Τοπικά

Δεν έχουν υποβάλει ακόμη φορολογική δήλωση 15.000 στη Μαγνησία

Περίπου 15.000 φυσικά και νομικά πρόσωπα της Μαγνησίας δεν έχουν υποβάλει ακόμη τις φορολογικές τους δηλώσεις για το 2016, ενώ στις 17 Ιουλίου λήγει η σχετική προθεσμία.

Αυτό δήλωσε μεταξύ άλλων χθες, μιλώντας στην πρωινή ζώνη του «Ράδιο Ακρόαμα» ο κ. Αλ. Κεχαγιάς από τον Σύλλογο Οικονομολόγων Λογιστών (ΣΟΛ) Μαγνησίας. Ο κ. Κεχαγιάς υπολόγισε σε περίπου 10.000 όσους φορολογούμενους δεν έχουν υποβάλει ακόμη δήλωση στη Δ.Ο.Υ. Βόλου και σε περίπου 5.000 όσους δεν έχουν υποβάλει δήλωση στη Δ.Ο.Υ. Ν. Ιωνίας.
Αναφορικά με τις δηλώσεις πόθεν έσχες ανέφερε πως η σχετική προθεσμία για τους υπόχρεους έληξε στις 30 Ιουνίου και μέχρι 30 Ιουλίου υπάρχει η δυνατότητα τροποποίησης της αρχικής δήλωσης χωρίς πρόστιμα, ενώ μετά την παρέλευση του μήνα επιβάλλονται πρόστιμα, αλλά και υπάρχουν ποινικές κυρώσεις.
Ακόμη ο κ. Κεχαγιάς δήλωσε πως οι περισσότερες φορολογικές δηλώσεις είναι φέτος χρεωστικές, ενώ από τον Αύγουστο όσοι τυχόν έχουν επιστροφή φόρου, μάλλον θα πρέπει να τον ξεχάσουν, καθώς θα υπάρξει συμψηφισμός με τον ΕΝΦΙΑ.

Εικονικό ή ανακριβές συμβόλαιο πώλησης ακινήτου

Εικονικό ή ανακριβές συμβόλαιο πώλησης ακινήτου ως προς την αξία πώλησης επιφέρει τις κυρώσεις του εικονικού τιμολογίου. Αυτό αναφέρεται στην απόφαση του
ΣτΕ 1365/2017.
Σύμφωνα με την περίληψη της απόφασης, «επειδή, η υποχρέωση του επιτηδευματία για έκδοση των οριζόμενων στον ΚΒΣ στοιχείων επιβάλλεται με σκοπό την εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων του ίδιου και των συναλλασσόμενων με αυτόν (βλ. άρθρο 1 του ΚΒΣ). Οι παραπάνω διατάξεις της παραγράφου 16 του άρθρου 12 και της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του ΚΒΣ προβλέπουν ότι, για ορισμένες συναλλαγές του επιτηδευματία, μεταξύ των οποίων και η πώληση ακινήτων, δεν εκδίδεται τιμολόγιο ή απόδειξη πώλησης, εφόσον συντάσσεται συμβόλαιο μεταβίβασης. Παράλληλα, οι ίδιες διατάξεις προβλέπουν ότι δεν εκδίδεται τιμολόγιο ή απόδειξη πώλησης και σε άλλες περιπτώσεις, εφόσον εκδίδονται άλλα έγγραφα που περιλαμβάνουν τα στοιχεία του τιμολογίου ή της απόδειξης πώλησης και αντίτυπο αυτών των εγγράφων παραδίδεται στον πελάτη.
Από τη συστηματική ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων προκύπτει ότι ο λόγος για τον οποίο προβλέπεται ότι δεν εκδίδεται τιμολόγιο ή απόδειξη πώλησης σε περίπτωση πώλησης ακινήτου, υπό την προϋπόθεση της σύνταξης συμβολαίου μεταβίβασης, είναι ότι το συμβόλαιο αυτό, που συντάσσεται για την οικεία συναλλαγή με τη σύμπραξη του επιτηδευματία, και αποτελεί, μάλιστα, δημόσιο έγγραφο, παραδιδόμενο στον αγοραστή, έχει κατά το νόμο περιεχόμενο που υπερκαλύπτει τα στοιχεία του τιμολογίου ή της απόδειξης πώλησης και, κατά λογική ακολουθία, την ανάγκη έκδοσης από τον επιτηδευματία τέτοιου στοιχείου, για την εξασφάλιση (του ελέγχου) της τήρησης των σχετικών φορολογικών υποχρεώσεων (πρβλ. ΣτΕ 1020/2017, ΣτΕ 4465/2014). Συνεπώς, σε τέτοια περίπτωση, το συμβόλαιο μεταβίβασης του ακινήτου αποτελεί το προβλεπόμενο από τον ΚΒΣ παραστατικό στοιχείο της πώλησης, αντί για το τιμολόγιο ή την απόδειξη πώλησης. Η ερμηνεία αυτή επιρρωνύεται από την προπαρατεθείσα αιτιολογική έκθεση των παραγράφων 17 και 18 του άρθρου 9 του Ν. 2753/1999 (τροποποιητικών, αντίστοιχα, των διατάξεων της παραγράφου 16 του άρθρου 12 και της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του ΚΒΣ), στην οποία γίνεται ρητή αναφορά σε έκδοση άλλων παραστατικών αντί τιμολογίων ή αποδείξεων πώλησης. Συνακόλουθα, σε περίπτωση που το συμβόλαιο είναι ανακριβές ή εικονικό ως προς την αξία της πώλησης του ακινήτου από τον επιτηδευματία, στοιχειοθετείται παράβαση του ΚΒΣ, για την οποία επιβάλλεται σε βάρος του πρόστιμο, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 10 του Ν. 2523/1997, η οποία είναι, κατά τούτο, σαφής και αρκούντως προβλέψιμη στην εφαρμογή της, για τον μέσο επιμελή επιτηδευματία».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το