Τοπικά

Χωρίς το ειδικό σήμα λειτουργίας και το Χιονοδρομικό Κέντρο Πηλίου

Λεζάντα Φ2: Η κ. Τζούλια Τσαλίκη

Λόγω έλλειψης χωροταξικού και πολεοδομικού πλαισίου σε όλη τη χώρα

Η έλλειψη χωροταξικού και πολεοδομικού θεσμικού πλαισίου δεν επιτρέπει στα χιονοδρομικά κέντρα της χώρας, να λάβουν το σήμα λειτουργίας του ΕΟΤ, με αποτέλεσμα να λειτουργούν υπό το καθεστώς της ημιπαρανομίας.

Ρεπορτάζ:

ΣΟΦΙΑ ΜΑΥΡΑΝΤΖΑ

Τα ελληνικά χιονοδρομικά κέντρα, ανάμεσα σε αυτά και το Χιονοδρομικό Κέντρο Πηλίου στις «Αγριόλευκες», λειτουργούν χωρίς ειδικό σήμα λειτουργίας, γιατί δεν μπορούν να απεγκλωβιστούν από θέματα κυριότητας και χρήσης γης και όχι γιατί δεν είναι συνεπή στα θέματα ασφαλείας.

Ως αποτέλεσμα της έλλειψης χωροταξικού και θεσμικού πλαισίου παρατηρείται πως οι επιχειρήσεις του χώρου, δεν μπορούν να αξιοποιήσουν χρηματοδοτικά προγράμματα για επενδύσεις. Εάν δεν γίνουν ολοκληρωμένες θεσμικές παρεμβάσεις, σε ό,τι αφορά τον χωροταξικό σχεδιασμό και τις αλλαγές στους όρους χρήσεων γης, κανείς επενδυτής δεν θα επενδύσει σε αυτό το είδος του χειμερινού τουρισμού.

«Μετά από πολλές πιέσεις στον αρμόδιο υπουργό, με νέα διάταξη, τα χιονοδρομικά έχουν λάβει παράταση λήψης του ειδικού σήματος λειτουργίας έως τον Απρίλιο του 2011. Η έλλειψη χωροταξικού και θεσμικού πλαισίου αποζητά μελέτες για χιονοδρομικά, που είχαν ήδη κατασκευαστεί, κάτι που δεν μπορεί να γίνει στο Χιονοδρομικό του Πηλίου. Εκτός αυτού, το συγκεκριμένο Χιονοδρομικό βρίσκεται σε περιοχή natura, κάτι που δυσκολεύει ακόμη περισσότερο το χωροταξικό σχεδιασμό. Η βάση για την περιβαλλοντική πολιτική είναι το ξεκάθαρο καθεστώς χρήσεων γης», διευκρινίζει η Τζούλια Τσαλίκη, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας «Κενταύρων Όρος», που διαχειρίζεται το Χιονοδρομικό Κέντρο.

Να τονίσουμε πως στο χιονοδρομικό κέντρο Πηλίου δεν μπορούν να γίνουν παρεμβάσεις στη γη, παρά μόνο από τον ΕΟΤ, ο οποίος και πάλι συναντά προβλήματα, καθώς η περιοχή είναι natura και η μελέτη διαχείρισης δεν έχει θεσμοθετηθεί.

«Προτείνω το ειδικό σήμα λειτουργίας να είναι ετήσιο και να καλύπτει τις προδιαγραφές ασφαλείας, όπως γιατρό, μηχανολόγο, έλεγχο των συρματοσχοίνων και των αναβατήρων. Η άδεια λειτουργίας θα πρέπει να περιλαμβάνει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Αγαπάμε το βουνό, το Βόλο, τη Μαγνησία και θέλουμε να μπει τάξη σε αυτόν τον χώρο. Οι «Αγριόλευκες» έχουν τη δυνατότητα, να λειτουργούν όλο το χρόνο, με άλλου είδους δραστηριότητες, πέρα από το σκι. Κάθε λύση πρέπει να συζητηθεί και να ζυμωθεί με την κοινωνία», επισημαίνει η κ. Τσαλίκη.

Η βιωσιμότητα του Χιονοδρομικού

Η βιωσιμότητα των χιονοδρομικών συναρτάται από χρηματοδοτούμενες επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η ίδια λέει: «Θα ήταν πολύ καλή ιδέα και ευκαιρία, αλλά και πάλι δεν μπορούμε να πάρουμε την ανάλογη αδειοδότηση στην περιοχή natura, όπου βρίσκεται το δικό μας Χιονοδρομικό Κέντρο. Μακάρι να μπορέσουν να τοποθετηθούν φωτοβολταϊκά ή ανεμογεννήτριες. Αυτά τα θέματα όμως πρέπει να συζητηθούν».

