Πολιτισμός

Έλενα Στανιού: Τέλειο έγκλημα δεν υπάρχει, ακόμη κι αν χρειαστεί να περάσουν δεκαετίες για να διαλευκανθεί

Το νέο αστυνομικό μυθιστόρημα της Έλενας Στανιού με τίτλο «Ο τελευταίος φόνος», από τις εκδόσεις Γράφημα, κυκλοφόρησε πρόσφατα. Για το περιεχόμενο του βιβλίου και τα γεγονότα που διαδραματίζονται η «Θ» συνάντησε τη συγγραφέα, νηπιαγωγό και δρ. Παιδικής Λογοτεχνίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, η οποία μιλά για το τελευταίο βιβλίο της «Ο τελευταίος φόνος».

Συνέντευξη

ΒΙΟΛΕΤΤΑ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ

Γνωρίζουμε ότι είστε διδάκτωρ Παιδικής Λογοτεχνίας. Το βιβλίο σας «Ο τελευταίος φόνος» πραγματεύεται μια αστυνομική ιστορία. Γιατί επιλέξατε να γράψετε κάτι αντίστοιχο;

Από πολύ νεαρή ηλικία, θα έλεγα, είμαι λάτρης της αστυνομικής λογοτεχνίας. Η βασίλισσα του εγκλήματος, Αγκάθα Κρίστι, που, πρέπει να σημειωθεί, είναι μοναδική στο είδος της, με είχε συνεπάρει και εξακολουθεί να το κάνει. Τα μυθιστορήματά της τα έχω διαβάσει από δυο-τρεις φορές, γιατί, ακόμη και ο ίδιος αναγνώστης, σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, προσλαμβάνει διαφορετικά το ίδιο κείμενο. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει πως δεν με έχουν γοητεύσει και άλλοι αστυνομικοί λογοτέχνες, σύγχρονοι. Με τη σειρά της, η αστυνομική λογοτεχνία δίνει τη σκυτάλη σε αστυνομικές σειρές, αστυνομικές ταινίες, ακόμη και παλαιά ή, δυστυχώς, και σύγχρονα εγκλήματα. Καθώς η Διατριβή μου είναι πάνω στους λογοτεχνικούς χαρακτήρες, ήταν πάντα στο βάθος του μυαλού μου, εκτός από τους αγαπημένους χαρακτήρες των παιδικών λογοτεχνικών κειμένων μου, να δημιουργήσω και χαρακτήρες που θα τραβούσαν την προσοχή του ενήλικου αναγνωστικού κοινού, ο καθένας με τη γοητεία του. Γιατί κάθε χαρακτήρας έχει τη γοητεία του και τη θέση του μέσα στην πλοκή της ιστορίας. Ο αναγνώστης θα έχει την ευκαιρία να ταξιδέψει μαζί με πολλούς χαρακτήρες, και πραγματικούς και μυθοπλαστικούς και διακειμενικούς, δηλαδή που θα τους δει να εμφανίζονται μπροστά του, ταξιδεύοντας οι ίδιοι μέσα από άλλα γνωστά κείμενα ή ακόμη και ιστορικά γεγονότα.

Δώστε μας, σε γενικές γραμμές, το περίγραμμα του βιβλίου σας.

Αρχικά, βρισκόμαστε στο Παρίσι του 1870, όπου, μέσα από τις σκέψεις και την αναπόληση στο παρελθόν, ενός από τους βασικούς ήρωες, μαθαίνουμε για την πολιτική κατάσταση της εποχής στο Παρίσι και τον πρώτο φόνο. Ακολουθούμε τα πρώτα του βήματα στον χώρο των επιχειρήσεών του, στο Λονδίνο, και προχωρούμε στη ζωή του, όπου το ένα γεγονός θα φέρει το άλλο… Θα γνωρίσει τη μελλοντική του σύζυγο, θα ξεκινήσουν την οικογένειά τους και θα επιστρέψουν στο Παρίσι, όπου θα αρχίσουν τα τραγικά γεγονότα. Ένα ξαφνικό περιστατικό θα μας οδηγήσει σε μία άβυσσο συναισθημάτων και εξελίξεων, μέσα από μια μεγάλη μυστικότητα που θα ακολουθεί τους ήρωες, για πάνω από είκοσι πέντε χρόνια.

Το μυστήριο των λονδρέζικων πλακόστρωτων, απ’ όπου πέρασε η θρυλική φιγούρα του Τζακ του Αντεροβγάλτη, αλλά και η λογοτεχνικότητα του Παρισιού του δέκατου ένατου αιώνα δεν θα μπορούσαν να μην αποτελέσουν το βασικό φόντο της ιστορίας. Κάνουν την εμφάνισή τους η Σκότλαντ Γιαρντ με το επιτελείο της και η αρχή της εξέτασης των δακτυλικών αποτυπωμάτων στη διαλεύκανση υποθέσεων δολοφονιών. Το μουσείο με τα κέρινα ομοιώματα της μαντάμ Τισό και πολλά ακόμη υπέροχα επιτεύγματα της εποχής. Η λογοτεχνία, η ποίηση, η αισθητική, μορφές, που με την πένα τους συγκλόνισαν και δίχασαν τα λογοτεχνικά σαλόνια της εποχής, όπως ο Αντρέ Σενιέ, ο Όσκαρ Ουάιλντ, ο Σαρλ Μπωντλαίρ, ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, αλλά και ο Βίκτωρ Ουγκό και αυτοί οι μοναδικά υπέροχοι «Άθλιοί» του! «Ο τελευταίος φόνος» είναι όλα αυτά και πολλά άλλα… που έρχονται, όμως, να εκπληρώσουν μια υπόσχεση στον εαυτό μου και σε μια φιλία των μαθητικών μου χρόνων, τότε, που, γυρνώντας από το σχολείο, σταματούσαμε η παρέα των τεσσάρων κοριτσιών, στο σπίτι μου, για να γελάσουμε και να πούμε τις σκέψεις, τις επιθυμίες μας… Μετά, αυτά αποκτούσαν από μένα σάρκα και οστά. Και κάποιες απ’ αυτές τις μοναδικά υπέροχες στιγμές έγιναν αυτό εδώ το μυθιστόρημα, μετά από χρόνια… Το είχα αφήσει, όπως μας άφησε νωρίς -είναι λίγα χρόνια τώρα- η τέταρτη της παρέας… Και τότε ήταν που πήγα και άνοιξα εκείνα τα χαρτιά, να θυμηθώ με συγκίνηση τι ωραία που περνούσαμε…

