Άρθρα

Διακοπές: Απόδραση στα σύννεφα

Του Παναγιώτη Σωτηρόπουλου,
Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελλών ΙΙΙ.

«Σου το ‘πα για τα σύννεφα
Σου το ’πα για το δέντρο το θαλασσινό
Για κάθε κύμα και για τα πουλιά μέσα στα φύλλα
Για του ρόχθου τα βότσαλα
Τα χέρια τα ζεστά και γνώριμα
Για το μάτι που γίνεται πρόσωπο ή τοπίο
Και του δίνει ο ύπνος πάλι το χρώμα τ’ ουρανού του
Για τη νύχτα που την ήπιανε όλη
Για της δημοσιάς την καγκελόπορτα
Για τ’ ανοιχτό παράθυρο για το ξέσκεπο μέτωπο
Σου το ’πα για τους στοχασμούς σου για τα λόγια σου
Κάθε χάδι κάθε πίστη μες στο μέλλον επιβιούν»

Paul Elyard (Μετάφραση; Ο. Ελύτη, Δεύτερη γραφή, Ίκαρος)

Στο συλλογικό φαντασιακό διακοπές σημαίνουν αναχώρηση, προσωρινή εγκατάλειψη τόπων φορτισμένων με την ανία της καθημερινότητας, απόδραση από επαφές με πρόσωπα που μας προκαλούν τανυσμό του εντέρου, αναζήτηση προορισμών που συνεγείρουν αισθήσεις. Σημαίνει ακόμη ένα ταξίδι με τα πανιά φουσκωμένα από ανάλαφρο αεράκι παρασυρμένοι στο ρυθμό της καρδιάς «πάρε με αγκαλιά και πάμε».
Βιώσαμε τον εγκλεισμό ως υποχρεωτική καθήλωση, με συνέπειες που μάλλον δεν έχουμε αντιληφθεί ακόμη ως προς τη δραματική οικονομική κρίση, τις επιπτώσεις στην ψυχική και όχι μόνον υγεία και μια άνευ προηγουμένου στέρηση των θεμελιωδών ελευθεριών. Νιώθουμε την ανάγκη να χαλαρώσουμε τον ασφυκτικό βρόχο και απερίσπαστοι να αφεθούμε σε ονειρικές διαδρομές και απολαύσεις. Να αναπληρώσουμε ότι στερηθήκαμε.
Δεν υπήρξα ποτέ υπέρμαχος της ακινησίας. Ο στίχος του ποιητή
Αντισταθείτε
σ’ αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει: Καλά είμαι εδώ.
Κέντριζε τη φαντασία μου, με παρωθούσε σε μια συνεχή αναζήτηση τόπων, ανθρώπων, νέων εμπειριών. Όμως οι διακοπές ήταν πάντα η σύντομη στάση, το κενό που παρωθούσε τη σκέψη να επαναπροσδιορίσει τις αφετηριακές της συλλήψεις, η αλλαγή ρυθμού για να επιτευχθεί η αποτοξίνωση, μερική έστω και προσωρινή, από τις καταπιεστικές έξεις της καταναλωτικής αδηφαγίας. Σε αντίστιξη με το πλήθος που συνωστίζεται στις αποβάθρες των λιμανιών, την πολύωρη αναμονή στα διόδια, την πολύβουη σύγκλιση χιλιάδων ανθρώπων σε τουριστικούς τόπους.

