Πολιτισμός

Από τον Βόλο στο θαύμα της Μικράς Ασίας – Μια σπάνια ιστορία ελληνοτουρκικής φιλίας

Του Αρτέμη Χαλάτση
[email protected]
fb/artemischalatsis

Ο αδερφός της γιαγιάς μου Χρίστος Σερβετάς από τη Ζαγορά Πηλίου (γεν. 1895) πολέμησε υπό τις διαταγές του στρατηγού Νικολάου Τρικούπη και αιχμαλωτίστηκε κατά την τελευταία φάση της Μικρασιατικής εκστρατείας το 1922. Η ιστορία που ακολουθεί περιγράφει αυτό το γεγονός που το άκουγα μικρός από τη γιαγιά μου Μαρίκα Σερβετά και βέβαια το μαρτυρεί και η μητέρα μου Νίνα που το έζησε σε μεγαλύτερο βαθμό, καθώς και η σχετική αλληλογραφία που υπάρχει στα αρχεία της οικογενείας μας. Ο Χρίστος Σερβετάς πιάστηκε αιχμάλωτος όπως και όλο σχεδόν το Α’ Σώμα Στρατού μετά την πολύνεκρη μάχη του Αλή Βεράν κι απελευθερώθηκε χάρη σε κάποιον Τούρκο Αξιωματικό (Μπέη) που ήταν προσωπικός φίλος του πατέρα του Αλκιβιάδη Σερβετά. Η μεγάλη ομοιότητα που παρουσίαζε πατέρας και γιος έκανε τον Τούρκο Μπέη να προβληματιστεί κατά την ανάκριση που έκανε στους Έλληνες αιχμαλώτους και τελικά να αποδειχθεί πως ο νεαρός αιχμάλωτος που είχε μπροστά του ήταν γιος του παλιού του φίλου και συνεργάτη από τον Θεσσαλικό κάμπο Αλκιβιάδη Σερβετά.

Η «Πατόζα» του Αλκιβιάδη Σερβετά στον Θεσσαλικό κάμπο κάπου στα 1900
Ο προπάππος μου Αλκιβιάδης Σερβετάς γεννηθείς στα 1870 στη Ζαγορά Πηλίου σπούδασε μηχανικός. Κατάγονταν από πλούσια οικογένεια και είχε στην ιδιοκτησία του τη μοναδική «ΠΑΤΟΖΑ» δηλ. θεριζοαλωνιστική μηχανή στον Θεσσαλικό Κάμπο περί τα 1900. Αλώνιζε στο σημερινό χωριό Μελία Λαρίσης που λεγόταν τότε Τσουλάρ καθώς υπάρχουν κάποια λογιστικά βιβλία που κρατούσε με τη σοδειά που συγκόμιζε κι αναφέρουν το χωριό Τσουλάρ ως τόπο συγκομιδής.
Επίσης, υπάρχει και μια σχετική μοναδική φωτογραφία που διαθέτει η οικογένειά μας και δείχνει την «πατόζα του Σερβετά» στον θεσσαλικό κάμπο με τον ίδιο να φοράει κουστούμι και ψάθινο καπέλο και τους εργάτες διάσπαρτους στο χωράφι. Έτσι είχε συνεργασία και είχε αναπτύξει φιλίες με Μπέηδες – Τούρκους της περιοχής καθώς είχαν μεταξύ τους εμπορικές και οικονομικές συναλλαγές. Είχε το παρατσούκλι «σουγιάς» καθώς ήταν αυστηρός αλλά δίκαιος. Η δραστηριότητά του αυτή τελείωσε με το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων.

Οι Υπογράφοντες το καταστατικό ίδρυσης του Αγροτικού Συνεταιρισμού Ζαγοράς Πηλίου τον Δεκ. 1916 με την υπογραφή του Χρήστου Σερβετά που ξεχωρίζει για την καλλιγραφία της. Υπογράφει ως Χρ α Σερβετάς