Είναι αναγκαίος ο εκσυγχρονισμός των υποδομών στο Χιονοδρομικό Κέντρο; «Αναγκαιότατος. Πρώτον, θα πρέπει να δοθούν άδειες, ώστε να τοποθετούνται οι αναβατήρες την κατάλληλη στιγμή. Δεύτερον, θα πρέπει να εκσυγχρονιστεί οικονομικά. Να χαραχτεί μια κεντρική γραμμή επιδότησης, διότι το συγκεκριμένο Χιονοδρομικό δεν έχει επιδοτηθεί σχεδόν ποτέ. Το σχέδιο είναι έτοιμο για τη βιωσιμότητά του. Θα μας συνέφερε μια προκήρυξη για ιδιώτες επενδυτές ή εάν εντασσόμασταν στο ΕΣΠΑ ως χειμερινός τουρισμός με προοπτική την εξέλιξη των υποδομών μας».

Ασφαλώς και η βιωσιμότητα του Χιονοδρομικού Κέντρου κρίνεται από τους χιονοδρόμους. Η χιονοδρομία είναι ένα πεδίο ανοιχτό, που σχετίζεται και με τον αθλητισμό, καθώς και με συνέργιες, που μπορούν να αναπτυχθούν στις περιοχές γύρω από το Χιονοδρομικό Κέντρο. Κρίνεται όμως και από τη δυνατότητα επιδότησης των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων στα χιονοδρομικά κέντρα; «Τη στιγμή που τα χιονοδρομικά κέντρα είναι εταιρείες με δημόσιο χαρακτήρα, το μετοχικό κεφάλαιο είναι κρατικό και ουσιαστικά εξαρτώνται από τους δήμους και τις νομαρχίες, δεν μπορούν να επιδοτηθούν. Τα Χιονοδρομικό Κέντρο του Πηλίου δεν είναι ούτε ιδιωτικό, ούτε δημόσιο, ενώ αυτό στηρίζει όλη την τοπική κοινωνία και τον τουρισμό της περιοχής», επισημαίνει η κ. Τσαλίκη.

Το χιόνι λείπει φέτος

Άλλες χρονιές το χιόνι έφτανε τα δύο μέτρα στο βουνό των Κενταύρων, φέτος ίσα που «βάφτηκαν» άσπρες οι κορυφές. Το Χιονοδρομικό, το προσωπικό και οι χιονόδρομοι έχουν «παγώσει». Ποια είναι η οικονομική κατάσταση του Χιονοδρομικού Κέντρου σήμερα; Η κ. Τσαλίκη λέει: «Οι «Αγριόλευκες» σήμερα έχουν υποχρεώσεις, για να αντιμετωπίσουν το κόστος λειτουργίας τους. Χάσαμε σημαντικά έσοδα, καθώς το 40% του τζίρου γίνεται τις γιορτές, που δεν είχαμε χιόνι. Κάνουμε αιματηρή οικονομία, προσέχοντας την ασφάλεια. Μια καλή χιονοδρομική περίοδος για εμάς αρχίζει στις 15 Δεκεμβρίου και διαρκεί έως 30 Μαρτίου. Η ελάχιστη αποδεκτή σεζόν αριθμεί τουλάχιστον 100 ημέρες πλήρους λειτουργίας, για να πούμε ότι κάνουμε απόσβεση των εξόδων λειτουργίας και συντήρησης. Για να δουλέψουμε όμως στους επιθυμητούς ρυθμούς, απαιτούνται τουλάχιστον 60 πόντοι χιόνι, αλλιώς η κατάσταση εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για τους χιονοδρόμους».

Κάθε χρόνο πάνω από 15.000 κάρτες κόβονται στο Χιονοδρομικό Κέντρο, αλλά αυτό εξαρτάται και από τη χιονόπτωση. «Κάθε κάρτα που κόβεται, υπολογίζεται ως δύο επισκέπτες, καθώς δεν κάνουν όλοι σκι, άλλοι κάνουν τη βόλτα τους, άλλοι πίνουν καφέ. Υπολογίζουμε πως κάθε επισκέπτης του χιονοδρομικού αφήνει περίπου 100 ευρώ στον τόπο μας. Οι πελάτες μας έρχονται κυρίως από την Αθήνα, το Βόλο, τη Λάρισα, τα Τρίκαλα και τις γύρω περιοχές της Θεσσαλίας. Εμείς έχουμε φροντίσει να προσφέρουμε την ετήσια κάρτα στην τιμή των 150 ευρώ και στα 120 ευρώ, όταν πρόκειται για δύο άτομα, τη στιγμή που η ημερήσια κοστίζει 15 ευρώ. Θεωρούμε ότι είναι μια καλή τιμή, για όσους αγαπούν το βουνό. Το θέμα είναι να χιονίσει κιόλας», τονίζει η πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου «Κενταύρων Όρος» και καταλήγει: «Τα χιονοδρομικά κέντρα σε ολόκληρη την Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη δεν είναι κερδοφόρα. Επειδή όμως αποτελούν τον βασικό άξονα ανάπτυξης της τοπικής αγοράς, αν δεν κινηθούν, το πρόβλημα μεταφέρεται σε όλη τη γύρω περιοχή».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το