Τοπικά

Αντιδράσεις για πιστοποιητικό μεταβίβασης ακινήτου – Ιδιοκτήτες υποχρεούνται σε μετακινήσεις εν μέσω καραντίνας 

Έντονες αντιδράσεις μεταξύ των συμβολαιογράφων αλλά και των υποψήφιων πωλητών ακινήτων προκαλεί η εφαρμογή της νομοθετικής διάταξης, σύμφωνα με την οποία, από την ερχόμενη Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου, για τη σύναψη συμβολαίου μεταβίβασης ενός ακινήτου, θα απαιτείται πιστοποιητικό κτηματογράφησής του στον Δήμο Βόλου.
Οι ενδιαφερόμενοι ιδιοκτήτες που θέλουν να μεταβιβάσουν ακίνητα, πρέπει από τη Δευτέρα να μετακινούνται στο γραφείο κτηματογράφησης για τον Δήμο Βόλου για να εκδίδουν πιστοποιητικά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε ταλαιπωρία και επικινδυνότητα, εν μέσω καραντίνας και απαγορευτικού. Μάλιστα η Κτηματολόγιο Α.Ε. εμφανίζεται ανυποχώρητη στη σχετική προθεσμία.

Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν. 2308/1995, όπως ισχύει σήμερα, μετά την τροποποίησή του με τον νόμο 4164/2013 απαιτείται η έκδοση πιστοποιητικού κτηματογράφησης για τη σύνταξη συμβολαίων για τη σύσταση, μετάθεση, αλλοίωση ή κατάργηση εμπράγματων δικαιωμάτων ή άλλων εγγραπτέων στα κτηματολογικά βιβλία δικαιωμάτων σε ακίνητα της περιοχής του προκαποδιστριακού Δήμου Βόλου, για τη διεξαγωγή δικών, καθώς και για την αίτηση καταχώρησης της πράξης στα βιβλία μεταγραφών και υποθηκών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου.

Σύμφωνα με το αρθ. 5 παρ. 2 του Ν. 2308/1995, όπως ισχύει, από την ημερομηνία έναρξης της ανάρτησης έως τις πρώτες εγγραφές δεν επιτρέπεται χωρίς προσκόμιση του πιστοποιητικού κτηματογραφούμενου ακινήτου η συζήτηση ενώπιον του δικαστηρίου υπόθεσης, που έχει ως αντικείμενο εγγραπτέο στα κτηματολογικά βιβλία δικαίωμα, εφόσον τη συζήτηση επισπεύδει ο υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης. Σε ό,τι αφορά στη διεξαγωγή δικών, που έχουν ως αντικείμενο εγγραπτέο στα κτηματολογικά στοιχεία δικαίωμα, η ρύθμιση δεν διακρίνει το είδος του δικαστηρίου, ούτε τη δικαιοδοσία, ούτε τον βαθμό, ούτε τη διαδικασία. Σε κάθε περίπτωση, σε αντίθεση με τα συμβόλαια για τα οποία προβλέπεται αυτοδίκαιη ακυρότητα στην παρ. 1 του άρθρ. 5 του Ν. 2308/1995, όπως ισχύει στη διεξαγωγή δικών η μη προσκόμιση πιστοποιητικού κτηματογαφούμενου ακινήτου είναι δικονομικό ελάττωμα, το οποίο μόνο δικαστικά μπορεί να ελεγχθεί (με ένδικα μέσα) ή στο μέτρο που αφορά ασφαλιστικά μέτρα με ανάκληση της απόφασης.

Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 3 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει από την ημερομηνία έναρξης της ανάρτησης έως τις πρώτες εγγραφές «…δεν επιτρέπεται η καταχώρηση στα βιβλία μεταγραφών και υποθηκών οποιασδήποτε εγγραπτέας πράξης, στην οποία είναι συμβαλλόμενο μέρος ο υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης, αν δεν μνημονεύεται σε αυτήν ότι επισυνάπτεται το πιστοποιητικό που προβλέπεται, καθώς και αν δεν επισυνάπτεται στη σχετική αίτηση προς τον υποθηκοφύλακα, έντυπο δήλωσης… και αντίγραφο της πράξης. Εάν στη μεταγραπτέα δικαιοπραξία έχει επισυναφθεί, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τοπογραφικό διάγραμμα, αντίγραφό του συνοδεύει τη δήλωση αυτή». Επιπλέον, «μετά την έναρξη της προθεσμίας απαγορεύεται η μεταγραφή, εγγραφή ή σημείωση οποιασδήποτε πράξης στα τηρούμενα στα υποθηκοφυλακεία βιβλία, εφόσον στην αίτηση που υποβάλλεται προς τον υποθηκοφύλακα δεν επισυνάπτεται δήλωση εγγραπτέου δικαιώματος, απευθυνόμενη προς τον αρμόδιο για την κτηματογράφηση φορέα, που προβλέπεται σε σχέση με το δικαίωμα, στο οποίο αφορά η πράξη». Κατά συνέπεια, μετά τη σύνταξη οποιασδήποτε πράξης που αφορά στη σύσταση, μετάθεση, αλλοίωση ή κατάργηση εμπράγματων δικαιωμάτων ή άλλων εγγραπτέων στα κτηματολογικά βιβλία δικαιωμάτων σε ακίνητα των ανωτέρω περιοχών, θα πρέπει στην αίτηση που υποβάλλεται στον Υποθηκοφύλακα να επισυνάπτεται δήλωση συμπληρωμένη από τον υπόχρεο σε υποβολή δήλωσης, με απλό αντίγραφο της πράξης, καθώς και αντίγραφο του τοπογραφικού (αν έχει επισυναφθεί στη μεταγραπτέα πράξη κατά την ισχύουσα νομοθεσία) καθώς και το «έντυπο προσωρινής καταχώρησης δήλωσης και υπολογισμού τέλους» και το αποδεικτικό καταβολής του παγίου τέλους κτηματογράφησης.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το