Ελλάδα

Υπό… εξόντωση οι λύκοι; Έκκληση 300 οργανώσεων να μην περάσει η πρόταση της Κομισιόν για περιορισμό προστασίας

Σε είδος υπό… εξόντωση κινδυνεύει να μετατραπεί ο λύκος στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως προειδοποιούν 300 περιβαλλοντικές οργανώσεις, στις οποίες συγκαταλέγονται και αρκετές ελληνικές στον απόηχο της ανακοίνωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσης του προστατευτικού καθεστώτος του λύκου στη Σύμβαση της Βέρνης, η οποία να σημειωθεί πως ήταν αυτή που άνοιξε το δρόμο και για την προστασία των οικοτόπων.

Με κοινή ανακοίνωσή τους 19 ελληνικές περιβαλλοντικές οργανώσεις εκφράζουν την πλήρη αντίθεσή τους στην πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και καλούν την ελληνική κυβέρνηση να την απορρίψει στο Συμβούλιο των Υπουργών Περιβάλλοντος.

Οι ευρωπαϊκές οργανώσεις έχουν ήδη απευθύνει ανοιχτή επιστολή στην Πρόεδρο της ΕΕ, Ούρσουλα φον Ντερ Λάιεν, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι «προκαλεί σημαντική ανησυχία το γεγονός ότι μια πολιτική απόφαση για ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα προετοιμάζεται με αδιαφανή τρόπο, καθώς βασίζεται σε παραπλανητικές πληροφορίες και όχι σε αξιόπιστα επιστημονικά δεδομένα», ενώ η συλλογή δεδομένων κράτησε μόνο 18 ημέρες!

Υποστηρίζουν ότι παρά τη σωρεία ανακριβειών γύρω από το ζήτημα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, τα στοιχεία πρόσφατης ανεξάρτητης έρευνας σχετικά με τις αντιλήψεις των αγροτικών κοινοτήτων για τη συνύπαρξη με τα Μεγάλα Σαρκοφάγα που διενεργήθηκε σε 10 κράτη – μέλη τον περασμένο Νοέμβριο, καταδεικνύουν ότι το 68% των κατοίκων της υπαίθρου πιστεύει ότι οι λύκοι πρέπει να προστατεύονται αυστηρά, ενώ πάνω από τα δύο τρίτα (72%) συμφωνούν ότι θα πρέπει να επιτευχθεί συνύπαρξη μεταξύ ανθρώπων και λύκων.

«Είναι άνευ προηγουμένου η ΕΕ να ζητάει τη μείωση του προστατευτικού καθεστώτος ενός προστατευόμενου είδους σε διεθνές επίπεδο. Η πρόταση της Επιτροπής θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο την προστασία του λύκου, αλλά και τις προσπάθειες διατήρησης της βιοποικιλότητας στην ΕΕ, δημιουργώντας ένα επικίνδυνο προηγούμενο για την προστασία ειδών και οικοτόπων, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ», επισημαίνουν οι ελληνικές οργανώσεις.

Οι εκπρόσωποί τους καλούν μάλιστα την ελληνική κυβέρνηση να βασιστεί σε επιστημονικά δεδομένα «και όχι στην επιχειρούμενη δαιμονοποίηση ενός εμβληματικού είδους της ευρωπαϊκής πανίδας, όπως ο λύκος».

Αντί για τη χαλάρωση του προστατευτικού πλαισίου για το λύκο, την καλούν να δώσει την απαραίτητη προσοχή στην ορθή εφαρμογή και αξιοποίηση αποτελεσματικών μέτρων πρόληψης, δοκιμασμένων καλών πρακτικών και χρηματοδοτικών εργαλείων για την ενίσχυση των κτηνοτρόφων που υφίστανται απώλειες από λύκους, καθώς και για τη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό του συστήματος ασφάλισης και αποζημίωσης των θιγόμενων παραγωγών από τον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛΓΑ).

Οι ευρωπαϊκές οργανώσεις σημειώνουν από την πλευρά τους ότι η συζήτηση αυτού του θέματος έχει μέχρι στιγμής κυριαρχηθεί και καθοδηγηθεί σε μεγάλο βαθμό από εκπροσώπους συμφερόντων της αγροτικής βιομηχανίας και του κυνηγιού, οι οποίοι επιθυμούν να παρουσιαστούν ως εκπρόσωποι των αγροτικών κοινοτήτων.

Η κατάσταση στην Ελλάδα
Ανακριβή δημοσιεύματα, αλλά και λανθασμένη χρήση του όρου υπερπληθυσμός για τους λύκους καταλογίζει και η οργάνωση «Καλλιστώ», η οποία τονίζει ότι σε πολλά από αυτά τα δημοσιεύματα, αναφέρεται συχνά, ο όρος «υπερπληθυσμός λύκων», ενώ σε μερικές περιπτώσεις παρουσιάζονται μέχρι και «πληθυσμιακές εκτιμήσεις» από κατοίκους, οι οποίες στην πλειονότητά τους θεωρούνται υπερβολικές από όσους γνωρίζουν τα στοιχειώδη περί της βιολογίας των λύκων.

