Άρθρα

«Κερκόπορτα»: Θρύλος ή πραγματικότητα

ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ Τ. ΣΔΡΟΛΙΑ

Στην Κωνσταντινούπολη, βόρεια της πύλης του Αγ. Ρωμανού, στο τείχος του Θεοδοσίου, υπήρχε μια μικρή δρύινη πόρτα η οποία λεγόταν «κερκόπορτα». Ένα τμήμα από αυτή βρισκόταν κάτω από το επίπεδο του εδάφους και οδηγούσε μέσω ενός στενού τούνελ, έξω από τα τείχη. Σύμφωνα με την παράδοση, από αυτήν εισέβαλε στην Πόλη – έπειτα από προδοσία – μικρός αριθμός Τούρκων, οι οποίοι αιφνιδίασαν τους αμυνομένους, προκαλώντας σύγχυση και πανικό με αποτέλεσμα την Άλωσή της. Υπήρξε όμως πραγματικά αυτή η πύλη ή είναι ένας ακόμη λαϊκός θρύλος της παράδοσής μας; Για τους περισσότερους από εμάς, που δεν έχουμε γνώση του σχεδιασμού και της πολυπλοκότητας των οχυρωματικών έργων της Πόλης, η «κερκόπορτα» φαντάζει σαν μια μικρή και αραχνιασμένη πόρτα ξεχασμένη σε κάποια απόμακρη γωνιά των τειχών. Ο μόνος από τους ιστορικούς της εποχής που την αναφέρει και τη θεωρεί καθοριστική για την άλωση της Πόλης είναι ο Δούκας, βυζαντινός λόγιος, γνωστός για το έργο του «Ιστορία», το οποίο αποτελεί σημαντική πηγή πληροφοριών. Ο ίδιος δεν βρισκόταν στην Πόλη, αλλά οι περιγραφές του βασίζονται σε πληροφορίες που συνέλλεξε αργότερα από αυτόπτες μάρτυρες. Την ονομάζει «υπόγειον παραπόρτιον». Εικάζεται ότι ήταν μια σήραγγα, που ξεκινούσε από το εσωτερικό των τειχών και κατέληγε έξω, μακριά από τα τείχη, όπου από εκεί οι πολιορκημένοι μπορούσαν με ασφάλεια, να κάνουν αιφνιδιαστικές επιθέσεις στα μετόπισθεν του εχθρού ή να προμηθεύονται νερό και άλλα εφόδια.

Η κατασκευή της χρονολογείτε πολλά χρόνια πριν και πιθανολογείται ότι χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά κατά την πολιορκία και την άλωση της Πόλης από τους σταυροφόρους το 1204. Όλοι σχεδόν οι νεότεροι ιστορικοί, αν και δεν αμφισβητούν την ύπαρξή της, διαφωνούν με τα συμπεράσματα του Δούκα και συντάσσονται με την άποψη ότι η βασική αιτία για την πτώση της Πόλης, ήταν ο θανάσιμος τραυματισμός του Γενουάτη Ιουστινιάνη και η καταστροφή των τειχών από τους συνεχείς βομβαρδισμούς των Τούρκων. Ο Ιουστινιάνης ήταν επικεφαλής 700 περίπου Γενουατών και υπεύθυνος για την άμυνα στο «Μεσοτείχιο», κοντά στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, εκεί όπου πολεμούσε και ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος. Ο Μωάμεθ στο σημείο εκείνο είχε ρίξει τον κύριο όγκο των στρατευμάτων του, καθώς τα τείχη και οι οχυρώσεις είχαν υποστεί μεγάλες καταστροφές. Όταν ο Ιουστινιάνης τραυματίστηκε, αποχώρησε από το πεδίο της μάχης. Επακολούθησε πανικός και οι άνδρες του εγκατέλειψαν τα τείχη, αφήνοντας τον Αυτοκράτορα με τους λιγοστούς υπερασπιστές που είχαν απομείνει, να προσπαθούν μάταια να σταματήσουν τους Οθωμανούς, που κατά κύματα σκαρφάλωναν στα τείχη και εισχωρούσαν από τα ρήγματα των οχυρώσεων. Η «κερκόπορτα» ήταν μακριά από την Πύλη του Ρωμανού και οι λιγοστοί Τούρκοι που ενδεχομένως την παραβίασαν, θα μπορούσαν εύκολα να κυκλωθούν και να εξοντωθούν. Η λαϊκή παράδοση βέβαια έχει άλλη άποψη, χρεώνοντάς της την άλωση της Πόλης. Πολλοί κατηγόρησαν τους «ανθενωτικούς», ότι αυτοί ήταν που άνοιξαν την πύλη σε συνεννόηση με τους Τούρκους. Εξάλλου ήταν γνωστή η πολιτική τους θέση, με το περίφημο σύνθημα «καλύτερα τούρκικο φακιόλι, παρά παπική τιάρα». Η πραγματικότητα όμως είναι τελείως διαφορετική. Η Πόλη του 1453 δεν ήταν η Πόλη ούτε του Ιουστινιανού ούτε του Ηρακλείου. Δεν ήταν παρά μια σκιά του παλιού της εαυτού. Δεν είχε καν τη δύναμη να αντέξει σε καμία σοβαρή πολιορκία, πόσο μάλλον αυτή των Οθωμανών. Η Πόλη έπεσε ηρωικά μαχόμενη, πολεμώντας έναν εχθρό κατά πολύ ανώτερό της. Ποτέ δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το σοκ της πρώτης άλωσης από τους Φράγκους το 1204. Ακόμη και μετά την ανακατάληψή της από τους Βυζαντινούς το 1261, περνούσε μια συνεχή κρίση και παρακμή: στρατιωτική, πολιτική, κοινωνική και εκκλησιαστική. Συμπερασματικά, λοιπόν, ανατρέχοντας στο ιστορικό μας παρελθόν, από τα αρχαία χρόνια μέχρι και σήμερα, θα διαπιστώσουμε ότι ως Έθνος, έχουμε το ελάττωμα και την τάση να δικαιολογούμε και να χρεώνουμε τα λάθη και τις παραλήψεις μας από τα πιο απλά μέχρι τα πιο τραγικά σε «Κερκόπορτες» και «Εφιάλτες». Πάντα θα φταίνε κάποιοι άλλοι και ποτέ εμείς. Μήπως όμως είναι καιρός να αναλογιστούμε το ιστορικό μας χρέος και το καθήκον που έχουμε ως Έλληνες απέναντι στους προγόνους μας και τα παιδιά μας; Πότε θα καταλάβουμε ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια να θρηνήσουμε άλλη «Πόλη»;

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το