Άρθρα

Από το νόμο Λάσκαρη στην εγκύκλιο Αχτσιόγλου

Της Ιωάννας Παπαδημητρίου*

Από το 1974, δυο είναι οι βασικοί νόμοι για τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, που ο ένας αντικατέστησε τον άλλο. Πρόκειται για τον νόμο 330/1976 της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας ή αλλιώς «νόμος Λάσκαρη» (ο υπουργός Εργασίας), ο οποίος έμεινε στην ιστορία για την περίφημη δήλωσή του στη Βουλή, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου: «Δε θα επιτρέψω την πάλη των τάξεων», εκφράζοντας με απόλυτη σαφήνεια τους αντεργατικούς στόχους του νόμου.

Ο άλλος είναι ο νόμος 1264/82, που ψηφίστηκε επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και ίσχυε μέχρι πρόσφατα. Ακολούθησε το άρθρο 4 του νόμου 1365/83, που χαρακτηρίστηκε και «απεργοκτόνο». Με αυτό, για την κήρυξη απεργίας στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, απαιτούνταν μεταξύ άλλων το 50% συν 1 των εγγεγραμμένων μελών της οργάνωσης και όχι η πλειοψηφία των παρόντων στη συνέλευση.

Αν ο νόμος 330/1976 ήταν το «μαστίγιο», τότε ο νόμος 1264/1982 της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ μπορεί να ιδωθεί σαν το «καρότο» για τους εργαζόμενους και το κίνημα. Ο συγκεκριμένος νόμος, από τη μια, κατοχύρωνε μια σειρά συνδικαλιστικές ελευθερίες -και αυτό κάτω από την πίεση και τους αγώνες των εργαζομένων- και, από την άλλη, αναπαρήγαγε τους μηχανισμούς ενσωμάτωσης του συνδικαλιστικού κινήματος στις νέες συνθήκες, έθετε τους όρους δημιουργίας ενός στρώματος εργατικής αριστοκρατίας, που έπαιξε όλα τα επόμενα χρόνια τον ρόλο του «Δούρειου Ίππου» σε βάρος των συμφερόντων της εργατικής τάξης.

Και ο μεγάλος χαμένος ήταν οι εργαζόμενοι. Χαμένοι όχι μόνο σε σχέση με τον εργοδότη αλλά και στα μάτια της κοινωνίας που έβλεπε διαρκώς έναν αμυντικό στα χαρτιά συνδικαλισμό, καθαρά συντεχνιακό που στην εξέλιξή του έφτασε να συναινεί και να καλλιεργεί τη λογική του συμβιβασμού με το μικρότερο κακό και φυσικά απαξιώθηκε .

Αυτός ο συνδικαλισμός είναι που περιέθαλπε τις αυθαιρεσίες του εργοδότη, καλλιεργώντας ταυτόχρονα τον διχασμό των εργαζομένων. Ε λοιπόν αυτού του τύπου τον συνδικαλισμό δεν τον αφορούν οι αλλαγές στις συνδικαλιστικές άδειες που ψηφίστηκαν με το τρίτο μνημόνιο. Γιατί απλά αυτός ο τύπος συνδικαλισμού δεν στοιχειοθετεί κίνδυνο για την εργοδοσία .
Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση, χωρίς να πάρει ούτε μία δέσμευση για την ελάφρυνση του χρέους, προχώρησε σε νέα βαριά μέτρα που διαλύουν ακόμα παραπάνω την οικονομία, τις συντάξεις, την εργασία, αλλά και τα συνδικάτα των εργαζομένων, που προσπαθούν να είναι πόλος αντίστασης απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό.

Στα συνδικάτα αυτά απευθύνονται οι αλλαγές στις συνδικαλιστικές ελευθερίες άδειες που ψηφίστηκαν με το τρίτο μνημόνιο. Η εγκύκλιος Αχτσιόγλου απλά προσπαθεί να χρυσώσει το χάπι στις περιπτώσεις που οι διοικήσεις εφαρμόζουν τον νόμο, παραπέποντας τους θιγόμενους στην επιτροπή του άρθρου 15. Δεν είναι όμως ξεκάθαρο αν οι αποφάσεις της επιτροπής αυτής υπόκεινται στη δυνατότητα άσκησης διαφωνίας και ενώπιον ποιού οργάνου.

Πιστεύω ότι είναι ξεκάθαρο πως το τρίτο μνημόνιο σε ότι αφορά στις αλλαγές στις συνδικαλιστικές ελευθερίες απευθύνεται στα συνδικάτα των εργαζομένων, που διεκδικούν την κατάργηση όλων των αντεργατικών – αντιασφαλιστικών νόμων, την πλήρη και σταθερή εργασία για όλους με 7ωρο, 5θήμερο, 35ωρο, το επίδομα ανεργίας 600 ευρώ σε όλους τους ανέργους και άλλα μέτρα προστασίας τους, ΣΣΕ υποχρεωτικές για όλους, την άμεση επαναφορά του βασικού μισθού στα 751 ευρώ και της κατώτερης σύνταξης στα 600 ευρώ, την ανάκτηση όλων των απωλειών σε μισθούς, συντάξεις, επιδόματα, την κατάργηση της άγριας φοροληστείας, την αποκλειστικά δημόσια δωρεάν υγεία, την κοινωνική ασφάλιση και την παιδεία για όλους, τη νομοθετική κατοχύρωση της Κυριακής αργίας, την αξιοπρεπή σύνταξη στα 60 οι άνδρες και στα 55 οι γυναίκες, και 5 χρόνια νωρίτερα στα ΒΑΕ.
Και τα συνδικάτα αυτά είναι τα μόνα που θα αντιδράσουν, εδώ θα είμαστε και θα το δούμε .

 

*Η Ιωάννα Παπαδημητρίου είναι Πρόεδρος του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Βόλου

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το