Πολιτισμός

Χρήστος Χωμενίδης: Ας μη διστάζουμε να καίμε γέφυρες – Μόνο έτσι θα βρεθούμε σε καινούργια ξέφωτα

Δυο χρόνια μετά τον βραβευμένο Φοίνικα ο Χρήστος Χωμενίδης επανέρχεται δυναμικά δίνοντας αυτή τη φορά τον λόγο σε ένα πολυσυζητημένο πρόσωπο ανά τους αιώνες, τον θρυλικό βασιλιά της Σπάρτης Μενέλαο. Πρόκειται για ένα βιβλίο που θέτει μια νέα οπτική στη γνωστή ιστορία με την Ελένη, ενώ παράλληλα θέτει πολλά διαχρονικά ερωτήματα για τις σχέσεις των ζευγαριών, την αυτοδιάθεση της γυναίκας, τον ορισμό της πίστης και της αληθινής αγάπης, αλλά και την κάθε μορφή εξουσίας. Ερωτήματα που έδωσαν αφορμή για τη συζήτηση που ακολουθεί με τον γνωστό και πολυδιαβασμένο συγγραφέα.

Συνέντευξη Χαριτίνη Μαλισσόβα

Ο Βασιλιάς της, το νέο σας μυθιστόρημα από τις εκδόσεις Πατάκη. Θέλετε να μας δώσετε κάποια στοιχεία;
«Ο Βασιλιάς της» θα μπορούσε να τιτλοφορείται και «Μενελάου Απολογία». Ή «Ελένης Εγκώμιον». Δίνω τον λόγο στον θρυλικό βασιλιά της Σπάρτης, το πιο συκοφαντημένο ίσως πρόσωπο των ερωτικών ιστοριών, τον επί χιλιετίες αξιοθρήνητο ή καταγέλαστο «κερατά». Τα γεγονότα εξελίχθηκαν – υποστηρίζει ο Μενέλαος – τελείως διαφορετικά, οι άνθρωποι αλλιώς έδρασαν, άλλα έπαθαν… Ο κάθε αναγνώστης θα κρίνει εάν η διήγηση του Μενέλαου είναι πιο πειστική από την επίσημη εκδοχή.

Γιατί θελήσατε να ασχοληθείτε με την ιστορία του Μενέλαου και της Ελένης;
Υποψιάζομαι πως ο Μενέλαος θέλησε να ασχοληθώ μαζί του. Το βράδυ των γενεθλίων μου το 2018, ενώ έτρωγα στο Ρέθυμνο της Κρήτης, ενώ είχα ήδη στα σκαριά ένα άλλο – εντελώς διαφορετικό μυθιστόρημα με κεντρικό πρόσωπο έναν παπά, έναν μητροπολίτη – μου ήρθε αναπάντεχα το ερώτημα: «Και πώς είμαστε τόσο βέβαιοι ότι ο Μενέλαος στενοχωρήθηκε όταν έφυγε η Ελένη;». Ήταν σαν να έπεσε από τον ουρανό ένας μίτος, μια κλωστή. Την έπιασα και άρχισα να ξετυλίγω την ιστορία…

Η ιστορία και η μυθολογία περνούν από τα μάτια του αναγνώστη, ενώ παράλληλα οι συγγραφικές σας πινελιές έχουν τόσο καλά ενσωματωθεί στην εκδοχή σας που νομίζουμε ότι έτσι έγιναν τα πράγματα… Ποιες είναι οι προσδοκίες σας από το βιβλίο σας αυτό;
Προσδοκώ – όπως σε κάθε μυθιστόρημα που γράφω ή διαβάζω – ανάσταση. Ελπίζω οι ήρωες να σηκωθούν απ’ τις σελίδες, να βγουν από τις τυπωμένες λέξεις και να αποκτήσουν σάρκα και οστά. Να φαντάζουν πιο υπαρκτοί από τους υπαρκτούς ανθρώπους. Αυτό δεν είναι το στοίχημα κάθε συγγραφέα; Να δίνει ζωή στα πρόσωπα και τις καταστάσεις της φαντασίας του. Ο Μπαλζάκ πίστευε στους επινοημένους κόσμους περισσότερο από όσο στη γύρω του πραγματικότητα. Τις τελευταίες ώρες του, ενώ ψυχορραγούσε, ζητούσε να του φέρουν για να τον θεραπεύσει έναν γιατρό-ήρωα σε κάποιο του βιβλίο! Όταν μου λέτε πως διαβάζοντας τον «Βασιλιά της» νομίζετε ότι έτσι έγιναν τα πράγματα, μου κάνετε τη μεγαλύτερη φιλοφρόνηση…

