε μία σταθερή αναπτυξιακή τροχιά. Το 2021 είναι έτος συμβολικής σπουδαιότητας, καθώς συμπληρώνονται 200 χρόνια από την εθνική παλιγγενεσία. Μπορεί και πρέπει να αποδειχθεί σε έτος εφαλτήριο για την εθνική οικονομική ανασύνταξη».

Πού πάει η οικονομία το 2021
Από την πλευρά του ο ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Αξιολόγησης Ποιότητας της Νομοπαραγωγικής Διαδικασίας κ. Νίκος Κυριαζής ανέφερε πως «η ύφεση για το 2020 εκτιμάται σε 10% περίπου. Η ανάπτυξη το 2021 εκτιμάται σε 4-5% και πιθανόν το ίδιο για το 2022. Δηλ. θα ανακτήσουμε το ύψος του ΑΕΠ του 2019, μετά τα σημερινά δεδομένα, στο τέλος του 2022, και χωρίς άλλα απρόοπτα. Το δημόσιο χρέος στο τέλος του 2020 εκτιμάται στο 200% του ΑΕΠ που υπολογίζεται στα 174-175 δισ. και θα μειωθεί στο 170-175% περίπου στο τέλος του 2022, αν το ΑΕΠ προσεγγίσει τα 190-195 δισ. Το ευνοϊκό, όμως, είναι ότι δεν θα χρειαστούν νέες καθαρές δανειοδοτήσεις και οι νέες εκδόσεις χρέους, που αναχρηματοδοτούν αυτές που λήγουν, έχουν πολύ χαμηλότερο επιτόκιο, ενώ τα ελληνικά ομόλογα θα παραμείνουν επιλέξιμα για το QE της ΕΚΤ και τα επόμενα χρόνια και μάλλον η χώρα θα έχει αναβαθμιστεί ως επιλέξιμη για τα ομόλογά της από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης το 2022.

Επιβαρυντικό στοιχείο για τις δημόσιες δαπάνες θα είναι τα, δυστυχώς λόγω Τουρκίας, εξοπλιστικά προγράμματα, με κύρια, αλλά όχι μόνο, τα 18 Rafal, και όσα επιπλέον χρειαστούν στο κοντινό μέλλον, γιατί τα 18 δεν επαρκούν για τις ανάγκες της Πολεμικής Αεροπορίας, καθώς και τις νέες φρεγάτες. Το συνολικό κόστος μάλλον υπερβαίνει τα 5 δισ., αλλά θα κατανεμηθεί σε περισσότερα έτη.

Αντιμετώπιση τριών κύριων προβλημάτων
Ο ίδιος πρόσθεσε πως «αν η Ελλάδα αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα τρία κύρια προβλήματα που δυσκολεύουν την ανάκαμψη, γιατί αποτελούν τροχοπέδη για τις επενδύσεις, τότε οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης μπορούν να επιταχυνθούν. Τα προβλήματα αυτά είναι η λειτουργία του Δημοσίου (πολυνομία, γραφειοκρατία και εν μέρει διαφθορά), η εξαιρετικά αργή απονομή δικαιοσύνης και η υψηλή φορολογία κεφαλαίου. Και στα τρία με άριστα το δέκα, η Ελλάδα βαθμολογείται από τους διεθνείς οργανισμούς και ινστιτούτα, πχ. World Economic Freedom Indicators, με μόλις πάνω από το 5. Ως προς την πολυνομία – γραφειοκρατία και τις χρονοβόρες διαδικασίες του Δημοσίου, αναφέρω μία φαινομενικά απλή προσωπική εμπειρία. Το φθινόπωρο του 2017 ξεκινήσαμε τη διαδικασία ίδρυσης του κοινωφελούς ιδρύματος «ΚΩΣΤΑΣ και ΑΡΤΕΜΙΣ ΚΥΡΙΑΖΗ» με πολιτιστικούς, εκπαιδευτικούς και φιλανθρωπικούς σκοπούς. Στα τέλη του 2020, δηλ. μετά από 3,5 χρόνια, η διαδικασία δεν έχει ολοκληρωθεί. Χρειάζεται να γνωμοδοτήσουν τέσσερα υπουργεία, και συγκεκριμένα τα υπουργεία Οικονομικών, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων, καθώς Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων! Με τα σχετικά έγγραφα να πηγαινοέρχονται και μερικά να χάνονται καθ΄ οδόν. Διαπίστωσα, επίσης, ότι παρά τις προσπάθειες ψηφιοποίησης του ελληνικού κράτους, τα υπουργεία διακινούν μεταξύ τους τα έγγραφα, με συστημένη αλληλογραφία, μέσω ΕΛΤΑ! Η Κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει το πρώτο πρόβλημα της διάσπαρτης νομοθεσίας με τη σύσταση της Κεντρικής Επιτροπής Κωδικοποίησης (ΚΕΚ). Η δε βελτίωση της νομοπαραγωγικής διαδικασίας αποτελεί στόχο της Επιτροπής Αξιολόγησης Ποιότητας της Νομοπαραγωγικής Διαδικασίας. Η αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας έχει ανατεθεί, κατά κύριο λόγο, στη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Απλούστευσης Διαδικασιών. Ως προς την αποσυμφόρηση της δικαστικής ύλης, ευελπιστούμε ότι η υποχρεωτική υπαγωγή συγκεκριμένων ιδιωτικών διαφορών στον θεσμό της διαμεσολάβησης και η σύσταση Επιτροπής Εξώδικης Επίλυσης εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων θα έχει θετικά αποτελέσματα. Ωστόσο, ενώ αυτά θα αποσυμφορήσουν εν μέρει τον όγκο εργασίας των δικαστηρίων, χρειάζονται επιπλέον μέτρα, όπως ένα πρόγραμμα «Κλεισθένης», δηλ. κατάργηση δικαστηρίων με μικρό αριθμό υποθέσεων και συγχώνευσή τους με δικαστήρια με πολλαπλάσιο αριθμό υποθέσεων.

Τέλος, ως προς τους φορολογικούς συντελεστές, η Κυβέρνηση έκανε τα πρώτα βήματα μείωσής τους, αλλά, ωστόσο, παραμένουν πολύ υψηλότεροι από τους συντελεστές άλλων χώρων, όπως η Κύπρος, η Ιρλανδία, η Βουλγαρία και η Ρουμανία (συντελεστής επί των κερδών 10-12,5%) και Κάτω Χώρες και Λουξεμβούργο, για ειδικές κατηγορίες.

Ενθαρρυντικό πάντως είναι ότι το 2020 η Ελλάδα μπήκε ξανά στον χάρτη των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων για σημαντικές επενδύσεις, όπως του Περιφερειακού Κέντρου της Microsoft, το Πρόγραμμα Ηλεκτροκίνησης της VW στην Αστυπάλαια κ.λπ.».

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το