Όπως εξηγεί στο «Έθνος» ο υπεύθυνος της οργάνωσης, Γιώργος Θεοδωρίδης, πέρα από το προφανές ότι δεν μπορεί κάποιος αυθαίρετα να αναφέρεται σε «υπερπληθυσμό» ενός είδους της άγριας πανίδας, θα πρέπει να γίνει σαφές πως «η σύγκρουση της άγριας πανίδας με τον πρωτογενή τομέα αποτελεί ένα σοβαρό ζήτημα που δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μονομερώς και με όρους αποκλειστικά επικοινωνιακούς. Επιπλέον, οι παραγωγοί δεν μπορούν και δεν πρέπει να επωμίζονται μόνοι τους το οικονομικό κόστος της σύγκρουσης και χρειάζονται έμπρακτη υποστήριξη για να αντιμετωπίσουν τις όποιες δυσκολίες».

Αναφορικά με τον πληθυσμό των λύκων, επισημαίνει πως η επανάκαμψή τους είναι πράγματι γεγονός, συνεπακόλουθο της νομικής προστασίας του είδους και κυρίως των αλλαγών χρήσεων γης και των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών και πρακτικών. Και εξηγεί: «Η εγκατάλειψη της υπαίθρου, η αύξηση της εντατικής κτηνοτροφίας έναντι της νομαδικής/εκτατικής, η ανάκαμψη πολλών δασικών οικοσυστημάτων και η πληθυσμιακή αύξηση των ειδών που αποτελούν τη φυσική λεία του λύκου, όπως είναι ο αγριόχοιρος και το ζαρκάδι, είναι παράγοντες που έχουν συμβάλλει στην επανάκαμψη των λύκων στην Ελλάδα. Ο αριθμός των λύκων σχετίζεται και επηρεάζεται άμεσα από την πυκνότητα των θηραμάτων του και το είδος μπορεί να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον έλεγχο των πληθυσμών τους και τον περιορισμό της εξάπλωσης μεταδοτικών ασθενειών τους».

Η πυκνότητα των λύκων στην Ελλάδα διαφοροποιείται από περιοχή σε περιοχή και εκτιμάται ότι αυτή τη στιγμή κυμαίνεται από 2 έως 10 άτομα ανά 100 τετραγωνικά χιλιόμετρα, σύμφωνα με τις επιστημονικές καταγραφές πεδίου των τελευταίων ετών. Οι αγέλες των λύκων διατηρούν αποκλειστικές επικράτειες με έκταση που κυμαίνεται από 100 έως 300 τετραγωνικά χιλιόμετρα.

Ως προς τις επιθέσεις, κανείς δεν αρνείται ότι αποτελούν επίσης μια πραγματικότητα. Ωστόσο, οι ειδικοί τονίζουν πως ο αριθμός των επιθέσεων λύκων στο κτηνοτροφικό κεφάλαιο επηρεάζεται, αλλά δεν είναι ανάλογος του πληθυσμού τους. Όπως έχουν δείξει πολλές διεθνείς επιστημονικές έρευνες, ο αριθμός των επιθέσεων εξαρτάται κυρίως από τον αριθμό και το είδος των κτηνοτροφικών ζώων και τα μέτρα πρόληψης που εφαρμόζονται τοπικά. Ενδεικτικά αναφέρεται, ότι ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά καταγράφεται στη Νορβηγία, χώρα όπου ο λύκος θηρεύεται συστηματικά και διατηρεί πολύ μικρούς πληθυσμούς, ενώ τα εκατομμύρια προβάτων βόσκουν χωρίς επιτήρηση.

Όπως σημειώνει η «Καλλιστώ», αντίθετα από ό,τι συχνά αναφέρεται, οι επιθέσεις λύκων σε αιγοπρόβατα παρουσιάζουν αθροιστικά πτωτική τάση τα τελευταία 10 χρόνια στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία που διατηρεί ο ΕΛΓΑ. Αντιθέτως, αυξάνονται οι επιθέσεις στα βοοειδή, κάτι το οποίο οφείλεται αφενός στην αύξηση του αριθμού τους, λόγω των υψηλών επιδοτήσεων της Ε.Ε και του σημαντικά μικρότερου απαιτούμενου φόρτου επιτήρησης κατά τη βόσκησή τους που λειτουργούν ως σημαντικά κίνητρα, αλλά ταυτόχρονα και εξαιτίας της παρατηρούμενης σε πολλές περιοχές ελλιπούς εφαρμογής μέτρων πρόληψης των επιθέσεων.

«Για τη μεγάλη συρρίκνωση της αιγο-προβατοτροφίας τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα συνηγορούν κυρίως κοινωνικοοικονομικοί λόγοι (π.χ. η οριζόντια ΚΑΠ -Κοινή Αγροτική Πολιτική – της ΕΕ) και όχι πρωτίστως η παρουσία των λύκων, όπως σε μερικές περιπτώσεις αναφέρεται. Από την άλλη, ο λύκος μπορεί να αποτελεί «τη σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι» σε μια ήδη προβληματική κατάσταση», επισημαίνεται.