Βασιλιάς της Ελένης, βασιλιάς της Σπάρτης και βασιλιάς της συμφοράς. Είναι η ανθρώπινη ματαιοδοξία που μας ωθεί να χάσουμε όσα έχουμε κατακτήσει ή είναι νόμος της φύσης τίποτα να μη διαρκεί με την ίδια λάμψη;
«Μάνα μου, όλα περνάνε και όλα γίνονται ξανά…» λέει το τραγούδι. Προφανώς η Ιστορία και η ιστορία του κάθε ανθρώπου αποτελεί μια διαδοχή πτήσεων και πτώσεων. Φτάνουμε στο υψηλότερο σημείο και από εκεί γκρεμιζόμαστε. Δεν είναι καν ζήτημα ματαιοδοξίας. Το ενδιαφέρον με τον Μενέλαο όπως τον έπλασα είναι ότι του αρκεί να ζει ως Βασιλιάς του Εαυτού του και ευτυχεί ως Βασιλιάς της Ελένης. Παρασύρεται όμως στο να γίνει Βασιλιάς της Χώρας, να κάτσει στον θρόνο της Σπάρτης. Και τότε, βαθμηδόν, συνθλίβεται στις μυλόπετρες της εξουσίας. Η εξουσία αλλοτριώνει, απανθρωποποιεί, αμφότερους εξουσιαζόμενους και εξουσιαστές. Η συμφορά είναι προδιαγεγραμμένη. Στο τέλος πάντως του βιβλίου ο Μενέλαος ξαναβρίσκει και τον εαυτό του και την αγάπη του.

«Την άφησα να φύγει επειδή την αγαπούσα. Και ήξερα, ένιωθα, λαχταρούσα να ξαναρχίσει τη ζωή της αλλιώς», λέει ο Μενέλαος. Πόσο εύκολα το λέει αυτό ένας άνδρας ιδιαίτερα για μια γυναίκα τρόπαιο όπως ήταν η Ελένη;
Μα αυτό ακριβώς είναι το ζήτημα. Ο Μενέλαος στον «Βασιλιά της» ούτε για μια στιγμή δεν αντιμετωπίζει την Ελένη σαν γυναίκα-τρόπαιο. Δεν έχει ανάγκη από τρόπαια, δεν κόπτεται να αποδείξει τίποτα στον εαυτό του ή στους γύρω του, είναι ψυχικά αυτάρκης. Εκεί έγκειται η γοητεία του. Όταν η Ελένη φεύγει με τον Πάρη, ο Μενέλαος αντιλαμβάνεται πως το να την εμποδίσει ή να την κυνηγήσει θα φτήναινε, θα προσέβαλλε ό,τι είχαν ζήσει μαζί. Χαρούμενος τη βλέπει να δραπετεύει από το πνιγηρό κελί που έχει καταντήσει το παλάτι και για τους δυο τους. Δεν έχει – δυστυχώς – τη δύναμη να εμποδίσει την τρωική εκστρατεία που απεργάζεται ο αδελφός του…

Ποια αξία στις σχέσεις ενός ζευγαριού θεωρείτε υπέρτατη;
Την ερωτική έλξη. Άπαξ και σβήσει η φλόγα, άπαξ και εξατμιστεί το πάθος, η σχέση έχει τελειώσει. Τίποτα δεν μπορεί – και τίποτα δεν πρέπει! – να κρατάει τους κάποτε εραστές στο ίδιο κρεβάτι. Ούτε καν υπό την ίδια στέγη. Βλέπουμε διαρκώς γύρω μας παντρεμένα ζευγάρια να μισιούνται. Έστω να αλληλοπεριφρονούνται. Να χρυσώνουν το χάπι της στανικής συμβίωσης στο όνομα των παιδιών ή της κοινής αγάπης ή – τρισχειρότερα – των πρακτικών αναγκών. Δεν βρήκαν το θάρρος να χωρίσουν προτού επέλθει ο κορεσμός και η πλήξη κι ετούτο το πληρώνουν με μια ολοένα και πιο γκρίζα καθημερινότητα. Μα μία τέτοια καθημερινότητα δεν αξίζει σε κανέναν άνθρωπο. Η πιο αξιόπιστη πυξίδα είναι η καρδιά μας. Ας την αφήνουμε να μας οδηγεί και σε άγνωστα, απόκρημνα μονοπάτια. Ας μη διστάζουμε να καίμε γέφυρες. Μόνο έτσι θα βρεθούμε σε καινούργια ξέφωτα.

