Τοπικά

Δύο στους δέκα μαθητές σε λύκεια της Μαγνησίας με χαμηλές επιδόσεις “Θ”

DSC04583

Ενδιαφέροντα στοιχεία παρουσιάστηκαν χθες στη διημερίδα της ΚΑΝΕΠ – ΓΣΕΕ που διεξάγεται στο ξενοδοχείο Volos Palace και έχει τίτλο «Εκπαίδευση και κατάρτιση σε συνθήκες κρίσης: Ξενοφοβία, ρατσισμός και κοινωνικές ανισότητες στο ελληνικό σχολείο». Στις εργασίες παρουσιάζονται τα αποτελέσματα ενός προγράμματος επιμόρφωσης 2000 εκπαιδευτικών από δημόσια και ιδιωτικά σχολεία που έγινε τα τελευταία χρόνια. Το πρόγραμμα υλοποιήθηκε σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Παιδείας. Γι’ αυτό και από χθες στο Βόλο παρευρίσκονται εκπαιδευτικοί από όλη την Ελλάδα.

Αναφορικά με το ρατσισμό, την ξενοφοβία, τον εκφοβισμό στο σχολείο ο Επίκουρος Καθηγητής του τμήματος Προσχολικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Κώστας Μάγος τόνισε πως τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν τις μεθόδους της διαπολιτισμικότητας για αντιμετώπιση του ρατσισμού ως αποτέλεσμα της ευαισθητοποίησής τους. Τα περιστατικά του εκφοβισμού παρατηρούνται ακόμη στα σχολεία, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστούν κάποιου τύπου διακρίσεις απέναντι σε μαθητές που δεν ανήκουν στην κυρίαρχη ομάδα.

Ο διευθυντής του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ κ. Χρήστος Γούλας τόνισε πως στο σχολείο συνεχίζονται οι ανισότητες που παρατηρούνται στην κοινωνία και μετά οι μαθητές που βγαίνουν στην αγορά εργασίας, δεν έχουν τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις για να ενταχθούν. Αυτό σημαίνει ότι τα παιδιά εισέρχονται στο σχολείο με ένα διαφορετικό κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό υπόβαθρο και όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα μπορούν μέσω των φροντιστηρίων να αποφοιτήσουν με υψηλότερο βαθμό σε σχέση με τους υπόλοιπους οι οποίοι δεν έχουν τις ίδιες οικονομικές δυνατότητες. Και αυτή η κατάσταση συνεχίζεται και διαιωνίζεται. Θέλουμε ως ΚΑΝΕΠ να επιστήσουμε την προσοχή των εκπαιδευτικών για τους μαθητές που προέρχονται από φτωχά οικονομικά στρέμματα και οι οποίοι θα πρέπει να ενισχυθούν από την πολιτεία. Μόνο έτσι θα αποκατασταθεί η κοινωνική ανισότητα στο σχολείο. Μάλιστα στο ΚΑΝΕΠ έχει γίνει έρευνα για τις ζώνες εκπαιδευτικής προτεραιότητας που έχουν χαμηλό κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο και ζητούμε από το υπουργείο Παιδείας να στηριχθούν ακόμη περισσότερο σε εκπαιδευτικό προσωπικό, σε υποδομές και άλλα ζητήματα».

Τα στοιχεία του 2013 δείχνουν ότι πανελλαδικά το ποσοστό μαθητών με χαμηλή επίδοση στα Γενικά Λύκεια κυμαίνεται στο 29,9%. Η Μαγνησία έχει ποσοστό 20,9% και είναι το τέταρτο χαμηλότερο πανελλαδικά. Ωστόσο υπάρχουν και περιοχές, όπως η Ζάκυνθος που αγγίζει το 50%. Πάντως οι ανισότητες δεν είναι μόνο μεταξύ των νομών αλλά και μεταξύ των περιοχών σε ένα νομό ή και των μαθητών στο ίδιο σχολείο.

Το 2000 η σχολική διαρροή στην Ελλάδα άγγιζε το 18,2% και το 2008 μειώθηκε στο 14,4%, ενώ το 2009 άγγιζε το 9%, χαμηλότερα δηλαδή και από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που ήταν 11,1%. Επίσης το φαινόμενο της σχολικής διαρροής είναι εντονότερο στα αγόρια με ποσοστό 11,5%, ενώ στα κορίτσια ανέρχεται στο 6,6%.

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η Θεσσαλία με ποσοστό 5,9% εμφανίζει τη χαμηλότερη σχολική διαρροή μεταξύ των δεκατριών περιφερειών της χώρας.

Στο πλαίσιο της διημερίδας αναπτύχθηκε και το πολύ ενδιαφέρον ζήτημα της σύνδεσης της αρχικής και συνεχιζόμενης κατάρτισης με την εργασία», όπου κεντρικό συμπέρασμα είναι πως υπάρχει μεγάλο κενό μεταξύ της εκπαίδευσης και της εργασίας, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διαμορφωθεί μια πολιτική για την προοπτική των αποφοίτων από τα ΕΠΑΛ.

Όπως εξήγησε ο κ. Γούλας, «τα προγράμματα σπουδών στην επαγγελματική εκπαίδευση και την αρχική κατάρτιση υπολείπονται κατά πολύ των αναγκών και της ζήτησης της αγοράς εργασίας σε ειδικότητες και δεξιότητες. Βέβαια η ελληνική οικονομία είναι σε μια φάση αναζήτησης της ισορροπίας της και σε περιόδους κρίσης προσπαθούμε να βρούμε ποιες ειδικότητες και ποια επαγγέλματα δείχνουν να είναι δυναμικά για τα επόμενα χρόνια, όπου θα πέσουν και οι πόροι. Και πρέπει να προετοιμαστούμε από τώρα για τις ειδικότητες που θα χρειαστούν, προκειμένου να υπάρχει έτοιμο εξειδικευμένο προσωπικό και το εκπαιδευτικό σύστημα να υποστηρίξει το παραγωγικό μοντέλο που έχει ανάγκη η χώρα. Γιατί αυτή τη στιγμή το σημαντικό πρόβλημα για τη χώρα μας είναι η μη ύπαρξη ενός εθνικού μηχανισμού που θα βλέπει τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, ώστε αντίστοιχα να κατευθύνεται και η εκπαίδευση. Μάλιστα αυτός ο μηχανισμός αποτελεί και μνημονιακή υποχρέωση της χώρας».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το