Άρθρα

Υποψήφιοι νέοι και νέες τι δηλώσατε…

Tου Γεώργιου Καπουρνιώτη

Με αφορμή το άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Θεσσαλία στις 6/6/21 με τίτλο: «Οι μαθητές δεν επιλέγουν επάγγελμα, αλλά σπουδές», θα ήθελα να εκφράσω και τη δική μου άποψη, επιβεβαιώνοντας το γεγονός αυτό με μια υποψήφια Πανελληνίων εξετάσεων – πρώην μαθήτριά μου. Ως εκπαιδευτικοί, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ένα μεγάλο ποσοστό μαθητών δεν έχουν κάποιο συγκεκριμένο στόχο. Συνήθως προσπαθούνε να διαμορφώσουν μία άποψη για το ποιο επάγγελμα τους αρέσει βασιζόμενοι στις εμπειρίες και τα βιώματα των γονέων, των καθηγητών και του συγγενικού περιβάλλοντος. Δεν απευθύνονται σε συμβούλους σταδιοδρομίας που με τα κατάλληλα ψυχομετρικά εργαλεία, αλλά κυρίως με τη συμβουλευτική και την αποδοχή τους μπορούν να τους βοηθήσουν να χαράξουν την πορεία τους.
Η Μαρία είναι δεκαεπτά ετών, μαθήτρια της Γ’ Λυκείου. Ζει μαζί με τους γονείς της και τον αδερφό της σε ιδιόκτητο σπίτι κάπου στον Βόλο. Ο πατέρας της και η μητέρα της εργάζονται και αμείβονται αρκετά καλά!
Η Μαρία δεν είναι άριστη μαθήτρια. Βρίσκεται λίγο πιο κάτω από το μέτριο, ενώ στα βασικά μαθήματα, η βαθμολογία της βυθίζεται σε μονοψήφια νούμερα. Θα μπορούσες να πεις ότι δεν παίρνει τα γράμματα, αλλά έτσι θα αδικούσες και την ίδια και την αλήθεια. Απλώς βαριέται… Η Φυσική και τα Μαθηματικά την εγκλωβίζουν σε καλούπια αυστηρών νόμων. Η δε Χημεία έχει πολύπλοκους κανόνες που δεν μπορεί να προσπεράσει. Τα δε Αρχαία είναι νεκρά, τα Λατινικά αδιάφορα και η Ιστορία μιλάει για το παρελθόν σε παιδιά που έχουν το μέλλον μπροστά τους. Στη Μαρία αρέσουν οι υπολογιστές και έχει αποφασίσει πως δεν επιθυμεί να φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο. Πρώτον, γιατί βαριέται και δεύτερον, επειδή δεν ξέρει τι θα ήθελε να σπουδάσει.

