Τοπικά

Από όμηρος των Ταλιμπάν, σύμβουλος στην Ουγκάντα

Στο πλευρό του προέδρου της Ουγκάντας, Γιουέρι Μουσέβενι, δηλώνει πως βρίσκεται ο Κωνσταντίνος Σάρος. Στο παρελθόν απασχολήθηκε ως πολεμικός ανταποκριτής και με την κάμερά του κατέγραψε σκληρές εικόνες από μέτωπα του πολέμου σε κάθε γωνιά της γης. Τα τελευταία χρόνια, όμως, ζει στην Αφρική και παρέχει συμβουλές στον Ουγκαντέζο πολιτικό και πρώην στρατιωτικό, ο οποίος κατέχει το αξίωμά του από το μακρινό 1986. 

Εδώ και λίγες ημέρες, ο κ. Σάρος βρίσκεται στον Βόλο, πραγματοποιώντας επίσκεψη στην πόλη που έζησε τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του. Γεννήθηκε το 1956 στην Αθήνα. Πατέρας του ήταν ο Γιώργος Σάρος, ο οποίος το διάστημα 1968-1972 διορίστηκε δήμαρχος Βόλου από τη δικτατορία των συνταγματαρχών, ενώ μητέρα του ήταν η Βολιώτισσα στην καταγωγή Μαρίκα Θεμελίδου. «O πατέρας μου αποστρατεύτηκε από τον ελληνικό στρατό το 1964 με τον βαθμό του στρατηγού, ενώ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε και στη βρετανική MI4. Στρατιωτική καριέρα ακολούθησε και ο παππούς μου, Κωνσταντίνος Σάρος, ο οποίος επίσης έφτασε τον βαθμό του στρατηγού. Πολέμησε στον Μακεδονικό Αγώνα με το ψευδώνυμο «Καπετάν Κάλας», όταν ακόμη ήταν υπολοχαγός του πεζικού, μαζί με τον Σαράντο Αγαπηνό, γνωστό ως «Καπετάν Άγρα» και τον ανθυποπλοίαρχο Ιωάννη Δεμέστιχα. Ο πατέρας μου επέμενε να μην γίνω στρατιωτικός, όμως, τελικά τα πράγματα ήρθαν έτσι που γνώρισα πολλούς πολέμους στη ζωή μου. Πήρα πτυχίο ηλεκτρολόγου μηχανικού από το Πολυτεχνείο, αλλά κατέληξα στο Παρίσι, όπου σπούδασα κινηματογράφο και φωτογραφία στη Σορβόννη. Στη συνέχεια βρέθηκα στο Λονδίνο για λογαριασμό του BBC, ενώ στην Ελλάδα συνεργάστηκα με τον ΑΝΤ1, το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων και το TRT. Ως πολεμικός ανταποκριτής δούλεψα για πρώτη φορά το 1992». 

Αμέτρητες οι ιστορίες που έχει να διηγηθεί, όμως, μία του άλλαξε για πάντα τη ζωή. Τον Μάιο του 1999 βρέθηκε στο Βελιγράδι, όταν η σερβική πρωτεύουσα βομβαρδίστηκε από τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ και μεταξύ άλλων στόχων χτυπήθηκε η πρεσβεία της Κίνας. Ο κ. Σάρος εξήγησε τον λόγο: «Ήμουν στο συνεργείο μαζί με τον Αργύρη Ντινόπουλο και έναν δημοσιογράφο από το BBC. Είδαμε πού έγιναν οι εκρήξεις και πήγαμε εκεί. Μπήκαμε σ’ ένα σπίτι και βρήκαμε τη μάνα σκοτωμένη, όπως και τα δύο παιδιά της. Ενόσω τραβούσα πλάνα, άκουσα το κλάμα ενός μωρού. Ήταν ένα κοριτσάκι μες στα χαλάσματα. Τριών μηνών τότε. Δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσω άλλη μία ζωή να πάει χαμένη. Λίγους μήνες αργότερα υιοθέτησα το κορίτσι που ανέσυρα από τα συντρίμμια. Η Μαρία, γιατί έτσι βάπτισα την κόρη μου, τον προσεχή Αύγουστο θα γίνει 23 ετών. Σπουδάζει τουριστικά στο Πανεπιστήμιο Πειραιά». 

Ο κίνδυνος είναι συνώνυμος του επαγγέλματος που επέλεξε. Στον πόλεμο του Αφγανιστάν πριν από 21 χρόνια, βρέθηκε πολύ κοντά στον θάνατο. Τον Νοέμβριο του 2001 οι Ταλιμπάν δολοφόνησαν στο Σαρόμπι, μία περιοχή ανάμεσα σε Καμπούλ και Τζαλαλαμπάντ, τον Χούλιο Φουέντες, πολεμικό ανταποκριτή της ισπανικής «El Mundo», την Ιταλίδα Μαρία Γκράτσια Κουτούλι, δημοσιογράφο της «Corriere della Sera» και δύο μέλη του πρακτορείου Reuters, τον Αυστραλό εικονολήπτη Χάρι Μπάρτον και τον Αφγανό φωτογράφο Αζιζούλα Χαϊντάρι. Ο Κωνσταντίνος Σάρος περνώντας μαζί με τον Νικόλα Βαφειάδη από το Πακιστάν στο Αφγανιστάν, ακολουθούσε σε άλλη δημοσιογραφική ομάδα που επίσης έπεσε σε μπλόκο των Ταλιμπάν, αλλά δεν είχε την ίδια μοίρα με τους άτυχους συναδέλφους του. «Μας περικύκλωσαν με τα καλάσνικοφ, μείναμε όμηροι αρκετές ημέρες, αλλά βγήκαμε ζωντανοί. Ήταν η δεύτερη φορά που κινδύνεψα τόσο, η πρώτη ήταν στο Μογκαντίσου της Σομαλίας το 1996» θυμήθηκε. 

Όσο για το πώς προέκυψε η εγκατάστασή του κ. Σάρου στην Ουγκάντα; Αποδείχθηκε καθοριστική η γνωριμία του με τη Βίλλυ Αλεξανδράκη, πρόξενο της αφρικανικής χώρας στην Αθήνα. Το 2015 την ακολούθησε σ’ ένα ταξίδι της και γνωρίστηκε με τον Μουσέβενι, ο οποίος πάντως συχνά κατηγορείται για αυταρχικές πρακτικές στη διακυβέρνησή του. «Ο πρόεδρος με συμπάθησε και μου πρότεινε να εργαστώ εκεί ως σύμβουλός του σε θέματα ΜΜΕ και τουρισμού. Βρίσκομαι στην Καμπάλα, πρωτεύουσα της Ουγκάντας, από τον Ιανουάριο του 2016», κατέληξε.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το