Η σύγχρονη σκληρή πραγματικότητα αποτελεί πηγή έμπνευσης για έναν συγγραφέα. Τι γνώσεις πρέπει να διαθέτει ένας συγγραφέας και πόσο απαιτητική μπορεί να είναι η συγγραφή ενός τέτοιου πονήματος;

Η σύγχρονη σκληρή πραγματικότητα θα δώσει αρκετές λαβές, είναι αλήθεια, για κείμενα αυτού του είδους, που ο συγγραφέας θα χρησιμοποιήσει για να δημιουργήσει τη δική του μυθιστορηματική, πλέον, πραγματικότητα. Με ό,τι γνώσεις διαθέτει, αλλά με την όρεξη, την αγάπη, τη φαντασία, τη διάθεση να γοητεύσει τους αναγνώστες του και, πάντα, με σεβασμό και αξιοπρέπεια. Όταν γράφω τα κείμενά μου, φαντάζομαι ότι είμαι ήδη μπροστά στους αναγνώστες μου και εκθέτω τον εαυτό μου στα μάτια τους, από την πρώτη λέξη ώς την τελευταία. Αλλά, μόλις τελειώσω και αυτήν την τελευταία λέξη, θέλω να μπορώ, να σηκώσω το κεφάλι από το γράψιμο και να τους κοιτάξω μέσα στα μάτια. Τότε, νιώθω να σηκώνομαι, να υποκλίνομαι μπροστά τους και να τους ευχαριστώ που υπήρξαν συνοδοιπόροι μου σ’ αυτό το μοναδικό ταξίδι…

Δεν σας κρύβω ότι θεωρώ πως και οι μεταπτυχιακές σπουδές και, πολύ περισσότερο, το Διδακτορικό τοποθέτησαν τον λόγο μου σε ένα πιο ασφαλές μονοπάτι, αλλά η συγγραφή είναι πολλά περισσότερα από αυτό… Είναι η ίδια η κατάθεση ψυχής και συναισθήματος, ακόμη και σε μια αστυνομική ιστορία.

Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, ωστόσο, δεν αποτελεί μόνο μία αστυνομική ιστορία. Αλλά μία αστυνομική ιστορία εποχής, με ιστορικά στοιχεία. Αυτό προϋποθέτει γνώσεις που αφορούν στην ιστορικότητα της συγκεκριμένης εποχής, με όλα τα δεδομένα που αυτή η ιστορικότητα μπορεί να διαθέτει. Φυσικά, ακόμη και ο ιστορικός θα πρέπει να ανατρέξει στις συγκεκριμένες χρονικές περιόδους και σε ιστορικές πηγές, είτε σε βιβλία είτε στο διαδίκτυο, για να μην παρουσιαστούν ιστορικές ανακρίβειες. Αυτό απαιτεί χρόνο. Όπως και το έργο αυτό χρειάστηκε τρία με τέσσερα χρόνια μελέτης και συγγραφής για να ολοκληρωθεί.

Τι μηνύματα βγαίνουν από το βιβλίο σας;

Ότι φυσικά τέλειο έγκλημα δεν υπάρχει! Ακόμη κι αν χρειαστεί να περάσουν δεκαετίες για να διαλευκανθεί! Πάντα, ωστόσο, αυτό που αποπνέουν τα κείμενά μου, είτε απευθύνονται σε παιδιά είτε σε ενήλικες, πιστεύω ότι είναι η αγάπη, η αποδοχή, η υπομονή και η ανυπολόγιστη αξία της οικογένειας.

Γιατί επιλέξατε τον τίτλο «Ο τελευταίος φόνος»; Έχει κάποια σημειολογία αυτό;

Ναι, έχει τη σημειολογία του ο τίτλος, όπως, πολύ σωστά, το θέτετε. Γιατί, ως επί το πλείστον, μέχρι στιγμής, συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας, δεν θα μπορούσα να μην αφήσω να διαφανεί, ακόμη και σε ένα μυθιστόρημα που η κύρια δράση του είναι το έγκλημα, μία σπίθα αισιοδοξίας! Ένας φόνος τελευταίος δεν μπορεί παρά να καθησυχάζει τον αναγνώστη. Αλλά, πιστέψτε με, αφού περάσει πολλά…, που, μάλλον, πρέπει να τον αφήσουμε να τα περάσει παρέα με τους ήρωες της ιστορίας.

Δώστε μας με δυο λέξεις το μήνυμα που θέλετε να δώσετε στους αναγνώστες σας.

Υπάρχει δικαίωση!

Εύχομαι στους αναγνώστες μου να απολαύσουν αυτό το μυστηριακό ταξίδι και να νιώσουν κι εκείνοι, όπως κι εγώ, όταν έγραφα, ότι κυκλοφορούν ανάμεσα από τους ήρωες και τις γραμμές αυτής της ιστορίας…

Προηγούμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το