Για τα δεδομένα της Μαρίας θα παίξει καλή μπαλίτσα στις Πανελλαδικές. Τον Ιούνιο θα τα πάει καλά στην Έκθεση, ματσάκι που θα της δώσει μια ισοπαλία, η οποία σε συνδυασμό με κάτι τριόδια θα ανοίξει διάπλατα τις πόρτες του Τμήματος Περιφερειακής και Οικονομικής Ανάπτυξης στην όμορφη Άμφισσα.
Στο σπίτι της Μαρίας η συγκίνηση θα ποτίσει σαν υγρασία τον τοίχο του σαλονιού. Ο πατέρας θα ανοίξει τα χέρια, όπως ο Ιησούς πάνω από το Ρίο. Το αρνί θα μπει στη σούβλα έχοντας στη ράχη του τα γλυκά δάκρυα της επιτυχίας. Τελικά… η οικογένεια έβαλε το παιδί στο Πανεπιστήμιο και κανένα κολέγιο δεν θα τους φάει τα λεφτά! Η Μαρία το πρώτο πράγμα που θα σκεφτεί είναι πού θα πάει φέτος ταξιδάκι αναψυχής… Στη συνέχεια, θα ανοίξει το Google Maps για να δει πού πέφτει η Άμφισσα!
Το ταξίδι στην όμορφη ακαδημαϊκή περιπέτεια της Μαρίας θα ξεκινήσει ένα πρωινό στα τέλη του Σεπτεμβρίου, αν θελήσει φυσικά και ο κορωνοϊός. Μαζί με τις βαλίτσες και με τη συνοδεία των γονέων της, θα φύγει για Άμφισσα να ψάξουν για σπίτι. Θα βρουν δωμάτιο με δικό της μπάνιο στη σοφίτα μιας οικογενειακής κατοικίας. Στα 200 ευρώ και με την υπόσχεση της σπιτονοικοκυράς να έχει το νου της και πότε – πότε, κανένα πιάτο με σπιτικό φαγητό. Internet φυσικά και θα βάλει, παρόλο που οι γονείς της δεν θέλουν για να μην αποσπάται η προσοχή της από τα μαθήματα. Θα έχει και άλλα τριακόσια ευρώ για χαρτζιλίκι. Μια χαρά. Θα ενισχύσουν αυτό που θα σπουδάσει το παιδί.
Η Μαρία θα σπουδάσει, θα τελειώσει και ο οικογενειακός προϋπολογισμός θα χάσει κάπου στα είκοσι χιλιάρικα. Τον Ιούνιο του 2024 ίσως… να επιστρέψει με το πτυχίο στα χέρια της. Τότε θα γίνει οικογενειακό συμβούλιο γύρω από το τραπέζι της κουζίνας και ο πατέρας θα ανακοινώσει ότι μίλησε σε κάποιον «γνωστό» του μήπως βρεθεί κάτι για τη Μαρία – κάτι αδιάφορο με τις σπουδές της.

Θα έπρεπε να υπενθυμίσει κάποιος στη Μαρία ή στους γονείς της πως θα βγει στην αγορά εργασίας σε έξι με οκτώ χρόνια. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος γι’ αυτό που θα αντιμετωπίσει τότε. Η πανδημία είναι ένα καλό παράδειγμα. Μέσα σε ενάμισι χρόνο άλλαξαν τόσα στο εργασιακό τοπίο. Η εξ’ αποστάσεως εργασία ήρθε για να μείνει. Πολλοί άνθρωποι έμειναν χωρίς εργασία. Η ανεργία αυξήθηκε εκθετικά και με γοργούς ρυθμούς. Μόνο όσοι πραγματικά αγαπούσαν τη δουλειά τους κατάφεραν να προσαρμοστούν στην κατάσταση αυτή.
Άρα κριτήριο για την επιλογή της πανεπιστημιακής σχολής που θα επιλέξουν οι μαθητές θα πρέπει να είναι η αγάπη τους και η θέληση για το αντικείμενο σπουδών, αφού από τη βιωματική μας εμπειρία έχουμε διαπιστώσει ότι μόνο όσοι αγαπούν πραγματικά το επάγγελμά τους, μπορούν να επιβιώσουν ακόμα και σε δύσκολες εποχές.
Καταλήγουμε, λοιπόν, στο συμπέρασμα πως η κυβέρνηση ορθά σκέφτηκε να θεσπίσει την ελάχιστη βάση εισαγωγής στο Πανεπιστήμιο. Αναπόφευκτα θα βάλουν λουκέτο σχολές που λειτουργούν είτε χωρίς φοιτητές, είτε χωρίς καθηγητές. Θα ήταν μια κίνηση που δείχνει μια λογική. Όμως, οι κραυγές και οι διαμαρτυρίες της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κάνει το σχέδιο μια μπάλα χαρτί στα πόδια της κ. υπουργού Παιδείας.
Επομένως δεν πρόκειται να αλλάξει απολύτως τίποτα. Πιστεύω πως θα μείνουν, όπως έχουν τα πράγματα και πολλοί μαθητές θα περάσουν σε Πανεπιστήμια χωρίς πραγματικά το αντικείμενο σπουδών να τους ταιριάζει στις δεξιότητες και στην προσωπικότητά τους. Άλλωστε, όπως είπε και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αν μειωθούν οι εισακτέοι και κλείσουν τμήματα, οι νέοι και οι νέες θα οδηγηθούν σε ιδιωτικές σχολές. Επομένως υποψήφιοι νέοι και νέες μήπως… την πατήσατε!

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το