Άρθρα

Οι έξυπνες δημοσκοπήσεις έξυπνα καίγονται

Του Αλέξανδρου Καπανιάρη*

Η σύνδεση των δημοσκοπήσεων με την πολιτική ζωή της χώρας μας είναι ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει κατά καιρούς τους πολίτες, τα κόμματα και τα Μ.Μ.Ε. Η ραγδαία ανάπτυξη των δημοσκοπήσεων και αντίστοιχα η παρεμβολή τους ανάμεσα στην κοινή γνώμη, τα Μ.Μ.Ε. και τα πολιτικά κόμματα, διαμορφώνουν μια τριμερή σχέση που λειτουργεί καταλυτικά στο τρόπο λειτουργίας των Μ.Μ.Ε. και των πολιτικών κομμάτων. Οι δημοσκοπήσεις μοιραία κάθε φορά που ανακοινώνονται, αναδιατάσσουν τη σχέση κομμάτων και Μ.Μ.Ε. και τελικά μετασχηματίζουν την ίδια λειτουργία των κομμάτων.
Βέβαια, είναι γνωστό ότι η εκάστοτε κυβέρνηση και αντιπολίτευση, κάθε φορά χρησιμοποιούν και ερμηνεύουν τις δημοσκοπήσεις (ιδιωτικές ή δημόσιες) σύμφωνα με τη δική τους οπτική. Όταν λοιπόν οι δημοσκοπήσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν πολιτικά με θετικό τρόπο, τότε ερμηνεύονται ως αποδοχή της στην εφαρμογή πολιτικών μέτρων – πρωτοβουλιών ή ως επιβράβευση της κοινής γνώμης για την κυβέρνηση. Αντίστοιχα, οι δημοσκοπήσεις ερμηνεύονται ως στιγμιότυπο και εργαλείο διερεύνησης της κοινής γνώμης, από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Πολλές φορές η συζήτηση μεταξύ των κομμάτων περιστρέφεται στην «κατασκευή» δημοσκοπήσεων ή στην παραγγελία ιδιωτικών δημοσκοπήσεων με στόχο τις εντυπώσεις ή την παραγωγή των λεγόμενων «έξυπνων» ή «χαρούμενων» δημοσκοπήσεων.
Τι είναι όμως οι «έξυπνες» δημοσκοπήσεις; Τι εξυπηρετούν; Σε ποιο χρόνο υλοποιούνται και αντίστοιχα ανακοινώνονται; Κατά πόσο συμβάλουν οι δημοσκοπήσεις στην αλλαγή της πολιτικής ατζέντας; Κατά πόσο ακυρώνονται επικοινωνιακά οι διαμαρτυρίες και οι αγώνες των εργαζομένων ή άλλων κοινωνικών ομάδων; Με τι όρους μεταδίδονται οι «έξυπνες» δημοσκοπήσεις και από ποια δίκτυα;

Προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε την έννοια της «έξυπνης» δημοσκόπησης, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι «έξυπνη» δημοσκόπηση είναι η στιγμιαία αποτύπωση της κοινής γνώμης σε περιόδους εντάσεων, κρίσεων ή διαμαρτυριών της κοινωνίας, απέναντι στο πολιτικό σύστημα ή σε κυβερνητικές πολιτικές που τις περισσότερες φορές αποτυπώνουν θετικό κλίμα και όχι μετατόπιση της γνώμης των πολιτών σε αρνητικές κρίσεις. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης συχνά κατηγορούν τα Μ.Μ.Ε. και την εκάστοτε κυβέρνηση, ότι οι κυβερνητικές πολιτικές που νομοθετούνται χωρίς διαβούλευση, τα μέτρα που εφαρμόζονται και οι λύσεις που προτείνονται στην κοινωνία παρουσιάζονται ως έξυπνες και βέλτιστες. Έτσι οι «έξυπνες» δημοσκοπήσεις (ιδιωτικές ή δημόσιες) παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά δημοτικότητας κομμάτων ή πολιτικών προσώπων ή κυβερνητικών πολιτικών χωρίς αυτά να επηρεάζονται ακόμα και σε περιόδους εντάσεων, διαμαρτυριών ή κυβερνητικών αστοχιών.