Πώς περάσατε τη φάση του εγκλεισμού λόγω της πανδημίας;
Όπως και οι περισσότεροι από όσο αντιλαμβάνομαι από συζητήσεις με γνωστούς και με άγνωστους. Απροσδόκητα καλά! Κυριαρχούσε για πρώτα φορά ύστερα από πάρα πολλά χρόνια ένα αίσθημα εθνικής ομοψυχίας. Τα ασήμαντα που μας έφθειραν και μας έτρωγαν είχαν υποχωρήσει μπροστά στην αγωνία για τη ζωή και για την υγεία μας. Είδα συμπεριφορές απροσδόκητα ελπιδοφόρες. Στα ταμεία του σούπερ-μάρκετ, οι πελάτες έλεγαν στις κυρίες πίσω απ’ τον γκισέ «σας ευχαριστούμε που κρατάτε την πόλη ζωντανή!». Απ’ τα μπαλκόνια οι γείτονες κουβέντιαζαν, έδιναν κουράγιο ο ένας στον άλλον. Μέσα από το «χώρια» ξαναβρήκαμε το «μαζί»! Έστω και για έξι μόλις εβδομάδες…

Τι νομίζετε ότι μας δίδαξε ή τι καταστροφικό επέφερε η κατάσταση αυτή;
Προφανώς η οικονομία και η κοινωνία τραντάχτηκαν. Και θα ζήσουν και άλλους κραδασμούς στο άμεσο μέλλον. Η πανδημία κατ’ ουσίαν λειτουργεί ως επιταχυντής των εξελίξεων. Της ψηφιοποίησης του κόσμου μας, της τηλε-εργασίας, της διάχυσης της επιστημονικής πληροφορίας… Το πιο ενθαρρυντικό είναι ότι τα φαρμακευτικά εργαστήρια συνεργάζονται προκειμένου να νικήσουν τον κορωνοϊό. Σίγουρα ανατέλλει ένας καινούργιος κόσμος, αυτός της τέταρτης τεχνολογικής επανάστασης. Θα νιώσουμε τις ωδίνες του τοκετού, θα κληθούμε να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα. Το μεδούλι μας ωστόσο οφείλει να παραμείνει αναλλοίωτο. Υπό οιεσδήποτε συνθήκες, προτεραιότητά μας πρέπει να είναι η παροχή ίσων ευκαιριών, η προστασία των πλέον αδύναμων, η πίστη στη δημοκρατία και στην πολυφωνία, η μέριμνα για το φυσικό περιβάλλον… Οι καιροί μπορεί να αλλάζουν. Το νόημα όμως του ουμανισμού παραμένει το ίδιο.

Και ο χώρος του βιβλίου; Έχει δυνατότητα να αντέξει το βάρος της οικονομικής πληγής που ακολουθεί την πανδημία;
Στους δύσκολους καιρούς είναι που οι άνθρωποι έχουν περισσότερο ανάγκη από φρέσκιες ιδέες, απροσδόκητες προσεγγίσεις και αφηγήσεις, που να φωτίζουν τις ζωές τους. Τα βιβλία είναι φάροι. Και οι φάροι δεν σβήνουν ακόμα και στις πιο σφοδρές καταιγίδες.

Γράφετε κάτι καινούργιο;
Σκέφτομαι διαρκώς πάνω στο καινούργιο μου μυθιστόρημα. Θέλω να κάνω ένα τεράστιο χρονικό άλμα, από τον 12ο π.Χ. αιώνα του Μενέλαου στο 2020. Ίσως και στο 2025. Εγκυμονώ ήδη, δεν έχω δει ωστόσο ούτε σε υπερηχογράφημα το έμβρυο. Δεν βιάζομαι. Δίνω στον χρόνο τον χρόνο του.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το