Τοπικά

Το εργοστάσιο του ΙΜΑΝΤΑ “παροπλίζεται” αναμένοντας κρατική εργολαβία το 2017

IMG_20160406_115458

Το Σωματείο εργαζομένων στον ΙΜΑΝΤΑ υπεραμύνθηκε σήμερα των προσπαθειών που κατέβαλε προκειμένου να αποτραπεί το λουκέτο του εργοστασίου στο Βόλο, απαντώντας στις επικρίσεις που δέχθηκε για τη στάση του απέναντι στις δυσμενείς εξελίξεις. Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, που δόθηκε στο Εργατικό Κέντρο, τα μέλη του Σωματείου αναφέρθηκε σε όλο το «χρονικό του προαναγγελθέντος θανάτου», χαρακτηρίζοντας την ημέρα που ανακοινώθηκε το κλείσιμο του εργοστασίου ως τη χειρότερη στιγμή της ζωής τους. «Μας κατηγορούν ότι οι συνδικαλιστές θέλησαν να κλείσουν το εργοστάσιο. Τα εργοστάσια τα κλείνουν αυτοί που τα ανοίγουν», είπαν και ανακοίνωσαν ότι η εταιρεία αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να ανοίξει ξανά το εργοστάσιο, εφόσον το 2017 πάρει έργο της ΔΕΗ και ξαναμπεί στην αγορά.

Σύμφωνα με τα μέλη του Σωματείου, το πρόβλημα ξεκίνησε από τα μέσα του 2015, όταν σταμάτησε η συνεργασία της εταιρείας με τη ΔΕΗ και χάθηκε το 50% της παραγωγής. «Πήραμε και εμείς ένα μεγάλο κομμάτι έργου, αλλά χάσαμε όλο το πακέτο. Κάναμε τότε παρέμβαση ως Σωματείο για το γεγονός ότι χάθηκε ο διαγωνισμός, αλλά τα στοιχεία δεν ήταν αρκετά για να προσβάλλουν τη διαδικασία, ενώ και η διοίκηση της ΔΕΗ ήταν αρνητική μαζί μας».
Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων επέρριψαν ευθύνες σε στελέχη της επιχείρησης, επισημαίνοντας ότι είχαν δημιουργήσει κακό κλίμα στις σχέσεις της εταιρείας με τη ΔΕΗ. «Είχαμε πελάτη τη “ΔΕΗ” της Αυστραλίας, αλλά η μητρική εταιρεία έδωσε τη δουλειά σε εργοστάσιο που αγόρασε εκεί».
Οι δυσμενείς εξελίξεις άρχισαν να διαφαίνονται μετά τον Σεπτέμβριο του 2015. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, όπως τονίστηκε, ξεκίνησε η διαδικασία διαπραγματεύσεων με πρόταση για μειώσεις πάνω από 50%, περικοπές και εκ περιτροπής εργασία, ενώ η εταιρεία διαμήνυε ότι οι Γερμανοί είχαν κλείσει ήδη τρία εργοστάσια σε Καναδά και Αγγλία. Οι προτάσεις για την υλοποίηση προγραμμάτων εθελούσιας εξόδου, απορρίφθηκαν από την εταιρεία που ήταν κάθετη στις απόψεις της.
«Μιλήσαμε με το υπουργείο και μας συμβούλευσαν να κάνουμε προσπάθεια συμφωνίας όσον αφορά το μισθολογικό κόστος. Στη συνέχεια, η εταιρεία ζήτησε 60 οικειοθελείς αποχωρήσεις και βγήκαν στο πρόγραμμα 52 άτομα, από τα 200 που απασχολούνταν στο εργοστάσιο. Ωστόσο μετά τον Ιανουάριο του 2016 πρότειναν να πάμε σε νέα διαβούλευση, παρά τις αποχωρήσεις. Τότε μας ανακοίνωσαν 18 απολύσεις, αλλά εμείς είχαμε προσφύγει στον Διαμεσολαβητή προκειμένου να παγώσουμε τις απολύσεις που βλέπαμε ότι έρχονταν. Παρά και τη Διαμεσολάβηση, δρομολογήθηκαν τέσσερις απολύσεις και εμείς απαντήσαμε με τις τρίωρες στάσεις εργασίας. Η εταιρεία άρχισε να δίνει άδειες …. Και κόντεψε να εξαντληθεί η άδεια των εργαζομένων. Η εταιρεία ήταν αμετάκλητη στις αποφάσεις της.
Ο Διαμεσολαβητής έκρινε ότι, για να μπορέσει η εταιρεία να έχει βιωσιμότητα, θα έπρεπε να προχωρήσει σε μειώσεις της τάξης του 8 %. Αυτό το αποδέχτηκε η εταιρεία, αλλά επέμενε σε εκ περιτροπής εργασία με 36 ημέρες. Η «ΣΥΡΜΑ» είχε υπογράψει την εκ περιτροπής των 36 ημερών. Εμείς κάναμε συνέλευση, αλλά πριν ζητήσει ο Διαμεσολαβητής έγγραφο με την ολοκλήρωση της μεσολάβησης, η εταιρεία ανακοίνωσε το κλείσιμο του εργοστασίου. Εμείς σαν διοίκηση είχαμε πάρει απόφαση να συμφωνήσουμε στις 36 ημέρες και στη μείωση του 8 %. Μόλις, όμως, συναντηθήκαμε, μας ανακοινώθηκε το κλείσιμο. “Μας τράβηξαν τη γη κάτω από τα πόδια μας”. Ήταν η χειρότερη στιγμή της ζωής μας. Μας κατηγορούν ότι οι συνδικαλιστές θέλησαν να κλείσουν το εργοστάσιο. Τα εργοστάσια τα κλείνουν αυτοί που τα ανοίγουν.
Στα μέσα του 2017 θα ξαναγίνει ο διαγωνισμός για έργο της ΔΕΗ και έχουν αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να αλλάξει κάτι. Εμείς σαν συνδικαλιστές παλεύαμε για όφελος των εργαζομένων, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό. Οι λογιστές αποφάσισαν να το κλείσουν. Κράτησαν το γερμανικό εργοστάσιο με μεγαλύτερο γι’ αυτούς κόστος. Κάποιοι κατηγόρησαν το Σωματείο, αλλά κανείς δεν έχει να μας προσάψει κάτι. Δεν ήμασταν εμείς η αιτία που έκλεισε το εργοστάσιο. Ήταν δρομολογημένο να κλείσει. Η αντίδραση των πολιτικών παραγόντων στο Βόλο ήταν άμεση, ωστόσο η εταιρεία αδιαφόρησε απέναντι στο υπουργείο. Δεν ξέρουμε αν μπορούσε να γίνει κάτι παραπάνω. Εμείς πιστεύουμε ότι μπορούσε».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το