Κόσμος

Ξεκίνησε η ανάκριση του ιδρυτή των Wikileaks -Κατηγορείται για βιασμό στη Σουηδία

Επί σχεδόν τέσσερις ώρες, η γενική εισαγγελέας της Σουηδίας Ίνγκριντ Ίσγκρεν ανέκρινε σήμερα τον Τζούλιαν Ασάνζ, τον ιδρυτή του ιστοτόπου WikiLeaks.

Ο Τζούλιαν Ασάνζ κατηγορείται για βιασμό στη Σουηδία και έχει καταφύγει τα τελευταία τέσσερα χρόνια στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο.

Ο ιδρυτής των WikiLeaks, που εξόργισε τις ΗΠΑ δημοσιοποιώντας χιλιάδες απόρρητα διπλωματικά έγγραφα, κατέφυγε στην πρεσβεία καθώς φοβόταν ότι αν οι βρετανικές αρχές συμφωνούσαν να τον εκδώσουν στη Σουηδία, υπήρχε ο κίνδυνος η Στοκχόλμη να τον παραδώσει με τη σειρά της στην Ουάσινγκτον και να καταδικαστεί από την αμερικανική δικαιοσύνη σε πολυετή κάθειρξη.

Η Ίσγκρεν έθεσε ερωτήσεις στον Ασάνζ μέσω ενός εισαγγελέα του Ισημερινού και κατόπιν αποχώρησε από την πρεσβεία, χωρίς να κάνει κανένα σχόλιο στους δημοσιογράφους. Η Μελίντα Τέιλορ, ένα μέλος της νομικής ομάδας που υπερασπίζεται τον Ασάνζ, είπε ότι οι συνεχείς αναβολές εκ μέρους των σουηδικών αρχών στέρησαν από τον πελάτη της το δικαίωμα να καθαρίσει το όνομά του.

Από την πλευρά της, η δικηγόρος Ελίζαμπεθ Φριτς, που εκπροσωπεί την γυναίκα η οποία κατηγορεί τον 45χρονο Ασάνζ για βιασμό, θεωρεί ότι “είναι καλό που επιτέλους ακούγεται” η άποψή του. “Αναμένουμε ότι μετά την κατάθεση αυτή θα του ασκηθεί δίωξη και ότι αυτή η δίωξη θα οδηγήσει σε μια δίκη ενώπιον των σουηδικών δικαστηρίων. Η πελάτισσά μου περιμένει να αποδοθεί δικαιοσύνη εδώ και έξι χρόνια”, τόνισε.

Εφόσον ο Ασάνζ συμφωνήσει, τότε θα ληφθεί DNA του για να εξεταστεί. Το απομαγνητοφωνημένο κείμενο της ανάκρισης θα δοθεί σε Σουηδούς δικαστές που θα αποφασίσουν αν θα δώσουν συνέχεια στην υπόθεση.

Η κατάθεση θα συνεχιστεί αύριο, ίσως μάλιστα να παραταθεί και για τις επόμενες ημέρες.

Αρκετοί υποστηρικτές του Ασάνζ είχαν συγκεντρωθεί έξω από την πρεσβεία του Ισημερινού σήμερα. Ένας από αυτούς, ο Πίτερ Τάτσελ, είπε ότι ήθελε να δείξει την αλληλεγγύη του διότι ο Ασάνζ διώκεται επειδή ο ιστότοπός του έριξε φως στα “τρομερά πράγματα” που διέπραξε η αμερικανική κυβέρνηση και άλλες χώρες.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το