Η κριτική των συνδικάτων, των κομμάτων αντιπολίτευσης, των ομάδων και κάθε είδους συλλογικοτήτων αλλά και μεμονωμένων πολιτών, πολλές φορές καυτηριάζουν τον χρόνο υλοποίησης και δημοσιοποίησης τέτοιων «έξυπνων» δημοσκοπήσεων που αναπαράγονται από Μ.Μ.Ε. φιλικά προς συγκεκριμένα κόμματα, και στην ουσία εμφανίζονται ως από μηχανής θεός ακριβώς τη στιγμή που παρουσιάζονται κρίσεις. Έτσι, όταν το κύμα αντιδράσεων φουσκώνει και απειλεί τη συνοχή πολιτικών σχηματισμών εξουσίας, έρχεται το σωσίβιο των «έξυπνων» δημοσκοπήσεων για να αποκαταστήσει ενδεχομένως την εικόνα πολιτικών προσώπων και κομμάτων.
Αξίζει κανείς να επιστρέψει στα γεγονότα της αστυνομικής βίας που πραγματοποιήθηκαν στη Νέα Σμύρνη αλλά και τον ξυλοδαρμό του αστυνομικού για να ξανά θυμηθούμε την εικόνα που εξέπεμπαν τα παραδοσιακά Μ.Μ.Ε. και η ερευνητική δημοσιογραφία των πολιτών με το κινητό. Η εικόνα ήταν εντελώς διαφορετική στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στα παραδοσιακά μέσα μαζικής ενημέρωσης. Δηλαδή, αν εκλάβουμε τα γεγονότα ως ένα στιγμιότυπο της κοινής γνώμης με τη φωνή των δημοσιογράφων – πολιτών, όπου με ένα κινητό έδιναν ανταπόκριση και εικόνα για τα γεγονότα, γρήγορα θα καταλάβουμε την οργή και τη δυσαρέσκεια των πολιτών. Στη συνέχεια όμως οι δημοσκοπήσεις που δημοσιοποιήθηκαν έδειξαν ότι αυτά τα γεγονότα δεν επηρέασαν καθόλου την κοινή γνώμη και αντίστοιχα την πρόθεση ψήφου ή το προφίλ των πολιτικών. Έτσι τα παραδοσιακά Μ.Μ.Ε. αναπαρήγαγαν τίτλους με τη λέξη «διαφορά» 14, 15, 17, μονάδες Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ και 15, 16, 18 μονάδες η διαφορά Μητσοτάκη – Τσίπρα.
Τελικά λοιπόν οι «χαρούμενες» ή «έξυπνες» δημοσκοπήσεις δεν βοηθούν να αφουγκραστεί το πολιτικό προσωπικό της χώρας μας, αυτό που εκφράζουν οι πολίτες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που σε μεγάλο βαθμό εξυπηρετούν την ερευνητική δημοσιογραφία των πολιτών.
Επίσης, ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που τελικά ρυθμίζει την πολιτική ζωή της χώρας και λειτουργεί ως «εξάτμιση της χύτρας» όταν αυτό χρειάζεται, είναι το γεγονός ότι οι πολίτες όταν διαφωνούν, διαμαρτύρονται, εξεγείρονται και διαδηλώνουν στο τέλος κουράζονται όταν βλέπουν τη ζοφερή πραγματικότητα που βιώνουν (ανεργία, μειωμένες ευκαιρίες πρόσβασης σε κοινωνικές υπηρεσίες κ.ά.) να συνεχίζεται ενώ παράλληλα τα ποσοστά των πολιτικών κομμάτων εξουσίας και πολιτικών προσώπων σε θέση ευθύνης να παραμένουν αμετάβλητα, σχεδόν παγιωμένα.

Από την άλλη πλευρά βέβαια, δεν θα πρέπει να υποτιμήσουμε τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, κυρίως των δημόσιων σε σχέση με τη στιγμιαία αποτύπωση της γνώμης των πολιτών. Έτσι, η ανάγνωση των αποτελεσμάτων των δημοσκοπήσεων από τα κόμματα της αντιπολίτευσης μερικές φορές δεν είναι ο κατάλληλος. Όταν τα κόμματα της αντιπολίτευσης ρίχνουν απλά ανάθεμα στις «έξυπνες» ή «χαρούμενες» δημοσκοπήσεις, ενώ παράλληλα το γεγονός καθαυτό, δεν γίνεται αφορμή για προβληματισμό και πιθανή αλλαγή της πολιτικής λειτουργίας τους ή επαναπροσδιορισμού πολιτικών ή προτάσεων απέναντι στην κοινωνία, ρίχνουν άθελά τους νερό στον μύλο της αναπαραγωγής «έξυπνων» δημοσκοπήσεων.
Μπορεί όμως η πολιτική ζωή μιας χώρας να βασίζεται ή να συντηρείται από τις «έξυπνες» ή «χαρούμενες» δημοσκοπήσεις όταν τα προβλήματα της κοινωνίας είναι υπαρκτά και διογκωμένα ειδικά στην περίοδο της πανδημίας του covid-19; Μήπως ξεχνούμε ότι το ζήτημα της διογκωμένης ανεργίας, των οικονομικών ανισοτήτων και των ελάχιστων ευκαιριών που προσφέρονται στις στρατιές των νέων ανέργων, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία κατέχουν μεταπτυχιακούς τίτλους δεν μπορεί να περιμένει για πολύ την επερχόμενη ανάπτυξη. Δεν μπορεί λοιπόν οι δημοσκοπήσεις να είναι «χαρούμενες» όταν οι νέοι και νέες μοιράζονται σε μια αγορά εργασίας που κυριαρχούν τα καταστήματα πώλησης καφέ και υπηρεσίες μεταφορών (delivery).
Αν το πολιτικό προσωπικό της χώρας έγκαιρα δεν καταλάβει ότι οι ρόδινες δημοσκοπήσεις δεν οικοδομούν σταθερές πολιτικές στρατηγικές θα αποδειχθεί ότι οι έξυπνες δημοσκοπήσεις έξυπνα καίγονται.

*Ο Αλέξανδρος Γ. Καπανιάρης είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αιγαίου, μεταδιδακτορικός ερευνητής του Τ.Ι.Ε. Δ.Π.Θ. και συντονιστής Εκπαιδευτικού Έργου Πληροφορικής Θεσσαλίας.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το