Ο πρωτότοκος γιος του Αλκιβιάδη, Χρίστος Σερβετάς
Ο πρωτότοκος γιος του Αλκιβιάδη Σερβετά ο Χρίστος – χαϊδευτικά Τάκης- ήταν αδερφός της γιαγιάς μου και είχε σπουδάσει δημοσιογράφος. Ήταν φανατικός φιλοβενιζελικός όπως όλη η οικογένεια άλλωστε. Το 1916 συνυπέγραψε μαζί με άλλους 198 Ζαγοριανούς την ίδρυση Αγροτικού Συνεταιρισμού. Η υπογραφή του είναι καλλίγραφη και ξεκάθαρη στο σχετικό καταστατικό με τις 199 υπογραφές. Το 1918 τον βρίσκουμε να υπηρετεί τη στρατιωτική θητεία στη Θεσσαλονίκη ενώ το επόμενο έτος στάλθηκε στο Μικρασιατικό μέτωπο. Ως αποτέλεσμα της μόρφωσής του, καθώς και ότι μιλούσε Γαλλικά και Ρώσικα κατά τη στρατιωτική του θητεία στη Μικρά Ασία έγινε «γραφιάς» δηλ. γραμματέας του επικεφαλής αρχιστράτηγου και διοικητή της Α’ Στρατιάς Νικολάου Τρικούπη ο οποίος και του υπαγόρευε τα κείμενα, τις αναφορές καθώς και την ημερήσια διαταγή. Μετά τον πόλεμο εργάσθηκε ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» της Θεσ/νίκης κι αργότερα το 1933 έγινε και ο ίδιος εκδότης καθώς εξέδιδε στη συμπρωτεύουσα μια δική του μηνιαία εφημερίδα πρωτότυπο φύλλο της οποίας διαθέτουμε στο αρχείο της οικογένειάς μας με το όνομα «Βαλκανικά» (Εκδότης-Δ/ντης Τάκης Σερβετάς, γραφεία εν Θεσσαλονίκη Βενιζέλου 3 Μέγαρον Λεβή τηλ 21-91)

Μηνιαία έκδοση Εφημερίδας «Βαλκανικά» με ιδρυτή-Διευθυντή τον Τάκη Σερβετά Αρ. 1 Θεσσαλονίκη Οκτ. 1933

Η κοιλάδα του θανάτου – Μάχη του Αλή Βεράν (17-20 Αυγούστου 1922)
«Οι αποτελούντες φάλαγγα άνδρες από της πρωΐας της 16ης μέχρι της εσπέρας της 18ης Αυγούστου, ουδόλως είχον αναπαυθεί, ότε μεν προπορευόμενοι, ότε δε μαζόμενοι και όντες επί πλέον νήστεις. Η κόπωσις, η ασιτία και οι παντοειδείς συγκινήσεις ιδίως εκ της μάχης της 17ης Αυγούστου επέφερον εις πολλούς σημαντικήν εξάντλησιν και ποιάν τινά ψυχικήν διαταραχήν».
Στρατηγός Νικόλαος Τρικούπης Απόσπασμα από το βιβλίο του, «Αναμνήσεις»
Το μόνο πράγμα που εσκέπτοντο οι έλληνες στρατιώτες έπειτα από 3 χρόνια πολέμου ήταν η επιστροφή στην πατρίδα «Οίκαδε, Οίκαδε, Οίκαδε» δηλ. επιστροφή στις εστίες στους οίκους. Όμως συνέχισαν να πολεμούν, ο αγώνας ήταν μέχρις εσχάτων. Η μάχη του Αλή Βεράν που χαρακτηρίσθηκε ως σφαγείο έλαβε χώρα τον Αύγουστο του 1922 στην περιφέρεια της Κιουτάχειας στον λόφο Zefertepe ανάμεσα σε Εσκί Σεχί και Αφιόν Καραχισάρ. Σύμφωνα πάντοτε με την επίσημα καταγεγραμμένη ιστορία του Γ.Ε.Σ./Δ.Ι.Σ. οι ελληνικές απώλειες κατά το διήμερο αυτής της μάχης ανήλθαν σε 2.000 νεκρούς, 4.000 τραυματίες ενώ αιχμαλωτίστηκαν 190 αξιωματικοί (περιλαμβανομένου του Τρικούπη) και σχεδόν 4.500 οπλίτες. Αιχμαλωτίστηκε λοιπόν ο Τρικούπης μαζί με όλο το επιτελείο του μέρος του οποίου αποτελούσε και ο Χρίστος Σερβετάς. Εκεί συνέβη το παρακάτω απίστευτο περιστατικό που μοιάζει με φαντασία είναι όμως πέρα για πέρα αληθινό.