Βάσει των στοιχείων, οι μέσες ετήσιες ποσοστιαίες απώλειες κτηνοτροφικού κεφαλαίου ανά επηρεαζόμενο παραγωγό κυμαίνονται από 1,5% έως 7% για τις μονάδες αιγοπροβάτων και από 0,5% έως 5,5% για τις μονάδες βοοειδών, σύμφωνα με επιστημονικές καταγραφές και τις αναφορές των ίδιων των παραγωγών, όπως προκύπτει από την υλοποίηση σχετικών ερευνών. Σημαντικό ποσοστό παραγωγών φαίνεται να μην έχει καθόλου απώλειες από επιθέσεις λύκου, ενώ οι ποσοστιαίες απώλειες από ασθένειες είναι συχνά αρκετά υψηλότερες.

Οι προτάσεις
Για τη βελτίωση των όρων συνύπαρξης του λύκου με την κτηνοτροφία, σύμφωνα με τις περιβαλλοντικές οργανώσεις απαιτείται δέσμη συγκεκριμένων μέτρων και συγκεκριμένα:

Η οριζόντια υποστήριξη των παραγωγών μέσω ενίσχυσής τους για την εφαρμογή ή εντατικοποίηση προληπτικών μέτρων – παραδοσιακών και σύγχρονων- αξιοποιώντας είτε ευρωπαϊκούς είτε εθνικούς πόρους.
Ο εκσυγχρονισμός του συστήματος γεωργικής ασφάλισης του ΕΛΓΑ και ο συνδυασμός του με επιδότηση των προληπτικών μέτρων,
Η σύνταξη και υλοποίηση Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τον λύκο.
Επισημαίνουν πως η θανάτωση λύκων έχει μέτρια αποτελεσματικότητα ως μέθοδος περιορισμού των επιθέσεων στο κτηνοτροφικό κεφάλαιο και απαιτεί μεγάλες πληθυσμιακές μειώσεις για να έχει κάποιο εμφανή αντίκτυπο. Αλλωστε αν και ο λύκος στην Ελλάδα δεν αποτελεί θηρεύσιμο είδος, το νομικό καθεστώς προστασίας δεν εφαρμόζεται πλήρως και μεγάλος αριθμός λύκων εξοντώνεται, δηλητηριάζεται ή ακόμα και βασανίζεται παράνομα κάθε χρόνο στη χώρα, υπογραμμίζουν οι οργανώσεις.

Οι επιθέσεις σε ανθρώπους
Σύμφωνα με την «Καλλιστώ», οι τραυματισμοί ανθρώπων από υγιείς (μη λυσσασμένους) λύκους αποτελούν πάρα πολύ σπάνια περιστατικά στην Ευρώπη και σχετίζονται κυρίως με εξοικειωμένους λύκους που έχουν προκύψει από την έκθεσή τους σε ανθρωπογενείς πηγές τροφής.

Μόνο 2 επιβεβαιωμένα περιστατικά θανάτωσης ανθρώπων από λύκους έχουν καταγραφεί τα τελευταία 40 χρόνια σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική. Συγκριτικά με άλλους παρόμοιους κινδύνους, αναφέρεται ότι μόνο το 2016 στην Ευρωπαϊκή Ένωση καταγράφηκαν 46 επιβεβαιωμένοι θάνατοι ανθρώπων από σκύλους, ενώ τα περιστατικά τραυματισμών ανθρώπων από αδέσποτα ή οικόσιτα σκυλιά είναι χιλιάδες κάθε χρόνο.

Οι οργανώσεις που υπογράφουν την επιστολή είναι:

1. ΑΝΙΜΑ, Σύλλογος Προστασίας και Περίθαλψης Άγριας Ζωής

2. ΑΡΙΩΝ, Ερευνητικό Κέντρο Διάσωσης και Περίθαλψης Κητωδών

3. ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ, Εταιρία Προστασίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος και Άγριας Ζωής

4. ΑΡΧΕΛΩΝ, Σύλλογος για την Προστασία της Θαλάσσιας Χελώνας

5. Δράση για την Άγρια Ζωή

6. Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης

7. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού

8. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία

9. Εταιρεία Προστασίας Πρεσπών

10. Εταιρεία Προστασίας Βιοποικιλότητας Θράκης

11. Καλλιστώ, Περιβαλλοντική Οργάνωση για την Άγρια Ζωή

12. Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης

13. iSea

14. GreenTank

15. GreenpeaceGreece

16. MEDASSET-Mediterranean Association to Save the Sea Turtles

17. MedINA, Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο

18. MOm, Εταιρεία για τη μελέτη και την προστασία της μεσογειακής φώκιας

WWF Ελλάς

Πηγή:ethnos

Προηγούμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το