Αν αναστοχαστούμε ως προς την ετυμολογία της λέξης «διακοπές» δεν αναφέρεται καθόλου στο γεγονός της αποχώρησης: και στην ελληνική σημαίνει αργία, αποχή από κάθε επαγγελματική δραστηριότητα, παύση, όπως και η λατινική ρίζα «vacare», κατάσταση αδράνειας. Η εμπειρία των διακοπών είναι πρωτίστως αδράνεια, όπως συνήθιζε ο σκηνοθέτης Claude Chabrol, ο οποίος δεν έκανε τίποτα στη διάρκεια των διακοπών του, εκτός από μια περιπλάνηση ήρεμη, στο χωριό. Η μεγάλη του πολυτέλεια ήταν να μην κάνει τίποτε, να μην είναι πλέον σκλάβος της επαγγελματικής του ενασχόλησης. Μ’ αυτή την αντίληψη, το να είσαι σε διακοπές σημαίνει, πάνω απ’ όλα, να μην υφίστασαι πλέον την παραμικρή πίεση, να νιώθεις τη λιγότερο επιτακτική ροπή της κερδοφορίας, να αγνοείς στο μέτρο του εφικτού τη λίστα υποχρεώσεων που μας εγκαλεί συνεχώς για τις υποχρεώσεις μας.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι ακόμη και την περίοδο των διακοπών υιοθετούμε συχνά τις ίδιες αρχές και αξίες για το χρόνο που επιβάλλουμε στον εαυτό μας στην καθημερινή ζωή. Ασκούμε πίεση στον εαυτό μας με προγράμματα δραστηριοτήτων, περιηγήσεις σε περιοχές που πρέπει να επισκεφτούμε, βιβλία που πρέπει να διαβάσουμε. Ο ελεύθερος χρόνος είναι μια κατάσταση του νου και μια συνθήκη της ψυχής που καλλιεργεί την ικανότητα να αντιλαμβάνεσαι την πραγματικότητα του κόσμου, αναφέρει ο Γερμανός φιλόσοφος Josef Pieper στο περίφημο βιβλίο του «Αναψυχή, η βάση του πολιτισμού» (Αγγλική μφρ. «Leisure, the Basis of Culture». Οι Έλληνες και οι μεσαιωνικοί Ευρωπαίοι, κατάλαβαν τη μεγάλη αξία και τη σημασία του ελεύθερου χρόνου. Το βιβλίο γράφτηκε μετά τη φρίκη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, εποχή που η Ευρώπη βίωσε την καταστροφή από τη λαίλαπα του ναζισμού. Η ανοικοδόμηση όφειλε εκτός από την αποκατάσταση των υλικών ζημιών να αναζητήσει απεγνωσμένα λύσεις ικανές να αποκαταστήσουν το σεβασμό στο ανθρώπινο πρόσωπο και τις βαθύτερες φιλοδοξίες του. Ο Pieper αναρωτήθηκε για το νόημα του ελεύθερου χρόνου. Η αμφισβήτηση της έννοιας του ελεύθερου χρόνου, που δεν αποτελεί απόδραση από την πραγματικότητα, είναι ο καλύτερος τρόπος για να εμπνεύσουμε την αξιοπρέπεια της προσωπικότητας των ανθρώπων και να θέσουμε τα θεμέλια για ένα νέο μοντέλο κοινωνίας. Αμφισβητώντας το νόημα του ελεύθερου χρόνου, ο Pieper θέλει να δείξει ότι ο πολιτισμός του 20ού αιώνα έχει χάσει την αυθεντική του αξία, επειδή είτε τον αναγνωρίζει με αρνητικό τρόπο ως αυτό που μπορεί να αποσπάσει το άτομο από τα σοβαρά καθήκοντα της ζωής, είτε αντιπροσωπεύει τον «κενό» χρόνο που επιτρέπει στη σκέψη να αποβάλλει ανώφελο φορτίο της καθημερινότητας πριν συνεχίσει την εργασία πιο αποτελεσματικά. Και στις δύο περιπτώσεις, χάνει το πραγματικό της νόημα. Αυτή η κατανόηση του ελεύθερου χρόνου έρχεται σε αντίθεση με το νόημα που αποδίδεται στους αρχαίους πολιτισμούς. Σε αυτούς, στην πραγματικότητα, με τον όρο otium, ο ελεύθερος χρόνος συσχετίστηκε με την ευτυχία και θεωρήθηκε ένα από τα θεμελιώδη στοιχεία μιας επιτυχημένης ζωής. Ο Αριστοτέλης, για παράδειγμα, συνέδεε την ευδαιμονία με το τέλος κάθε δραστηριότητας, ισχυριζόμενος ότι «η ευτυχία φαίνεται να συνίσταται στον ελεύθερο χρόνο, γιατί αφιερώνουμε μόνο σε μια ενεργή ζωή για να πετύχουμε τον ελεύθερο χρόνο».
Ο ελεύθερος χρόνος μας επιτρέπει να στοχαστούμε για πράγματα που η καθημερινότητα θεωρεί ανούσια, αντιπαραγωγικά και απαγορευτικά. Ο ελεύθερος χρόνος ήταν, και θα είναι πάντα, το πρώτο θεμέλιο κάθε πολιτισμού.

Ο Pieper υποστηρίζει ότι ο αστικός κόσμος της παγκοσμιοποιημένης εργασίας έχει επιβάλει αναθεώρηση των αξιών που θεμελιώνουν τις προϋποθέσεις της απόλαυσής του και προειδοποίησε: Αν δεν ανακτήσουμε την τέχνη της σιωπής και της διορατικότητας, την ικανότητα για αναστολή των δραστηριοτήτων, εκτός αν αντικαταστήσουμε τον πραγματικό ελεύθερο χρόνο με την ψυχαγωγία, θα καταστρέψουμε τον πολιτισμό, θα καταστρέψουμε τον εαυτό μας.
Το ζητούμενο θα έπρεπε να είναι διακοπές που μας ελευθερώνουν, ανεμελιά και αποφόρτιση. Ακόμη κι αν το ταξίδι προσφέρει υπό προϋποθέσεις εξατομικευμένη εμπειρία εκφυλίζεται συχνά σε αγχωτική επίδειξη μιας κίνησης που ακολουθεί τον συρμό.

Ο Edgar Morin είχε ήδη παρατηρήσει από το 1972 «Ο τουρισμός, που θέλει να ξεφύγουμε από έναν κακοποιητικό ρυθμό που είναι ο ρυθμός της καθημερινής ζωής, ο ίδιος μας επιβάλλει έναν άλλο κακοποιητικό ρυθμό που φέρει μέσα του τα ίδια σφάλματα, δηλαδή δεν μας φέρνει τις βαθιές απελευθερώσεις που δικαιούμασταν να περιμένουμε».
Οι διακοπές, για να είναι απόλαυση, πρέπει επομένως να μας απελευθερώσουν από την επιταγή μιας συγκεκριμένης αποτελεσματικότητας, μιας συγκεκριμένης ταχύτητας εκτέλεσης της ζωής μας. Είναι ωφέλιμο για την ψυχική μας υγεία να μην υποκύψουμε στις σειρήνες του υπερκινητικού τουρισμού. Η αναχώρηση μπορεί να είναι χρήσιμη όταν συνοδεύεται από την απώθηση των ανησυχιών μας, από παραβίαση προσωρινή των περιορισμών μας, όταν σηματοδοτεί αναζήτηση της χαμένης παιδικής αθωότητας. Κάτι σαν τη μορφή του κ. Hulot στην ομώνυμη ταινία του Jacques Tati (Les vacances de Monsieur Hulot): το πέρασμά μας να είναι μια απόδραση στα σύννεφα που τα παιδιά, ακόμη και μετά την αναχώρησή μας, κοιτάζουν ψηλά για πολύ καιρό.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το