Ενθύμιον Μικράς Ασίας 1922. Ο Χρίστος Σερβετάς καθιστός

Η αιχμαλωσία και η ανάκριση
Ξεκίνησαν οι Τούρκοι τις ανακρίσεις. Μεταξύ των αιχμαλώτων ήταν και ο Χρίστος Σερβετάς ως γραμματέας του στρατηγού. Την επιθεώρηση-ανάκριση την έκανε κάποιος Τούρκος Μπέης. Βέβαια όλοι οι ανώτεροι Τούρκοι αξιωματικοί δίπλα στο όνομά τους έβαζαν και την λέξη Μπέης (Bey) καθώς πρόκειται για τιμητικό τίτλο. (Δεν αποκλείεται ανακριτής να ήταν ο ίδιος ο υψηλόβαθμος στρατηγός Ρεσάτ Μπέης που πολέμησε και διακρίθηκε στην ίδια μάχη). Μάλιστα οι Έλληνες αιχμάλωτοι αντί για ρούχα φορούσαν τσουβάλια (σακιά) το θυμάμαι πολύ καλά που μου το διηγούνταν η γιαγιά μου κι έκλεγε. Τα είχαν τρυπήσει και είχαν βγάλει έξω το κεφάλι και τα χέρια πιθανώς σαν πανωφόρια για το κρύο της νύχτας ή γιατί τους είχαν πάρει τα ρούχα. Το πιθανότερο είναι ότι τους είχαν πάρει τα ρούχα καθώς σήμερα η στολή του Τρικούπη καθώς και το σπαθί του βρίσκεται σε γυάλινη προθήκη στο μουσείο Τοπ Καπί στην Κωνσταντινούπολη κι επιδεικνύεται ως λάφυρο πολέμου. Δεν αποκλείεται να ήταν λοιπόν γυμνοί και να φορούσαν μόνο ένα σακί για ρούχα.

Η στιχομυθία κατά την ανάκριση
Εκεί που τους ανέκρινε λοιπόν έναν-έναν ο Μπέης σταμάτησε εμπρός στον Χρίστο Σερβετά κι ακολούθησε ο παρακάτω διάλογος (Ο Μπέης διέκρινε στον στρατιώτη Σερβετά εκπληκτική ομοιότητα με έναν παλιό του Έλληνα φίλο στον Θεσσαλικό κάμπο και αυτό του κίνησε το ενδιαφέρον)
(Μπέης): -Για πες μου στρατιώτη εσύ από πού είσαι;
(Σερβετάς) : -Ε, τώρα τι να σου λέω Μπέη μ’; Δεν με βλέπεις τι χάλια έχω κι εσύ με ρωτάς από πού είμαι;
(Ο Μπέης δεν πτοήθηκε και συνέχισε τις ερωτήσεις)
(Μπέης) -Μήπως είσαι από τη Θεσσαλία;
(Σερβετάς) -Μπέη μου πολλά τα ζητάς. Άσε με στην κατάντια μου.
(Μπέης) -Μήπως είσαι από τον Βόλο;
(Στο άκουσμα της πόλης του ο Χρίστος τραντάχτηκε καθώς κατάλαβε πως ο Μπέης ήξερε πράγματα από την περιοχή του, και μετά μαλάκωσε κι αποφάσισε να συνομιλήσει και να συνεργαστεί μαζί του)
(Σερβετάς) -Ναι , από τον Βόλο είμαι.
(Μπέης) -Ναι, αλλά από τον Βόλο από πού ; Μήπως είσαι από κανά χωριό;
(Σερβετάς) -Από τη Ζαγορά είμαι, απάντησε, αλλά που να την ξέρεις εσύ τη Ζαγορά;
(Μπέης) Το να είσαι ο φίλος μου ο Αλκιβιάδης Σερβετάς αποκλείεται καθώς έχουν περάσει χρόνια κι εσύ φαίνεσαι νέος , μήπως είσαι κανένας γιος του; (ο Χρίστος με τον πατέρα του είχαν εκπληκτική ομοιότητα και καθώς εκείνος ήταν περίπου 25 ετών έμοιαζε ίδιος με τον πατέρα του όταν κι εκείνος ήταν 25 ετών και είχε συνεργαστεί με τον Τούρκο Μπέη στον Θεσσαλικό κάμπο)
(Σερβετάς) -Ναι εγώ είμαι, ο γιος του Αλκιβιάδη Σερβετά από τη Ζαγορά Πηλίου.
Μετά από αυτή την συνομιλία, ο Τούρκος Μπέης δάκρυσε καθώς θυμήθηκε τον παλιό του Έλληνα φίλο στον Θεσσαλικό κάμπο και διέταξε να τον ξεχωρίσουν από τους υπόλοιπους , να τον πλύνουν να του δώσουν καθαρά ρούχα και τον πήρε υπό την προστασία του. Όπως διηγούνταν αργότερα, πέρασε αξιοπρεπή ζωή μέχρι να επιστρέψει πίσω στην Ελλάδα με την ανταλλαγή αιχμαλώτων το 1923. Μέχρι και τον ιδιωτικό του σοφέρ του παραχώρησε ο Μπέης .
Εντωμεταξύ στην Ελλάδα κατά το 1921/22 η προγιαγιά μου η Καλλιόπη Σερβετά είχε πάρα πολύ καιρό να πάρει νέα του γιου της απ’ το μέτωπο και τον είχε ξεγραμμένο. Θεώρησαν όλοι πως είχε σκοτωθεί. Έτσι πήγαινε στις εκκλησίες , έκανε προσευχές, τάματα αλλά ταυτόχρονα πήγαινε και στις χαρτορίχτρες της εποχής και τις φυλτζανούδες στον Βόλο και ξόδευε χρυσές λίρες για να μάθει αν ο γιος της ήταν ζωντανός.
Όταν λοιπόν ο Χρίστος έφυγε από την αιχμαλωσία και τέθηκε υπό την προστασία του Μπέη έστειλε αρχικά ένα ταχυδρομικό δελτάριο στην μάνα του που έγραφε, επί λέξη: «Είμαι ζωντανός. Αν άναβες κανένα κεράκι και για μένα μάνα τώρα φάνηκε», μόλις μπορέσω θα σας γράψω λεπτομερώς.

