Άρθρα

Ευρωεκλογές και πατριωτισμός

Γράφει
ο Χρήστος Μπουκώρος,
βουλευτής Μαγνησίας της Ν.Δ.,
πρόεδρος της Διαρκούς
Κοινοβουλευτικής Επιτροπής
Παραγωγής και Εμπορίου

Δεν υπάρχουν εύκολες εκλογές για κανένα κόμμα. Ούτε εύκολες επιλογές για κανέναν ψηφοφόρο. Κόμματα που πίστεψαν ότι έχουν εύκολη δουλειά μπροστά στην κάλπη, δοκίμασαν οδυνηρή έκπληξη. Εκλογείς, οι οποίοι έδωσαν εύκολη ψήφο, με τρόπο απερίσκεπτο, υπακούοντας ανέξοδα συνθήματα και εντυπωσιακές μεγαλοστομίες, σύντομα πλήρωσαν το κόστος.
Οι ευρωκάλπες της 9ης Ιουνίου μέχρι σήμερα δεν έχουν κατορθώσει να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των πολιτών. Παρά το γεγονός ότι τις τρεις πρώτες δεκαετίες της ευρωπαϊκής μας πορείας, οι Έλληνες στη συντριπτική τους πλειοψηφία δήλωναν φιλοευρωπαίοι, οι ευρωεκλογές ποτέ δεν κέρδισαν χώρο στα άμεσα πολιτικά τους ενδιαφέροντα, παρά μόνο όταν διεξάγονταν ταυτόχρονα με εθνικές ή αυτοδιοικητικές εκλογές.
Για τον καλόπιστο παρατηρητή, σήμερα είναι φανερό ότι ο ευρωσκεπτικισμός έχει εισχωρήσει και στο ελληνικό εκλογικό σώμα, οπότε το στοίχημα της συμμετοχής στις επερχόμενες ευρωεκλογές δυσκολεύει περισσότερο. Με αυτά τα δεδομένα οφείλουμε όλοι να αναστοχαστούμε για τη στάση μας έναντι των ευρωεκλογών.
Οι ευρωπαϊκοί πόροι είναι εκείνοι που δίνουν ανάσα και αναπτυξιακή ώθηση στην ελληνική οικονομία τούτη την ώρα. Τα 36 δισ. του Ταμείου Ανθεκτικότητας, τα 19,5 δισ. των ενισχύσεων στον πρωτογενή τομέα ετησίως, τα προγράμματα ΕΣΠΑ, όπως και το Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής, διοχετεύουν οικονομικούς πόρους στην ελληνική κοινωνία ίσους ή και μεγαλύτερους από εκείνους των εθνικών προϋπολογισμών.
Το 70% περίπου της νομοθεσίας που ψηφίζει το εθνικό μας κοινοβούλιο αφορά οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες ενσωματώνονται στην ελληνική νομοθεσία. Αυτό και μόνο το γεγονός είναι αρκετό για να
αποδείξει το αποτύπωμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην καθημερινότητα του Έλληνα πολίτη.
Αντί, λοιπόν, στον δημόσιο προεκλογικό διάλογο να συζητηθούν όλα αυτά τα ζητήματα και το ποιος μπορεί να μας εκπροσωπήσει καλύτερα και να διεκδικήσει για λογαριασμό μας περισσότερα, ομφαλοσκοπούμε γύρω από τις πολιτικές ανασφάλειες του κάθε νεόκοπου ηγέτη και έχουν έρθει σε πρώτο πλάνο μικροκομματικές επιδιώξεις με ορίζοντα τις επόμενες εθνικές εκλογές. Σαν να μην ανήκουμε στην Ευρώπη, σαν να μην επηρεάζεται η πορεία της χώρας και η καθημερινότητα των πολιτών από έναν πολυεθνικό οργανισμό, που όμοιό του ο άνθρωπος δεν έχει δημιουργήσει ποτέ στην ιστορία του, αν εξαιρέσει κανείς ορισμένες πολυεθνικές αυτοκρατορίες του παρελθόντος που βασίστηκαν στις κατακτήσεις και όχι στην ελεύθερη βούληση των λαών για τη δημιουργία τους.

Παρατηρώντας όλα αυτά, διαπιστώνουμε ότι η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένουν δύναμη πολιτικής ευθύνης που μπορούν να διαφυλάξουν τη θέση της χώρας στην Ευρώπη και τον κόσμο, ο οποίος εξελίσσεται όλο και πιο περίπλοκα, όλο και πιο επικίνδυνα.
Με τις όποιες αδυναμίες και με πλήθος πρωτόγνωρων προκλήσεων σε πυκνό πολιτικό χρόνο, αυτός ο πρωθυπουργός και αυτή η κυβέρνηση κατόρθωσαν να ενισχύσουν την εικόνα της χώρας στη διεθνή κοινότητα, που είναι βήμα αναγκαίο για τη σταδιακή επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε. Δεν είμαστε πια δακτυλοδεικτούμενοι, ούτε παράδειγμα προς αποφυγή. Αποτελούμε πλέον μια πραγματική ιστορία ανόρθωσης.

Καλά είναι και τα πατριωτικά λόγια και οι εξάρσεις πατριωτισμού, που για μια μεγάλη μερίδα του κόσμου δεν είναι αποκρουστικά, ούτε ηχούν παλιομοδίτικα και θέλουν να ακούνε ωραία συνθήματα για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Άλλωστε, δεν θα ντρεπόμαστε ούτε για αυτό που είμαστε, ούτε για την ιστορία μας.
Είναι, όμως, προτιμότερα και πιο ωφέλιμα για την πατρίδα, η ενίσχυση της εθνικής άμυνας και της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας, το χτίσιμο διεθνών συμμαχιών, η βελτίωση της εικόνας και η ανάπτυξη της οικονομίας, η ισχυρή θέση και η δυνατότητα διεκδίκησης στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, παράμετροι που συνθέτουν τον πατριωτισμό της ευθύνης.
Είναι χρησιμότερος αυτός ο πατριωτισμός από την ανέξοδη και απερίσκεπτη πατριδοκαπηλία.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το