Η ζωή πίσω στην Ελλάδα και τα χτυπήματα της μοίρας
Δυστυχώς όσο απλόχερη και τυχερή του στάθηκε η ζωή στην Μικρά Ασία στη συνέχεια κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα, η μοίρα έπαιξε πολλά άσχημα παιχνίδια στον Χρίστο Σερβετά. Επέστρεψε στην πόλη της Θεσσαλονίκης όπου συνέχισε την εργασία του ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα «Μακεδονία». Παντρεύτηκε και χώρισε δύο φορές. Η δεύτερη γυναίκα του Ευαγγελία ήταν μία από τις ωραιότερες γυναίκες της εποχής η οποία όμως τον κατέστρεψε οικονομικά καθώς της άρεζε η καλή ζωή. Έκαναν μαζί έναν γιο (1929) που τον ονόμασαν Άλκη (στο όνομα του παππού Αλκιβιάδη) . Χώρισαν όταν ο Άλκης ήταν μικρός. Τον Άλκη τον πήρε η Ευαγγελία κι έφυγαν για την Αθήνα όπου συνέχισε τη ζωή της, ενώ ο Χρίστος συνέχισε να ζει και να εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Εκείνη την εποχή (1930) ήρθε κοντά του για σπουδές στη γεωπονική σχολή Θεσ/νίκης και ο μικρότερος αδερφός του Γιάννης Σερβετάς (γεν. 1910).
Ο γιος του Χρίστου ο Άλκης κατά τα Δεκεμβριανά (1944), υπήρξε ένα από τα θύματα του άμαχου πληθυσμού καθώς σκοτώθηκε από αδέσποτη σφαίρα. Ήταν μόλις 15 ετών. Εκείνη την αποφράδα ημέρα του Δεκέμβρη κατευθύνονταν προς τον Σ. Σ. Λαρίσης ώστε να πάρει το τρένο Αθήνα-Θεσ/νίκη και να πάει να περάσει τις γιορτές των Χριστουγέννων μαζί με τον πατέρα του στη συμπρωτεύουσα. Μάταια ο Τάκης Σερβετάς περίμενε τον μονάκριβο γιο του στον σταθμό των τρένων στη Θεσ/νίκη. Δεν έφτασε ποτέ. Το γεγονός αυτό στιγμάτισε τη μετέπειτα ζωή του καθώς θεώρησε τον εαυτό του υπεύθυνο για τον θάνατο του μοναχογιού του. Το γεγονός αυτό έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη μετέπειτα ψυχολογία του με αποτέλεσμα και την τελική εξαφάνισή του στο σιδηρούν παραπέτασμα κατά τα χρόνια του εμφυλίου που ακολούθησαν.
Πολιτικά, όλη η οικογένεια ήταν ανέκαθεν φιλοβενιζελικοί με έντονο αριστερό στοιχείο. Ο μικρότερος αδερφός Γιάννης ήταν προσωπικός φίλος του Ηλία Ηλιού. Ο Χρίστος λοιπόν κατά τον εμφύλιο και αφού είχε «χάσει» το μοναδικό στοιχείο που τον κρατούσε στη ζωή τον μοναχογιό του Άλκη έφυγε ως πολιτικός πρόσφυγας και πήγε στο «σιδηρούν παραπέτασμα». Έτσι έλεγαν όλοι στην οικογένεια. Απλά χάθηκε, εξαφανίστηκε κανείς δεν έμαθε ποτέ γι’ αυτόν. Ενδεχομένως κατέληξε στη Ρωσία. Για χρόνια μετά, το όνομα του αναζητούνταν από το ραδιόφωνο μέσω των ανακοινώσεων του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού ως αγνοούμενος του εμφυλίου αλλά ποτέ δεν έμαθε κανείς τίποτα γι’ αυτόν , ούτε ποτέ ήρθε κάποια πληροφορία. Ούτε που πήγε, ούτε τι έκανε, ούτε πως έζησε, ούτε που αναπαύονται τα κόκκαλα του. Σαν να άνοιξε η γη και τον κατάπιε. Αυτό ήταν, σαν να μην υπήρξε ποτέ! Κι όμως είχε κατορθώσει τόσα πολλά!

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το